2.9.10

Τρεις ιδέες

Του Μόσχου Εμμ. Λαγκουβάρδου

Λόγια του πατριάρχη Σερβίας του μακαρίτη Παύλου, ο οποίος υπήρξε αγία μορφή. Ζήτησε από την δημοσιογράφο που του πήρε συνέντευξη να πει μόνο λίγα λόγια. «Να τον σεβόμαστε τον ακροατή», είπε. «Το κήρυγμα να μην υπερβαίνει τις τρεις ιδέες. Αν περιέχει τρεις ιδέες, ο ακροατής θα κρατήσει τις δύο. Αν περιέχει τέσσερις, ο ακροατής θα κρατήσει τη μία. Αν περιέχει πέντε και περισσότερες δεν θα κρατήσει καμία».

Αν ισχύει το ίδιο για το περιεχόμενο των ιερών ακολουθιών στους ναούς και κανείς δεν μπορεί να συγκρατήσει πάνω από δύο ιδέες (!) τι έννοια έχει αυτό που επιδιώκουν οι νεωτεριστές να μεταφράσουν την εκκλησιαστική γλώσσα; Μήπως κι έτσι να την αφήσουν δεν θα κρατήσει ο πιστός που θέλει έστω ένα «κύριε ελέησον» ή ένα «άγιος ο Θεός»; Μόνο το όνομα του Θεού να κρατήσει ο πιστός του φτάνει, αν θέλει να σωθεί. Η επανάληψη του ονόματος του Θεού καθαρίζει την καρδιά από όλα τα πάθη, λέει η Αγία Γραφή.

Η σπουδαιότερη Ευχή την οποία παρέδωσαν οι Απόστολοι στους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας αποτελείται από λίγα λόγια. Όλη κι όλη η Ευχή είναι αυτά τα λόγια: «Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με τον αμαρτωλόν». «Οι θεόσοφοι Πατέρες μας» γράφει η Φιλοκαλία, «οπού ήσαν τέλειοι και πνευματοφόροι άντρες, οι οποίοι κάθε ένα από αυτά τα θεία λόγια, ήγουν, το Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, καθώς μας τα άφησαν παράδοσιν οι θείοι Απόστολοι τόσον τα ετύπωσαν εις την καρδίαν τους και τόσον τα ηγάπησαν. Μάλιστα το γλυκύτατον όνομα Ιησού, οπού το είχαν μόνον αυτό δια τελείαν και ολόκληρον προσευχήν και αγωνίζοντο εις όλην τους την ζωήν ακατάπαυστα, πώς να χορτάσουν την γλυκύτητα του Ιησού, και πάντοτε ήσαν πεινώντες και διψώντες τον Ιησούν.
Αγκαλά και εγέμιζαν από πνευματικήν χαράν ανεκδιήγητον και απελάμβανον θεία χαρίσματα και εγίνοντο πλέον έξω της σαρκός και του κόσμου τούτου. Ωσάν να ήσαν Άγγελοι επίγειοι ή άνθρωποι ουράνιοι. Εις τόσον ύψος αρετής ανέβηκαν με το μέσον αυτής της γλυκυτάτης ονομασίας του Ιησού».(Φιλοκαλία, 5ος τόμος, σελ. 66).

Ωστόσο αν δεν έχεις κανείς την εμπειρία αυτής της προσευχής η επανάληψη του Ονόματος του Ιησού θα του φανεί ανώφελη αν έχει ιδέες πολλές στο μυαλό του και θέλει να τις μεταδώσει στους άλλους, παρόλο που όσο περισσότερες είναι αυτές τόσο λιγότερες θα μείνουν στη μνήμη του ακροατή (ή του αναγνώστη). Αγνοούν ότι οι περισσότεροι από μας δεν θα πάρουμε τίποτε περισσότερο από ένα στίχο ή μια λέξη, όταν έρθει η ώρα μας, με τις συνθήκες που θα φύγουμε. Δεν θα προλάβουμε ούτε τη μικρή, τη μονολόγιστη Ευχή του Ιησού να πούμε, αν η φυγή μας γίνει σε ώρα σεισμού ή την ώρα που μας κυνηγούν σαράντα λυσσασμένα σκυλιά. Τόση είναι η αγωνία του θανάτου στον άνθρωπο που δεν έχει καθαριστεί η καρδιά του από τα πάθη.

Ο Θεός να δώσει να είναι τα τέλη μας ειρηνικά και να παραδώσουμε το πνεύμα μας με πλήρη επίγνωση ότι πηγαίνουμε στο Θεό, επικαλούμενοι το έλεος του Κυρίου και τις πρεσβείες της Θεοτόκου, των ουρανίων δυνάμεων ασωμάτων και πάντων των αγίων.


«Στο κελλί του Ευαγγελισμού στον Άγιον Όρος, κοντά στις Καρυές, που το είχαν κτίσει Ρώσοι μοναχοί στα τέλη του περασμένου αιώνα, οι τελευταίοι από τους Ρώσσους μοναχούς ήσαν οι ιερομόναχοι Ιωαννίκιος και Σίμων, οι οποίοι εκοιμήθησαν την ίδια ημέρα. Ο Ιωαννίκιος ήταν τυφλός και ο Σίμων του διάβαζε τις Πράξεις των Αποστόλων, για να ετοιμαστούν για την Ανάσταση. Τους βρήκε όμως ο θάνατος μαζί κι έφυγαν για τον ουρανό, ο ένας ακροώμενος τον λόγο της Αγίας Γραφής κι ο άλλος αναγιγνώσκων. Έκαμαν κι αυτοί ανάσταση στον ουρανό.» (Μωυσέως Μοναχού Αγιορείτου, Αγιορείτικες Διηγήσεις του Γέροντος Ιωακείμ, Έκδοσις «Το περιβόλι της Παναγίας», σελ.53).

Η Εκκλησία έχει τη μοναδική αποστολή να αγιάζει τον κόσμο. Κανείς άλλος δεν έχει αυτήν την αποστολή. Η μητέρα μου έλεγε κάθε φορά: «Πηγαίνω στην Εκκλησία άρρωστη και γυρίζω υγιής». Πιστεύω ότι τα λόγια αυτά της μητέρας μου, για την σωματική, ψυχική και πνευματική αναγέννησή της εκφράζουν τα βιώματα κάθε πιστού. Κάθε πιστός θα βρει τρεις μόνο ιδέες , δεν χρειάζονται περισσότερες , για να κρατήσει μέσα του το γλυκύτατο όνομα του Ιησού.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

καλησπέρα!Το κείμενό σας με βρίσκει σύμφωνη.Η τελευταία παράγραφος με συγκίνησε ιδιαίτερα εξαιτίας της ιδιαίτερης θρησκευτικότητας που είχαν οι γέροντες παπούδες και γιαγιάδες μας.Ενω σε αντίθεση οι σημερινές γιαγιάδες δεν θυμίζουν τίποτε από εκείνες τις ταπεινές που μας μάθαιναν τραγούδάκια,ψαλμούς,θρησκευτικές ιστορίες,του Θεού τα πραγματα ..πράγματα σπουδάγματα ..αυτές οι παραδοσιακές γιαγιάδες που μας μάθαιναν προσευχές....αναπολώ !!!πην