30.9.09

Anthony Bloom (Metropolitan of Sourozh).Ποιά εἶναι ἡ ἀληθινὴ Ἐξομολόγηση;

Ἀπαντᾶ ὁ π. Ἀντώνιος Bloom


Ὅταν ἕνα παιδὶ ἔρχεται γιὰ ἐξομολόγηση μοῦ μεταφέρει, ἀπὸ μνήμης ἢ σὲ γραπτό, μιὰ σύντομη ἢ μακριὰ λίστα “ἁμαρτιών”. Ὅπως ἀνακαλύπτω στὴ συνέχεια, ἔχει συνήθως συνταχθεῖ χωρὶς τὴ συμμετοχὴ τοῦ ἴδιου τοῦ παιδιοῦ καὶ ἀντανακλᾶ μόνο τὰ παράπονα καὶ τὴν κριτικὴ τῶν γονέων του.

Παρόμοια ἐμπειρία ἔχει κανεὶς μὲ ἐνήλικες ἀνθρώπους ποὺ ἐμφανίζονται μὲ λίστες ποὺ ἀνακάλυψαν σὲ σχετικὰ βιβλία ἢ συνέταξαν μὲ τὴ συνδρομὴ τῶν πνευματικῶν τους γερόντων. Ἔτσι, τὸ ἑπόμενο βῆμα εἶναι νὰ θέσω τὸν ἄνθρωπο μπροστὰ στὸν προβληματισμὸ νὰ διερευνήσει τὴ δική του, προσωπικὴ σχέση μὲ τὸν Χριστό. Οἱ περισσότεροι δὲν ἔχουν παρὰ μιὰ ἐπιφανειακή, ἐξ ἀκοῆς γνωριμία μαζί Του γι’ αὐτὸ καὶ τοὺς ἐνθαρρύνω νὰ Τὸν γνωρίσουν καλύτερα μέσα ἀπὸ τὴν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου. Ἀπὸ μιὰ τέτοια προσέγγιση ἀρχίζει κανεὶς νὰ καταλαβαίνει ἂν τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ τὸν ἐλκύει. Ἐὰν ἐπιθυμεῖ νὰ γίνει ὅμοιος μὲ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ κτίσει μὲ Ἐκεῖνον μία σχέση φιλίας. Ἂς ἀναρωτηθοῦμε λοιπὸν ἂν τὸ στοιχεῖο τῆς φιλίας ὑπάρχει στὴ δική μας σχέση μὲ τὸν Χριστό. Ἂς ρωτήσουμε τὸν ἑαυτό μας ἐὰν προσπαθήσαμε μὲ κάποιο τρόπο νὰ Τοῦ δώσουμε χαρὰ καὶ νὰ συμπαρασταθοῦμε στὸ ἔργο Του. Ἂν τὸ συμπέρασμα εἶναι ὅτι ἡ σχέση αὐτὴ μᾶς ἀφήνει ἀδιάφορους θὰ χρειαστεῖ νὰ ἐπανεξετάσουμε τί σημαίνει τελικὰ νὰ εἴμαστε Χριστιανοί. Ἐὰν ὅμως νιώθουμε εἰλικρινὰ τὸν Χριστὸ ὡς φίλο, ἂς ἀρχίσουμε νὰ ρωτοῦμε τὸν ἑαυτὸ μας καθημερινά: Τί ἔκανα, τί εἶπα, τί σκέφτηκα καὶ αἰσθάνθηκα, ποὺ μπορεῖ νὰ Τοῦ δώσει χαρὰ ἢ θλίψη; Κι αὐτὸ ἀκριβῶς τὸ βίωμα ἂς μεταφέρουμε στὴν Ἐξομολόγηση: “Ἀνάμεσα στὴν τελευταία καὶ τὴ σημερινὴ ἐξομολόγηση ὑπῆρξα ἕνας ἄπιστος, ἕνας ἀδιάφορος, ἕνας δειλὸς σύντροφος ἢ ἀντιθέτως, παραστάθηκα ὡς φίλος...”Ὅταν προσερχόμαστε στὴν ἐξομολόγηση σπεύδουμε πρόσωπο μὲ πρόσωπο πρὸς ἕναν φίλο. Δὲν πρόκειται νὰ μᾶς κρίνει καὶ νὰ μᾶς καταδικάσει κανείς. Ἂς πολεμήσουμε τὸν φόβο ποὺ μᾶς διακατέχει γι’ αὐτὸ ποὺ πρόκειται νὰ συμβεῖ. Ἐρχόμαστε στὸν Ἕνα τῆς Τριάδος ποὺ ὄντας Θεὸς ἐπέλεξε ἀπὸ ἀγάπη γιὰ μᾶς νὰ γίνει Ἄνθρωπος, ν’ ἀναλάβει πάνω Του τὴν ἀνθρώπινη φθορὰ καὶ νὰ δώσει τὴ ζωή Του γιά μᾶς. Ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατός Του εἶναι ἡ ἀπόδειξη ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι τόσο μεγάλη ὥστε νὰ μποροῦμε νὰ τὸν πλησιάσουμε χωρὶς δισταγμό, μὲ τὴν προσδοκία ὅτι σὲ κάθε περίπτωση θὰ ἀγκαλιάσει τὴν ἀδυναμία μας, πέρα ἀπὸ ἠθικὲς ἀξιολογήσεις. Ἂς εἴμαστε βέβαιοι ὅτι ἐὰν κάποιος πρόκειται νὰ θρηνήσει γιὰ τὴν ἀναξιότητα καὶ τὴν ἁμαρτία μας μὲ συμπόνια, ἔλεος, ἀγάπη δὲν εἶναι παρὰ Ἐκεῖνος –ποὺ θὰ ἦταν πρόθυμος νὰ σαρκωθεῖ καὶ νὰ πεθάνει ἔστω καὶ γιὰ ἕναν μόνο ἁμαρτωλό, γιατί δὲν μπορεῖ νὰ ὑπομείνει τὴν ἀπώλεια κανενός. Αὐτὸς λοιπὸν εἶναι ὁ Χριστὸς στὸν ὁποῖο προσερχόμαστε κατὰ τὴν ἐξομολόγηση. Προσδοκᾶ τὴν ἴαση, τὴν παραμυθία, τὴν στήριξή μας – ὄχι τὴν κρίση καὶ καταδίκη μας. Καὶ τότε ποιὸς εἶναι ὁ ρόλος τοῦ ἱερέως; Στὴν εὐχὴ ποὺ διαβάζει ὁ κληρικὸς πρὶν τὸ μυστήριο ὀνομάζεται “μάρτυρας”. Καλεῖται ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ παραβρίσκεται ἐνώπιον τοῦ ἁμαρτωλοῦ γιὰ νὰ μαρτυρήσει τὸ γεγονὸς τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ γιὰ κεῖνον, νὰ βεβαιώσει ὅτι ὁ Κύριος εἶναι παρὼν καὶ ἡ μόνη ἐπιθυμία καὶ πρόθεσή Του εἶναι ἡ σωτηρία καὶ ἡ αἰώνια εὐφροσύνη τοῦ μετανοοῦντος. Ἐπίσης, ὁ ἱερέας παρευρίσκεται στὸ ὄνομα τοῦ ἁμαρτωλοῦ, γιὰ νὰ ἱκετεύσει καὶ νὰ μεσιτεύσει στὸν Κύριο γιὰ τὴν συμφιλίωση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὴν Ἐκκλησία. Ἂς ἀλλάξουμε, λοιπόν, τὸν τρόπο τῆς ἐξομολόγησης: ἂς διώξουμε τὸν φόβο τῆς τιμωρίας ἢ τῆς ἀπόρριψης κι ἂς βροῦμε τὸ θάρρος νὰ ἐλαφρώσουμε τὴν καρδιά μας ἀπὸ κάθε ἀμφιβολία. Ὁ Χριστὸς δὲν πρόκειται νὰ μᾶς ἀρνηθεῖ. Ἴσως ἡ ἐξομολόγησή μας νὰ εἶναι γιὰ Ἐκεῖνον ἕνας νέος σταυρός, ἀλλὰ θὰ τὸν δεχθεῖ, ἀφοῦ μᾶς ἀγαπᾶ πέρα ἀπὸ κάθε κρίση, μέχρι θανάτου: Ὁ θάνατός του ἔγινε ἡ δική μας ζωὴ – ζωὴ μέσα στὸ χρόνο καὶ ζωὴ στὴν αἰωνιότητα. Ἡ ἐξομολόγηση πρὶν ἀπὸ ὅλα εἶναι συνάντηση καὶ συμφιλίωση. Εἶναι συνάντηση μὲ τὸν Χριστὸ ποὺ ποτὲ δὲν μᾶς στρέφει τὰ νῶτα, ἂν κι ἐμεῖς φεύγουμε μακριά. Μερικὲς φορὲς μία τέτοια συνάντηση μπορεῖ νὰ γίνει ἔμπνευση γιὰ ὁλόκληρη τὴ ζωὴ καὶ νὰ μᾶς δώσει δύναμη καὶ κουράγιο νὰ διάγουμε τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου. Συχνὰ ἁμαρτάνουμε σοβαρὰ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ὑπάρχουν κάποιες στιγμὲς τῆς ζωῆς ποὺ μᾶς χωρίζουν ἀπὸ Ἐκεῖνον μὲ ἕναν ἰδιαίτερα βίαιο τρόπο, στιγμὲς μεγάλης ἀπιστίας. Θυμηθεῖτε τὸ περιστατικὸ μὲ τὴν προδοσία τοῦ Πέτρου. Ὅταν ἀργότερα μετὰ τὴν Ἀνάσταση ἡ Μαρία Μαγδαληνὴ συναντᾶ τὸν Ἄγγελο Κυρίου στὸν τόπο τοῦ μνημείου αὐτὸς τῆς παραγγέλει: “Ὑπάγετε, εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ...”, γιατί ὁ Πέτρος ὄντας προδότης δὲν λογαρίαζε πλέον τὸν ἑαυτό του ὡς ἕνα τῶν μαθητῶν. Εἶχε ἀπαρνηθεῖ τὸν Χριστὸ κι αὐτὸς εἶναι ὁ λόγος ποὺ ὁ Κύριος τὸν ὀνοματίζει ἰδιαιτέρως θέλοντας νὰ τὸν βεβαιώσει ὅτι ἡ φιλία τους διατηρεῖται ἀλώβητη κι ὅτι παραμένει τὸ ἴδιο ἀγαπητὸς ὅσο καὶ τότε ποὺ ἦταν ἔμπιστος. Καὶ τέλος ὑπάρχουν φορὲς ποὺ προσερχόμαστε στὴν ἐξομολόγηση γιατί θέλουμε νὰ ἀνανεώσουμε τὴν ἐγγύτητα τῆς σχέσης ποὺ ἔχει τραυματιστεῖ. Ἂς ἔχουμε κατὰ νοῦ ὅτι γιὰ νὰ ἐπανασυνδέσουμε τὴ φιλία μας χρειάζεται ν’ ἀνοίξουμε μὲ εἰλικρίνεια τὴν καρδιά μας καὶ νὰ φανερώσουμε τὶς ἀστοχίες καὶ τὰ λάθη ποὺ ἔχουν πληγώσει αὐτὴ τὴ σχέση. Δὲν χρειάζεται νὰ καταφεύγουμε σὲ λίστες ἁμαρτιῶν, οὔτε νὰ ἐρευνοῦμε τὰ βιβλία γιὰ ν’ ἀνακαλύψουμε τὴν ἁμαρτία μας. Ἀλλὰ μόνο νὰ σκύψουμε μέσα μας καὶ νὰ ἐξετάσουμε τὴ συνείδησή μας. Ἂς χρησιμοποιήσουμε ἁπλοὺς τρόπους γι’ αὐτοῦ τοῦ εἴδους τὴν αὐτογνωσία. Τί ἦταν αὐτὸ ποὺ προτιμήσαμε στὴ θέση τοῦ Χριστοῦ; Τί εἶναι αὐτὸ ποῦ μᾶς κράτησε σὲ ἀδράνεια, ὥστε νὰ παραμείνουμε χωρὶς καρπό; Ἂς προσπαθήσουμε μέσα ἀπὸ τὶς γραμμὲς τοῦ Εὐαγγελίου νὰ ἐπισημάνουμε ὄχι ἐκεῖνα ποὺ μᾶς κρίνουν, ἀλλὰ τὰ λόγια ποὺ μιλοῦν στὴν καρδιά μας, ὅπως ἔγινε μὲ τοὺς μαθητές: “οὐχὶ ἡ καρδία ἡμῶν καιομένη ἦν ἐν ἡμῖν, ὡς ἐλάλει ἡμῖν ἐν τῇ ὁδῷ καὶ ὡς διήνοιγεν ἡμῖν τὰς γραφάς;” Ἂς ἀνακαλύψουμε κι ἐμεῖς τὸν λόγο ποὺ μᾶς θερμαίνει τὴν καρδιά, ποὺ ἀγγίζει τὰ βάθη τῆς ὕπαρξης καὶ μᾶς φέρνει σὲ κοινωνία μὲ τὸν Κύριο. Αὐτὸ εἶναι τὸ κριτήριο. Στὴν πραγματικότητα δὲν ἔχει τόση σημασία ἂν ἀθετήσαμε κάποιους κανόνες. Αὐτὸ ποὺ μᾶς ζημιώνει εἶναι ὅτι ἀπομακρυνόμαστε ἀπὸ τὴν εὐλογημένη κοινωνία τῆς χάριτός Του. Ἂς ἐρευνήσουμε λοιπὸν ἀπὸ τὴν ἀρχή, ὄχι μὲ τὴ στείρα λογική τῆς ἐνοχῆς, ἀλλὰ μὲ ἀπώτερο σκοπὸ νὰ σταθμίσουμε πὼς χάσαμε τὴν ἐμπιστοσύνη καὶ τὴν ἀγάπη ποὺ πρὸς στιγμὴν γευθήκαμε. Ἂς θυμηθοῦμε ἐκεῖνα τὰ λόγια ποὺ πύρωσαν τὴν καρδιά μας κι ἔδωσαν καθαρότητα στὸ λογισμό μας, ποὺ κίνησαν τὴ θέλησή μας στὸ ἀγαθὸ καὶ ἔφεραν γαλήνη στὰ μέλη μας καὶ τὰ μεταμόρφωσαν ἀπὸ σάρκινα σὲ σῶμα ἱερό: ἱερὸ γιατί μέσα ἀπὸ τὸ βάπτισμα ἑνωθήκαμε μὲ τὸν σαρκωμένο Χριστό, μέσα ἀπὸ τὸ Χρίσμα γίναμε δοχεῖο τοῦ Πνεύματος καὶ μὲ τὰ ἄχραντα μυστήρια γινόμαστε Σῶμα Χριστοῦ. Αὐτὴ τὴν ἐμπειρία ἂς μεταφέρουμε στὴν ἐξομολόγηση, μετανοώντας ὄχι γιὰ κάτι ἀφηρημένο ποὺ βρίσκεται σὲ κάποια λίστα ἁμαρτιῶν, ἀλλὰ γιὰ κεῖνες τὶς ἐπιλογὲς ποὺ διέρρηξαν τὴ φιλία καὶ κοινωνία μας μὲ τὸν Σωτήρα Χριστό. Ζοῦμε συχνὰ μέσα στὸ ψέμα. Κατασκευάζουμε γύρω μας ἕναν κόσμο ὅπου μόνο ὁ θάνατος μπορεῖ νὰ θριαμβεύσει. Ἀρνούμαστε τὸν πλησίον μας καὶ κλείνουμε μόνοι μας τὸ δρόμο ποὺ ὁδηγεῖ στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ζητοῦμε ἀπὸ τὸν Κύριο συγχώρεση ἁμαρτιῶν, ἀλλὰ δὲν ἔχει νόημα νὰ ἀναζητοῦμε μία τυπικὴ ἄφεση. Πρέπει νὰ διψοῦμε γιὰ ἀληθινὴ συμφιλίωση, στὸ πλαίσιο τῆς ὁποίας θὰ ἀναθέσουμε στὸν Θεὸ τὴν ἀναξιότητα καὶ τὴν ἀπιστία μας – ὄχι μόνο πρὸς Ἐκεῖνον ἀλλὰ καὶ πρὸς τὸν πλησίον, τὸν φίλο, τὸν γνωστὸ καὶ συγγενῆ μας. Ἂς ἔχουμε ἐμπιστοσύνη ὅτι μόνο ἡ δική Του ἀκλόνητη φιλία μπορεῖ νὰ μᾶς παρακινήσει σὲ ἀλλαγή. “Ἐγώ καὶ φίλος καὶ μέλος καὶ κεφαλὴ καὶ ἀδελφὸς καὶ ἀδελφὴ καὶ μήτηρ. Πάντα ἐγώ. Μόνον οἰκείως ἔχε πρὸς ἐμέ. Ἐγὼ πένης διὰ σὲ καὶ ἀλήτης διὰ σέ, ἐπὶ σταυροῦ διὰ σέ, ἐπὶ τάφου διὰ σέ. Πάντα μοι σὺ καὶ ἀδελφὸς καὶ συγκληρονόμος καὶ φίλος καὶ μέλος. Τί πλέον θέλεις;” “Μπορεῖς ν’ ἀνταποκριθεῖς μὲ λίγη ἐμπιστοσύνη; Δὲν ζητῶ ὁλοκληρωτική, ἄμεση ἀλλαγή. Ἀλλὰ πορεία βῆμα πρὸς βῆμα. Θὰ σὲ στηρίξω, θὰ σὲ προστατεύσω, θὰ ὁδηγήσω τὰ βήματά σου – μόνον ἄλλαξε στάση. Κι ὅταν λάβεις συγχώρεση στὸ ὄνομά μου μὴν σκεφτεῖς ὅτι τὸ παρελθὸν ἔχει πάψει νὰ ὑπάρχει. Ἀλλὰ τότε μόνο θὰ ἔχεις ἀπαλλαχτεῖ ἀπὸ τὶς πληγὲς ὅταν γίνεις τόσο ξένος πρὸς αὐτὲς ὥστε νὰ μὴν τὶς λογαριάζεις πιὰ γιὰ δικὲς σου”. Ὅταν τὰ παλιά μας πάθη ζωντανεύουν ἐνώπιόν μας καταλαβαίνουμε ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν μέσα σὲ μία στιγμὴ νὰ ἐλευθερωθοῦμε ἀπὸ τὸ παρελθόν. Χρειάζεται χρόνο γιὰ νὰ βαδίσουμε στὸ δρόμο τῆς ἐλευθερίας. Αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι ὁ Χριστὸς μᾶς ἀρνεῖται τὴ συγχώρεση. Ἡ συγχώρεση τοῦ Θεοῦ ἐκδηλώνεται μέσα ἀπὸ τὴ συμπάσχουσα ἀγάπη του, τὴν ἀποδοχὴ καὶ τὴν διαρκῆ πρόνοιά Του ποὺ δὲν θὰ ἐπιτρέψει νὰ ὁδηγηθοῦμε ἀνυπεράσπιστοι στὸν ἴδιο πειρασμό. Ἔτσι, ἡ συγχώρεση τοῦ Κυρίου μπορεῖ νὰ λύνει τὴν ἀποξένωση, ἀλλὰ χρειάζεται ἐπίπονος ἀγώνας καὶ μετάνοια γιὰ νὰ γίνουμε καινοὶ μὲ τὴ χάρη Του. Ἡ ἄφεση δὲν σβήνει τὸ παρελθόν. Τὸ θεραπεύει μέσα ἀπὸ τὴ συνέργεια τὴ δική μας μὲ τὸν Θεό. Ἂς ἐμπιστευόμαστε, λοιπόν, καθημερινὰ τὸν λογισμό μας στὸν Θεὸ μὲ εἰλικρίνεια. Κι ὅταν προσερχόμαστε στὴν Ἐξομολόγηση ἡ εὐχὴ τῆς συγχωρήσεως θὰ ἔχει ἀληθινό, πραγματικὸ νόημα: τὴν ἐπανασυγκρότηση μιᾶς φιλίας ποὺ ὅσον ἀφορᾶ τὸν Θεὸ παραμένει ἀναλλοίωτη ἀλλὰ ὡς πρὸς τὸ δικό μας μέρος χρειάζεται νὰ τὴν ἐπιδιώξουμε. Κι αὐτή μας ἡ πρόθεση πρέπει νὰ στηρίζεται ἀπὸ ἀποφασιστικότητα. Κι ἡ ἀποφασιστικότητα ἀπὸ πράξη καὶ καινότητα ζωῆς.

Μόσχος Εμμ. Λαγκουβάρδος, Κανένας άνθρωπος δεν είναι λαός

Το μεγαλύτερο είδος υποκρισίας είναι η υποκρισία των Φαρισαίων της εποχής του Χριστού. Έκτοτε η μεγάλη υποκρισία ονομάζεται «φαρισαϊσμός». Το Ευαγγέλιο περιγράφει την υποκρισία των Φαρισαίων της εποχής του Χριστού. Εκεί που και οι Φαρισαίοι ξεπέρασαν τον εαυτό τους ήταν στη δικαιολογία που επινόησαν για να σταυρώσουν το Χριστό. «Συμφέρει», είπαν, «να σκοτωθεί ένας άνθρωπος για να σωθεί ο λαός».
Η δικαιολογία αυτή είναι μεγάλη υποκρισία. Ο άνθρωπος, στην προκειμένη περίπτωση ο Χριστός είναι πραγματικός, είναι ένας άνθρωπος με σάρκα και οστά , ενώ ο λαός είναι μια γενική ιδέα, την οποία προσαρμόζουν όπου θέλουν αυτοί που την χρησιμοποιούν.
Κανένας άνθρωπος δεν είναι λαός. Κανένας δεν απολαμβάνει την προστασία και την ασφάλεια αυτών που επικαλούνται τη σωτηρία του λαού: «Αξίζει να χαθεί ένας άνθρωπος για τη σωτηρία του λαού». «Ένας άνθρωπος» όμως μπορεί να είναι καθένας από μας, όταν οι ιδεαλιστές κρίνουν ότι δεν είμαστε φίλοι του λαού. Με αυτή τη φαρισαϊκή υποκρισία διώχθηκαν και εξοντώθηκαν αμέτρητα αθώα θύματα που χαρακτηρίστηκαν ως «εχθροί του λαού» από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα της Ανατολής και της Δύσης.
Οι εγγυήσεις υπέρ του λαού δεν είναι κατ΄ ανάγκην εγγυήσεις για κανέναν συγκεκριμένο άνθρωπο. Ο λαός μπορεί να είναι ένα πρόσχημα για την πιο μεγάλη υποκρισία , τον φαρισαϊσμό αυτών που τον επικαλούνται . «Ό,τι θέλει ο λαός» σημαίνει ό, τι θέλουν αυτοί που χρησιμοποιούν το λαό ως ιδέα. Ο ιδεαλισμός στη χειρότερή του μορφή. Η ιδέα του λαού, η ιδέα της δημοκρατίας, της δικαιοσύνης, όπως και άλλες μεγάλες γενικές ιδέες, ακόμα και η ιδέα του Χριστού υπήρξε η πρόφαση για τα μεγαλύτερα εγκλήματα εις βάρος του ανθρώπου.
Για ποιο λόγο επικαλούνται το λαό και όχι τον πολίτη; Μήπως είναι ανεύθυνος ο πολίτης και χρειάζεται την καθοδήγηση των ομάδων που ταυτίζουν τη θέλησή τους με τη θέληση του λαού; Αυτό σημαίνουν τα λόγια «ό,τι θέλει 0 λαός»;
Εκείνος που νομίζει ότι υποκαθιστά το λαό είναι σαν τον δαιμονισμένο του Ευαγγελίου. Όταν τον ρώτησε ο Ιησούς ποιο είναι το όνομά του ,απάντησε ότι το όνομά του είναι «λεγεώνας», δηλαδή πλήθος. Ούτε ένας άνθρωπος, ούτε μια ομάδα ανθρώπων, όσο «χαρισματικοί» κι αν είναι δεν υποκαθιστά το λαό, γιατί χρησιμοποιεί το λαό ως μια αφηρημένη ιδέα.
Οι έννοιες και τα νοήματα διαστρεβλώνονται όταν οι άνθρωποι υποκρίνονται. Παραδείγματα υπάρχουν πάμπολλα. Κράτη απολυταρχικά αυτοαποκαλούνται «δημοκρατίες» και σύνολα ανθρώπων χωρίς ταυτότητα αυτό-ονομάζονται όπως θέλουν, χωρίς σεβασμό στην ιστορική αλήθεια, στον πολιτισμό και στην εντιμότητα, όπως οι Σκοπιανοί π.χ. που αυτό-ονομάζονται Μακεδόνες και δηλώνουν ότι είναι κατ’ ευθείαν απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου!
Κανένας άνθρωπος δεν είναι «λαός» και καμιά ομάδα, επιτροπή, οργάνωση ή κόμμα δεν υποκαθιστά το λαό. Ο πολίτης δεν αυταπατάται πια με τις μεγάλες γενικές ιδέες, και με τον ιδεαλισμό οποιασδήποτε μορφής και απαιτεί να του αναγνωρίσουν τα δικαιώματά του ως συγκεκριμένου πολίτη .
Ο ενήλικος και υπεύθυνος πολίτης εξευτελίζεται και υποτιμάται ακόμα και στην ίδια του την οικογένεια ως παλιομοδίτικο μοντέλο χάριν κάποιων δήθεν σύγχρονων ιδεών, που προπαγανδίζουν επαγγελματίες, οι οποίοι έχουν αναγάγει τη χειραγώγηση των μαζών σε επιστήμη.
Στην πολιτική ζωή επικράτησε η ιδεολογία του ολοκληρωτισμού. Όλα τα κόμματα, σχεδόν χωρίς εξαίρεση τη χρησιμοποιούν. Όποιος δεν είναι με το μέρος μας είναι εχθρός μας και εχθρός του λαού. Η νοοτροπία αυτή είναι πολυτέλεια για μας τους Έλληνες, που η δύναμή μας είναι η ενότητά μας και τα όπλα μας είναι κυρίως πνευματικά. Μια μεγάλη ενωτική δύναμη , ίσως η μοναδική, είναι η Εκκλησία μας, όπως και η Ελληνική γλώσσα, που πρέπει να τις φυλάγουμε ως κόρην οφθαλμού.














Το

27.9.09

Μόσχος Εμμ. Λαγκουβάρδος, Τι πρέπει να κάνουν οι γέροι;

Η εγκατάλειψη του γέρου

«Μην απορρίψεις με εις καιρόν γήρους.
Εν τω εκλείπειν την ισχύν μου μη
εγκαταλείπεις με»
Δαβίδ

Τα γηρατειά είναι ο χειμώνας της ζωής του ανθρώπου. Η εγκατάλειψη του γέρου είναι εγκατάλειψη την εποχή του χειμώνα . Οι ναζί στην Κρήτη μεταξύ των άλλων εφάρμοζαν στους γέρους Κρητικούς και το μαρτύριο της εγκατάλειψης τη νύχτα έξω στο κρύο του χειμώνα. Παρόμοιο είναι και το ηθικό μαρτύριο της εγκατάλειψης του γέρου απ΄ τους δικούς του. Οι γέροι τρέμουν μήπως δεν τους βαστάνε τα πόδια τους, αλλά ακόμα πιο φοβερό πρέπει να είναι να χάσουν το νου τους. Κάποιο γέρο τον έπλεναν με το λάστιχο, όπως τ’ αυτοκίνητα. Δεν ξέρω αν έχασε το νου του πριν ή μετά από αυτό.
Κανείς έως τώρα δε σκέφτηκε να στηριχτεί αποκλειστικά στον ώριμο ενήλικο πολίτη, ο οποίος διαθέτει σοφία, εμπειρία και γνώση και να συστήσει ένα πολιτικό κόμμα με κύριο προσανατολισμό τη ζωή του ενηλίκου και του γέρου.
Ίσως οι γέροι με τη σοφία του ώριμου και ενηλίκου πολίτη, με τη διάκριση και με τη γνώση των πραγματικών αναγκών ανανεώσουν τις αποτελματωμένες σύγχρονες κοινωνίες του «αναπτυγμένου» κόσμου. Αυτό που απέτυχαν να κάνουν οι νέοι και ιδίως οι τεχνοκράτες. Η πολιτική πρέπει να υπηρετήσει τον κόσμο και πρωτίστως τους γέρους, τους φτωχούς και αυτούς που έχουν μεγαλύτερη ανάγκη , τους ασθενείς, τους ανήμπορους, τους ανέργους κ.α., αντί να εξυπηρετεί τους ίδιους τους πολιτικούς και τα πολιτικά κόμματα.
Οι γέροι τώρα είναι υπό διωγμόν , ιδίως στον «πολιτισμένο» κόσμο. Διώχνονται από τα σπίτια τους, στερούνται τις περιουσίες τους, κλείνονται σε χώρους υπό συνθήκες όμοιες με αυτές των στρατοπέδων συγκεντρώσεως, καταφρονούνται , εξευτελίζονται και εξοντώνονται ηθικά και σωματικά. Ο ενήλικος, ο ώριμος και συνειδητός πολίτης πρέπει να έχει στο νου του, ότι αυτό που κάνουν τώρα στο γέρο, θα κάνουν αύριο σ΄ αυτόν. Τουλάχιστον στα αναπτυγμένα κράτη της Δύσης φτιάχνουν γηροκομεία, ενώ εμείς εδώ δεν έχουμε ούτε γηροκομεία κι αυτά που υπάρχουν λειτουργούν τα περισσότερα όχι με τις καλύτερες συνθήκες.
Τι πρέπει να κάνουν οι γέροι πολίτες που είναι υπήκοοι σε άθεο κράτος, όπως είναι σήμερα τα περισσότερα κράτη στο δυτικό κόσμο ή όπως τείνουν να γίνουν; Θα επιτρέψουν να τους μεταχειρίζονται όπως πριν έρθει ο Χριστός και πρίν διαδοθεί η χριστιανική διδασκαλία σε όλο τον κόσμο;
Δεν πρέπει κανείς να αγνοεί ότι πριν το Χριστό ο άνθρωπος ήταν πράγμα. Οι γέροι που δεν μπορούσαν να δουλέψουν, ώστε να είναι χρήσιμοι εξοντώνονταν με διάφορους τρόπους. Τους γκρέμιζαν από βράχους, τους έπνιγαν στα ποτάμια, τους άφηναν στις ερημιές να τους φάνε τα θηρία … Παντού υπάρχουν τοπωνύμια, όπως γεροντόβραχος, γεροντοπόταμος κ.α. που μαρτυρούν τι συνέβαινε πριν η Χριστιανική διδασκαλία εξαπλωθεί στον κόσμο, ώστε να αναγκαστούν όσοι ασκούσαν την εξουσία , να θεσμοθετήσουν μέτρα για την προστασία της ανθρώπινης ζωής και για το σεβασμό του ανθρώπου ανεξαρτήτως φύλου, ηλικίας , οικονομικής κατάστασης κλπ. Και τώρα, όπως πάντα , σ’ αυτούς που διευθύνουν τις τύχες του κόσμου υπάρχει ο ίδιος ενδόμυχος φόβος του υπερπληθυσμού. Ο στόχος τους είναι να μείνουν λίγοι και «καλοί», δηλαδή οι δικοί τους. Παράδειγμα τα πολιτικά κόμματα που για τους δικούς τους θέλουν την αλληλεγγύη και για τους άλλους την αιώνια πάλη. Τρεις χιλιάδες χρόνια πριν ο Ηράκλειτος δίδασκε ότι ειρήνη και αρμονία είναι η ενότητα των αντιθέτων και όχι η εξόντωση αυτών που διαφέρουν και δεν σκέφτονται όπως εμείς ή που δεν είναι χρήσιμοι όπως εμείς.
Τι πρέπει να κάνουν οι γέροι όταν το κράτος αδιαφορεί , αν δεν τους πολεμάει κιόλας; Δεν φτάνει ότι τους εγκαταλείπουν οι δυνάμεις τους, η σύγχρονη ζωή τους αποστερεί κι από πολλά άλλα πολύτιμα πράγματα. Κανείς όμως δεν μπορεί να τους κάνει δούλους, αν έχουν το πνεύμα τους ελεύθερο. Οι γέροι πρέπει να αγωνίζονται για να κρατήσουν το πνεύμα τους ελεύθερο. Το μεγαλύτερο όπλο τους είναι η σοφία. «Πρέπει να ανανεώνονται με τη δύναμη του νου τους». «Η μάχη δεν είναι με σάρκα και αίμα αλλά με τις αρχές, με τις εξουσίες, με τους κοσμοκράτορες του σκότους του αιώνος τούτου, με τα πνευματικά της πονηρίας».
Ο σοφός Σολομώντας αναφερόμενος στη Σοφία του Θεού, τον Ιησού Χριστό, γράφει: « Η Σοφία είναι πιο γρήγορη απ’ οτιδήποτε άλλο. Εισχωρεί και διέρχεται μέσα απ΄ όλα γιατί είναι καθαρή. Είναι πνοή του παντοδύναμου Θεού και σαφής αντανάκλαση της δόξας του. Γι’ αυτό τίποτα το μολυσμένο δε χωράει σ΄ αυτήν. Είναι αντανάκλαση του αιωνίου φωτός, καθαρός καθρέφτης της δύναμης του Θεού και εικόνα της καλοσύνης του. Μόνη της μπορεί να κάνει τα πάντα.»

















«

25.9.09

Μόσχος Εμμ. Λαγκουβάρδος , Το σύγχρονο κράτος και ο πολίτης

Το κράτος είναι σύμμαχος του πολίτη ή αντίπαλος; Στη δημοκρατία το κράτος είναι σύμμαχος του πολίτη. ‘Όπου όμως η δημοκρατία δεν λειτουργεί, το κράτος είναι αντίπαλος ή και εχθρός του πολίτη.
Το κράτος όταν λειτουργεί η δημοκρατία προστατεύει τον πολίτη και τους θεσμούς του. Και πρώτα από όλα προστατεύει το λαό του, δηλαδή τους πολίτες που συνδέονται μεταξύ τους με αδιάσπαστους συνεκτικούς δεσμούς.
Το σύγχρονο κράτος το διοικούν κυρίως τεχνοκράτες. Οι τεχνοκράτες θεοποιούν τη μηχανή. Κάθε τι που εμποδίζει τη μηχανή να δουλέψει πρέπει να εξαφανιστεί. Αυτό σημαίνει ότι η ελευθερία και η ιδιαιτερότητα του προσώπου , ως εμπόδιο στο μηχανικό τρόπο οργάνωσης της ζωής πρέπει να καταργηθεί.
Το όνομα π.χ. του πολίτη είναι ένα εμπόδιο στη μηχανή και στο μηχανιστικό τρόπο ζωής. Το όνομα πρέπει να αντικατασταθεί με τον αριθμό, γιατί η μηχανή αποδίδει καλύτερα με αριθμούς. Το ίδιο πρέπει να εξαφανιστεί και ο θεσμός της οικογένειας, λόγω της μοναδικότητας της κάθε οικογένειας, όπως και τα έθνη και οι λαοί , για να γίνουν ένα μεγάλο χαρμάνι λαών και εθνών με μια θρησκεία, μια γλώσσα, έναν τρόπο ζωής.
Θα μπορούσε να σκεφτεί κανείς, αν είναι με αυτόν τον τρόπο να μην έχουμε ανησυχία για την επιβίωση , ας τα κάνουν όλα αυτά που σχεδιάζουν κι ας πάνε στα κομμάτια κι η ελευθερία κι οι θεσμοί του έθνους, του λαού, της οικογένειας και γενικά οτιδήποτε δεν είναι για την άμεση επιβίωση, αλλά είναι πνευματικό και ηθικό.
Αυτός που σκέφτεται έτσι αγνοεί ότι ο οργανισμός του έχει άμεση εξάρτηση από το πνεύμα. Η τροφή μόνο χωρίς το ηθικό δεν σε κρατάει στη ζωή. Αυτό σημαίνουν τα λόγια του Ευαγγελίου «ουκ επ’ άρτω μόνο ζήσεται άνθρωπος». Το ίδιο υποστηρίζει και η σύγχρονη επιστήμη.
«Ο ψυχίατρος Δρ. Βίκτορ Φράνκλ ο οποίος έζησε για τρία χρόνια αιχμάλωτος στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως Άουσβιτζ και Νταχάου, στο βιβλίο του «Αναζητώντας νόημα ζωής και ελευθερίας σ΄ ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως», γράφει για το θάνατο ενός φίλου του : «Εκείνοι που ξέρουν πόσο στενή σχέση υπάρχει μεταξύ της ψυχικής διάθεσης του ανθρώπου, του θάρρους, της ελπίδας, της αποθάρρυνσης ή της απόγνωσης από τη μια και της οργανικής υγείας από την άλλη, αντιλαμβάνονται ότι η ξαφνική απώλεια της ελπίδας και του θάρρους μπορεί να έχουν μοιραίες συνέπειες. Η βαθύτερη αιτία του θανάτου του φίλου μου ήταν ότι ένιωσε βαθειά απογοήτευση, βλέποντας ότι η αναμενόμενη απελευθέρωση δεν θα πραγματοποιείτο. Αυτό ξαφνικά μείωσε την αντίσταση του οργανισμού του στη λανθάνουσα λοίμωξη του τύφου. Η πίστη του και θέλησή του να ζήσει παρέλυσαν και ο οργανισμός του υπέκυψε στην αρρώστια». Το βιβλίο του Δρ. Φράκλιν κυκλοφορεί απ΄ τις εκδόσεις «Ταμασός».
Όταν διάσημοι τεχνοκράτες, όπως ο Κϊσιγκερ, απροκάλυπτα δηλώνουν ότι ο στόχος τους είναι να μειώσουν τον πληθυσμό της Γης από έξι δισεκατομμύρια κατοίκους σε ένα, το κράτος των τεχνοκρατών μπορεί να είναι σύμμαχος του πολίτη; Ένας τέτοιος στόχος μόνο με μια παγκόσμια τυραννία μπορεί να επιτευχθεί και σ΄ αυτήν στοχεύει η εξουσία των τεχνοκρατών δοκιμάζοντας με τον ένα ή τον άλλον τρόπο τις αντιδράσεις των λαών.
Ο πολίτης με τέτοιο κράτος δεν πρέπει να περιμένει ότι θα διατηρήσει τα όποια δικαιώματα έχει τώρα στην ελευθερία, στο σεβασμό της ζωής , στη μόρφωση, στην εργασία και σε όλα γενικά τα ατομικά και κοινωνικά του δικαιώματα. Η πρακτική αυτή, έγραψε σε ένα άρθρο του ο Άγγλος ποιητής Τόμας Έλιοτ,
οδηγεί στην αυτοκτονία της ανθρωπότητας.
Αν βλέπεις, ευγενικέ αναγνώστη, ότι τα πράγματα οδηγούν σε μια παγκόσμια τυραννία, πρέπει να συμβάλεις όπως μπορείς, στη γενική αφύπνιση κι ενημέρωση.
"Ρεθεμνιώτικα Νέα"

24.9.09

Μόσχος Εμμ. Λαγκουβάρδος, Τι ενδιαφέρει έναν κόσμο

Γνώριζα κάποιον υπάλληλο που είχε αφιερώσει τον εαυτό του στην υπηρεσία του. Γνώριζε τα πάντα γύρω απ΄ τη δουλειά του κι όλοι, συνάδελφοι και κοινό, απευθύνονταν σ΄ αυτόν. Δεν υπήρχε κάτι να μην το ξέρει. Αλλά δεν έλειπε απ΄ την υπηρεσία του ούτε τις Κυριακές. Συνέχιζε να δουλεύει και μετά τη συνταξιοδότησή του. Δεν μπορούσε να ζήσει χωρίς την εργασία του. Ανεβοκατέβαινε τις σκάλες για να πάει απ΄ το ένα γραφείο στο άλλο, γιατί δεν τον απασχολούσε μόνο η δική του εργασία , αλλά και η εργασία των άλλων.
Μια μέρα πηγαίνοντας για δουλειά σε κάποιο γραφείο σκόνταψε στα σκαλιά και σκοτώθηκε. Η ζωή και το τέλος αυτού του ανθρώπου επαλήθεψε την παροιμία που λέει ότι με αυτό που ζει κανείς με αυτό και πεθαίνει. Με την υπηρεσία του έζησε όλη του τη ζωή και με την υπηρεσία του πέθανε. Δεν ξέρουμε τι θα γινόταν, αν κάποτε δεν τον κρατούσαν τα πόδια του κι ήταν αναγκασμένος να μείνει στο σπίτι του και να μην πάει στην υπηρεσία του. Οπωσδήποτε θα πέθαινε από μαρασμό του νου.
Τι ενδιαφέρει έναν κόσμο που δεν έχει ενδιαφέροντα; Με τη λέξη «ενδιαφέρον» δεν εννοούμε τις μέριμνες και τις φροντίδες για το τι θα φάμε, τι θα πιούμε και τι θα φορέσουμε. Η έννοια του ενδιαφέροντος στον Όμηρο συνδέεται πάντα με την ανδρεία. Μόνο αυτό που είναι αντάξιο ανδρείας ψυχής είναι ενδιαφέρον. Αυτό που δεν είναι αντάξιο δεν ενδιαφέρει κανέναν. Αυτός που ενδιαφέρεται για πράγματα δίχως αξία, λέει ο Όμηρος δέχεται τις κατάρες όλων των ανθρώπων κι όταν πεθάνει όλοι τον περιγελούν. Αυτό ήταν το πνευματικό επίπεδο των ανθρώπων εκείνης της εποχής του Ομήρου, όπως φαίνεται απ΄ την περιγραφή που κάνει ο ίδιος.
Το Ευαγγέλιο διακρίνει το αληθινό ενδιαφέρον από το άγχος για τη ζωή. Αυτό που προέχει είναι η βασιλεία του Θεού και η δικαιοσύνη κι όλα τα άλλα θα ακολουθήσουν. Το άγχος είναι η αγωνία γιατί δεν εμπιστευόμαστε τον ουράνιο πατέρα μας.
Σήμερα η ανδρεία δεν υπάρχει στο λεξιλόγιο του σύγχρονου ανθρώπου. Αυτός που αγωνίζεται να ζήσει με αρετή θα δεχθεί τον περίγελο των άλλων, αντίθετα με αυτό που συνέβαινε την εποχή του Ομήρου, τρεις χιλιάδες χρόνια πρίν.
Ποιος είναι κερδισμένος άραγε; Αυτός που ζει με ενδιαφέροντα και με εμπιστοσύνη ότι δεν θα στερηθεί αυτά που χρειάζεται ή αυτός που ζει με το άγχος; Ο καθένας βγάζει μόνος του το συμπέρασμα.
Το τραγικό είναι με τους νέους, που εγκαταλείπονται στην τύχη τους. Δεν φτάνει ότι δεν έχουν εμπειρία για το που οδηγεί το άγχος, η αγωνία και η απελπισία, δεν έχουν ούτε ψιλή γνώση για τα πνευματικά ενδιαφέροντα.
Τι ενδιαφέρει , λοιπόν, έναν κόσμο εκτεθειμένο στο άγχος; Οπωσδήποτε το άγχος δεν τον αφήνει να ησυχάσει..Ευτυχώς, γιατί το άγχος είναι θεραπευτικό, όταν ξυπνήσει το αληθινό ενδιαφέρον μας , που είναι η αναζήτηση του Θεού.

"Ρεθεμνιώτικα Νέα"

22.9.09

Μόσχος Εμμ. Λαγκουβάρδος, Περί διακρίσεως

«Ούτω πανταχού το ανώμαλον επιβλαβές εστιν.»
Αίσωπος

Ένας μύθος του Αισώπου λέει: μια θεονήστικη αλεπού, μόλις είδε σε μια κουφάλα βαλανιδιάς ψωμιά και κρέατα βαλμένα εκεί από κάποιους βοσκούς , μπήκε μέσα και τα καταβρόχθισε. Πρήστηκε όμως η κοιλιά της και επειδή δεν μπορούσε να βγει έξω, στέναζε και οδυρόταν . Μια άλλη αλεπού που περνούσε από κει, ρώτησε να μάθει τι συμβαίνει και όταν έμαθε της είπε: τώρα πρέπει να μείνεις εκεί μέσα ώσπου να γίνεις όση ήσουν όταν μπήκες. (Αίσωπος, μύθοι, Εκδ. Εξάντας, σελ.58).
Δεν ξέρω πόσο αυτός ο μύθος του Αισώπου ταιριάζει σε μας, που μάθαμε, σαν λαός ,να ζούμε με δανεικά. Μήπως σαν την αλεπού με την πρησμένη κοιλιά, αναγκαστούμε να κάνουμε υπομονή και να περιμένουμε να γίνουμε ξανά όπως είμαστε πριν, που ζούσαμε χωρίς δανεικά, δηλαδή φτωχά;
Οπωσδήποτε όμως ο μύθος μιλάει για την αρετή της διάκρισης, που είναι να ζεις με το μέτρο και να αποφεύγεις τις υπερβολές. Πρώτη προϋπόθεση για να ζεις με το μέτρο είναι να ξέρεις τι κάνεις.
Θυμάμαι τον εαυτό μου. Κάθε φορά που δεν ήξερα τι έκανα δεν μου έβγαινε σε καλό. Και κάθε φορά που δεν ήξερα τι έκανα αυτό που έκανα ήταν υπερβολικό. Αυτό σήμαινε ότι για να είμαι μέσα στα μέτρα, κάθε φορά, πρέπει να ξέρω τι κάνω.
Αυτός είναι ένας λόγος να γράφω δοκίμια. Τα δοκίμια είναι δοκιμές , για να ξέρεις αν αυτό που σκέφτεσαι ή που κάνεις είναι αληθινό. Είναι το γράψιμο που σε βοηθάει να ξέρεις τι σκέφτεσαι και τι κάνεις.
Δε χρειάζεται να θέλεις να γίνεις συγγραφέας για να γράφεις. Γράφεις κατ΄ αρχήν για να θυμάσαι ακόμα και τα πιο απλά πράγματα, όπως π.χ. τις καθημερινές δουλειές. Οτιδήποτε γράφεις δεν το ξεχνάς. Αν ξεχνάς να διαβάσεις τις σημειώσεις σου, όπως εγώ, να τις βάζεις κάπου όπου θα τις δεις αναγκαστικά π.χ. στο χερούλι της πόρτας.
Το να ξέρεις τι σκέφτεσαι και τι κάνεις δυστυχώς δεν το διδάσκουν πουθενά, ενώ έπρεπε να είναι το πρώτο και το τελευταίο μάθημα, γι΄ αυτούς που δεν θέλουν να ζουν μια ανόητη και δυστυχισμένη ζωή. Αν δεν μάθεις την αρετή της διάκρισης μια ολόκληρη ζωή μπορεί να πάει χαμένη. Μπορεί να αναζητάς σε ολόκληρη τη ζωή σου αυτό που είχες από την αρχή και δεν το ήξερες, γιατί δεν είχες τη διάκριση.
Ένα εκτενές δοκίμιο για την έλλειψη διάκρισης του σημερινού κόσμου είναι το βιβλίο του Ιβάν Ίλιτς «Για τις ανάγκες του ανθρώπου σήμερα», Εκδόσεις Νησίδες. «Θα θυμόμαστε», γράφει ο Ίλιτς , «την Εποχή των επαγγελμάτων σαν καιρό που η πολιτική μαράθηκε, που οι ψηφοφόροι, καθοδηγούμενοι από επαγγελματίες, εμπιστεύονταν σε τεχνοκράτες την εξουσία να θεσπίζουν νομοθετικά ανάγκες και την εξουσία ν’ αποφασίζουν ποιος έχει ανάγκη τι, καθώς και το μονοπώλιο στα μέσα, με τα οποία θα ικανοποιηθούν οι ανάγκες αυτές. Θα την θυμόμαστε την Εποχή της σχολικής φοίτησης, όταν οι άνθρωποι επί το ένα τρίτο της ζωής τους μάθαιναν πώς να συσσωρεύουν επιβεβλημένες ανάγκες και επί τα άλλα δύο τρίτα ήταν πελάτες έγκριτων προμηθευτών που διαχειρίζονταν τις ανάγκες τους»
Ποιος θα μας μάθει τη διάκριση σήμερα, όταν η κρατούσα ιδεολογία «ταυτίζει την πρόοδο με την αφθονία και ο καταναλωτής αντικαθιστά τις πραγματικές του ανάγκες με τις ανάγκες που του επιβάλλονται; Ο πολίτης που δεν έχει ανάγκες είναι ύποπτος».
"Ελευθερία"

18.9.09

Μόσχος Εμμ. Λαγκουβάρδος, Τα κόμματα και η αποχή στην Ελλάδα

«Δεν χρειαζόμαστε περισσότερα μπλεξίματα.
Αυτό που έχουμε ανάγκη είναι αγάπη»
(Τραγούδι της Αφρικής)


Πώς εξηγούν το μεγάλο ποσοστό της αποχής τα κόμματα; Πώς όλοι αυτοί οι πολίτες δεν θέλουν κανένα από τα κόμματα που λαβαίνουν μέρος στις εκλογές και ζητούν την ψήφο τους; Κατ΄ αρχήν πρέπει να υπάρχουν διακρίσεις στα κόμματα; Δεν πρέπει να ξεκινούν όλα με τις ίδιες προϋποθέσεις; Δεν είναι όλα τα κόμματα ίσα ενώπιον του νόμου;
Ποια εξήγηση δίνουν τα κόμματα στο φαινόμενο αυτό; Αναρωτήθηκαν άραγε, μήπως κάνουν κατάχρηση των δικαιωμάτων τους ; Μήπως εξαιτίας τους η δημοκρατία δεν λειτουργεί; Ο Σωκράτης πίστευε ότι η δημοκρατία δεν λειτουργεί όταν οι πολίτες κάνουν κατάχρηση των δικαιωμάτων τους, όταν δεν αυτοπεριορίζονται . Μήπως κάνουν κατάχρηση τα κόμματα;
Οι Έλληνες αγαπούν την αληθινή δημοκρατία , δηλαδή το πολίτευμα στο οποίο προέχει ο άνθρωπος και δεν είναι εγκαταλειμμένος και περιφρονημένος ή υπό διωγμόν. Είναι ο άνθρωπος στην εποχή μας ξεχασμένος, χαμένος μέσα στα σχέδια, στα προγράμματα και στις μεθόδους και τις τεχνικές, που επινοούν τα κόμματα, για να κατακτήσουν την εξουσία;
Για τους πολίτες τα κόμματα είναι για τον άνθρωπο κι όχι ο άνθρωπος για τα κόμματα. Τα κόμματα όταν φέρονται σαν να είναι αυτοσκοπός είναι ξένα στους πολίτες , δεν έχουν καμιά αληθινή επαφή με τους πολίτες. Το καθεστώς τους θυμίζει ξενοκρατία. Οι πολίτες αναζητούν ανθρώπους καλλίτερους και τα κόμματα τους υπόσχονται καλλίτερες μεθόδους. Δεν έχουμε ανάγκη από καλλίτερες μεθόδους και περισσότερα πειράματα , θα λέγαμε παραφράζοντας τους στίχους που βάλαμε για μότο. Αυτό που έχουμε ανάγκη είναι αγάπη, ανθρώπους που αγαπούν και πονούν τον τόπο τους.
Τα κόμματα δεν έχουν αληθινή επαφή με τους πολίτες. Απόδειξη ότι, πρώτον, η ψήφος είναι υποχρεωτική ,οι πολίτες ψηφίζουν από υποχρέωση, διαφορετικά δεν θα ψήφιζαν αυτά τα κόμματα. Και δεύτερον, ότι οι πολίτες στην πραγματικότητα «χειραγωγούνται» με διάφορες τεχνικές και μεθόδους οι οποίες αποσκοπούν να τους διατάξουν ποιους να ψηφίσουν. Αυτό όμως που υπερβαίνει και την πιο τολμηρή φαντασία είναι ότι οι πολίτες πληρώνουν με αίμα την χειραγώγησή τους αυτή.
Οι πολίτες δεν αφήνονται ελεύθεροι να σχηματίσουν τη γνώμη τους, αλλά τους επηρεάζουν δηλαδή τους παραπλανούν με υποσχέσεις και με οράματα, που ποτέ δεν πραγματοποιούνται. Ελεύθεροι και ανεπηρέαστοι δεν θα ψήφιζαν κανένα από τα κόμματα αυτά, ή δεν θα ψήφιζαν τα συγκεκριμένα κόμματα που ψηφίζουν. Μάλλον θα ήταν ευτυχείς να μην ψηφίσουν καθόλου.
Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει κανείς, αν σκεφτεί ότι η ψήφος είναι υποχρεωτική και ότι τα κόμματα δεν αφήνουν τους πολίτες να ψηφίσουν ελεύθερα και ανεπηρέαστα.. Με αυτόν τον τρόπο τα κόμματα δείχνουν ότι δεν νοιάζονται για την αληθινή δημοκρατία και για τον άνθρωπο.
Δεν αγνοούν τα κόμματα ότι οι πολίτες κάθε φορά αντιμετωπίζουν το ίδιο δίλημμα, να ψηφίσουν ή όχι. Το αντίθετο, τα κόμματα εκμεταλλεύονται όπως μπορούν τους δισταγμούς και τα διλήμματα των πολιτών , για να τους κατευθύνουν προς τη μια ή προς την άλλη κομματική παράταξη. Δίχως αυτές τις μεθόδους και τις τεχνικές κανείς πολίτης δεν θα ψήφιζε, με εξαίρεση αυτούς που προσδοκούν να ικανοποιήσουν την ιδιοτέλειά τους ή την φιλαρχία τους. Κανείς δεν θα ψήφιζε, τουλάχιστον από αυτούς που ψηφίζουν με επίγνωση και με ευθύνη.

"Ρεθεμνιώτικα Νέα"

17.9.09

Μόσχος Εμμ. Λαγκουβάρδος,Πρέπει να αγωνιζόμαστε γι΄ αυτά που πιστεύουμε

Πρέπει να αγωνιζόμαστε γι΄ αυτά που πιστεύουμε

Πολλοί νομίζουν ότι οι αγώνες είναι μόνο για τους νέους, γι’ αυτούς που έχουν τη ζωή μπροστά τους , που έχουν νιάτα, υγεία, δύναμη, ομορφιά, χρήματα, φήμη. Οι γέροι, οι ανήμποροι, οι φτωχοί , οι άρρωστοι δεν πρέπει να αγωνίζονται, αλλά πρέπει να μπαίνουν στο περιθώριο, να αποτραβιούνται σε κάποια άκρη, που σημαίνει να εγκαταλείπουν τον εαυτό τους στην απελπισία και στην απόγνωση. Κι όμως λίγοι γέροι σκέφτονται έτσι. Οι γέροι έχουν περισσότερο θάρρος από πολλούς νέους, γιατί έχουν την πίστη ως κριτήριο αξιών και όχι τη ζωή ή την υγεία ή τα χρήματα.
Ο Αμερικανός χιουμορίστας συγγραφέας Σύδνεϋ Τζότζεφ Πέρελμαν ήταν εβδομήντα πένε χρονών, όταν είπε: «αποφάσισα εδώ και πολύ καιρό, πως οτιδήποτε κι αν συμβεί, δεν πρόκειται να γίνω ένας ταλαίπωρος γέρος», εννοώντας ότι θα εξακολουθεί να γράφει όσο μπορεί να κρατήσει την πένα στα χέρια του. Ο Πέρελμαν έμενε στο Μανχάτταν, στο δέκατο έκτο όροφο κάποιου ξενοδοχείου κι άρχιζε να εργάζεται κάθε μέρα, στις 11 το πρωί. (Μ.Λαγκουβάρδου, Ντεζιντεράτα).
Χαίρομαι με τους ανθρώπους που πιστεύουν ότι εκείνο που προέχει είναι το πνεύμα. Το πνεύμα όπου θέλει πνέει, στον άντρα ή στη γυναίκα, στο νέο ή στο γέρο, στον υγιή ή στον άρρωστο, στο δυνατό ή στον ανήμπορο. Ο άνθρωπος έχει μέσα του πνεύμα Θεού, που υπερβαίνει τη ζωή του. Ο άνθρωπος δεν είναι κάτω, αλλά πέρα απ΄ τη ζωή του. Αυτό σημαίνουν τα λόγια του Ευαγγελίου ότι συμφέρει στον άνθρωπο ακόμα και να στερηθεί τη ζωή του, για να μη στερηθεί το πνεύμα του. Τι θα ωφεληθεί αν κερδίσει όλο τον κόσμο και στερηθεί την ψυχή του;
Εκείνο που προέχει είναι το πνεύμα, ούτε η δύναμη, ούτε η υγεία , ούτε και η ζωή ακόμα. Γι’ αυτό λέει ο Απόστολος Παύλος ότι τα πάντα μπορώ με το πνεύμα του Χριστού που με ενδυναμώνει.. Όταν ασθενώ είμαι δυνατός γιατί τότε νιώθω τη χάρη του Χριστού να με ενδυναμώνει. Όλα τα μπορώ με το πνεύμα του Χριστού.
Πρέπει να αγωνιζόμαστε γι΄ αυτά που πιστεύουμε. Το πνεύμα μας μπορεί να έχει χορτάσει με την πιο πικρή εμπειρία του αιώνα, αλλά η πίστη μας χαρίζει την αφέλεια των παιδιών, η οποία είναι ολοκληρωμένη αγνότητα και ευτυχισμένη εμπιστοσύνη.
«Κι αυτό που με στηρίζει περισσότερο», γράφει στο πνευματικό του ημερολόγιο ο Γάλλος φιλόσοφος Γκαμπριέλ Μαρσέλ « είναι η θέληση να μην είμαι με το μέρος αυτών που πρόδωσαν το Χριστό ή απλά με τους τυφλούς. Εδώ βρίσκεται για μένα τώρα το ζωογόνο κέντρο του Ευαγγελίου».

"Ρεθεμνιώτικα Νέα"

16.9.09

Μόσχος Εμμ. Λαγκουβάρδος, Πάροικοι

«Ουκ έχουμε ώδε μένουσαν πόλιν»

Δεν ξέρω πότε και πως απέκτησα την αίσθηση του πάροικου. Πάροικος είναι αυτός που ζει ως ξένος , αυτός που διαμένει για λίγο, αυτός που είναι περαστικός . Με την αίσθηση αυτή δεν έδειξα ποτέ κανένα ενδιαφέρον για την περιουσία , ούτε απέκτησα ποτέ, με εξαίρεση τα βιβλία. Κάθε φορά που μαζεύονταν πράγματα ένιωθα στην ψυχή μου ένα ασήκωτο βάρος . Όταν ήμουν ελεύθερος ξαλάφρωνα από το βάρος τους, με ευγνωμοσύνη γι΄ αυτούς που με βοηθούσαν να ελευθερωθώ από αυτά.
Ζηλεύω ακόμα τους ασκητές και τους φιλοσόφους που επιδιώκουν να μην έχουν τίποτε περισσότερο από αυτά που έχουν ανάγκη. Το αγαπημένο μου ρητό ήταν «πάντα τα εμά μεθ’ εαυτού φέρω» Ή αυτό του Αποστόλου Παύλου «αν έχουμε διατροφές και σκεπάσματα να αρκούμαστε σ΄ αυτά». Μ’ αρέσει αυτός ο στίχος: «Το πουλί πετάει κουβαλώντας τα φτερά του».
Ο Διογένης είχε μόνο στη μέση του κρεμασμένο ένα κύπελλο για να πίνει νερό. Όταν είδε ένα παιδί να πίνει με το χέρι, είπε στον εαυτό του. «Με ξεπέρασε σε απλότητα» και τσάκισε το κύπελλό του.
Δεν ξέρω αν όλοι γεννιούνται έτσι , με την αίσθηση της προσωρινότητας, αδιαφορώντας για τα πράγματα και προσέχοντας τα αισθήματα. Όταν ο φίλος μου ο Ρομπέρτος μοίρασε τα πράγματά του στους γείτονες ένιωσε μεγάλη ανακούφιση: «Μπορώ να ζω και χωρίς αυτά», είπε.
Πόλη δεν είναι μόνο τα σπίτια, οι δρόμοι κι οι πλατείες. Πόλη είναι κι ο πολιτισμός δηλαδή το ήθος, τα αισθήματα, η καλλιέργεια της ψυχής. Αυτά ανεβάζουν και κρατούν ψηλά το επίπεδο της κοινότητας των ανθρώπων που κατοικούν σε ένα τόπο, που ονομάζεται «πόλις» απ΄ τον πολιτισμό τους. Μόνο η συγκέντρωση πλήθους κατοικιών και το μέγεθός της δεν κάνουν μια πραγματική πόλη. Το μέγεθος δεν έχει σημασία. Ακόμα κι ένα χωριό, αν έχει επίπεδο πνευματικό, στην πραγματικότητα είναι μια μικρή πόλη.
Το αγαπημένο τραγούδι του παππού μου Αγγελάκι ήταν το «πραματευτής εδιάβαινε ’πο μέσα απ΄ την Αυλώνα..». Το τραγούδι αυτό του άρεσε, γιατί μιλάει για ταξίδι κι ο παππούς μου ταξίδεψε πολύ στη ζωή του. Δυο φορές πήγε στην Αμερική εκείνα τα χρόνια, που το πλοίο έκανε μήνες για να φτάσει στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Αν ο παππούς μου ζούσε στα αρχαία χρόνια ίσως ήταν ένας νομάδας. Αγαπούσε το κυνήγι του άγριου μελιού, σαν τους νομάδες των Ιμαλαϊων που ζούσαν με το κυνήγι αυτό.
Απ΄ τον παππού μου τον Αγγελάκη πήρα τις πρώτες γνώσεις και τις πρώτες βασικές κατευθύνσεις , που με καθοδήγησαν σε όλη μου τη ζωή. Να αγαπώ τα ζωντανά πλάσματα του Θεού και να τα λυπάμαι για να μην κάνω κακό σε κανένα . Έμαθα επίσης ότι ο κόσμος και η ζωή μας στον κόσμο είναι χάρισμα. Ίσως έτσι απέκτησα την αίσθηση αυτή του προσωρινού και την αναζήτηση της εσωτερικής ειρήνης σαν το πιο πολύτιμο από όλα τα πράγματα Είχα ζήσει τη φρίκη του πολέμου και πίστευα και πιστεύω ότι είναι το πιο σπουδαίο από όλα να έχεις μόνιμη κι αδιατάρακτη ψυχική γαλήνη.
Ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ λέει πως αν αποκτήσεις την εσωτερική σου ειρήνη χιλιάδες άνθρωποι γύρω σου θα σωθούν. Αυτό σημαίνει ότι δυστυχώς κανείς από μας δεν έχει αποκτήσει ακόμα την εσωτερική του ειρήνη και μάταια πασχίζουμε με τα πράγματα του κόσμου, που παρέρχονται κι αυτά και η επιθυμία τους.

"Ρεθεμνιώτικα Νέα"

15.9.09

Μόσχος Εμμ. Λαγκουβάρδος, Γερατειά, φτώχεια κι αρρώστια

Κάποιος γνωστός μου επιχειρηματίας ήταν απορροφημένος από τις επιχειρήσεις του. Στο σπίτι του πήγαινε όπως πηγαίνει κανείς στο ξενοδοχείο. Η γυναίκα του και τα παιδιά του τον είχαν ανάγκη, αλλά εκείνος πίστευε ότι όλα τα προβλήματα λύνονται με τα χρήματα. Όταν οι φίλοι του του έλεγαν «πρόσεξε η γυναίκα σου και τα παιδιά σου σε χρειάζονται. Πρέπει να δείχνεις και σ΄ αυτούς το ενδιαφέρον σου, να νιώθουν ότι τους έχεις ανάγκη», ο επιχειρηματίας απαντούσε: «Θα τους αυξήσω το επίδομα και όλα θα είναι εντάξει». Η οικογένεια αυτή, όπως ήταν επόμενο, διαλύθηκε.

Κάτι ανάλογο συμβαίνει και στις σχέσεις της εξουσίας με τους πολίτες. Τώρα που με το τέλος των αστών η εξουσία πέρασε στα παιδιά των χωρικών, θα περίμενε κανείς ότι η εξουσία θα πρόσεχε περισσότερο τα γερατειά, τη φτώχεια και την αρρώστια. Η εξουσία όμως φέρεται σαν τον επιχειρηματία που καταφρονεί το σπίτι του για την επιχείρηση. Η εξουσία αγνοεί ότι το πρόβλημα του τόπου είναι ηθικό. Στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η σύγχρονη οικογένεια. για παράδειγμα, το κράτος αντί να ενισχύσει ηθικά την οικογενειακή ζωή , την αφήνει να διαλυθεί νομίζοντας ότι με το να αυξήσει το οικογενειακό επίδομα έτσι ενισχύει το θεσμό της οικογένειας.

Την απουσία του ενδιαφέροντος της κοινωνίας και του κράτους ειδικά ,την νιώθουν περισσότερο από όλους οι γέροι. Οι γέροι νιώθουν τον εξευτελισμό στο πετσί τους γιατί είναι ανήμποροι, άρρωστοι και φτωχοί και δεν τους ακούει κανείς.

Οι γέροι όσον αφορά την έλλειψη κατανόησης της σύγχρονης κοινωνίας για τα προβλήματά τους , είναι σαν το γάϊδαρο του μύθου του Αισώπου «γάϊδαρος και σκύλος».

Παραθέτουμε τον μύθο αυτό για να τον χαρεί ο ευγενικός αναγνώστης:

« Ένας γάϊδαρος περπατούσε στον ίδιο δρόμο μ' ένα σκύλο. Ξάφνου βρήκαν κάτω στο χώμα ένα σφραγισμένο γράμμα. Ο γάϊδαρος το πήρε, έσπασε τη σφραγίδα, το ξετύλιξε κι άρχισε να το διαβάζει φωναχτά για ν' ακούει κι ο σκύλος. Το γράμμα έλεγε για βοσκοτόπια, χορτάρι, κριθάρι κι άχυρο. Σιχάθηκε ο σκύλος να ακούει το γάϊδαρο να το διαβάζει και γι΄ αυτό του είπε: Για πήδα, φίλε ένα κομμάτι, μήπως βρεις να λέει τίποτε για κρέατα και κόκαλα.» Κι αφού διάβασε ο γάϊδαρος όλο το γράμμα και δεν βρήκε τίποτε απ΄ αυτά που ζητούσε ο σκύλος, του ξανάπε αμέσως ο σκύλος: «Πέτα το πάλι κάτω, φίλε, δεν αξίζει τίποτε.» (Αίσωπος, Μύθοι, Εκδόσεις Εξάντας,).

Άκουσα την παρακάτω στιχομυθία ανάμεσα σ΄ ένα γέρο τυφλό και σε μια νέα γυναίκα που τον κρατούσε συντροφιά: «Γέρος τυφλός: - Ο τυφλός είναι νεκρός.

Γυναίκα:- Τί να κάνουμε, αφού τα στέλνει ο Χριστός;

Γέρος τυφλός: - Όλα ο Χριστός τα στέλνει;»

Ότι δεν τα στέλνει όλα ο Χριστός ( ο Χριστός υπήρξε και ο Ίδιος θύμα και μάλιστα το εξιλαστήριο θύμα όλων των ανθρώπων) είναι αναμφισβήτητο. Τι θέλουν να πουν τα λόγια της γυναίκας «όλα ο Χριστός τα στέλνει» και γιατί η γυναίκα πιστεύει ότι τα λόγια αυτά είναι παρήγορα, για τον γέρο που υποφέρει από τα γεράματα κι απ' την ανίατη ασθένειά του;

Η μόνη απάντηση, για μένα, στο ερώτημα αυτό είναι ότι αν θέλουμε να αντέξουμε τις δυσκολίες , χωρίς να μας εξουθενώσουν κι αν αγαπάμε το Χριστό πάνω από όλα, πρέπει να τις βλέπουμε σαν να τις στέλνει ο Χριστός. Αν αγαπάμε το Χριστό κι αν πιστεύουμε ότι είναι ο Θεός να τα δεχόμαστε όλα και τα καλά και τα κακά απ΄ το χέρι του Χριστού. Έτσι δεν ζούμε εμείς, αλλά ζει μέσα μας ο Χριστός.

Αυτό με βοήθησε κάποτε όταν πέρασα μια δυσκολία που διαφορετικά δεν θα μπορούσα να την αντέξω. Ο Χριστός κουβαλάει το φορτίο μας.

"Ελευθερία,"Λαρισινά δοκίμια"

12.9.09

Μόσχος Εμμ. Λαγκουβάρδος, Ελευθερία και εξάρτηση

«Εγώ είμαι η άμπελος υμείς τα κλήματα»
Ιωάν. 15,5

Οι γονείς ζητούν από τα παιδιά τους να είναι υπάκουα, να είναι δεμένα με την οικογένεια και μαζί να είναι ελεύθερα, δηλαδή να έχουν δική τους κρίση για να ξέρουν να διακρίνουν το καλό απ΄ το κακό και να αποφασίζουν σύμφωνα με την κρίση τους. Μήπως οι γονείς ζητούν αντιφατικά πράγματα από τα παιδιά τους;
Η απάντηση είναι και ναι και όχι. Οι γονείς που ζητούν αντιφατικά πράγματα δείχνουν στα παιδιά τους ότι τα αγαπούν υπό όρους. «Να είσαι καλός για να σ΄ αγαπώ. Πρέπει να αγωνιστείς για να κερδίσεις την αγάπη του άλλου. Αν δεν σ΄ αγαπούν σημαίνει ότι δεν αξίζεις».
Οι γονείς που δεν ζητούν αντιφατικά πράγματα δείχνουν στα παιδιά τους ότι τα αγαπούν χωρίς όρους ,επειδή είναι παιδιά τους, είτε είναι υπάκουα είτε όχι.
Οι γονείς χρησιμοποιούν ως κίνητρο την αγάπη με διαφορετικό τρόπο, γιατί έχουν διαφορετική αντίληψη για την αγάπη. Άλλοι βλέπουν την αγάπη ως συναίσθημα , κι άλλοι ως πνεύμα σύμφωνα με το πρότυπο της αγάπης του Θεού.
Ως συναίσθημα βλέπουν την αγάπη οι γονείς που έκαναν τα παιδιά τους να πιστέψουν ότι πρέπει να κερδίσουν την αγάπη τους με την αξία τους. Ενώ ως πνεύμα βλέπουν την αγάπη οι γονείς που έκαναν τα παιδιά τους να πιστέψουν ότι η αγάπη τους είναι δώρο που δίνεται χωρίς όρους, ότι τα αγαπούν επειδή είναι παιδιά τους. Όπως ο Θεός που τους μεν δικαίους αγαπάει, τους δε αμαρτωλούς ελεεί, δηλαδή αγαπάει στον υπέρτατο βαθμό.
. Η πραγματική αγάπη είναι χωρίς όρους . Αυτή πρέπει να είναι το κίνητρο για τα παιδιά , για να είναι υπάκουα, δεμένα με την οικογένεια και μαζί ελεύθερα. Αυτή είναι η έννοια της εξάρτησης στην ελευθερία. Δεν είναι ο φόβος της μη αποδοχής το σωστό κίνητρο για τα παιδιά; Ούτε ο φόβος της μη αποδοχής , ούτε η προσδοκία της ανταμοιβής. Φόβο νιώθουν οι δούλοι και προσδοκία αμοιβής νιώθουν οι μισθωτοί. Όπως όταν δουλεύουν τρεις άνθρωποι σ΄ ένα αμπέλι. Ο ένας είναι δούλος και δουλεύει από τον άθλιο φόβο της τιμωρίας. Ο δεύτερος είναι μισθωτός και δουλεύει με την προσδοκία της αμοιβής. Ο τρίτος είναι ο γιος, ο κληρονόμος του κυρίου του αμπελώνα. Δουλεύει κι αυτός, αλλά στο δικό του αμπελώνα, χωρίς φόβο και χωρίς προσδοκία αμοιβής.
Αν οι γονείς ζητούν αντιφατικά πράγματα από τα παιδιά τους ή όχι εξαρτάται από το πως αντιλαμβάνονται την αγάπη, ως συναίσθημα ή ως πνεύμα. Και το σπουδαιότερο τί σχέση έχουν με το Θεό, με τον εαυτό τους και με τους άλλους.
Οι γονείς που αγνοούν το πνεύμα του Θεού αντιλαμβάνονται την αγάπη ως συναίσθημα .Τα συναισθήματα είναι αντιδράσεις στις σκέψεις μας που αλλάζουν διαρκώς. Ο νους του ανθρώπου είναι αεικίνητος. Ευχάριστες σκέψεις, (είσαι καλός, σ΄ αγαπώ. Δυσάρεστες σκέψεις , δυσάρεστα συναισθήματα., (δεν είσαι καλός, δε σ’ αγαπώ). Ο νους είναι αεικίνητος και κανείς δεν μπορεί να τον σταματήσει, και οι συναισθηματικές αντιδράσεις μας το ίδιο. Το μόνο που διαρκεί είναι η αλλαγή.
Τέτοια αγάπη, που διαρκεί όσο διαρκεί και η ευχαρίστηση δεν μας λυτρώνει σαν ανθρώπινα όντα. Ίσως τα ζώα να αρκούνται σ΄ αυτήν. Αλλά οι άνθρωποι είναι σαν τις σπασμένες στάμνες, δε γεμίζουν ποτέ, γιατί μέσα τους δεν έχουν τον μηχανισμό του ενστίκτου, όπως τα ζώα, αλλά την απεραντοσύνη του πνεύματος.
Διαβάστε παρακάτω τους στίχους της Αφένι Σακούρ , της μητέρας του γνωστού Αμερικανού ποιητή Τούπακ Σακούρ, που πέθανε πολύ νέος, στην ηλικία των είκοσι πέντε ετών. Η Αφένι Σακούρ τελειώνει τον πρόλογο στο τελευταίο ποιητικό βιβλίο του γιου της με αυτά τα λόγια . Παραθέτω σε μετάφραση από τα αγγλικά τους στίχους της Σακούρ: « Απέραντες εκτάσεις αδειάζουν/ κι ερημώνουν / γιατί εσύ/ δεν είσαι κεί.»
Η αγάπη δεν είναι το συναίσθημα που πολλοί ονομάζουν με αυτό το όνομα. Δεν είναι αντιδράσεις στις σκέψεις της στιγμής. Η αγάπη διαρκεί και ουδέποτε ευτελίζεται, ουδέποτε χάνει την αξία της. Ό,τι και να σκεφτούν ο πατέρας και η μητέρα για το παιδί τους, ακόμα κι αν σκεφτούν ότι είναι ένας κακούργος, δεν παύουν να το αγαπούν και να το πονάνε όπως και τα άλλα παιδιά τους . «Όποιο δάχτυλο και να κόψεις πονάει το ίδιο». Η αγάπη του ανθρώπου είναι ο καθρέφτης, που ο Θεός βλέπει το πρόσωπό Του.

10.9.09

Μόσχος Εμμ. Λαγκουβάρδος, Εκμυστηρεύσεις

Σήμερα είπα να μη γράψω, αλλά κάθισα πάλι στη θέση μου όπως κάθε μέρα. Το γράψιμο έχει , όπως όλα τα πράγματα του κόσμου τούτου, τα εμπόδιά του και τις δυσκολίες του. Τι εμποδίζει κάποιον να γράφει; Νομίζω ότι και στο γράψιμο, όπως σε όλα τα πράγματα , δεν υπάρχει χειρότερος εχθρός απ΄ τον ίδιο τον εαυτό μας.

Η Εντολή «αγαπάτε τους εχθρούς υμών» περιλαμβάνει και τον εαυτό μας. Πράγματι είναι πολύ δύσκολο να αγαπήσει κανείς τον εαυτό του όπως είναι. Ούτε να τον δούμε όπως είναι δεν τολμούμε, πόσο μάλλον να τον αγαπήσουμε, που σημαίνει να τον αποδεχθούμε στον υπέρτατο βαθμό. «Αν κάποιος μ’ αγαπήσει όπως είμαι, ίσως τολμήσω να δω και γώ τον εαυτό μου», λέει η ηρωϊδα του Μπέργκμαν στην κινηματογραφική ταινία «Φθινοπωρινή συμφωνία».

Αν είναι τόσο δύσκολο να δούμε τον εαυτό μας όπως είναι, ποιος μπορεί να είναι βέβαιος ότι γνωρίζει τους άλλους και τα προβλήματά τους, αν δεν ξέρει ούτε τον εαυτό του; Αλλά τότε δεν πρέπει να γράφουμε για κανέναν και για τίποτα, ούτε για τον εαυτό μας. Πώς μπορούμε να ξέρουμε κάποιον καλύτερα απ΄ τον εαυτό μας;
Γιατί γράφουμε λοιπόν; Πιστεύω ότι γράφουμε γιατί με το γράψιμο δεν μεταδίδουμε απλώς πληροφορίες και γνώσεις, αλλά κυρίως γιατί γράφοντας δημιουργούμε τον εαυτό μας. Το γράψιμο είναι δυνατό γιατί δημιουργούμε τον εαυτό μας.

Ο Κινέζος ποιητής Χαν Σαν (6ος αιών) γράφει σ’ ένα ποίημά του. (Το παραθέτουμε σε μετάφραση από τα αγγλικά από την υπό έκδοση συλλογή του «Κρύο Βουνό»): «Εδώ είμαστε μια δέσμη φτωχοί μαθητές/ Χτυπημένοι από την έσχατη πείνα και το κρύο/ Έξω απ΄ τη δουλειά η μόνη μας χαρά είναι η ποίηση/ Γράφουμε, γράφουμε, στύβουμε το μυαλό μας/ Ποιος θα διαβάσει τη δουλειά τέτοιων ανθρώπων;/ Θα γλίτωνες τα μάτια σου/ Θα γράφαμε τα ποιήματά μας σε παξιμάδια/ Μα και τα αδέσποτα σκυλιά δεν θα καταδέχονταν να τα δαγκώσουν».

Αυτό είναι το ποίημα του Χαν Σαν για το γράψιμο. Αποδίδει με τον πιο απλό τρόπο την ατμόσφαιρα που επικρατεί στην εποχή του, όταν όλοι όσοι ήξεραν γράμματα έγραφαν είτε ποιήματα είτε πεζά. Δεν υπήρχε στην Κίνα εκείνη την εποχή ιδιαίτερη τάξη ποιητών και συγγραφέων.

Το ίδιο περίπου συνέβαινε και στην Κρήτη που στα περισσότερα σπίτια ,στα χωριά , υπήρχε μια λύρα, κάποιο θρησκευτικό βιβλίο ή ο Ερωτόκριτος και που ο κόσμος ήταν τόσο πολύ εξοικειωμένος με την ποίηση, ώστε μιλούσε σε δεκαπεντασύλλαβο. Και τώρα ακόμη οι περισσότεροι Κρητικοί μιλάνε με το ρυθμό του δεκαπεντασύλλαβου.

Τόσο πολύ αναγκαία είναι η ποίηση και η μουσική ώστε κάποιος είπε πως «όταν μπαίνει σ’ ένα σπίτι και δε βλέπει πουθενά ένα βιβλίο ή ένα μουσικό όργανο νιώθει σαν να βρίσκεται σ΄ ένα σπίτι δίχως παράθυρα».

"Ρεθεμνιώτικα Νέα"

7.9.09

Μόσχος Εμμ. Λαγκουβάρδος, Πολιτική και συμπάθεια (Η χαμένη ψήφος είναι μύθος)

«Εάν μη Κύριος οικοδομήσει οίκον , εις μάτην εκοπίασαν οι οικομούντες.
Εάν μη Κύριος φυλάξη πόλιν, εις μάτην ηγρύπνησεν ο φυλάσσων»
(Ψαλμ. 126).

Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός ονόμαζε το κράτος «ψευδορωμαίϊκο». Αυτοί που κυβερνούσαν ήταν σαν τους ξένους (ή ήταν ξένοι). Δεν ένιωθαν τους βαθύτερους πόθους και τους καημούς των Ελλήνων.
Μήπως το ίδιο δε συμβαίνει και τώρα; Εκφράζουν τα πολιτικά κόμματα τους Έλληνες; Ενδεικτικώς αναφέρουμε το παράδειγμα της Παιδείας. Οι Έλληνες αποδίδουμε όλες τις δυσκολίες της κοινωνίας μας στην έλλειψη της παιδείας, στην έλλειψη ήθους. Διαπλάθει κανείς από αυτούς που κυβερνούν ήθος;
Ποιους λοιπόν να ψηφίσουμε και σ΄ αυτές τις εκλογές; Να ψηφίσουμε αυτούς που ψηφίζαμε πάντα από παράδοση ή από συνήθεια ; Να μην ψηφίσουμε κανένα; Να ψηφίσουμε αυτούς που έχουν ελπίδα να εκλεγούν, γιατί τους ψηφίζουν οι περισσότεροι από μας;

Πολλοί λένε ότι η ψήφος σ΄ ένα μικρό κόμμα ή σ΄ έναν πολιτικό που δεν έχει ελπίδες να εκλεγεί πάει χαμένη. Η θεωρία αυτή της χαμένης ψήφου είναι μύθος. Για τον πολίτη που ψηφίζει με περίσκεψη και με υπευθυνότητα δεν έχει σημασία το κόμμα που έχει ελπίδες να βγει Σημασία έχει το κόμμα που πλησιάζει περισσότερο στον τρόπο που σκέφτεται και που νιώθει.

Όταν ρώτησαν τον Ισπανό ποιητή Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα με ποιο κόμμα είναι , είπε ότι είναι με το μέρος των φτωχών ανθρώπων. Οι σκέψεις του και τα αισθήματά του ήταν πιο κοντά στις σκέψεις και τα αισθήματα των φτωχών ανθρώπων.

Οι πολιτικοί που μας ενδιαφέρουν είναι αυτοί που πλησιάζουν περισσότερο στο τρόπο που νιώθουμε και που σκεφτόμαστε και όχι αυτοί που έχουν περισσότερες ελπίδες να εκλεγούν. Η θεωρία της χαμένης ψήφου στα μικρά κόμματα είναι μύθος. Χαμένη πηγαίνει η ψήφος που δεν είναι προσωπική επιλογή, με περίσκεψη και ευθύνη, όπως π.χ. όταν ψηφίζει κανείς κάποιο κόμμα ή πολιτικό από συνήθεια ή από ιδιοτέλεια, χωρίς αγάπη για τον τόπο του.

Τα προβλήματα του τόπου είναι κυρίως ηθικά και δεν λύνονται μόνο με τεχνικές και συνταγές αλλά με την αγάπη για τον τόπο. Η σημερινή πολιτική είναι επάγγελμα και μάλιστα από τα πιο προσοδοφόρα. Οι πολιτικοί προσφέρουν τις γνώσεις τους, αλλά όχι τον εαυτό τους, αν και η ευτυχία των πολιτών εξαρτάται από την αγάπη των αρχόντων. Όταν οι πολιτικοί άρχοντες δεν πονούν τον τόπο τους, οι πολίτες δυστυχούν απ΄ τον επαγγελματισμό των πολιτικών.


Στο βίο του αγίου Κυρίλου του Φιλεώτου (!2ος αιών) διαβάζουμε τα εξής για τους άρχοντες. «Δεν πρέπει κανείς να εξουσιάζει, εφ’ όσον δεν είναι καλύτερος από τους αρχομένους. Ο πολίτης εκ φύσεως ως επί το πλείστον διαπλάθει την συμπεριφορά του σύμφωνα με το ήθος του άρχοντος, έτσι που κατ΄ ανάγκην όποιοι είναι οι άρχοντες να είναι και οι αρχόμενοι. Ο καλός άρχοντας πρέπει συνεχώς να θυμάται τρία πράγματα: πρώτον ότι κυβερνά ανθρώπους, δεύτερον ότι κυβερνά σύμφωνα με νόμους και τρίτον ότι δεν κυβερνά παντοτινά.»
Στο κεφάλαιο «πώς πρέπει να κυβερνά ο άρχων» διαβάζουμε μεταξύ άλλων και τα εξής: «Το κύρος και η ηθική δύναμις της εξουσίας είναι αγαπητά εις τον Θεόν. (…) Αν θέλεις λοιπόν να είσαι φίλος του Θεού, να κυβερνάς ηθικά και τίμια, χωρίς να δέχεσαι δώρα, χωρίς να επηρεάζεσαι από φιλίαν ανθρώπων, αλλά να αποδίδεις, κατ’ αξίαν, το δίκαιον. Κανένας δεν ταιριάζει να κυβερνά, εάν δεν είναι ανώτερος από αυτούς που εξουσιάζει.» ( Βίος και Διδαχαί Οσίου Κυρίλλου του Φιλεώτου,Έκδοση Επισκόπου Οινόης Ματθαίου Λάγγη).

"Ρεθεμνιώτικα Νέα"

3.9.09

Μόσχος Εμμ. Λαγκουβάρδος , Πολίτες και πολιτικοί

«Γη του πλούτου, γη της ομορφιάς, /που βυθίζεται αργά – και ποιος να τη σώσει.;/ Τα δικά μου δάκρια! Η δική μου έγνοια!/ Ω, μα πως κατάντησε η χώρα μου;/ Αυτή η καρδιά, αυτή η δύναμη/ ποτέ δεν θα υποχωρήσει, ποτέ δεν θα παραδοθεί» (Ποίημα του Κινέζου Χουάνκ Ζουνξιάν-Εκδόσεις Παπαδόπουλος, Για τη Φύση).

Ενόψει των εκλογών, ευγενικέ αναγνώστη, θα αναγκαστούμε πάλι τόσο οι πολίτες όσο και οι πολιτικοί να σκεφτούμε τη στάση που θα κρατήσουμε μεταξύ μας. Θα αλλάξουμε στάση; Θα κρατήσουμε την ίδια στάση;
Η χρονική αυτή περίοδος είναι καιρός για περισυλλογή. Αναγκαστικά θα σκεφτούμε οι πολίτες τι περιμένουμε απ΄ τους πολιτικούς κι οι πολιτικοί θα σκεφτούν τι περιμένουν από μας τους πολίτες. Κανείς δεν θα σκεφτεί τι περιμένει απ΄ τον εαυτό του.
Είναι βέβαιο ότι σχεδόν κανείς δεν θα σκεφτεί τι περιμένει ο ίδιος απ΄ τον εαυτό του, είτε πολίτης είναι , είτε πολιτικός,. Ο λόγος για τον οποίο δεν θα σκεφτούμε κανείς έτσι είναι ότι η σύγχρονη ζωή καταδιώκει την αυτοεξέταση. Αντιθέτως έχει αναγάγει σε επιστήμη, το να στρέφει τον κόσμο στα υλικά πράγματα, λες και να μην απασχολεί κανέναν τίποτε άλλο, παρά πώς θα πληρώσει την Εφορία, τη ΔΕΗ και τους άλλους οργανισμούς. Σαν να μην έχει κανείς προσωπική ζωή και απαίτηση για την ποιότητα της ζωής του.
Η εποχή μας θυμίζει το μύθο του Ρόμπερτ Λαξ, που ένας χοίρος λέει στον άλλον «δεν βλέπεις που μας ταΐζουν για το χασάπη; Κι ο άλλος χοίρος απαντάει: τί να κάνουμε; Να μην τρώμε;» Σ΄ αυτό το επίπεδο έχουν φέρει τα πράγματα οι πολιτικοί με τον υλισμό τους.
Και βέβαια, όταν έτσι έχουν τα πράγματα οι πιο άξιοι αποσύρονται και εκφράζουν την αγανάκτησή τους με την αποχή. Η αποχή των πολιτών ολοένα θα αυξάνει για να εκφράσει την αποδοκιμασία των πολιτών προς τους πολιτικούς και προς το χαμηλό πνευματικό επίπεδο της πολιτικής και της κοινωνικής ζωής, για το οποίο είναι οι κύριοι υπεύθυνοι.
Το παράδοξο είναι ότι ο τόπος μας διαθέτει πληθώρα επιδόξων ηγετών που η τύχη τους εξαρτάται από τα ΜΜΕ, τα οποία έχουν τόση μεγάλη ισχύ, ώστε να «ανεβάζουν και να κατεβάζουν κυβερνήσεις» και να επιβάλλουν τους ηγέτες της προτίμησής του στην κοινή γνώμη. Οι πολίτες σαν υπνωτισμένοι ακολουθούν ό,τι τους διατάξουν αυτοί που ελέγχουν τον Τύπο.
Στη σημερινή κατάσταση του Τύπου ισχύει η αρχή «όποιος δεν είναι αρεστός, δεν υπάρχει». Την αρχή αυτή δέχονται χωρίς αντίρρηση οι πολίτες, γιατί συνήθισαν να είναι ηττοπαθείς, ότι κανείς δεν μπορεί μόνος του να κάνει τίποτε. Ότι μόνο η μαζικότητα έχει δύναμη και αξία.
Τί να κάνω εγώ ένας άνθρωπος; Έτσι σκέφτεται ο πολίτης σήμερα, μετά την μακρόχρονη και επίμονη προπαγάνδα που εξουδετέρωσε την ανδρεία του και την αρετή του. Η ηττοπάθεια έχει κατακτήσει τόσο πολύ τους σημερινούς Έλληνες, ώστε η αρετή της ανδρείας σβήστηκε κι απ΄ τα λεξικά. «Το πρόβατο έξω απ΄ το κοπάδι, το τρώει ο λύκος».
Πρόβατο μετέτρεψαν οι πολιτικοί τον πολίτη γι΄ αυτό και η δημοκρατία δεν λειτουργεί. Ο Σωκράτης είχε πει από τα αρχαία χρόνια ακόμα, πως η δημοκρατία δεν λειτουργεί, αν ο πολίτης δεν αυτοπεριορίζεται, δηλαδή δεν είναι ανδρείος, αφού ανδρεία σημαίνει, να μπορεί κανείς να επιβάλλεται στα πάθη του και πρώτα από όλα στο πάθος της φιλαρχίας.
Ένας άνθρωπος με γενναία ψυχή είναι ο Νόρμαν Γουίντερ, ένας ελαφοκυνηγός, για τον οποίο γυρίστηκε το ντοκιμαντέρ «Ο τελευταίος κυνηγός» (The last trapper) του Νικολά Βανέ. Ο Νόρμαν Γουίντερ ζει μόνος επάνω στα βουνά. Μέρες μακριά από κάθε κατοικημένη περιοχή. Δεν διαφέρει από τους άλλους ανθρώπους για το θάρρος του να ζει μόνος. Ο Νόρμαν διαφέρει γιατί δεν είναι από τους ανθρώπους που λένε «Τι να κάνω; Είμαι μόνος. Δεν μπορώ να κάνω τα πάντα.» Ο Νόρμαν λέει εντελώς το αντίθετο: «Είμαι μόνο ένας, όμως είμαι ένας. Δεν μπορώ να κάνω τα πάντα, όμως μπορώ να κάνω κάτι. Κι επειδή δεν μπορώ να κάνω τα πάντα, δεν θ’ αρνηθώ να κάνω το κάτι που μπορώ να κάνω». (Μ.Λαγκουβάρδου, Ο Θεός του Θερισμού).

Ρεθεμιώτικα Νέα"










ωή.

2.9.09

Μόσχος Εμμ. Λαγκουβάρδος ,Φόβος πιο δυνατός απ΄ την αγάπη;

«Η αγάπη διώχνει το φόβο»


Ο φόβος είναι πιο δυνατός απ ‘ την ανιδιοτελή αγάπη; Κάθε φορά που ενεργούμε είναι από φόβο όχι από αγάπη;. Μόνο με τα χείλη ευχόμαστε , να γίνει το θέλημά του Θεού, «ως εν ουρανώ και επί της γης» και όχι με όλη μας την καρδιά; . Το κίνητρό μας είναι ο φόβος κι ο υπολογισμός όχι η αγάπη;
Ποιος έβαλε το φόβο μέσα μας πιο δυνατό απ΄ την αγάπη; Ο Θεός εις τούτον τον κόσμον, λέει ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, έκαμε πατέρα και υιόν και όχι δούλον και μισθωτόν. Από ό,τι θυμάμαι απ΄ τη δική μου ζωή τα δυο αυτά αισθήματα η αγάπη και ο φόβος είναι τα πρώτα αισθήματα που ένιωσα, όταν άρχισα να διακρίνω τον εαυτό μου και τους γύρω μου, αυτούς που αγαπούσα κι αυτούς που φοβόμουν.
Δεν θυμάμαι ποιο ήταν το πρώτο συναίσθημα που ένιωσα στη ζωή μου¸ η αγάπη ή ο φόβος. Νομίζω ήταν η αγάπη γι΄ αυτούς που ικανοποίησαν τις απόλυτες ανάγκες μου και που από τότε είναι μέσα στην καρδιά μου και καμιά δύναμη δεν μπορεί να τους βγάλει από εκεί, χωρίς να σκοτώσει την ψυχή μου. Μαζί με την αγάπη μου στα πρόσωπα αυτά ήταν και η αγάπη για την ομορφιά του κήπου, των δέντρων, των λουλουδιών, η αγάπη για τα τριαντάφυλλα, τις πασχαλιές, τους βασιλικούς που καλλιεργούσε ο παππούς και η γιαγιά μου στην αυλή τους και στους κήπους τους, τον δενδρόκηπο και το λαχανόκηπό τους. Αγάπη ήταν κι ο θαυμασμός μου για τα βουνά, για τα ποτάμια, για τον έναστρο ουρανό και για όλα τα φυσικά πράγματα, που ο παππούς μου Αγγελάκης μου μάθαινε να σέβομαι ως δημιουργήματα του πάνσοφου και πανάγαθου Θεού.
Άρα η αγάπη είναι έμφυτη και καλλιεργείται αν βρει κατάλληλο έδαφος, ενώ ο φόβος εισέρχεται στην ψυχή μας με τη βία των ανθρώπων. Σε μένα συνέβη να νιώσω μαζί με την αγάπη και το φόβο γιατί γεννήθηκα σε μια ταραγμένη εποχή, που ο κόσμος κατέφευγε στα βουνά για να γλιτώσει (όπως με τους Γερμανούς) ή κρυβόταν στα υπόγεια, όταν ο πόλεμος ερχόταν στα χωριά τους, όπως με τους αντάρτες, όταν οι μάχες γίνονταν στους δρόμους κι ακούγαμε τις νύχτες τους πυροβολισμούς και τα τηλεβόα.
Παραθέτω ένα απόσπασμα απ΄ τον εικοστό τέταρτο λόγο του αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου, για το «ότι ο Θεός δεν έκαμε κανένα δούλον τινός ανθρώπου, πόσο μάλλον των δαιμόνων. Ο πάνσοφος και πανάγαθος Θεός εις τούτον τον κόσμον, έκαμε πατέρα, και υιόν και όχι δούλον και μισθωτόν. Ότι ούτε ο Πρώτος ημών πατήρ έγινε δούλος ή μισθωτός, ούτε ο πρώτος του υιός. Διατί εις ποίον ήθελε γένουν δούλοι ή μισθωτοί; Ύστερον ευρέθη η δουλεία, ήγουν η σκλαβεία και η μίσθωσις. Η δουλεία έγινεν από την κακίαν των ανθρώπων, οπού εμάχοντο ένας κατά του άλλου, και εσκλαβώνοντο. Η δε μίσθωσις από την πτωχείαν, και ένδειαν οπού ηκολούθησεν εις τους ανθρώπους από την πλεονεξίαν των ομογενών ανθρώπων. Ιδού λοιπόν και ο δούλος και ο μισθωτός οπού έγιναν από την κακίαν οπού ηκολούθησεν εις τους ανθρώπους. Διατί χωρίς βίαν και πτωχείαν ούτε δούλος γίνεται τινάς, ούτε μισθωτός.» ( Συμεών του Νέου Θεολόγου τα ευρισκόμενα, Εκδόσεις Β. Ρηγοπούλου, σελ.130).
«Αυτός ο παραμορφωμένος από το μίσος των ανθρώπων κόσμος κρύβει από την όραση το Υπέροχο Πρόσωπο του Θεού. (…) Η απουσία της αγάπης του Χριστού από τις ψυχές εκείνων που με τη βία στους πιο αδύνατους άρπαξαν την εξουσία, οδήγησε στις φοβερές παραμορφώσεις όλης της ζωής της ανθρωπότητος και εξαιτίας αυτού έγινε αδύνατη σε όλους η σαφής αίσθηση της παρουσίας του Θεού. Στην τύφλωση από το μίσος οι άνθρωποι χάνουν τελείως την αίσθηση αυτή και τότε γι΄ αυτούς «πεθαίνει ο Θεός»
"Αρχ. Σωφρονίου (Σαχάρωφ) Γράμματα στη Ρωσία, Εκδόσεις Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας).
Ο ίδιος παραμορφωμένος κόσμος υπάρχει και μέσα στον κάθε άνθρωπο, με τη βία των παθών, που του στερούν την ελευθερία του και τον κάνουν δούλο τους. Ο άνθρωπος που έγινε δούλος στα πάθη , υπηρετεί τα πάθη του όπως οι δούλοι τα αφεντικά τους.
Το ερώτημα είναι τι μπορούμε να κάνουμε; Μπορούμε να εφησυχάζουμε και να επιδιώκουμε μόνο τη διασκέδαση; Το Ευαγγέλιο λέει «αγρυπνείτε και προσεύχεσθε.». Ο Δαβίδ ήταν βασιλιάς, αλλά δεν παρέλειπε την προσευχή. Εφτά φορές την ημέρα προσευχόταν. «Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί ο Θεός και πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τους εγκάτοις μου». Είναι μακάριοι αυτοί που έχουν την καρδιά τους καθαρή, γιατί θα δουν το Θεό. Να είμαστε ειλικρινείς και να μην κατακρίνουμε κανέναν, αλλά να ζητούμε απ΄ το Θεό, να μας δώσει τη χάρη Του όχι γιατί την αξίζουμε, αλλά γιατί είμαστε τραυματισμένοι και χρειαζόμαστε θεραπεία.

"Ρεθεμνιώτικα Νέα"