25.6.08

Μ.Ε.Λαγκουβάρδου Να προβληθείς ή να μην προβληθείς;

Χθες το μεσημέρι μου τηλεφώνησε μια φίλη μου, η οποία υπηρετεί στη Δημοτική Πινακοθήκη Λαρίσης. Μου είπε ότι θα έρθει στη Λάρισα ο Βασίλης Βασιλικός και θα μιλήσει με κάποιους συγγραφείς , τους οποίους θα προβάλει στην υπό τον τίτλον «Άξιον Εστί», τηλεοπτική του εκπομπή. Ότι δεν είμαι ανάμεσα σ΄ αυτούς και ότι γνωρίζει την αρχισυντάκτρια της εκπομπής και θα της ζητήσει να συμπεριλάβουν κι εμένα στην εκπομπή τους.

Δέχτηκα με χαρά την πρόταση της φίλης μου και προσφέρθηκα να της δώσω τα τελευταία βιβλία μου, που ήξερα ότι δεν τα έχει, για να τα δείξει στη φίλη της αρχισυντάκτρια. Υποσχέθηκα μάλιστα να τα πάω ο ίδιος ,σήμερα το πρωί στο γραφείο της, στην Πινακοθήκη, στη συνοικία «Το Λιβαδάκι»..

Όταν έκλεισα το τηλέφωνο σκέφτηκα τη βλακεία μου κι αναθεώρησα αμέσως την απόφασή μου. «Δεύτερες σκέψεις κρείττονες» ( Άλλωστε ποτέ δεν μιλώ με ηρεμία κι αυτοσυγκέντρωση στο τηλέφωνο).

Οι σκέψεις που έκανα εν ηρεμία ήταν οι εξής: «Αν τα βιβλία μου αξίζουν θα φτάσουν οπωσδήποτε στους αναγνώστες. Αν δεν αξίζουν γιατί να προβάλω κάτι που δεν αξίζει και που δεν ενδιαφέρει κανέναν;» Με αυτό το σκεπτικό αποφάσισα να μην πάω σήμερα το πρωί τα καινούρια βιβλία μου για να προβληθούν απ΄ την εκπομπή του Βασίλη Βασιλικού.

Τώρα που το σκέφτομαι ανακαλύπτω ότι είμαι εναντίον των εκπομπών που προβάλλουν βιβλία. Ο λόγος είναι ότι προβάλλουν εμπορικά βιβλία κι αγνοούν τα μη εμπορικά . Με αυτόν τον τρόπο μεταφέρουν στον κόσμο το μήνυμα ή ότι δεν υπάρχουν άλλα βιβλία εκτός απ΄ τα εμπορικά ή ότι αν υπάρχουν είναι βιβλία, για τα οποία δεν αξίζει να γίνεται λόγος.

Με την ευκαιρία αξίζει να τονίσουμε εδώ την ουσιαστική διαφορά ανάμεσα στα εμπορικά και στα μη εμπορικά βιβλία. Η διαφορά στις δύο αυτές κατηγορίες βιβλίων βρίσκεται στο σκοπό για τον οποίο γράφονται και στο σκοπό για τον οποίο προβάλλονται. Τα εμπορικά βιβλία γράφονται για να πουληθούν και να αποφέρουν κέρδος στους εκδότες, στους πράκτορες, στους βιβλιοπώλες, στους συγγραφείς και σε όποιους άλλους μεσολαβούν στη διακίνησή τους. Τα βιβλία αυτά αποφεύγουν να κρίνουν την εξουσία και να γράψουν οτιδήποτε δεν είναι αρεστό στο εμπορικό κύκλωμα.

Τα μη εμπορικά βιβλία γράφονται για να διαβαστούν και δεν είναι αρεστά σε κανένα από αυτούς που διακινούν βιβλία , επειδή τα βιβλία αυτά κρίνουν την εξουσία κι όλους αυτούς που μεσολαβούν για το κέρδος, γι΄ αυτό και δεν τα προβάλλει κανείς ,ούτε αυτά ούτε τους συγγραφείς τους.

Με αυτή τη λογική είναι εύλογο να απορεί κανείς πως γράφονται μη εμπορικά βιβλία! Πώς δεν απελπίζονται οι συγγραφείς των μη εμπορικών βιβλίων ! Πώς δεν κουράζονται να τα γράφουν και πώς ξοδεύουν ένα σωρό χρήματα για να τα τυπώνουν, και να τα κυκλοφορούν , αφού το κοινό τα αγνοεί, και μόνο λίγοι τα αποκτούν κι ακόμα λιγότεροι τα διαβάζουν;

Δεν ξέρω πως σκέφτονται οι άλλοι συγγραφείς μη εμπορικών βιβλίων. Μια φορά που μίλησα για το θέμα αυτό, στη Δημοτική βιβλιοθήκη Θεσσαλονίκης, ενώπιον συγγραφέων, τη μέρα της γιορτής της παγκόσμιας ποίησης, δέχθηκα θερμό χειροκρότημα απ΄ τους συναδέλφους ακροατές. Που σημαίνει ότι επικροτούσαν την άποψή μου για το μη εμπορικό βιβλίο.

Στην ερώτηση πως δεν απελπίζομαι και γράφω ακόμα, η απάντησή μου είναι η εξής: Ότι γράφω για τον ιδανικό αναγνώστη και γι΄ αυτό δεν περιμένω τίποτα από κανέναν. Συμφωνώ δε απολύτως με την άποψη των απλών ανθρώπων, ότι «ο ποιητής μετά θάνατον δοξάζεται». Δεν αξίζει επίσης να προσπαθείς να προβάλλεις τα βιβλία σου και μέσω αυτών να προβληθείς ο ίδιος, για ένα ακόμα σπουδαιότερο λόγο, ότι σύμφωνα με τον Κομφούκιο, «την εποχή που δεν τηρείται η Οδός, οι τιμές κι οι διακρίσεις είναι ντροπή!»

Δεν υπάρχουν σχόλια: