24.11.11

Τί να φοβηθούμε;


Του Μόσχου Εμμανουήλ Λαγκουβάρδου


   


"Έντεινε και κατευοδού και βασίλευε ένεκεν αληθείας και πραότητος και
δικαιοσύνης". (Τέντωσε τα ηνία του πολεμικού σου άρματος και όρμησε στη μάχη για την τελική επικράτηση της αλήθειας, της πραότητας και της δικαιοσύνης). Ψαλμός 44.  

       Γεννήθηκα στον πόλεμο κι ένιωσα το φόβο από την αρχή της ζωής μου. Θυμάμαι όταν οι Γερμανοί οπισθοχωρούσαν ο κόσμος, φοβισμένος, βγήκε στο βουνό για να γλιτώσει. Η μητέρα μου με κουβάλησε στις πλάτες πάνω στο βουνό, στην "Οξιά" ή στη "Βουνάσα", χειμώνα καιρό, μέσα στα χιόνια, τυλιγμένο σε μια βελέντζα.
     O άνθρωπος είναι ένα ον που γίνεται ένα με αυτό που μετέχει. Έτσι ο ένας μετέδιδε το φόβο του στους άλλους. Όταν υπήρχε μαζί μας ένας που είχε δύναμη και θάρρος μετέδιδε σε όλους τη δύναμή του και το θάρρος του.
      Η μητέρα μου τα τελευταία δύο χρόνια της ζωής της ήταν κατάκοιτη. Έμενε με την κυρία Λάουρα, τη γυναίκα που την φρόντιζε. Τα αδέρφια μου που έμεναν στην ίδια γειτονιά, στην Αγία Τριάδα, είχαν μοιράσει μεταξύ τους τις ώρες, ώστε πάντα να βρίσκεται κάποιος κοντά της, για να μη νιώθει μόνη.
      Κάθε Σάββατο πήγαινα στη Θεσσαλονίκη και την επισκεπτόμουν, με το φόβο, μήπως η κατάστασή της είχε χειροτερέψει. Η μητέρα μου ένιωθε το φόβο μου. Έμενα μια δυο ώρες δίπλα στο κρεβάτι της. Ύστερα εκείνη με ρωτούσε αν είδα την εγγονή μου και με έστελνε να πάω να τη δώ. Ήταν ένας τρόπος να με διώχνει για να μη λυπάμαι. Η ίδια δε λυπόταν τον εαυτό της. Πού έβρισκε τη δύναμη; Όλη η δύναμή της και το θάρρος της φαινόταν όταν απάγγελνε τις προσευχές και τα μεγάλα τραγούδια, τις παραλογές, που τις θυμόταν απέξω, αν και αποτελούνταν από εκατοντάδες στίχους.
       Όταν πήγαινα με υποδεχόταν πάντα με την προσευχή του "πάτερ ημών", που την άρχιζε μόλις άκουγε το κλειδί στην πόρτα. Την έλεγε μέ τέτοια δύναμη και θάρρος, με πείσμα θαρρείς, λες και είχε μπροστά της  τον εχθρό που την κρατούσε καθηλωμένη στο κρεβάτι, και τον πολεμούσε.
       Ένιωθα ότι αυτό το κάνει για μένα. Για να μη φοβάμαι και με καταλάβει το πνεύμα της δειλίας . Φυλάγω πάντα βαθιά μέσα στην καρδιά μου τα λόγια της,  "κάνε το σταυρό σου και μη φοβάσαι". Έλεγα κι εγώ μαζί της την προσευχή του "Πάτερ ημών", αλλά η δική μου φωνή έτρεμε, ενώ η δική της ήταν δυνατή, καθαρή, ρυθμική, σαν  εμβατήριο.
       Τώρα η μητέρα μου βρίσκεται στον ουρανό και προσεύχεται για όλους, όπως έκανε πάντα και πρώτα από όλους για τους εχθρούς. Όταν γύριζε απ΄ την εκκλησιά έλεγε, "πηγαίνω άρρωστη και γυρίζω υγιής".
      Με το παράδειγμα της μητέρας προσπαθώ να καταλάβω αυτά τα δυσκολονόητα λόγια του Αποστόλου Παύλου από την δεύτερη επιστολή του στους Κορινθίους " Αδελφοί, ευδοκώ εν ασθενείαις, εν ύβρεσιν, εν ανάγκαις, εν διωγμοίς, εν στενοχωρίαις, υπέρ Χριστού. Όταν γαρ ασθενώ τότε δυνατός ειμί". Πώς μπορεί κανείς να χαίρεται στις αρρώστιες, στις ύβρεις, στις ανάγκες, στους διωγμούς, στις στενοχώριες, στίς αρρώστιες;
      Χάρη στους κινδύνους γνωρίζουμε τους πιστούς φίλους μας. Πιστόν φίλον εν κινδύνοις γινώσκεις, έλεγαν οι αρχαίοι. Μέσα από τους κινδύνους αγαπάμε τη φιλία. Το ίδιο νόημα έχουν για μένα  τα λόγια του Αποστόλου Παύλου ότι στις δοκιμασίες  συμμετέχουμε στα πάθη του Χριστού. Χαιρόμαστε γιατί υποφέρουμε για χάρη Του. Γνωρίζουμε την αδυναμία μας και την μηδαμινότητά μας και εξαρτιόμαστε περισσότερο απ΄ το Θεό.
      Η πίστη είναι άμεση γνώση: "Υμίν δέδοται γνώναι τα μυστήρια της βασιλείας του Θεού. εκείνοις δε τοις έξω εν παραβολαίς τα πάντα γίνεται". (Σε σας τους πιστούς έχει δοθεί να γνωρίσετε τα μυστήρια της βασιλείας του Θεού. Στους μη πιστούς τα πάντα δίδονται με παραβολές).Χάρη στην πίστη γνωρίζουμε άμεσα αυτά που είναι κρυμμένα από καταβολής κόσμου για κείνους που δεν πιστεύουν.
       Χαιρόμαστε, λέει ο Απόστολος Παύλος, στις στενοχώριες. Πώς είναι δυνατόν να χαιρόμαστε στις στενοχώριες; Χαιρόμαστε στις στενοχώριες γιατί υποφέρουμε για χάρη του Χριστού. Γιατί στις στενοχώριες έχουμε επίγνωση ότι δεν είμαστε τίποτε. Ότι ο Χριστός είναι η ζωή μας και ότι ο Θεός είναι ο Ουράνιος Πατέρας μας. Τί να φοβηθούμε;

Δεν υπάρχουν σχόλια: