10.9.08

Μόσχος Λαγκουβάρδος. Κάθε στιγμή

Κάθε στιγμή

«Κάθε στιγμή προσθέτουμε ζωή ή θάνατο!»* Σήμερα πρωί πρωί πήγα με τα πόδια στο λόφο του Φρουρίου. Μου αρέσει το περπάτημα στην πρωινή δροσιά. Οι δρόμοι είναι ήσυχοι και μπορείς να βλέπεις τον άνθρωπο που περπατάει δίπλα σου
ή τα λιγοστά δέντρα και τα λουλούδια που υπάρχουν γύρω σου, σε πείσμα της σκόνης και της μόλυνσης της πόλης. Μ’ αρέσει η ησυχία, αλλά όχι η ερημιά. Θέλω να νιώθω ανθρώπους δίπλα μου, αλλά μέσα σε ένα ήσυχο και καθαρό περιβάλλον.
Ο άνθρωπος σ΄ έναν άλλον άνθρωπο βρίσκει τον εαυτό του. Χωρίς τον άλλον υποφέρει από μοναξιά. Μοναξιά είναι η νύχτα που σε χωρίζει απ΄ τον άλλον. Μοναξιά είναι ο άλλος όταν είναι εντελώς ξένος από σένα. Όταν δεν έχει τίποτα απ΄ το δικό σου πνεύμα.
Όλη τη νύχτα άκουγα την κουβέντα δυο νέων στο απέναντι μπαλκόνι. Δεν άκουγες περισσότερες από δέκα λέξεις που χάνονταν μέσα στις σταθερά επαναλαμβανόμενες βλαστήμιες και χυδαιολογίες. Το ασυνείδητό τους βασάνιζε την ψυχή μου. Υπέφερα περισσότερο απ΄ τα λόγια που άκουγα και λιγότερο απ΄ την αποπνικτική ζέστη και τον μισητό θόρυβο του δρόμου με τα μηχανάκια, τα αυτοκίνητα, τις φωνές..
Χρόνια τώρα προσπαθώ να πείσω την οικογένεια να πάμε να ζήσουμε σε ένα μικρό μέρος, σ΄ ένα χωριό ή σε μια μικρή πόλη, αλλά μάταια. Αρνείται με πρόφαση τα φροντιστήρια και τα ωδεία . Τα φροντιστήρια και τα ωδεία είναι η αιτία της ελληνικής αστυφιλίας, η αιτία του κακού.
Στην πραγματικότητα καμιά γυναίκα δεν φεύγει απ΄ την πόλη , ούτε γυρίζει πια στο σπίτι, έστω κι αν το κράτος δώσει μισθό στις γυναίκες που δεν εργάζονται. Με εξαίρεση τις γυναίκες με ιδιαίτερη εσωτερική καλλιέργεια , που αγαπούν τη Φύση και την ησυχία, αλλά οι γυναίκες αυτές προτιμούν να μονάσουν παρά να παντρευτούν.
‘Όταν ήμουν παιδί φοβόμουν μη γίνω φαλακρός. Όταν μεγάλωσα απέκτησα πολύ γρήγορα φαλάκρα και την έκρυβα.. Ώσπου μια μέρα είπα στον εαυτό μου: κάλλιο φαλακρός και χωρίς αυτολύπη, παρά να λυπάσαι τον εαυτό σου και να κρύβεις τη φαλάκρα σου.
Από τότε δεν με ένοιαξε ξανά που ήμουν φαλακρός. Όλως παραδόξως η φαλάκρα μου έγινε το σπουδαιότερο στοιχείο της γοητείας μου! Εκείνη τη μέρα έκανα υπέρβαση της φαλάκρας ξυρίζοντας το κεφάλι μου σαν τους καπουτσίνους , τους βενεδικτίνους ( ή τους φραγκισκανούς;) μοναχούς.
Όσο να συμβεί αυτό εγώ ήξερα τι ψυχικό μαρτύριο είναι ο φόβος να στερηθείς από το πιο ωραίο στολίδι του ανθρώπου, με το οποίο ο Θεός προίκισε τον άνθρωπο, τα μαλλιά σου, ιδίως όταν είσαι νέος. Μόνο με το μαρτύριο του φόβου του θανάτου μπορεί ίσως να συγκριθεί.
Όταν σήμερα είδα έναν νέο με περούκα να διαβάζει πρωί πρωί τα αθλητικά στην εφημερίδα σκέφτηκα πόσο ματαιοπονεί με το να προσπαθεί να απαλύνει τη λύπη του προσθέτοντας θάνατο στη ζωή του. Όλοι μας έχουμε ανάγκη να ζούμε με τρόπο που να μπορούμε να κάνουμε υπέρβαση, πολύ περισσότερο όταν αντιμετωπίζουμε άλυτα προβλήματα που μας βασανίζουν και μας γεμίζουν πίκρα και φαρμάκι την ψυχή μας. Θα τον καταλάβαινα, αν τον έβλεπα πρωί πρωί, όπως εγώ, μ’ ένα βιβλίο στο χέρι.
Θυμάμαι στα φοιτητικά μου χρόνια έπασχα από μια άγνωστη ασθένεια, που μου προκαλούσε ένα μόνιμο αίσθημα ναυτίας. Μια φορά νοσηλευόμουνα στο πανεπιστημιακό νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ και φοβόμουν το θάνατο, γιατί οι γιατροί δεν εύρισκαν από τι πάσχω. Αλλά το μεγαλύτερο μαρτύριο που τραβούσα , πιο μεγάλο κι απ΄ το φόβο του θανάτου, ήταν οι μάταιες κουβέντες των νοσοκόμων με τους ασθενείς, αυτό που στην εκκλησιαστική γλώσσα λέγεται «αργολογία» και αποτελεί σοβαρό αμάρτημα. «Πρόσεχε» λέει η Εντολή «να μη γίνει μέσα στην καρδιά σου μάταιο ρήμα».
Αντί με κάποιο λόγο ενθαρρυντικό να στηρίξουν το ηθικό των ασθενών μιλούσαν για το ποδόσφαιρο. Αντί να δείξουν ενδιαφέρον γι΄ αυτό που αξίζει πραγματικά στη ζωή, ακόμα κι αν είσαι άρρωστος ή φτωχός ή ανήμπορος, άκουγες ατέλειωτες κουβέντες που κάνουν τον άρρωστο να λυπάται ακόμα περισσότερο τον εαυτό του και εξουθενώνουν τον φτωχό και τον ελάχιστο.
Πόσο πιο ουσιαστική και αξιαγάπητη ήταν η απλή «καλημέρα» των επισκεπτών των ασθενών, που σεβόμενοι τον πόνο των δικών τους δεν τους επιβάρυναν με τη θανατίλα της καθημερινής ανοησίας και με τη χυδαιότητά της.
«Η καλημέρα είναι του Θεού», λέει η λαϊκή παροιμία. Η καλημέρα είναι του Θεού γιατί συνδέεται με το Λόγο. Γιατί είναι ευλογία. Ευλογώντας δεχόμαστε τη χάρη του Θεού μέσα στην ψυχή μας. Γι’ αυτό η Εντολή λέγει, να ευλογούμε ακόμα κι αυτούς που μας στενοχωρούν και μας κάνουν κακό. Κάθε στιγμή προσθέτουμε ζωή ή θάνατο.

*
Τόμας Μέρτον, Ο καινούριος άνθρωπος.

Δεν υπάρχουν σχόλια: