22.5.08

Μ.Ε.Λαγκουβάρδου,Μετά από μία διάλεξη για τον Επίκουρο

Πήγα στη διάλεξη για τον Επίκουρο, υπό τον όρο ότι θα μου δοθεί , μετά το πέρας της ομιλίας ,χρόνος τριών λεπτών, για να πω τη γνώμη μου εν σχέσει με τη φιλοσοφία του.Είχα διαβάσει για τον Επίκουρο το βιβλίο του καθηγητή Θεοδωρίδη και εκείνο που θυμάμαι από αυτό ήταν ή επίδρασή του, που με είχε οδηγήσει στην μαύρη απελπισία. Γιατί ο Επίκουρος (κι ο Θεοδωρίδης που τον θαύμαζε και τον πρόβαλε) δεν είχαν καμιά μεταφυσική πίστη κι όλη τους η ελπίδα ήταν, πώς να περάσει ο άνθρωπος καλά, εφαρμόζοντας κάποιες τεχνικές ιδιωτικής σωτηρίας και ατομικής αυτάρκειας. Ο θάνατος για τη φιλοσοφία τους ήταν το τέλος όλων αυτών. Καμία ελπίδα ζωής μετά το θάνατο.
Μην έχοντας κανένα πνευματικό οδηγό, να με βοηθήσει στην αναζήτησή μου και να με προφυλάξει απ΄ τις βλαβερές συνέπειες της ανάγνωσης βιβλίων ανθρώπων, που όπως ο Επίκουρος κι ο Θεοδωρίδης, δεν πίστευαν πουθενά, βρέθηκα εντελώς ανυπεράσπιστος σε μια πολύ δύσκολη περίοδο της ζωής μου. Ήμουν τότε νεαρός φοιτητής 20 χρονών, νοσηλευόμενος για αρκετό χρονικό διάστημα στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ της Θεσσαλονίκης, αντιμετωπίζοντας το ενδεχόμενο μιας ανίατης ασθένειας, που μπορούσε να με οδηγήσει σύντομα στο θάνατο. Τη δύσκολη εκείνη περιπέτεια με τον Επίκουρο δεν την ξέχασα παρόλο που πέρασαν από τότε πενήντα χρόνια!
Πήγα στη διάλεξη για να πω την άποψή μου, ότι με την αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου, ιδέες σαν του Επίκουρου φαίνονταν σε μένα τουλάχιστον απλοϊκές και δεν θα μπορούσαν να συγκινήσουν κανέναν στην εποχή μας. Πίστευα ότι κάποιου απ τους ακροατές θα συμφωνούσαν μαζί μου. Διαψεύστηκα όμως γιατί όπως φάνηκε απ΄ την ομόθυμη αποδοκιμασία της άποψής μου, ο Επίκουρος με τον υλισμό του είχε όλο τον κόσμο οπαδούς του , ιδίως εκείνους που δεν είχαν άλλη αγωνία πέραν απ΄ το να περάσουν καλά τη ζωή τους.
Πράγματι μου δόθηκε ο λόγος, μετά το πέρας της ομιλίας, αλλά ο κόσμος δεν με άφησε να μιλήσω, και με διέκοψε φωνάζοντας ότι είμαι φανατικός και φονταμενταλιστής, αν και η ομιλήτρια Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου ήταν πρόθυμη να ακούσει τις αντίθετες απόψεις μου , όπως επιβάλλει η δεοντολογία και οι καλοί τρόποι.
Τα λόγια που δεν με επέτρεψε το ακροατήριο να πω, ήταν αυτά, όσον αφορά στη θεωρία του Επίκουρου περί της θνητότητας της ψυχής.: «Δε χρειάζεται επιστημονική έρευνα, ούτε λογικά επιχειρήματα, ούτε αποδείξεις, για να ξέρεις πως οι αγαπημένοι μας εξακολουθούν και μετά το σωματικό τους θάνατο, να ζουν μέσα στην καρδιά μας. Αν ο θάνατος του σώματος είναι εξαφάνιση του ανθρώπου, όπως πρεσβεύει ο Επίκουρος, γιατί θα νιώθαμε την ανάγκη να προσευχόμαστε για τους αγαπημένους μας;»
Κι άλλα είχα να τους πω, αν με άφηναν. Αν μπορούσε μια τόσο φτωχή αντίληψη της ψυχής, όπως αυτή του |Επίκουρου, ο οποίος πρεσβεύει ότι οι ψυχές αποτελούνται από άτομα που με το θάνατο διαλύονται και δεν μένει τίποτε απ΄ τους αγαπημένους μας «που ξεχνιούνται όπως ένας σωρός από σκυλιά σβυσμένα» (Λόρκα, Θρήνος στο θάνατο του ταυρομάχου Ιγνάθιο Σάντσεθ Μεχίας).
Αν μπορούσε μια τόσο φτωχή αντίληψη περί ψυχής να ικανοποιήσει τη δίψα του ανθρώπου, να γνωρίσει τον εαυτό του και να μη φοβάται το θάνατο, δεν θα ήταν η αναζήτηση του εαυτού, η σπουδαιότερη αναζήτησή του, ούτε θα χρειάζονταν να υπάρχουν τα αναρίθμητα αριστουργήματα της Τέχνης, ούτε θα εντρυφούσαν σ΄ αυτά οι άνθρωποι σε όλες τις εποχές, απ΄ τα αρχαία χρόνια μέχρι σήμερα. Θα έφτανε να θυμηθεί κανείς τα λόγια του Επίκουρου ότι η ψυχή αποτελείται από άτομα που διαλύονται με το θάνατο κι ο άνθρωπος εξαφανίζεται και τίποτα δε μένει από αυτόν, για να είναι ευτυχισμένοι και να μη φοβούνται το θάνατο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: