Η παράξενη αντοχή του ανθρώπου!
(Τι αντέχει και τι δεν αντέχει ο άνθρωπος)
Πάντοτε φοβόμουν πως αν μου συνέβαιναν μερικά πράγματα , δεν θα μπορούσα να τα αντέξω π.χ. δεν θα μπορούσα να αντέξω το θάνατο των πιο αγαπημένων μου προσώπων ή τις βαριές αρρώστιες κ.α. . Μέχρι που συνέβησαν αυτά που φοβόμουν , όπως θάνατοι προσφιλών προσώπων και βαριές αρρώστιες σε μένα και στους αγαπημένους μου και τα άντεξα!
Και μάλιστα νιώθω τώρα ευγνωμοσύνη και ευχαριστώ το Θεό, γιατί η παιδεία Του αυτή βγήκε σε καλό μου. Όλες αυτές οι σκληρές εμπειρίες έπαιξαν το ρόλο του δασκάλου που με δίδαξε την πίστη! Οι εμπειρίες καλλιέργησαν μέσα μου το έδαφος για την πίστη και όχι οι θεωρητικές γνώσεις και τα βιβλία που συνήθως με γέμιζαν αμφιβολίες και εγωισμούς . Ίσως αυτό να συμβαίνει σε όλους. Ίσως νά ΄ναι απλώς ένας κοινός τόπος που το γράφω και να κομίζω γλαύκα είς Αθήνας, αλλά αυτό είναι η αλήθεια.
Ωστόσο υπάρχουν πράγματι διαφορετικοί δρόμοι για να φτάσει κανείς να μην αμφιβάλλει για το Θεό. Ο δικός μου δρόμος όμως ήταν οι δυσκολίες και οι οδύνες. Οι δυσκολίες που φοβόμουν ότι ήταν αξεπέραστες με έκαναν να πιστέψω σ’ αυτό που λέει ο απλός κόσμος, ότι ο Θεός δίνει δύναμη, ο Θεός στέλνει τον άγγελό Του στον άνθρωπο που χρειάζεται βοήθεια και δεν την εμποδίζει να έρθει!
Τώρα, ύστερα από τις σκληρές εμπειρίες που δοκίμασα, δεν με κάνει εντύπωση και δεν μου φαίνεται απίστευτο, όταν μαθαίνω ότι κάποιοι άνθρωποι άντεξαν τόσο δύσκολες καταστάσεις, ώστε ξεπέρασαν τα μέτρα του ανθρώπου. Όπως αυτοί που έμειναν μέρες και νύχτες θαμμένοι κάτω απ΄ τα ερείπια στους σεισμούς , δίχως νερό και δίχως τροφή ή αυτοί που υπέμειναν βασανιστήρια κ.α.. Σαν τους δυο ομήρους των φανατικών εκείνων ισλαμιστών σε κάποια χώρα της βορείου Αφρικής
που υπέστησαν για δύο χρόνια απίστευτα μαρτύρια!
Όταν ήμουν μικρό παιδί νόμιζα, πως αν ο παππούς μου ο Αγγελάκης, που τον υπεραγαπούσα πέθαινε, δεν θα μπορούσα να το αντέξω και θα πέθαινα κι εγώ. Χάρις στον παππού μου ένιωθα αγάπη και συμπόνια για όλους τους παππούδες που συναντούσα.
Ο παππούς μου πέθανε όταν ήμουν δέκα έξι χρονών. Τα χρόνια που ακολούθησαν μετά το θάνατό του ήταν τα πιο δύσκολα για μένα. Μερικές φορές κινδύνεψα να πεθάνω πίνοντας με τις κούπες αλκοολούχα ποτά που τα σιχαινόμουν, όπως το βερμούτ και το τσίπουρο.
Πολλά χρόνια αργότερα, πλησιάζοντας στη σύνταξη γνώρισα κάποιον που σήκωνε με μεγάλο ηρωισμό το σταυρό του ,όσον αφορά την υγεία του.
Τον θαύμαζα για την καρτερία του και την υπομονή του και πιο γιατί δεν παραπονιόταν ποτέ! Με όλη την οδύνη της αρρώστιας του ήταν επαρκής στα καθήκοντά του στην υπηρεσία του!
Ήμουν βέβαιος ότι ο Θεός του έδινε δύναμη. Πράγματι ο άνθρωπος πίστευε με τέτοια απλότητα, ώστε είχε διαρκή αίσθηση της παρουσίας του Θεού. Αυτός είναι ο λόγος, που αν και δεν είχε κανένα δικό του στον κόσμο, δεν ένιωθε καθόλου μόνος και έκανε με όρεξη και με ενθουσιασμό δουλειές που σε μένα φαίνονταν βαρετές και μάταιες. Τις έκανα κι εγώ με τα χίλια ζόρια ,ως εργένης π.χ. να πλύνω τα πιάτα, να καθαρίσω τη λεκάνη της τουαλέτας, να βάλω τάξη στο τραπέζι μου και στα πράγματά μου. Ματαιότης και θλίψις πνεύματος! Όλα μου φαίνονταν άχρηστα, αφού δεν θα τα έβλεπε κανείς, γιατί εκείνη την εποχή ήμουν κι εγώ μόνος σαν τον φίλο μου.
Σκεφθείτε την έκπληξή μου, όταν διαπίστωσα ότι ο ήρωας αυτός της οδύνης δεν μπορούσε να υπερβεί κάτι, που για μένα φαινόταν χωρίς σημασία. «Δεν θα το ξεχάσω ποτέ αυτό, Μόσχο» είπε .
Κάποτε, πριν πενήντα τόσα χρόνια, όταν ήταν μαθητής στο γυμνάσιο , τον σταμάτησε στην πλατεία του χωριού του κάποιος αγροφύλακας και του είπε: «Θα σου δώσω ένα χαστούκι. Δεν θα ξαναπάς εκεί.» Ο φίλος μου ένιωσε τόσο μεγάλη προσβολή με την απειλή για το χαστούκι περισσότερο, παρά για την άδικη κατηγορία, που δεν μπορούσε να την ξεχάσει ποτέ. «Ακόμα κι όταν ξεψυχώ» είπε «θα θυμάμαι τα λόγια αυτά».
Μια φορά, λέει ο μύθος, ένας ξυλοκόπος , που τον έπιασε ξαφνική βροχή στο δάσος, πήγε σε μια σπηλιά και έμεινε εκεί όλη τη νύχτα, δίπλα σ΄ ένα λιοντάρι, περιμένοντας να πάψει η βροχή. Κάποια στιγμή ο ξυλοκόπος είπε στο λιοντάρι : «τα χνώτα σου μυρίζουν». «Τα χνώτα μου μυρίζουν;» είπε το λιοντάρι. «Ναι μυρίζουν άσχημα» Το λιοντάρι έσκυψε μπροστά στον ξυλοκόπο και του είπε: «Χτύπα με με το τσεκούρι». Ο ξυλοκόπος αρνήθηκε , μα το λιοντάρι επέμενε. Ο ξυλοκόπος σήκωσε το τσεκούρι και χτύπησε το λιοντάρι στον ώμο, όπου του άνοιξε μια μεγάλη πληγή.
Μετά από χρόνια ξανασυναντήθηκαν ο ξυλοκόπος και το λιοντάρι. «Τι έγινε εκείνη η πληγή απ το τσεκούρι; Επουλώθηκε γρήγορα;» ρώτησε ο ξυλοκόπος. «Η πληγή απ΄ το τσεκούρι επουλώθηκε γρήγορα και την ξέχασα.» είπε το λιοντάρι. « Η πληγή απ΄ τα λόγια σου δεν επουλώθηκε και δεν θα την ξεχάσω ποτέ».
Το ερώτημα είναι: γιατί μερικά πράγματα δεν τα αντέχει ο άνθρωπος; Γιατί σε μερικά πράγματα δε δίνει ο Θεός δύναμη και γιατί δεν στέλνει τον Άγγελό Του; Η απάντηση είναι η εξής: Στα πράγματα αυτά υπάρχει έλλειψη αγάπης, απουσιάζει δηλαδή ο Θεός και η απουσία του Θεού δε γιατρεύεται με τίποτα! Οι απλοί άνθρωποι λένε την παροιμία: «Χωρίς αγάπη, δε γίνεται!»
«ΡΕΘΕΜΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου