Μια φορά ένας υποτακτικός ρώτησε το γέροντά του, στο μοναστήρι,
πώς είναι να ζεις σαν να έχεις πεθάνει. Ο γέροντας τον έστειλε στο νεκροταφείο για να προσβάλει τους νεκρούς. Ο υποτακτικός έκανε όπως τον διέταξε ο γέροντας . «Πώς αντέδρασαν οι νεκροί;» ρώτησε ο γέροντας τον υποτακτικό. «Δεν αντέδρασαν καθόλου», είπε ο υποτακτικός. «Το ίδιο να κάνεις και συ, όταν κάποιος σε προσβάλει, να μην αντιδράσεις καθόλου. Έτσι θα ζεις σαν να έχεις πεθάνει για τις προσβολές», είπε ο γέροντας. « Έτσι θα ζεις και για άλλα πολλά πράγματα, που μάταια είσαι τώρα εξαρτημένος από αυτά».
Να ζεις σαν να έχεις πεθάνει είναι επίσης το να ζεις σαν να είσαι ένας ξένος, ένας εντελώς άσχετος με σένα. Κάποιος είχε πληγωθεί πολύ γιατί τον εγκατέλειψε η γυναίκα που αγαπούσε. Πήγαινε συχνά έξω στον κάμπο και έκλαιγε. Κάποια στιγμή ήρθε στο μυαλό του μια ιδέα, σαν φώτιση: Έφερε με τη φαντασία στο νου του
κάποιον ξένον, κάποιον άγνωστο, που ζούσε σε μια ξένη, μακρινή χώρα, και τον ρώτησε : «Σε νοιάζει, που η γυναίκα μου με εγκατέλειψε;» «Γιατί να με νοιάζει», είπε ο ξένος. «Ε, ούτε εμένα με νοιάζει», είπε ο άνθρωπος.
Να ζεις σαν να έχεις πεθάνει δεν είναι μόνο να ζεις σαν ένας νεκρός ή σαν ένας ξένος. Είναι το ίδιο κι όταν ζεις σε επικοινωνία με τη Φύση ή με τον άψυχο ή ακόμα καλύτερα με τον άυλο και αόρατο πνευματικό κόσμο, που μας περιβάλλει με στοργή και με αγάπη. Κάποιος ένιωθε τον κόσμο των άψυχων πραγμάτων, σαν να ήταν ζωντανός. Μια φορά που τον είχε καταλάβει το πάθος της εκδίκησης ρώτησε το μπαστούνι του, αν έπρεπε να εκδικηθεί ή όχι και μη λαβαίνοντας απάντηση, ξέχασε το πάθος του.
Να ζεις σαν να έχεις πεθάνει είναι το ίδιο κι όταν ξέρεις τι είναι πολυτιμότερο και τι είναι ευτελέστερο. «Αν ήξερα τι είναι ειρηνοδίκης, μου είπε μια φορά ένας συνάδελφός μου, θα έμενα με τον πατέρα μου, στα πρόβατα.» Ο άνθρωπος δυσανασχετούσε γιατί το επάγγελμα του ειρηνοδίκη δημιουργούσε περισσότερες δεσμεύσεις από το επάγγελμα του βοσκού.
Γι’ αυτόν που υποφέρει από τις εξαρτήσεις δεν υπάρχει, νομίζω, καλύτερος τρόπος να απελευθερωθεί από αυτές, απ΄ το να μιμείται τους πεθαμένους. Οι γέροι είναι χαρούμενοι για πολλά πράγματα, για τα οποία έχουν πεθάνει πια. Φαντάζομαι ότι η χαρά τους θα ολοκληρωθεί όχι με τον φανταστικό , αλλά με τον πραγματικό θάνατο. Με αυτόν θα φανεί καθαρά η ματαιότητα της εξάρτησης με πράγματα ή με ανθρώπους.
Γνώρισα ανθρώπους εξαρτημένους από κάποιο πράγμα ή από κάποιον άνθρωπο, άλλος λιγότερο κι άλλος περισσότερο, αλλά δεν γνώρισα κανένα που να μην έχει καθόλου εξάρτηση από κάτι, που να είναι εντελώς ανεξάρτητος και να μην έχει καμία ανάγκη. Γιατί δεν υπάρχει τέτοιος άνθρωπος. Το μόνο Ον που δεν έχει καμιά ανάγκη είναι ο Θεός. Ο Θεός είναι ο μόνος ανενδεής .
Ο άνθρωπος απελευθερώνεται απ΄ τις ανάγκες μόνο όταν πεθάνει. Μπορεί όμως να μετριάσει την εξάρτησή του από τα πράγματα ,όπως είδαμε στα παραδείγματα που προαναφέραμε, αν ζει σαν να έχει πεθάνει. Συνήθως όταν απαλλάσσεται κανείς από κάποια ενοχλητική συνήθεια, λέει «αυτό έχει πεθάνει για μένα» ή «εγώ έχω πεθάνει γι΄ αυτό το πράγμα». Ο θάνατος μας ελευθερώνει από τις μάταιες προσκολλήσεις.
Πολλοί επιζητούν την ολοκλήρωση σαν άνθρωποι, αλλά δεν την συνδέουν με την απελευθέρωση από την εξάρτηση. Ολοκληρωμένος άνθρωπος δεν είναι αυτός που είναι δεσμευμένος με χίλιες δυο δεσμεύσεις. Το πρότυπο του ολοκληρωμένου ανθρώπου είναι το πρότυπο του ασκητή, του ανθρώπου ο οποίος γνωρίζει τις πραγματικές του ανάγκες και περιορίζεται σ΄ αυτές.
Η Εκπαίδευση πρέπει να βοηθήσει τα παιδιά να γνωρίσουν την απλή ζωή, να μάθουν να ζουν με τη Φύση, όχι εναντίον της.
«Ρεθεμνιώτικα Νέα»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου