Μερικοί τρόποι για να αποκτάς εχθρούς
Μ.Ε.Λαγκουβάρδου
Ο δρόμος μου από το σπίτι ως την πλατεία περνάει μπροστά απ΄ το κρεοπωλείο ενός συμπατριώτη μου. Τις μόνες φορές που αλλάζω δρόμο είναι όταν γράφω κάτι για την υπερβολή στην κρεοφαγία ή υπέρ της ακρεοφαγίας. Ποτέ μου δεν αλλάζω δρόμο, όταν βαριέμαι να συναντήσω κάποιον γνωστό μου.
Ντρέπομαι τον εαυτό μου να το κάνω. Μια φορά, ένας γνωστός μου επιστήμων, ο οποίος βδελύσσεται αυτά που γράφω, μόλις με είδε στη λεωφόρο των μπαϋ μπας, για να αποφύγει την ανταλλαγή χαιρετισμών , έστριψε απότομα και έκοψε δρόμο, με κίνδυνο να πέσει στο ποτάμι και να πνιγεί στα καταπράσινα νερά του Πηνειού!
Ήταν πολύ χοντρός για ένα τέτοιο ελιγμό, που θύμιζε ταυρομάχο του αέρα. Στο τέλος, φαντάζομαι γέλασε κι αυτός με τον εαυτό του, σαν τον Κομφούκιο, όταν είδε ότι γλίτωσε απ’ τον κίνδυνο, στον οποίο τον εξέθεσε η απερισκεψία του και η αποκοτιά του.
Αναφέρθηκα στην εχθρότητα του κρεοπώλη ή στην απλή και ευτυχώς παροδική ψυχρότητα στις σχέσεις μας , (ο Έλληνας ξεχνάει γρήγορα) , γιατί αυτή ήρθε στο νου μου. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να κάνεις εχθρούς. Ο πιο γρήγορος, ο πιο βέβαιος, κι ο πιο αποτελεσματικός είναι να αγαπάς πάνω από όλα την αλήθεια και να έχεις το θάρρος να την πεις! Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος επίσης να γίνεσαι εκούσιο θύμα, γιατί η φιλαλήθειά σου θα σε κάνει εύπιστο ακόμα και σε ανθρώπους που οι πάντες γνωρίζουν ότι δεν μπορείς να τους εμπιστευθείς.
Ο αγαπών την αλήθεια γίνεται θεληματικά θύμα. Αυτή είναι η ελεύθερη επιλογή του: Καλύτερα θύμα παρά να θυσιάσει την άμεση επαφή με τους άλλους,. (Πονηροί ψεύτες, υποκριτές θυσιάζουν την άμεση επαφή με τους ανθρώπους για άλλες μικρότερες αξίες, όπως το χρήμα και η φήμη! Τελικά , με τις ψευτιές και τις πονηρίες μπορεί κανείς να κερδίσει χρήματα ή να αποκτήσει όνομα, όχι όμως την άμεση επαφή και την επικοινωνία με τους άλλους, που χωρίς αυτήν δεν αξίζει να ζεις. Τα χρήματα και η φήμη δεν μπορούν να σου ανταποδώσουν την αγάπη σου.)
Πάλι θα γίνω πειραματόζωο και θα κρίνω εξ ιδίων για το θέμα που με απασχολεί, για τους εχθρούς που αποκτάς γράφοντας. Αν κάθε φορά που γράφεις προσέχεις να μη δυσαρεστήσεις κανένα, κανένας δεν αξίζει και να διαβάσει αυτά που γράφεις. Έτσι λένε και έτσι το πιστεύω.
Αν αποφεύγεις να γράψεις για το εμπόριο, για να μην τυχόν δυσαρεστήσεις τους εμπόρους ή αποφεύγεις να γράψεις για την πολιτική, για να μη δυσαρεστήσεις τους πολιτικούς ή για τη δικαιοσύνη για να μη δυσαρεστήσεις τους δικαστικούς , τότε καλύτερα να γράφεις ποιήματα που δεν τα καταλαβαίνει κανείς. Ρώτησα κάποτε το Ρομπέρτο, γιατί γράφει ολοένα ποιήματα και δε γράφει ποτέ πεζά κείμενα. «Γιατί δεν μου αρέσουν οι «κλωτσιές», είπε.
Ο εκδότης μου πάλι, γνωστός πεζογράφος, βλέποντας την όρεξή μου για το γράψιμο, μου είπε κάποτε: «Θα τους κάνεις όλους εχθρούς σου γράφοντας». Πράγματι όσο συνεχίζω να γράφω όλο και κάποιος θα δυσαρεστηθεί μαζί μου.
Στην αρχή, όσο έγραφα για τη Γιόγκα ,ήταν ευχαριστημένοι οι φίλοι της Γιόγκας. Όταν μου πέρασε το μεράκι για τη Γιόγκα κι άρχισα να γράφω για το Βουδισμό κι αργότερα για τον Κομφούκιο , ευχαρίστησα τους φίλους του Βουδισμού και του Κομφούκιου και δυσαρέστησα τους φίλους της Γιόγκας. Το ίδιο έγινε με όλα όσα με ενθουσίασαν κάποτε , για να τα εγκαταλείψω αργότερα και να γράψω για κάποια καινούρια αγάπη.
Κάθε δυο ή τρία χρόνια εκδίδω μια μικρή ανθολογία των κειμένων που έγραψα στο διάστημα αυτό με κριτήριο κάποιο θέμα. Αν εξαιρέσω τον φίλο εκδότη που δέχεται να με συμπεριλάβει στους καταλόγους των εκδόσεών του, τον κ. Κώστα Τσιρόπουλο, κανένας άλλος δε δέχεται, έστω και με δική μου δαπάνη να εκδώσει τα κείμενα που γράφω.
Θα μου πείτε ότι για να μην τα θέλουν οι εκδότες φαίνεται ότι στερούνται λογοτεχνικής αξίας και γι΄ αυτό δεν τα θέλουν ή γιατί δεν ενδιαφέρεται γι΄ αυτά το αναγνωστικό κοινό .( Οι κοσμικοί εκδότες τα απορρίπτουν με τη δικαιολογία ότι είναι θρησκευτικά και οι θρησκευτικοί με τη δικαιολογία ότι είναι κοσμικά!)
Οι ισχυρισμοί αυτοί δεν ευσταθούν. Απόδειξη ότι το βιβλίο μου «Ένας ήσυχος άνθρωπος», Εκδόσεις των Φίλων, Αθήνα 2000, επιλέχτηκε ως ένα από τα έξι καλύτερα βιβλία της χρονιάς (Ελευθεροτυπία, 31/12/2000). Ως προς την αγάπη του κοινού όλοι ξέρουμε ότι υπάρχουν τρόποι του εμπορίου να μας κάνουν να αγοράζουμε ακόμα και πράγματα χωρίς αξία!
Γιατί λοιπόν τα βιβλία αυτά συναντούν την εχθρότητα ή την αδιαφορία των εκδοτών, δημοσιογράφων, βιβλιοπωλών κ.α.; (Όλα σχεδόν τα βιβλιοπωλεία στη Λάρισα, με φωτεινή εξαίρεση ένα –δύο βιβλιοπωλεία, αγνοούν εντελώς την ύπαρξή τους, ακόμα κι όταν τα βιβλία είναι καινούρια!). Δεν αποκλείω το ενδεχόμενο την ίδια μεταχείριση να έχουν κι άλλα βιβλία Λαρισαίων συγγραφέων: «Ο χειρότερος εχθρός του βιβλίου είναι ο βιβλιοπώλης»!.
Όσο για μένα , γνωρίζω και δεν γνωρίζω τη σωστή απάντηση. Καλύτερα να αφήσω να την εικάσει ο ευγενικός αναγνώστης που μπαίνει στον κόπο να διαβάσει τα κείμενα που γράφω και δημοσιεύω κυρίως στο Ρέθυμνο και στη Λάρισα.
Έτσι αποκτούν εχθρούς τα βιβλία. Αλλά το θέμα μας είναι οι τρόποι με τους οποίους αποκτάμε εμείς , και όχι τα αντικείμενα, εχθρούς. Στη Λογοτεχνία τουλάχιστον δεν υπάρχει πιο αποτελεσματικός τρόπος απ΄ το να γράφεις την αλήθεια! Ο τρόπος ν’ αποκτάς εχθρούς χάρις στη μίμηση και στην αντιγραφή , είναι επίσης ένας αποτελεσματικός τρόπος, αλλά ο τρόπος αυτός δεν εξαρτάται από σένα. Εξαρτάται απ΄ τους μιμητές σου.
Το παράδοξο με τους μιμητές είναι ότι ενώ σε μιμούνται γιατί σε θαυμάζουν, σε μισούν. Δεν πειράζει όμως. Αυτοί είναι οι τελευταίοι που θα σε ξεχάσουν.
“ΡΕΘΕΜΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ»
29.8.08
Μόσχος Ε.Λαγκουβάρδος,Η παράξενη αντοχή του ανθρώπου!
Η παράξενη αντοχή του ανθρώπου!
(Τι αντέχει και τι δεν αντέχει ο άνθρωπος)
Πάντοτε φοβόμουν πως αν μου συνέβαιναν μερικά πράγματα , δεν θα μπορούσα να τα αντέξω π.χ. δεν θα μπορούσα να αντέξω το θάνατο των πιο αγαπημένων μου προσώπων ή τις βαριές αρρώστιες κ.α. . Μέχρι που συνέβησαν αυτά που φοβόμουν , όπως θάνατοι προσφιλών προσώπων και βαριές αρρώστιες σε μένα και στους αγαπημένους μου και τα άντεξα!
Και μάλιστα νιώθω τώρα ευγνωμοσύνη και ευχαριστώ το Θεό, γιατί η παιδεία Του αυτή βγήκε σε καλό μου. Όλες αυτές οι σκληρές εμπειρίες έπαιξαν το ρόλο του δασκάλου που με δίδαξε την πίστη! Οι εμπειρίες καλλιέργησαν μέσα μου το έδαφος για την πίστη και όχι οι θεωρητικές γνώσεις και τα βιβλία που συνήθως με γέμιζαν αμφιβολίες και εγωισμούς . Ίσως αυτό να συμβαίνει σε όλους. Ίσως νά ΄ναι απλώς ένας κοινός τόπος που το γράφω και να κομίζω γλαύκα είς Αθήνας, αλλά αυτό είναι η αλήθεια.
Ωστόσο υπάρχουν πράγματι διαφορετικοί δρόμοι για να φτάσει κανείς να μην αμφιβάλλει για το Θεό. Ο δικός μου δρόμος όμως ήταν οι δυσκολίες και οι οδύνες. Οι δυσκολίες που φοβόμουν ότι ήταν αξεπέραστες με έκαναν να πιστέψω σ’ αυτό που λέει ο απλός κόσμος, ότι ο Θεός δίνει δύναμη, ο Θεός στέλνει τον άγγελό Του στον άνθρωπο που χρειάζεται βοήθεια και δεν την εμποδίζει να έρθει!
Τώρα, ύστερα από τις σκληρές εμπειρίες που δοκίμασα, δεν με κάνει εντύπωση και δεν μου φαίνεται απίστευτο, όταν μαθαίνω ότι κάποιοι άνθρωποι άντεξαν τόσο δύσκολες καταστάσεις, ώστε ξεπέρασαν τα μέτρα του ανθρώπου. Όπως αυτοί που έμειναν μέρες και νύχτες θαμμένοι κάτω απ΄ τα ερείπια στους σεισμούς , δίχως νερό και δίχως τροφή ή αυτοί που υπέμειναν βασανιστήρια κ.α.. Σαν τους δυο ομήρους των φανατικών εκείνων ισλαμιστών σε κάποια χώρα της βορείου Αφρικής
που υπέστησαν για δύο χρόνια απίστευτα μαρτύρια!
Όταν ήμουν μικρό παιδί νόμιζα, πως αν ο παππούς μου ο Αγγελάκης, που τον υπεραγαπούσα πέθαινε, δεν θα μπορούσα να το αντέξω και θα πέθαινα κι εγώ. Χάρις στον παππού μου ένιωθα αγάπη και συμπόνια για όλους τους παππούδες που συναντούσα.
Ο παππούς μου πέθανε όταν ήμουν δέκα έξι χρονών. Τα χρόνια που ακολούθησαν μετά το θάνατό του ήταν τα πιο δύσκολα για μένα. Μερικές φορές κινδύνεψα να πεθάνω πίνοντας με τις κούπες αλκοολούχα ποτά που τα σιχαινόμουν, όπως το βερμούτ και το τσίπουρο.
Πολλά χρόνια αργότερα, πλησιάζοντας στη σύνταξη γνώρισα κάποιον που σήκωνε με μεγάλο ηρωισμό το σταυρό του ,όσον αφορά την υγεία του.
Τον θαύμαζα για την καρτερία του και την υπομονή του και πιο γιατί δεν παραπονιόταν ποτέ! Με όλη την οδύνη της αρρώστιας του ήταν επαρκής στα καθήκοντά του στην υπηρεσία του!
Ήμουν βέβαιος ότι ο Θεός του έδινε δύναμη. Πράγματι ο άνθρωπος πίστευε με τέτοια απλότητα, ώστε είχε διαρκή αίσθηση της παρουσίας του Θεού. Αυτός είναι ο λόγος, που αν και δεν είχε κανένα δικό του στον κόσμο, δεν ένιωθε καθόλου μόνος και έκανε με όρεξη και με ενθουσιασμό δουλειές που σε μένα φαίνονταν βαρετές και μάταιες. Τις έκανα κι εγώ με τα χίλια ζόρια ,ως εργένης π.χ. να πλύνω τα πιάτα, να καθαρίσω τη λεκάνη της τουαλέτας, να βάλω τάξη στο τραπέζι μου και στα πράγματά μου. Ματαιότης και θλίψις πνεύματος! Όλα μου φαίνονταν άχρηστα, αφού δεν θα τα έβλεπε κανείς, γιατί εκείνη την εποχή ήμουν κι εγώ μόνος σαν τον φίλο μου.
Σκεφθείτε την έκπληξή μου, όταν διαπίστωσα ότι ο ήρωας αυτός της οδύνης δεν μπορούσε να υπερβεί κάτι, που για μένα φαινόταν χωρίς σημασία. «Δεν θα το ξεχάσω ποτέ αυτό, Μόσχο» είπε .
Κάποτε, πριν πενήντα τόσα χρόνια, όταν ήταν μαθητής στο γυμνάσιο , τον σταμάτησε στην πλατεία του χωριού του κάποιος αγροφύλακας και του είπε: «Θα σου δώσω ένα χαστούκι. Δεν θα ξαναπάς εκεί.» Ο φίλος μου ένιωσε τόσο μεγάλη προσβολή με την απειλή για το χαστούκι περισσότερο, παρά για την άδικη κατηγορία, που δεν μπορούσε να την ξεχάσει ποτέ. «Ακόμα κι όταν ξεψυχώ» είπε «θα θυμάμαι τα λόγια αυτά».
Μια φορά, λέει ο μύθος, ένας ξυλοκόπος , που τον έπιασε ξαφνική βροχή στο δάσος, πήγε σε μια σπηλιά και έμεινε εκεί όλη τη νύχτα, δίπλα σ΄ ένα λιοντάρι, περιμένοντας να πάψει η βροχή. Κάποια στιγμή ο ξυλοκόπος είπε στο λιοντάρι : «τα χνώτα σου μυρίζουν». «Τα χνώτα μου μυρίζουν;» είπε το λιοντάρι. «Ναι μυρίζουν άσχημα» Το λιοντάρι έσκυψε μπροστά στον ξυλοκόπο και του είπε: «Χτύπα με με το τσεκούρι». Ο ξυλοκόπος αρνήθηκε , μα το λιοντάρι επέμενε. Ο ξυλοκόπος σήκωσε το τσεκούρι και χτύπησε το λιοντάρι στον ώμο, όπου του άνοιξε μια μεγάλη πληγή.
Μετά από χρόνια ξανασυναντήθηκαν ο ξυλοκόπος και το λιοντάρι. «Τι έγινε εκείνη η πληγή απ το τσεκούρι; Επουλώθηκε γρήγορα;» ρώτησε ο ξυλοκόπος. «Η πληγή απ΄ το τσεκούρι επουλώθηκε γρήγορα και την ξέχασα.» είπε το λιοντάρι. « Η πληγή απ΄ τα λόγια σου δεν επουλώθηκε και δεν θα την ξεχάσω ποτέ».
Το ερώτημα είναι: γιατί μερικά πράγματα δεν τα αντέχει ο άνθρωπος; Γιατί σε μερικά πράγματα δε δίνει ο Θεός δύναμη και γιατί δεν στέλνει τον Άγγελό Του; Η απάντηση είναι η εξής: Στα πράγματα αυτά υπάρχει έλλειψη αγάπης, απουσιάζει δηλαδή ο Θεός και η απουσία του Θεού δε γιατρεύεται με τίποτα! Οι απλοί άνθρωποι λένε την παροιμία: «Χωρίς αγάπη, δε γίνεται!»
«ΡΕΘΕΜΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ»
(Τι αντέχει και τι δεν αντέχει ο άνθρωπος)
Πάντοτε φοβόμουν πως αν μου συνέβαιναν μερικά πράγματα , δεν θα μπορούσα να τα αντέξω π.χ. δεν θα μπορούσα να αντέξω το θάνατο των πιο αγαπημένων μου προσώπων ή τις βαριές αρρώστιες κ.α. . Μέχρι που συνέβησαν αυτά που φοβόμουν , όπως θάνατοι προσφιλών προσώπων και βαριές αρρώστιες σε μένα και στους αγαπημένους μου και τα άντεξα!
Και μάλιστα νιώθω τώρα ευγνωμοσύνη και ευχαριστώ το Θεό, γιατί η παιδεία Του αυτή βγήκε σε καλό μου. Όλες αυτές οι σκληρές εμπειρίες έπαιξαν το ρόλο του δασκάλου που με δίδαξε την πίστη! Οι εμπειρίες καλλιέργησαν μέσα μου το έδαφος για την πίστη και όχι οι θεωρητικές γνώσεις και τα βιβλία που συνήθως με γέμιζαν αμφιβολίες και εγωισμούς . Ίσως αυτό να συμβαίνει σε όλους. Ίσως νά ΄ναι απλώς ένας κοινός τόπος που το γράφω και να κομίζω γλαύκα είς Αθήνας, αλλά αυτό είναι η αλήθεια.
Ωστόσο υπάρχουν πράγματι διαφορετικοί δρόμοι για να φτάσει κανείς να μην αμφιβάλλει για το Θεό. Ο δικός μου δρόμος όμως ήταν οι δυσκολίες και οι οδύνες. Οι δυσκολίες που φοβόμουν ότι ήταν αξεπέραστες με έκαναν να πιστέψω σ’ αυτό που λέει ο απλός κόσμος, ότι ο Θεός δίνει δύναμη, ο Θεός στέλνει τον άγγελό Του στον άνθρωπο που χρειάζεται βοήθεια και δεν την εμποδίζει να έρθει!
Τώρα, ύστερα από τις σκληρές εμπειρίες που δοκίμασα, δεν με κάνει εντύπωση και δεν μου φαίνεται απίστευτο, όταν μαθαίνω ότι κάποιοι άνθρωποι άντεξαν τόσο δύσκολες καταστάσεις, ώστε ξεπέρασαν τα μέτρα του ανθρώπου. Όπως αυτοί που έμειναν μέρες και νύχτες θαμμένοι κάτω απ΄ τα ερείπια στους σεισμούς , δίχως νερό και δίχως τροφή ή αυτοί που υπέμειναν βασανιστήρια κ.α.. Σαν τους δυο ομήρους των φανατικών εκείνων ισλαμιστών σε κάποια χώρα της βορείου Αφρικής
που υπέστησαν για δύο χρόνια απίστευτα μαρτύρια!
Όταν ήμουν μικρό παιδί νόμιζα, πως αν ο παππούς μου ο Αγγελάκης, που τον υπεραγαπούσα πέθαινε, δεν θα μπορούσα να το αντέξω και θα πέθαινα κι εγώ. Χάρις στον παππού μου ένιωθα αγάπη και συμπόνια για όλους τους παππούδες που συναντούσα.
Ο παππούς μου πέθανε όταν ήμουν δέκα έξι χρονών. Τα χρόνια που ακολούθησαν μετά το θάνατό του ήταν τα πιο δύσκολα για μένα. Μερικές φορές κινδύνεψα να πεθάνω πίνοντας με τις κούπες αλκοολούχα ποτά που τα σιχαινόμουν, όπως το βερμούτ και το τσίπουρο.
Πολλά χρόνια αργότερα, πλησιάζοντας στη σύνταξη γνώρισα κάποιον που σήκωνε με μεγάλο ηρωισμό το σταυρό του ,όσον αφορά την υγεία του.
Τον θαύμαζα για την καρτερία του και την υπομονή του και πιο γιατί δεν παραπονιόταν ποτέ! Με όλη την οδύνη της αρρώστιας του ήταν επαρκής στα καθήκοντά του στην υπηρεσία του!
Ήμουν βέβαιος ότι ο Θεός του έδινε δύναμη. Πράγματι ο άνθρωπος πίστευε με τέτοια απλότητα, ώστε είχε διαρκή αίσθηση της παρουσίας του Θεού. Αυτός είναι ο λόγος, που αν και δεν είχε κανένα δικό του στον κόσμο, δεν ένιωθε καθόλου μόνος και έκανε με όρεξη και με ενθουσιασμό δουλειές που σε μένα φαίνονταν βαρετές και μάταιες. Τις έκανα κι εγώ με τα χίλια ζόρια ,ως εργένης π.χ. να πλύνω τα πιάτα, να καθαρίσω τη λεκάνη της τουαλέτας, να βάλω τάξη στο τραπέζι μου και στα πράγματά μου. Ματαιότης και θλίψις πνεύματος! Όλα μου φαίνονταν άχρηστα, αφού δεν θα τα έβλεπε κανείς, γιατί εκείνη την εποχή ήμουν κι εγώ μόνος σαν τον φίλο μου.
Σκεφθείτε την έκπληξή μου, όταν διαπίστωσα ότι ο ήρωας αυτός της οδύνης δεν μπορούσε να υπερβεί κάτι, που για μένα φαινόταν χωρίς σημασία. «Δεν θα το ξεχάσω ποτέ αυτό, Μόσχο» είπε .
Κάποτε, πριν πενήντα τόσα χρόνια, όταν ήταν μαθητής στο γυμνάσιο , τον σταμάτησε στην πλατεία του χωριού του κάποιος αγροφύλακας και του είπε: «Θα σου δώσω ένα χαστούκι. Δεν θα ξαναπάς εκεί.» Ο φίλος μου ένιωσε τόσο μεγάλη προσβολή με την απειλή για το χαστούκι περισσότερο, παρά για την άδικη κατηγορία, που δεν μπορούσε να την ξεχάσει ποτέ. «Ακόμα κι όταν ξεψυχώ» είπε «θα θυμάμαι τα λόγια αυτά».
Μια φορά, λέει ο μύθος, ένας ξυλοκόπος , που τον έπιασε ξαφνική βροχή στο δάσος, πήγε σε μια σπηλιά και έμεινε εκεί όλη τη νύχτα, δίπλα σ΄ ένα λιοντάρι, περιμένοντας να πάψει η βροχή. Κάποια στιγμή ο ξυλοκόπος είπε στο λιοντάρι : «τα χνώτα σου μυρίζουν». «Τα χνώτα μου μυρίζουν;» είπε το λιοντάρι. «Ναι μυρίζουν άσχημα» Το λιοντάρι έσκυψε μπροστά στον ξυλοκόπο και του είπε: «Χτύπα με με το τσεκούρι». Ο ξυλοκόπος αρνήθηκε , μα το λιοντάρι επέμενε. Ο ξυλοκόπος σήκωσε το τσεκούρι και χτύπησε το λιοντάρι στον ώμο, όπου του άνοιξε μια μεγάλη πληγή.
Μετά από χρόνια ξανασυναντήθηκαν ο ξυλοκόπος και το λιοντάρι. «Τι έγινε εκείνη η πληγή απ το τσεκούρι; Επουλώθηκε γρήγορα;» ρώτησε ο ξυλοκόπος. «Η πληγή απ΄ το τσεκούρι επουλώθηκε γρήγορα και την ξέχασα.» είπε το λιοντάρι. « Η πληγή απ΄ τα λόγια σου δεν επουλώθηκε και δεν θα την ξεχάσω ποτέ».
Το ερώτημα είναι: γιατί μερικά πράγματα δεν τα αντέχει ο άνθρωπος; Γιατί σε μερικά πράγματα δε δίνει ο Θεός δύναμη και γιατί δεν στέλνει τον Άγγελό Του; Η απάντηση είναι η εξής: Στα πράγματα αυτά υπάρχει έλλειψη αγάπης, απουσιάζει δηλαδή ο Θεός και η απουσία του Θεού δε γιατρεύεται με τίποτα! Οι απλοί άνθρωποι λένε την παροιμία: «Χωρίς αγάπη, δε γίνεται!»
«ΡΕΘΕΜΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ»
28.8.08
Μόσχος Ε.Λαγκουβάρδος, Παχυσαρκίας εγκώμιον!
ΛΑΡΙΣΙΝΑ
ΔΟΚΙΜΙΑ
Μ.Ε.Λαγκουβάρδου
Παχυσαρκίας εγκώμιον!
( Η παχυσαρκία απ΄ την καλή της πλευρά)
Προτού να αναφερθούμε σε μερικά καλά νέα για τους παχύσαρκους που μοιάζουν με εγκώμιο της παχυσαρκίας, θα παραθέσουμε σαν πρόλογο τη γνώμη που είχαν κάποτε οι γιατροί για τον εύσωμο τύπο, σε αντίθεση με τη γνώμη τους για τον «λισβό».
Ο παλιός γιατρός όταν σε εξέταζε σε ρωτούσε: «Έχεις όρεξη;». Αν απαντούσες «ναι», ο γιατρός αποφαινόταν δίχως να σκεφτεί: « Σωματικώς είσαι καλά».«Κοιμάσαι το βράδυ;». Αν απαντούσες «κοιμάμαι», ο γιατρός έλεγε : «και ψυχικώς καλά είσαι». Και έφευγες. Αυτή ήταν η εξέταση. Ούτε εργαστήρια, ούτε πειράματα!
Μια άλλη επίσης χαρμόσυνη ιατρική διαπίστωση ήταν η περίφημη «όψις, θρέψις καλή!» Κανένας καλοταϊσμένος δεν έκανε τον παλιό γιατρό να ανησυχήσει. Αντίθετα με τα χλωμά πρόσωπα και τις ρουφηγμένες κοιλιές , που δεν ήταν την εποχή εκείνη ενδείξεις καλής υγείας.
Τώρα που κατά τις επιταγές της μόδας ο άντρας πρέπει να έχει ρουφηγμένη κοιλιά και η γυναίκα να είναι λιπόσαρκη σαν ασκήτρια της ερήμου, οι γιατροί έπαψαν να ρωτούν για το φαγητό και τον ύπνο και δεν νοιάζονται για την όψι και τη θρέψη.
Για όλα αποφαίνονται τα μηχανήματα, και πρέπει να γίνουν όλες οι εξετάσεις , δεν έχει σημασία η ασθένεια απ΄ την οποία πάσχεις. Διαφορετικά πώς θα αποσβεστούν τα πανάκριβα εργαλεία της Επιστήμης, της Τεχνικής και του Εμπορίου;
Με αυτόν τον τρόπο συνήθως δεν κινδυνεύει κανείς ποτέ από την ασθένεια που φοβάται ότι πάσχει. Τα μηχανήματα βρίσκουν άλλες πιο φοβερές και πιο επικίνδυνες αρρώστιες!
Αναρωτιέται κανείς, αν πράγματι είναι χωρίς αξία το ότι τρώει και κοιμάται καλά και η όψι και η θρέψη του είναι καλή; Γιατί αυτή η τυφλή εμπιστοσύνη στα ιατρικά εργαστήρια και στα ιατρικά μηχανήματα; Πόσες φορές έκαναν λάθη τα μηχανήματα;
Κάποιος γνωστός μου συνόδεψε τη γυναίκα του στην Αθήνα. για ιατρικές εξετάσεις. Παρεπιμπτόντως υποβλήθηκε κι αυτός σε κάποιες ιατρικές εξετάσεις, με την ευκαιρία των εξετάσεων της συζύγου του. Όταν ο γιατρός του ανακοίνωσε τα αποτελέσματα πέθανε την ίδια στιγμή, μόλις άκουσε ότι δεν του μένει πολλή ζωή ακόμα. Και η γυναίκα του γύρισε μόνη στη Λάρισα!
Παρόμοιο τέλος είχε κι ο Γάλλος συγγραφέας Ονορέ ντε Μπαλζάκ, ο οποίος επέμενε να του πει ο γιατρός πόσο καιρό θα ζήσει ακόμα. Δεν ήταν για πεθαμό κι όμως μόλις άκουσε απ΄ το γιατρό την προθεσμία που του έδωσε να ζήσει, πέθανε την ίδια στιγμή!
Είναι πράγματι άξιο εγκωμίου το γεγονός ότι απ΄ τα αρχαία χρόνια ακόμα ο κόσμος πίστευε ότι ο εύσωμος είναι καλύτερος χαρακτήρας απ΄ τον λιπόσαρκο. Παράδειγμα ο βασιλιάς Ληρ, που ήθελε να περιστοιχίζεται από παχύσαρκους, γιατί του ξερακιανούς τους φοβόταν. Το νου τους τον έχουν ολοένα στις μηχανορραφίες.
Πρώτο, λοιπόν, εγκωμιαστικό στοιχείο υπέρ του παχύσαρκου είναι ο καλός χαρακτήρας. Δεύτερο εγκωμιαστικό στοιχείο είναι , ότι ο παχύσαρκος έχει πάντα φιλόξενη διάθεση. Παράδειγμα ότι κουβαλάει επάνω του το περιττό βάρος του, που του γίνεται τόσο πολύ οικείο, ώστε το ξεχνάει. Ποιος έχει τόση γενναία καρδιά ώστε να ξεχνάει ένα βαρετό επισκέπτη!
Το περιττό βάρος μοιάζει πράγματι με επισκέπτη και με αρμένικη επίσκεψη.. Όσο τον προσέχουμε δε θα φύγει. Πρέπει να τον αγνοήσουμε για να απογοητευτεί και να φύγει. Αγνοώντας το βάρος έχουμε κι άλλο καλό, ότι δεν τρώμε για να γλιτώσουμε απ΄ το άγχος του περιττού βάρους.
Ένα άλλο καλό πάλι για τους παχύσαρκους είναι ότι μαθαίνουν κάποτε ότι η πείνα δεν είναι πάντοτε αληθινή , για να τρώνε κάθε φορά που νιώθουν ότι τους «βυζαίνουν τα γατούλια». Έτσι βρίσκουν τόπους να ξεγελάνε την ψευτο-πείνα. Εγώ ξεγελάω την ψευτο-πείνα με λίγη οδοντόκρεμα με την οποία καθαρίζω το στόμα μου,
Για να μη νιώθω τη γνωστή λιγούρα που σε κάνει να θέλεις ολοένα κάτι να βάλεις στο στόμα σου.
Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι δεν παχαίνει κανείς μόνο απ΄ το πολύ φαγητό, αν δεν συνεργαστεί κι ο ίδιος! Αν πρέπει σε όλα να ευχαριστούμε πάντοτε το Θεό , ας το κάνουμε και για το πάχος, γιατί μας δίνει την ευκαιρία μιας αναζήτησης, ή ενός ταξιδιού ή μιας περιπέτειας! Να μην ξεχνάμε ότι πολλοί ξενιτεύτηκαν για την αγάπη του αγώνα κι άλλοι κατατάχτηκαν ακόμα και στη Λεγεώνα των Ξένων για την αγάπη της περιπέτειας!
“ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ»
ΔΟΚΙΜΙΑ
Μ.Ε.Λαγκουβάρδου
Παχυσαρκίας εγκώμιον!
( Η παχυσαρκία απ΄ την καλή της πλευρά)
Προτού να αναφερθούμε σε μερικά καλά νέα για τους παχύσαρκους που μοιάζουν με εγκώμιο της παχυσαρκίας, θα παραθέσουμε σαν πρόλογο τη γνώμη που είχαν κάποτε οι γιατροί για τον εύσωμο τύπο, σε αντίθεση με τη γνώμη τους για τον «λισβό».
Ο παλιός γιατρός όταν σε εξέταζε σε ρωτούσε: «Έχεις όρεξη;». Αν απαντούσες «ναι», ο γιατρός αποφαινόταν δίχως να σκεφτεί: « Σωματικώς είσαι καλά».«Κοιμάσαι το βράδυ;». Αν απαντούσες «κοιμάμαι», ο γιατρός έλεγε : «και ψυχικώς καλά είσαι». Και έφευγες. Αυτή ήταν η εξέταση. Ούτε εργαστήρια, ούτε πειράματα!
Μια άλλη επίσης χαρμόσυνη ιατρική διαπίστωση ήταν η περίφημη «όψις, θρέψις καλή!» Κανένας καλοταϊσμένος δεν έκανε τον παλιό γιατρό να ανησυχήσει. Αντίθετα με τα χλωμά πρόσωπα και τις ρουφηγμένες κοιλιές , που δεν ήταν την εποχή εκείνη ενδείξεις καλής υγείας.
Τώρα που κατά τις επιταγές της μόδας ο άντρας πρέπει να έχει ρουφηγμένη κοιλιά και η γυναίκα να είναι λιπόσαρκη σαν ασκήτρια της ερήμου, οι γιατροί έπαψαν να ρωτούν για το φαγητό και τον ύπνο και δεν νοιάζονται για την όψι και τη θρέψη.
Για όλα αποφαίνονται τα μηχανήματα, και πρέπει να γίνουν όλες οι εξετάσεις , δεν έχει σημασία η ασθένεια απ΄ την οποία πάσχεις. Διαφορετικά πώς θα αποσβεστούν τα πανάκριβα εργαλεία της Επιστήμης, της Τεχνικής και του Εμπορίου;
Με αυτόν τον τρόπο συνήθως δεν κινδυνεύει κανείς ποτέ από την ασθένεια που φοβάται ότι πάσχει. Τα μηχανήματα βρίσκουν άλλες πιο φοβερές και πιο επικίνδυνες αρρώστιες!
Αναρωτιέται κανείς, αν πράγματι είναι χωρίς αξία το ότι τρώει και κοιμάται καλά και η όψι και η θρέψη του είναι καλή; Γιατί αυτή η τυφλή εμπιστοσύνη στα ιατρικά εργαστήρια και στα ιατρικά μηχανήματα; Πόσες φορές έκαναν λάθη τα μηχανήματα;
Κάποιος γνωστός μου συνόδεψε τη γυναίκα του στην Αθήνα. για ιατρικές εξετάσεις. Παρεπιμπτόντως υποβλήθηκε κι αυτός σε κάποιες ιατρικές εξετάσεις, με την ευκαιρία των εξετάσεων της συζύγου του. Όταν ο γιατρός του ανακοίνωσε τα αποτελέσματα πέθανε την ίδια στιγμή, μόλις άκουσε ότι δεν του μένει πολλή ζωή ακόμα. Και η γυναίκα του γύρισε μόνη στη Λάρισα!
Παρόμοιο τέλος είχε κι ο Γάλλος συγγραφέας Ονορέ ντε Μπαλζάκ, ο οποίος επέμενε να του πει ο γιατρός πόσο καιρό θα ζήσει ακόμα. Δεν ήταν για πεθαμό κι όμως μόλις άκουσε απ΄ το γιατρό την προθεσμία που του έδωσε να ζήσει, πέθανε την ίδια στιγμή!
Είναι πράγματι άξιο εγκωμίου το γεγονός ότι απ΄ τα αρχαία χρόνια ακόμα ο κόσμος πίστευε ότι ο εύσωμος είναι καλύτερος χαρακτήρας απ΄ τον λιπόσαρκο. Παράδειγμα ο βασιλιάς Ληρ, που ήθελε να περιστοιχίζεται από παχύσαρκους, γιατί του ξερακιανούς τους φοβόταν. Το νου τους τον έχουν ολοένα στις μηχανορραφίες.
Πρώτο, λοιπόν, εγκωμιαστικό στοιχείο υπέρ του παχύσαρκου είναι ο καλός χαρακτήρας. Δεύτερο εγκωμιαστικό στοιχείο είναι , ότι ο παχύσαρκος έχει πάντα φιλόξενη διάθεση. Παράδειγμα ότι κουβαλάει επάνω του το περιττό βάρος του, που του γίνεται τόσο πολύ οικείο, ώστε το ξεχνάει. Ποιος έχει τόση γενναία καρδιά ώστε να ξεχνάει ένα βαρετό επισκέπτη!
Το περιττό βάρος μοιάζει πράγματι με επισκέπτη και με αρμένικη επίσκεψη.. Όσο τον προσέχουμε δε θα φύγει. Πρέπει να τον αγνοήσουμε για να απογοητευτεί και να φύγει. Αγνοώντας το βάρος έχουμε κι άλλο καλό, ότι δεν τρώμε για να γλιτώσουμε απ΄ το άγχος του περιττού βάρους.
Ένα άλλο καλό πάλι για τους παχύσαρκους είναι ότι μαθαίνουν κάποτε ότι η πείνα δεν είναι πάντοτε αληθινή , για να τρώνε κάθε φορά που νιώθουν ότι τους «βυζαίνουν τα γατούλια». Έτσι βρίσκουν τόπους να ξεγελάνε την ψευτο-πείνα. Εγώ ξεγελάω την ψευτο-πείνα με λίγη οδοντόκρεμα με την οποία καθαρίζω το στόμα μου,
Για να μη νιώθω τη γνωστή λιγούρα που σε κάνει να θέλεις ολοένα κάτι να βάλεις στο στόμα σου.
Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι δεν παχαίνει κανείς μόνο απ΄ το πολύ φαγητό, αν δεν συνεργαστεί κι ο ίδιος! Αν πρέπει σε όλα να ευχαριστούμε πάντοτε το Θεό , ας το κάνουμε και για το πάχος, γιατί μας δίνει την ευκαιρία μιας αναζήτησης, ή ενός ταξιδιού ή μιας περιπέτειας! Να μην ξεχνάμε ότι πολλοί ξενιτεύτηκαν για την αγάπη του αγώνα κι άλλοι κατατάχτηκαν ακόμα και στη Λεγεώνα των Ξένων για την αγάπη της περιπέτειας!
“ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ»
27.8.08
Ποίηση του Μόσχου Λαγκουβάρδου, Φθινόπωρο θαρθεί
Φθινόπωρο θαρθεί
(ομίχλη, πεθαμένα φύλλα,
αυλές που στάζουν θλίψη και υγρασία)
Φθινόπωρο θαρθεί
με υπαινιγμούς
για θάνατο
(ΣΤΟΝ ΚΗΠΟ,
Εκδ.ΔΙΑΓΩΝΙΟΣ,1975)
(ομίχλη, πεθαμένα φύλλα,
αυλές που στάζουν θλίψη και υγρασία)
Φθινόπωρο θαρθεί
με υπαινιγμούς
για θάνατο
(ΣΤΟΝ ΚΗΠΟ,
Εκδ.ΔΙΑΓΩΝΙΟΣ,1975)
Katina TSER ''Νεράιδα'': Hoy / Σήμερα
Katina TSER ''Νεράιδα'': Hoy / Σήμερα
Querida Katina,
me alegro mucho leyendo su pagina!
eres una sorpresa amable!
Como conoces el idioma griega?
Eres Griega?
Paz y Amistad
Moschos Lagouvardos
Querida Katina,
me alegro mucho leyendo su pagina!
eres una sorpresa amable!
Como conoces el idioma griega?
Eres Griega?
Paz y Amistad
Moschos Lagouvardos
Γράμμα στα LOGOTEXNIKA EPIKAIRA
Κύριε Βοριά, χαίρετε
Η χαρά να γράφεις αρκεί για να μην παραπονιέσαι,
αν τα βιβλία σου είναι γνωστά ή άγνωστα, διαβάζονται
ή δε διαβάζονται, έχεις φήμη συγγραφέα ή δεν έχεις.
Το γράψιμο είναι γλυκό. Ίσως το μόνο γλυκό πράγμα
που απομένει σ΄ ένα γέρο, όπως εγώ!
Όμως με όλη αυτή την "παράκληση" κοπιάζουμε να
βοηθήσουμε και το βιβλίο μας να ταξιδέψει, χωρίς λύπη
αν δεν μπορούμε να κάνουμε σχεδόν τίποτα. Ζωντανό
παράδειγμα τα δύο τελευταία βιβλία μου, που έμειναν αζήτητα,
(δεν τα ζήτησε ούτε ΕΝΑΣ!), το "DESIDERATA"
(2005) και το "Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΘΕΡΙΣΜΟΥ" με δοκίμια γραμμένα
για καμιά πενηνταριά κινηματογραφικές ταινίες και ισάριθιμα
βιβλία που μου άρεσαν.
Το ερώτημα είναι, να παλαίψουμε και για την "αυτοπροβολή"
ή να γεμίζουμε τις αποθήκες και να ανησυχούμε γιατί δεν έχουμε
που αλλού να τα βάλουμε.
Με την άδειά σας παραθέτω εδώ ένα δείγμα γραφής απ΄ το
DESIDERATA (είναι η αρχή του δοκιμίου ΘΕΡΑΠΕΥΤΕΙΤΕ ΜΕ ΤΟ
ΓΡΑΨΙΜΟ"):
" Το γράψιμο είναι θεραπεία! Θεραπεία απ΄ την πλήξη,
την ανία, τη μοναξιά, την έλλειψη νοήματος, το κενό. Θεραπεία απ΄
τη λύπη. "Καμία λύπη δε μένει, αν γράψετε μια ιστορία σχετική με
αυτήν ή κάνετε την ίδια τη λυπη σας ιστορία".
Το γράψιμο είναι θεραπεία. Άλλοτε ο κόσμος έγραφε στίχους, τραγούδια, μαντινάδες. Έγραφε ευχετήριες κάρτες, επιστολές, ημερολόγια. Τώρα ξέχασε
να γράφει.
Το επόμενο στάδιο είναι να χάσει και την ικανότητα να σκέφτεται
και να συντάσσει τα νοήματά του. Το αποτέλεσμα θα ' ναι να αμβλυνθεί
η ευαισθησία του. Τελικά θα ξεχάσει τους καλούς του τρόπους και την
ευγένεια. Θα γίνει αισθητικά απαίδευτος. Ενοχλητικός για τους άλλους,
βάρος για τον ίδιο τον εαυτό του" (DESIDERATA,σελ. 121).
Αν είναι μέσα στα σχέδιά σας και η ενημέρωση των αναγνωστών σας
για τα άγνωστα, μη εμπορικά βιβλία, σας παρακαλώ να γράψετε κάτι και
για τα δυο αυτά βιβλία, που δεν περιλαμβάνονται σε κανένα κατάλογο
εκδότη.
Ειρήσθω εν παρόδω ότι το βιβλίο "Ο Θεός του Θερισμού" ( ο τίτλος
είναι απ΄ το αριστούργημα του Ακίρα Κουροσάβα "Μανταντάγιο"
-αν θυμάμαι καλά τον τίτλο του) απορίφτηκε από καμιά δεκαριά εκδότες
(θρησκευτικούς και κοσμικούς), αν και προσφέρθηκα η έκδοση να γίνει
με δική μου δαπάνη. Κανένας εκδότης δε θέλησε να το συμπεριλάβει
στον κατάλογό του.
Είμαι χαρούμενος γι΄ αυτό. ΠΙστεύω σ΄ αυτό που λέει ο Κομφούκιος,
ότι ηαναγνώριση, οι τιμές κι οι διακρίσεις σε μια εποχή που δεν τηρείται η
οδός είναι ντροπή!
Ο Αμερικανός συγγραφέας Μύλλερ, (μου διαφεύγει το όνομά του)
στον οποίο έστειλα ένα μεταφρασμένο βιβλίο μου , το "Η μοναξιά της νυχτερινής
σκοπιάς" εκδόσεις των Φίλων, για να με συστήσει σε κάποιον εκδότη, μου έγραψε
τα εξής."Τέτοιο βιβλίο σαν το δικό σας είναι και το τελευταίο βιβλίο μου, απ΄το
οποίο πουλήθηκε μόνο ένα άντίτυπο. Μην μπλέκεις με Αμερικανούς εκδότες".
Συγχωρείστε με, που έγραψα τόσα πολλά και καταχράστηκα τον πολύτιμο χρόνο σας.
Με φιλικά αισθήματα
Με ειρήνη και φιλία
Μόσχος Λαγκουβάρδος
πταισματοδίκης/δοκιμιογράφος
πρόεδρος της Εταιρείας Φίλων
της Λογίας Παραδόσεως
--------------------------------------------------------------------------------
Η χαρά να γράφεις αρκεί για να μην παραπονιέσαι,
αν τα βιβλία σου είναι γνωστά ή άγνωστα, διαβάζονται
ή δε διαβάζονται, έχεις φήμη συγγραφέα ή δεν έχεις.
Το γράψιμο είναι γλυκό. Ίσως το μόνο γλυκό πράγμα
που απομένει σ΄ ένα γέρο, όπως εγώ!
Όμως με όλη αυτή την "παράκληση" κοπιάζουμε να
βοηθήσουμε και το βιβλίο μας να ταξιδέψει, χωρίς λύπη
αν δεν μπορούμε να κάνουμε σχεδόν τίποτα. Ζωντανό
παράδειγμα τα δύο τελευταία βιβλία μου, που έμειναν αζήτητα,
(δεν τα ζήτησε ούτε ΕΝΑΣ!), το "DESIDERATA"
(2005) και το "Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΘΕΡΙΣΜΟΥ" με δοκίμια γραμμένα
για καμιά πενηνταριά κινηματογραφικές ταινίες και ισάριθιμα
βιβλία που μου άρεσαν.
Το ερώτημα είναι, να παλαίψουμε και για την "αυτοπροβολή"
ή να γεμίζουμε τις αποθήκες και να ανησυχούμε γιατί δεν έχουμε
που αλλού να τα βάλουμε.
Με την άδειά σας παραθέτω εδώ ένα δείγμα γραφής απ΄ το
DESIDERATA (είναι η αρχή του δοκιμίου ΘΕΡΑΠΕΥΤΕΙΤΕ ΜΕ ΤΟ
ΓΡΑΨΙΜΟ"):
" Το γράψιμο είναι θεραπεία! Θεραπεία απ΄ την πλήξη,
την ανία, τη μοναξιά, την έλλειψη νοήματος, το κενό. Θεραπεία απ΄
τη λύπη. "Καμία λύπη δε μένει, αν γράψετε μια ιστορία σχετική με
αυτήν ή κάνετε την ίδια τη λυπη σας ιστορία".
Το γράψιμο είναι θεραπεία. Άλλοτε ο κόσμος έγραφε στίχους, τραγούδια, μαντινάδες. Έγραφε ευχετήριες κάρτες, επιστολές, ημερολόγια. Τώρα ξέχασε
να γράφει.
Το επόμενο στάδιο είναι να χάσει και την ικανότητα να σκέφτεται
και να συντάσσει τα νοήματά του. Το αποτέλεσμα θα ' ναι να αμβλυνθεί
η ευαισθησία του. Τελικά θα ξεχάσει τους καλούς του τρόπους και την
ευγένεια. Θα γίνει αισθητικά απαίδευτος. Ενοχλητικός για τους άλλους,
βάρος για τον ίδιο τον εαυτό του" (DESIDERATA,σελ. 121).
Αν είναι μέσα στα σχέδιά σας και η ενημέρωση των αναγνωστών σας
για τα άγνωστα, μη εμπορικά βιβλία, σας παρακαλώ να γράψετε κάτι και
για τα δυο αυτά βιβλία, που δεν περιλαμβάνονται σε κανένα κατάλογο
εκδότη.
Ειρήσθω εν παρόδω ότι το βιβλίο "Ο Θεός του Θερισμού" ( ο τίτλος
είναι απ΄ το αριστούργημα του Ακίρα Κουροσάβα "Μανταντάγιο"
-αν θυμάμαι καλά τον τίτλο του) απορίφτηκε από καμιά δεκαριά εκδότες
(θρησκευτικούς και κοσμικούς), αν και προσφέρθηκα η έκδοση να γίνει
με δική μου δαπάνη. Κανένας εκδότης δε θέλησε να το συμπεριλάβει
στον κατάλογό του.
Είμαι χαρούμενος γι΄ αυτό. ΠΙστεύω σ΄ αυτό που λέει ο Κομφούκιος,
ότι ηαναγνώριση, οι τιμές κι οι διακρίσεις σε μια εποχή που δεν τηρείται η
οδός είναι ντροπή!
Ο Αμερικανός συγγραφέας Μύλλερ, (μου διαφεύγει το όνομά του)
στον οποίο έστειλα ένα μεταφρασμένο βιβλίο μου , το "Η μοναξιά της νυχτερινής
σκοπιάς" εκδόσεις των Φίλων, για να με συστήσει σε κάποιον εκδότη, μου έγραψε
τα εξής."Τέτοιο βιβλίο σαν το δικό σας είναι και το τελευταίο βιβλίο μου, απ΄το
οποίο πουλήθηκε μόνο ένα άντίτυπο. Μην μπλέκεις με Αμερικανούς εκδότες".
Συγχωρείστε με, που έγραψα τόσα πολλά και καταχράστηκα τον πολύτιμο χρόνο σας.
Με φιλικά αισθήματα
Με ειρήνη και φιλία
Μόσχος Λαγκουβάρδος
πταισματοδίκης/δοκιμιογράφος
πρόεδρος της Εταιρείας Φίλων
της Λογίας Παραδόσεως
--------------------------------------------------------------------------------
Μόσχος Ε.Λαγκουβάρδος, Ο Θεός μας ξέρει
Ο Θεός μας ξέρει !
(Περί της αναίτιας θλίψης)
Στον Όλυμπο, καθώς ανεβαίνεις προς την κορυφή, υπάρχουν δίπλα σου χαράδρες όπου το χιόνι δε λιώνει ποτέ. Εκεί φυτρώνουν πανέμορφα αγριολούλουδα που βγαίνουν μέσα απ΄ το χιόνι. Έτσι που είσαι μαθημένος απ΄ τη ζωή σου στον κόσμο, όπου όλοι περιμένουν ανταπόδοση, σου φαίνεται παράξενο που φυτρώνουν τόσο όμορφα αγριολούλουδα εκεί πάνω στην ερημιά , όπου κανένα μάτι δεν θα τα δει!
Παρόμοια ομορφιά θα βρεις και στις ψυχές των απλών και ταπεινών ανθρώπων , αυτών που είναι χαρούμενοι γιατί ο Θεός τους ξέρει και δεν αμφιβάλλουν ποτέ για την αγάπη του Θεού.
Θαυμάζω τους ανθρώπους αυτούς ,που έχουν διαρκή αίσθηση της παρουσίας του Θεού. Η παρουσία του Θεού τους δίνει ό,τι χρειάζονται. Είναι χαρούμενοι και δε γκρινιάζουν γιατί κανένας δεν τους αγαπάει. Είναι ταπεινοί. Αντίθετα ο περήφανος είναι διαρκώς ταραγμένος . Το παραμικρό τον προσβάλλει.
Στην μακρά , ατέλειωτη αναζήτησή μου ( όταν δεν ήξερα τι ζητώ) , η πρώτη μου θετική συνειδητοποίηση ήταν ότι εκείνο που με θλίβει , που μου προκαλεί θλίψη χωρίς αιτία είναι η πικρή διαπίστωση ότι λείπει η αγάπη, η ένδειξη ότι εκεί δεν υπάρχει αγάπη. Αργότερα κατάλαβα ότι η απουσία της αγάπης που με πλήγωνε ήταν η αίσθηση της απουσίας του Θεού.
Συνεχίζοντας το μακρινό ταξίδι της κατανόησης έφτασα ακόμα πιο πέρα. Κατάλαβα ότι δεν ήταν η απουσία του Θεού εκτός από μένα, αλλά μέσα μου. Δεν με έθλιβε το ότι δεν μ΄ αγαπούσαν, αλλά το ότι εγώ δεν αγαπούσα. Η θλίψη δεν ήταν έξω από μένα στα πράγματα, αλλά ήταν σε μένα, στον τρόπο με τον οποίο έβλεπα τα πράγματα, (χωρίς αγάπη).
Θα σε βοηθήσουν να δεις καλύτερα το μηχανισμό της θλίψης δυο από τα πιο σπουδαία έργα της Αγίας Γραφής, ο Εκκλησιαστής και ο Ιώβ. Και τα δυο αυτά έργα μιλούν για τον αναίτιο πόνο, τον πόνο ενός αθώου και για την αναίτια θλίψη.
Αλλά δεν ωφελεί να τα διαβάσει κανείς από φιλολογικό ενδιαφέρον ή από αισθητική περιέργεια. Θα ανακαλύψει στα έργα αυτά τις βαθύτερες αιτίες του αναίτιου πόνου και της ατέλειωτης θλίψης, αν έχει ψάξει πρώτα βαθιά μέσα στον εαυτό του.
Κάθε φορά που ένιωθα θλιμμένος, δηλαδή σχεδόν πάντοτε, η εσωτερική μου φωνή με οδηγούσε προς τα εκεί όπου οδηγεί επίσης η μελέτη του Ιώβ: Στην εμπειρία της έσχατης ταπείνωσης, σ΄ αυτό που εκφράζουν τα λόγια «χους εί και εις χουν απελεύσει» (χώμα είσαι και στο χώμα θα πας) ή τα λόγια «γυμνός ήλθον και γυμνός απελεύσομαι» (Ιώβ).
Θα έπρεπε ύστερα απ΄ τη θετική αυτή διαπίστωση να παραιτηθώ απ΄ την προσδοκία της ανταπόδοσης. Να μη λυπάμαι γιατί «οι πλησίον με άφησαν κι οι φίλοι μου με ελησμόνησαν», αλλά να μου φτάνει και με το παραπάνω ότι ο Θεός με ξέρει, ότι δεν θα με αφήσει ποτέ κι ότι δεν θα με λησμονήσει ποτέ.
Θα θυμάμαι πάντα τα λόγια της μητέρας μου για τα ορφανά: «Ο Θεός ορφανά κάνει, εγκαταλειμμένα δεν κάνει». Αυτή είναι η συνολική εμπειρία ενός λαού με αρχαία παράδοση, του Ελληνικού.
« Μόνο αυτός θα σωθεί που είναι γραμμένος στο Βιβλίο της Ζωής». Μήπως το να είμαστε γραμμένοι στο Βιβλίο της Ζωής δεν είναι το ίδιο με το να μας ξέρει ο Θεός; Αλλά πόση ταπείνωση πρέπει να έχεις ,για να νιώσεις ότι ο Θεός σε ξέρει κι όχι εσύ το Θεό!
Μια ακόμα παρατήρηση θα την πω, απ΄ την προσωπική πείρα αυτή τη φορά, (όχι όλο απ΄ τα βιβλία), για να μη με ψέγουν οι φίλοι ότι γράφω ολοένα τι λένε οι άλλοι. Δεν τους αρέσει να είμαι απλώς ένας αναμεταδότης. Η παρατήρηση είναι ότι η αγάπη είναι μεταμορφωτική δύναμη. Οτιδήποτε βλέπεις με αγάπη μεταμορφώνεται και γίνεται για σένα μοναδικό. Αυτός ο τρόπος δεν έχει να κάνει τίποτα με τη θλίψη. Θλίψη είναι να βλέπεις τα πράγματα χωρίς αγάπη, να θέλεις να φύγεις γρήγορα από αυτά. Θλίψη είναι φυγή.
Αντί λοιπόν να έχουμε το πνεύμα της φυγής, να έχουμε το πνεύμα της φιλοξενίας, της αποδοχής. Μερικοί φιλοξένησαν αγγέλους, χωρίς να το ξέρουν. Τη φιλοξενία να μην τη λησμονούμε, λέει ο Απόστολος.
Οι Κρητικοί που είχαν πάντοτε μέσα τους το πνεύμα της φιλοξενίας είχαν πάντοτε καλή διάθεση κι έναν καλό λόγο για όλους. Πίστευαν ότι όλοι είναι καλοί κι οπωσδήποτε όλοι είναι καλόδεχτοι. Δεν τους είχε υποδουλώσει ο δαίμονας της φυγής, που κάνει τον άνθρωπο να μην τον χωράει ο τόπος και τον περιφέρει εδώ κι εκεί, ώσπου να βρει ευκαιρία να τον εξοντώσει. Οι Κρητικοί ήταν ευχαριστημένοι εκεί όπου βρίσκονταν. Δεν είχαν την αναίτια θλίψη μέσα τους χάρις στο πνεύμα της φιλοξενίας.
Τώρα πώς είναι οι Κρητικοί; Είναι θλιμμένοι; Δεν έχουν ένα καλό λόγο ο ένας για τον άλλον;. Δεν παίζουν λύρα; Δεν τραγουδούν; Δεν κάνουν μαντινάδες; Έχουν μόνιμη θλίψη μες στην καρδιά τους για τα χρήματα, για τα κτήματα και για τη φήμη; Ξέχασαν τη φιλοξενία;
"ΡΕΘΜΕΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ"
(Περί της αναίτιας θλίψης)
Στον Όλυμπο, καθώς ανεβαίνεις προς την κορυφή, υπάρχουν δίπλα σου χαράδρες όπου το χιόνι δε λιώνει ποτέ. Εκεί φυτρώνουν πανέμορφα αγριολούλουδα που βγαίνουν μέσα απ΄ το χιόνι. Έτσι που είσαι μαθημένος απ΄ τη ζωή σου στον κόσμο, όπου όλοι περιμένουν ανταπόδοση, σου φαίνεται παράξενο που φυτρώνουν τόσο όμορφα αγριολούλουδα εκεί πάνω στην ερημιά , όπου κανένα μάτι δεν θα τα δει!
Παρόμοια ομορφιά θα βρεις και στις ψυχές των απλών και ταπεινών ανθρώπων , αυτών που είναι χαρούμενοι γιατί ο Θεός τους ξέρει και δεν αμφιβάλλουν ποτέ για την αγάπη του Θεού.
Θαυμάζω τους ανθρώπους αυτούς ,που έχουν διαρκή αίσθηση της παρουσίας του Θεού. Η παρουσία του Θεού τους δίνει ό,τι χρειάζονται. Είναι χαρούμενοι και δε γκρινιάζουν γιατί κανένας δεν τους αγαπάει. Είναι ταπεινοί. Αντίθετα ο περήφανος είναι διαρκώς ταραγμένος . Το παραμικρό τον προσβάλλει.
Στην μακρά , ατέλειωτη αναζήτησή μου ( όταν δεν ήξερα τι ζητώ) , η πρώτη μου θετική συνειδητοποίηση ήταν ότι εκείνο που με θλίβει , που μου προκαλεί θλίψη χωρίς αιτία είναι η πικρή διαπίστωση ότι λείπει η αγάπη, η ένδειξη ότι εκεί δεν υπάρχει αγάπη. Αργότερα κατάλαβα ότι η απουσία της αγάπης που με πλήγωνε ήταν η αίσθηση της απουσίας του Θεού.
Συνεχίζοντας το μακρινό ταξίδι της κατανόησης έφτασα ακόμα πιο πέρα. Κατάλαβα ότι δεν ήταν η απουσία του Θεού εκτός από μένα, αλλά μέσα μου. Δεν με έθλιβε το ότι δεν μ΄ αγαπούσαν, αλλά το ότι εγώ δεν αγαπούσα. Η θλίψη δεν ήταν έξω από μένα στα πράγματα, αλλά ήταν σε μένα, στον τρόπο με τον οποίο έβλεπα τα πράγματα, (χωρίς αγάπη).
Θα σε βοηθήσουν να δεις καλύτερα το μηχανισμό της θλίψης δυο από τα πιο σπουδαία έργα της Αγίας Γραφής, ο Εκκλησιαστής και ο Ιώβ. Και τα δυο αυτά έργα μιλούν για τον αναίτιο πόνο, τον πόνο ενός αθώου και για την αναίτια θλίψη.
Αλλά δεν ωφελεί να τα διαβάσει κανείς από φιλολογικό ενδιαφέρον ή από αισθητική περιέργεια. Θα ανακαλύψει στα έργα αυτά τις βαθύτερες αιτίες του αναίτιου πόνου και της ατέλειωτης θλίψης, αν έχει ψάξει πρώτα βαθιά μέσα στον εαυτό του.
Κάθε φορά που ένιωθα θλιμμένος, δηλαδή σχεδόν πάντοτε, η εσωτερική μου φωνή με οδηγούσε προς τα εκεί όπου οδηγεί επίσης η μελέτη του Ιώβ: Στην εμπειρία της έσχατης ταπείνωσης, σ΄ αυτό που εκφράζουν τα λόγια «χους εί και εις χουν απελεύσει» (χώμα είσαι και στο χώμα θα πας) ή τα λόγια «γυμνός ήλθον και γυμνός απελεύσομαι» (Ιώβ).
Θα έπρεπε ύστερα απ΄ τη θετική αυτή διαπίστωση να παραιτηθώ απ΄ την προσδοκία της ανταπόδοσης. Να μη λυπάμαι γιατί «οι πλησίον με άφησαν κι οι φίλοι μου με ελησμόνησαν», αλλά να μου φτάνει και με το παραπάνω ότι ο Θεός με ξέρει, ότι δεν θα με αφήσει ποτέ κι ότι δεν θα με λησμονήσει ποτέ.
Θα θυμάμαι πάντα τα λόγια της μητέρας μου για τα ορφανά: «Ο Θεός ορφανά κάνει, εγκαταλειμμένα δεν κάνει». Αυτή είναι η συνολική εμπειρία ενός λαού με αρχαία παράδοση, του Ελληνικού.
« Μόνο αυτός θα σωθεί που είναι γραμμένος στο Βιβλίο της Ζωής». Μήπως το να είμαστε γραμμένοι στο Βιβλίο της Ζωής δεν είναι το ίδιο με το να μας ξέρει ο Θεός; Αλλά πόση ταπείνωση πρέπει να έχεις ,για να νιώσεις ότι ο Θεός σε ξέρει κι όχι εσύ το Θεό!
Μια ακόμα παρατήρηση θα την πω, απ΄ την προσωπική πείρα αυτή τη φορά, (όχι όλο απ΄ τα βιβλία), για να μη με ψέγουν οι φίλοι ότι γράφω ολοένα τι λένε οι άλλοι. Δεν τους αρέσει να είμαι απλώς ένας αναμεταδότης. Η παρατήρηση είναι ότι η αγάπη είναι μεταμορφωτική δύναμη. Οτιδήποτε βλέπεις με αγάπη μεταμορφώνεται και γίνεται για σένα μοναδικό. Αυτός ο τρόπος δεν έχει να κάνει τίποτα με τη θλίψη. Θλίψη είναι να βλέπεις τα πράγματα χωρίς αγάπη, να θέλεις να φύγεις γρήγορα από αυτά. Θλίψη είναι φυγή.
Αντί λοιπόν να έχουμε το πνεύμα της φυγής, να έχουμε το πνεύμα της φιλοξενίας, της αποδοχής. Μερικοί φιλοξένησαν αγγέλους, χωρίς να το ξέρουν. Τη φιλοξενία να μην τη λησμονούμε, λέει ο Απόστολος.
Οι Κρητικοί που είχαν πάντοτε μέσα τους το πνεύμα της φιλοξενίας είχαν πάντοτε καλή διάθεση κι έναν καλό λόγο για όλους. Πίστευαν ότι όλοι είναι καλοί κι οπωσδήποτε όλοι είναι καλόδεχτοι. Δεν τους είχε υποδουλώσει ο δαίμονας της φυγής, που κάνει τον άνθρωπο να μην τον χωράει ο τόπος και τον περιφέρει εδώ κι εκεί, ώσπου να βρει ευκαιρία να τον εξοντώσει. Οι Κρητικοί ήταν ευχαριστημένοι εκεί όπου βρίσκονταν. Δεν είχαν την αναίτια θλίψη μέσα τους χάρις στο πνεύμα της φιλοξενίας.
Τώρα πώς είναι οι Κρητικοί; Είναι θλιμμένοι; Δεν έχουν ένα καλό λόγο ο ένας για τον άλλον;. Δεν παίζουν λύρα; Δεν τραγουδούν; Δεν κάνουν μαντινάδες; Έχουν μόνιμη θλίψη μες στην καρδιά τους για τα χρήματα, για τα κτήματα και για τη φήμη; Ξέχασαν τη φιλοξενία;
"ΡΕΘΜΕΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ"
26.8.08
Μόσχος Ε.Λαγκουβάρδος, Η αρχαία οδός των ασεβών
ΛΑΡΙΣΙΝΑ
ΔΟΚΙΜΙΑ
Μ.Ε.Λαγκουβάρδου
Η αρχαία οδός των ασεβών
«Οι πλησίον μου με αφήκαν,
και οι γνωστοί μου με ελησμόνησαν»
Ιώβ
Η αρχαία οδός των ασεβών είναι τόσο μεγάλη που δεν προλαβαίνουμε να μιλήσουμε γι΄ αυτήν σε ένα μόνο σημείωμα. Αντί λοιπόν να θεωρητικολογήσουμε και να κουράσουμε τον ευγενικό αναγνώστη, θα μιλήσουμε για μερικές ενδείξεις για να ξέρεις ποιους δρόμους ακολουθεί κανείς.
Οι αυτοκαταστροφικοί δρόμοι είναι η καλύτερη ένδειξη ότι μέσα μας υπάρχουν φοβερές συγκρούσεις , που εκδηλώνονται με το να ακολουθούμε κάποιον λιγότερο ή περισσότερο επικίνδυνο αυτοκαταστροφικό δρόμο. Για το ίδιο θέμα ο Λέων Τολστόϊ έγραψε ένα μικρό μυθιστόρημα, για να εξηγήσει γιατί οι άνθρωποι καταστρέφουν τον εαυτό τους. Οι άνθρωποι καταστρέφουν τον εαυτό τους, υποστηρίζει ο Τολστόϊ, γιατί η ζωή τους βρίσκεται σε αντίθεση με τη συνείδησή τους. Αυτή είναι η κεντρική ιδέα του βιβλίου.
Ακολουθώντας από νέος ακόμα μερικούς αυτοκαταστροφικούς δρόμους,, είχα φτάσει στα όρια της απελπισίας με τις πρώτες δυσκολίες στην επαγγελματική μου ζωή. Ήμουν έτοιμος να παρατήσω τη δουλειά μου , γιατί φοβόμουν ότι δεν θα άντεχα. Είχα γράψει την παραίτησή μου και τη φύλαγα στο συρτάρι του γραφείου μου.
Ο φίλος μου ο Ρομπέρτος προσπαθούσε να με βοηθήσει με το να με συμβουλεύει ή να παρατήσω τη δουλειά ή να πάψω να τη φοβάμαι. Έτσι όταν τριάντα τρία χρόνια αργότερα, πήρα τη σύνταξη και του τηλεφώνησα για να του αναγγείλω το νέο, τα πρώτα λόγια που είπε ήταν : «είδες που άντεξες»!
Μια φορά πριν χρόνια διάβασα στην εφημερίδα τη συνέντευξη κάποιου ‘Ελληνα ακαδημαϊκού και σημείωσα την εξής φράση: «Όταν συναντώ δυσκολίες , συμβουλεύομαι τον Θουκυδίδη». Κράτησα τα λόγια αυτά όχι γιατί αγαπούσα το Θουκυδίδη, αλλά γιατί βρήκα κάποιον που όπως εγώ συμβουλευόταν τα βιβλία , όταν συναντούσε δυσκολίες. Το ίδιο έκανα κι εγώ από νέος ακόμα. Αν και ο πρώτος μου δάσκαλος , ο παππούς μου Αγγελάκης, δε διάβαζε βιβλία. Ο κόσμος τότε δε διάβαζε βιβλία και συμπλήρωνε τη μόρφωσή του με τα ακούσματα της εκκλησίας, με τους μύθους και τις παραδόσεις.
Τα νεανικά μου χρόνια, τα καλύτερα χρόνια του ανθρώπου, για μένα ήταν τα χειρότερα. Με βασάνιζαν φόβοι για φανταστικές αρρώστιες, ανησυχίες για τις σπουδές και για την επαγγελματική μου αποκατάσταση , χώρια οι πραγματικές αρρώστιες, αφού πριν κλείσω τα τριάντα είχα κάνει μερικές εγχειρίσεις. Για πολλά χρόνια είχα ένα μόνιμο αίσθημα ναυτίας. Ένας καθηγητής της ψυχιατρικής με συμβούλεψε να παντρευτώ για να μην τρώγομαι με τον εαυτό μου και να τρώγομαι με τη γυναίκα μου! Πραγματικά η ναυτία μου σταμάτησε με το γάμο μου!
Ο πνευματικός μου φίλος, ο Ρομπέρτος ήταν Αμερικάνος, με την τόσο ξένη με τη δική μας νοοτροπία του, και δεν καταλάβαινε γιατί δεν άφηνα τη δουλειά που δεν μου άρeσε για να βρω μια δουλειά που μου αρέσει. Όσο για μένα ήμουν πολύ νέος τότε και άπειρος για να ξέρω, ότι δεν μου άρεσε καμιά δουλειά.
Το μόνο που μου άρεσε ήταν να βλέπω τα σύννεφα να ταξιδεύουν στον ουρανό, αλλά κανένας δεν πλήρωνε για να βλέπεις τις ομορφιές της γης . Εντούτοις οι Κινέζοι πιστεύουν ότι το να μην κάνεις τίποτα είναι το πιο δύσκολο από όλα! Μόνον οι τέλειοι μπορούν να ασκούνται στο να μην κάνουν τίποτα, στο Doing Nothing !
Αντίθετα στη σημερινή Ελλάδα το να μην κάνεις τίποτα είναι η πιο εύκολη δουλειά, όπως δε υποστηρίζουν πολλοί καλοθελητές, το Doing Nothing είναι η αγαπημένη άσκηση των δημοσίων υπαλλήλων! Κάποτε με πήρε ο ύπνος σ΄ ένα παγκάκι στον Πόρο, δίπλα στο κύμα. Πέρασε μια παρέα και με ξύπνησε μιλώντας δυνατά.. «Να τον βάλουμε στο Δημόσιο», είπε κάποιος. «Είναι στο Δημόσιο», απάντησε ο φίλος του.
Τα αρχαία χρόνια οι σοφοί χάραζαν τους δρόμους και σχεδίαζαν τις πόλεις . Οι σοφοί επίσης έδιναν τις κατευθύνσεις στη ζωή με τους αρχαίους μύθους και με τα έργα της Τέχνης.. Οι σοφοί της αρχαιότητας αποτιμούσαν τον κόσμο με το κριτήριο του καλού, του ωραίου και του αληθινού, ώστε να ξέρει κανείς που οδηγεί ο δρόμος που ακολουθεί.
Ακόμα και σήμερα η μελέτη των αρχαίων μύθων είναι χρήσιμη. Οτιδήποτε είναι αληθινό υπερβαίνει την εποχή του και ισχύει για πάντα. Με αυτήν την έννοια η Χριστιανική Διδασκαλία δεν καταργεί την αρχαία σοφία, αλλά την συμπληρώνει. Οι αρχαίοι Έλληνες σοφοί είναι οι προ Χριστού χριστιανοί!
Ποιοι είναι λοιπόν αυτοί οι μύθοι που η μελέτη τους σου μαθαίνει τη χάραξη και τα όρια του αρχαίου δρόμου των ασεβών: Είναι οι μύθοι του Κρόνου, του Ορφέα και της Ευρυδίκης, της Σφίγγας, του Σισύφου, του Πίθου των Δαναϊδων κ.α.
Εκτός από τους αρχαίους αυτούς Ελληνικούς μύθους , το πιο καλό έργο με θέμα τον πόνο και τα βάσανα των ανθρώπων , ακόμα κι αν δεν φταίει κανείς ,
είναι ο Ιώβ, το διαμάντι αυτό της αρχαίας Εβραϊκής Γραμματείας, που περιέχεται στα βιβλία της Αγίας Γραφής!
"ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ"
ΔΟΚΙΜΙΑ
Μ.Ε.Λαγκουβάρδου
Η αρχαία οδός των ασεβών
«Οι πλησίον μου με αφήκαν,
και οι γνωστοί μου με ελησμόνησαν»
Ιώβ
Η αρχαία οδός των ασεβών είναι τόσο μεγάλη που δεν προλαβαίνουμε να μιλήσουμε γι΄ αυτήν σε ένα μόνο σημείωμα. Αντί λοιπόν να θεωρητικολογήσουμε και να κουράσουμε τον ευγενικό αναγνώστη, θα μιλήσουμε για μερικές ενδείξεις για να ξέρεις ποιους δρόμους ακολουθεί κανείς.
Οι αυτοκαταστροφικοί δρόμοι είναι η καλύτερη ένδειξη ότι μέσα μας υπάρχουν φοβερές συγκρούσεις , που εκδηλώνονται με το να ακολουθούμε κάποιον λιγότερο ή περισσότερο επικίνδυνο αυτοκαταστροφικό δρόμο. Για το ίδιο θέμα ο Λέων Τολστόϊ έγραψε ένα μικρό μυθιστόρημα, για να εξηγήσει γιατί οι άνθρωποι καταστρέφουν τον εαυτό τους. Οι άνθρωποι καταστρέφουν τον εαυτό τους, υποστηρίζει ο Τολστόϊ, γιατί η ζωή τους βρίσκεται σε αντίθεση με τη συνείδησή τους. Αυτή είναι η κεντρική ιδέα του βιβλίου.
Ακολουθώντας από νέος ακόμα μερικούς αυτοκαταστροφικούς δρόμους,, είχα φτάσει στα όρια της απελπισίας με τις πρώτες δυσκολίες στην επαγγελματική μου ζωή. Ήμουν έτοιμος να παρατήσω τη δουλειά μου , γιατί φοβόμουν ότι δεν θα άντεχα. Είχα γράψει την παραίτησή μου και τη φύλαγα στο συρτάρι του γραφείου μου.
Ο φίλος μου ο Ρομπέρτος προσπαθούσε να με βοηθήσει με το να με συμβουλεύει ή να παρατήσω τη δουλειά ή να πάψω να τη φοβάμαι. Έτσι όταν τριάντα τρία χρόνια αργότερα, πήρα τη σύνταξη και του τηλεφώνησα για να του αναγγείλω το νέο, τα πρώτα λόγια που είπε ήταν : «είδες που άντεξες»!
Μια φορά πριν χρόνια διάβασα στην εφημερίδα τη συνέντευξη κάποιου ‘Ελληνα ακαδημαϊκού και σημείωσα την εξής φράση: «Όταν συναντώ δυσκολίες , συμβουλεύομαι τον Θουκυδίδη». Κράτησα τα λόγια αυτά όχι γιατί αγαπούσα το Θουκυδίδη, αλλά γιατί βρήκα κάποιον που όπως εγώ συμβουλευόταν τα βιβλία , όταν συναντούσε δυσκολίες. Το ίδιο έκανα κι εγώ από νέος ακόμα. Αν και ο πρώτος μου δάσκαλος , ο παππούς μου Αγγελάκης, δε διάβαζε βιβλία. Ο κόσμος τότε δε διάβαζε βιβλία και συμπλήρωνε τη μόρφωσή του με τα ακούσματα της εκκλησίας, με τους μύθους και τις παραδόσεις.
Τα νεανικά μου χρόνια, τα καλύτερα χρόνια του ανθρώπου, για μένα ήταν τα χειρότερα. Με βασάνιζαν φόβοι για φανταστικές αρρώστιες, ανησυχίες για τις σπουδές και για την επαγγελματική μου αποκατάσταση , χώρια οι πραγματικές αρρώστιες, αφού πριν κλείσω τα τριάντα είχα κάνει μερικές εγχειρίσεις. Για πολλά χρόνια είχα ένα μόνιμο αίσθημα ναυτίας. Ένας καθηγητής της ψυχιατρικής με συμβούλεψε να παντρευτώ για να μην τρώγομαι με τον εαυτό μου και να τρώγομαι με τη γυναίκα μου! Πραγματικά η ναυτία μου σταμάτησε με το γάμο μου!
Ο πνευματικός μου φίλος, ο Ρομπέρτος ήταν Αμερικάνος, με την τόσο ξένη με τη δική μας νοοτροπία του, και δεν καταλάβαινε γιατί δεν άφηνα τη δουλειά που δεν μου άρeσε για να βρω μια δουλειά που μου αρέσει. Όσο για μένα ήμουν πολύ νέος τότε και άπειρος για να ξέρω, ότι δεν μου άρεσε καμιά δουλειά.
Το μόνο που μου άρεσε ήταν να βλέπω τα σύννεφα να ταξιδεύουν στον ουρανό, αλλά κανένας δεν πλήρωνε για να βλέπεις τις ομορφιές της γης . Εντούτοις οι Κινέζοι πιστεύουν ότι το να μην κάνεις τίποτα είναι το πιο δύσκολο από όλα! Μόνον οι τέλειοι μπορούν να ασκούνται στο να μην κάνουν τίποτα, στο Doing Nothing !
Αντίθετα στη σημερινή Ελλάδα το να μην κάνεις τίποτα είναι η πιο εύκολη δουλειά, όπως δε υποστηρίζουν πολλοί καλοθελητές, το Doing Nothing είναι η αγαπημένη άσκηση των δημοσίων υπαλλήλων! Κάποτε με πήρε ο ύπνος σ΄ ένα παγκάκι στον Πόρο, δίπλα στο κύμα. Πέρασε μια παρέα και με ξύπνησε μιλώντας δυνατά.. «Να τον βάλουμε στο Δημόσιο», είπε κάποιος. «Είναι στο Δημόσιο», απάντησε ο φίλος του.
Τα αρχαία χρόνια οι σοφοί χάραζαν τους δρόμους και σχεδίαζαν τις πόλεις . Οι σοφοί επίσης έδιναν τις κατευθύνσεις στη ζωή με τους αρχαίους μύθους και με τα έργα της Τέχνης.. Οι σοφοί της αρχαιότητας αποτιμούσαν τον κόσμο με το κριτήριο του καλού, του ωραίου και του αληθινού, ώστε να ξέρει κανείς που οδηγεί ο δρόμος που ακολουθεί.
Ακόμα και σήμερα η μελέτη των αρχαίων μύθων είναι χρήσιμη. Οτιδήποτε είναι αληθινό υπερβαίνει την εποχή του και ισχύει για πάντα. Με αυτήν την έννοια η Χριστιανική Διδασκαλία δεν καταργεί την αρχαία σοφία, αλλά την συμπληρώνει. Οι αρχαίοι Έλληνες σοφοί είναι οι προ Χριστού χριστιανοί!
Ποιοι είναι λοιπόν αυτοί οι μύθοι που η μελέτη τους σου μαθαίνει τη χάραξη και τα όρια του αρχαίου δρόμου των ασεβών: Είναι οι μύθοι του Κρόνου, του Ορφέα και της Ευρυδίκης, της Σφίγγας, του Σισύφου, του Πίθου των Δαναϊδων κ.α.
Εκτός από τους αρχαίους αυτούς Ελληνικούς μύθους , το πιο καλό έργο με θέμα τον πόνο και τα βάσανα των ανθρώπων , ακόμα κι αν δεν φταίει κανείς ,
είναι ο Ιώβ, το διαμάντι αυτό της αρχαίας Εβραϊκής Γραμματείας, που περιέχεται στα βιβλία της Αγίας Γραφής!
"ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ"
25.8.08
Οι καλύτερες ευχές , Μόσχου Ε. Λαγκουβάρδου
«Ο λαός ούτος τοις χείλεσι με τιμά,
η δε καρδία αυτών πόρω απέχει απ΄εμού»
Ματθ.15,8
Οι αληθινές σκέψεις και τα αισθήματα βγαίνουν μέσα απ΄την καρδιά. Στην Ορθόδοξη Παράδοση η καρδιά είναι το πνευματικό κέντρο του ανθρώπου. ¨Ολη η εργασία που γίνεται για την κάθαρση του ανθρώπου από τα πάθη γίνεται μέσα στην καρδιά.
Οι άγιοι διαφέρουν από μας, γιατί προσέχουν την καρδιά τους να μένει πάντοτε καθαρή από μάταιες σκέψεις. Αντί να αγωνίζονται να αλλάξουν τον κόσμο, αγωνίζονται να αλλάξουν οι ίδιοι, για να μην είναι δούλοι στα πάθη της φιληδονίας, της φιλοχρηματίας και της ματαιοδοξίας. Το κέντρο του ανθρώπου είναι η καρδιά , αυτή που ονομάζεται στην εκκλησιαστική γλώσσα «βαθιά καρδιά».
Οι καλύτερες ευχές είναι αυτές που γίνονται με την καρδιά, αυτές που βγαίνουν μέσα από τα βάθη της καρδιάς, που δεν μπορείς να τις πεις χωρίς να αναστενάξεις. Είναι οι ευχές που συνδέονται με τα επιφωνήματα του πόνου, της θλίψης, της νοσταλγίας, της χαράς, της απόλαυσης κ.ά.
Από τα λόγια της Γραφής ότι θα ζητηθεί το αίμα των προφητών από του Άβελ του δικαίου έως του Ζαχαρίου, συνάγεται ότι η πανανθρώπινη ευχή που θα δεις αν κοιτάξεις μέσα στα μάτια του κάθε ανθρώπου είναι η ενδόμυχη ευχή «μη με σκοτώσεις». Τέτοιες ευχές βγαίνουν από μέσα μας με βαθύ αναστεναγμό. Δεν εκφράζονται χωρίς στεναγμό.
«Αχ, τι δρόμος μακρύς,/ Αχ, γενναίο άλογό μου,/ Αχ, ο θάνατος με περιμένει /προτού να φτάσω στην Κόρδοβα.». Οι στίχοι αυτοί είναι οι τελευταίοι στίχοι του ποιήματος του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, «Το τραγούδι του καβαλάρη».
Κάθε στίχος είναι κι ένας βαθύς αναστεναγμός που βγαίνει απ΄ την καρδιά του καβαλάρη για το γενναίο άλογό του, για το μακρύ δρόμο, για το θάνατο που περιμένει προτού φτάσει ο άνθρωπος στον προορισμό του, στην Κόρδοβα, τη μακρινή και μόνη, που μοιάζει πιο μακρινή και πιο μόνη με το προσωπικό δράμα του καθενός.
Καλή ήταν η ευχή του παππού μου Αγγελάκη. Την έλεγε πάντα με την πρώτη γουλιά που έπινε, όταν το κρασί ήταν καλό. «Στο Θεό ν’ άρέσει» ευχόταν απ΄ την καρδιά του. «Στο Θεό ν’ αρέσει», «Χριστέ και Παναγιά», « Χριστέ κι απόστολε» κι άλλες πολλές τέτοιες ευχές που λέγονται αυθόρμητα απ΄ τους απλούς ανθρώπους στις καθημερινές στιγμές τους είναι όλες καλές ευχές, γιατί βγαίνουν μέσα απ΄ την καρδιά. Δε λέγονται αλλιώς.
Δοκίμασε να πεις μια παρόμοια ευχή χωρίς αναστεναγμό, ψεύτικα και υποκριτικά και θα δεις ότι δεν μπορείς να την πεις με επιτήδευση, ύστερα από σκέψη, παρά μόνο αυθόρμητα, όπως τα επιφωνήματα. Οι ευχές αυτές είναι ένα είδος επιφωνήματα.
Ειδικότερα η ευχή «στο Θεό ν’ αρέσει» είναι μια απ΄ τις καλύτερες ευχές, όχι μόνο επειδή προέχει το θέλημα του Θεού και όχι το δικό μας, αλλά το σπουδαιότερο , γιατί κάθε επιθυμία για το θέλημα του Θεού είναι και μια επιθυμία λιγότερη για το δικό μας θέλημα.
Για να εκτιμήσουμε πόσο σπουδαίο είναι αυτό πρέπει να μπούμε στο βαθύτερο νόημα της Δέκατης Εντολής που αφορά τις επιθυμίες. Ο σύγχρονος Γάλλος φιλόσοφος Ρενέ Ζιράρ ονομάζει τις επιθυμίες των ανθρώπων «μιμητικές», διότι επιθυμούμε εκείνο που αρέσει στους άλλους και όχι εκείνο που αρέσει στο Θεό.
Μιμούμαστε τους άλλους στις επιθυμίες τους. Η επιθυμία για κείνο που αρέσει στους άλλους προκαλεί την εξέγερση των άλλων και είναι κατά τον Ζιράρ, η αιτία που προκαλεί τη μαζική βία .
Η επιθυμία αυτού που αρέσει στο Θεό, η ευχή «στο Θεό ν’ αρέσει», εμποδίζει την «μιμητική» επιθυμία , την επιθυμία αυτών που αρέσουν στους άλλους και θεραπεύει την αιτία που προκαλεί την μαζική βία. Την ίδια καλή ευχή κάνουμε και στην προσευχή του «πάτερ ημών», όταν ευχόμαστε να γίνει το θέλημα του Θεού.
Ίσως ρωτήσεις, ευγενικέ αναγνώστη, τι είναι αυτό που προκαλεί την μιμητική επιθυμία. Γιατί μιμούμαστε τις επιθυμίες των άλλων; Γιατί αν κάτι δεν το θέλει κανένας, δεν το θέλουμε κι εμείς. Γιατί όταν πηγαίνουμε κάπου, όσο ωραίο κι αν είναι το μέρος εκείνο δεν μας αρέσει . Φεύγουμε δυσαρεστημένοι γιατί είναι «ερημιά». Δεν επιθυμούμε το μέρος αυτό, ακόμα κι αν είναι το ωραιότερο του κόσμου, αν δεν υπάρχουν άλλοι να τους μιμηθούμε.
Όσο δεν επιθυμούσε κανείς πατάτες, γιατί ήταν άγνωστες την εποχή εκείνη ( ήρθαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα επί Καποδίστρια) κανένας δεν τις έπαιρνε. Παρέμεναν αφύλακτες στο σταθμό του τραίνου. Μόλις έβαλαν φρουρούς να τις φυλάγουν με σκοπό να τις πουλήσουν, πράγμα που σήμαινε ότι υπήρχαν κάποιοι που τις ήθελαν, ξύπνησε και η μιμητική επιθυμία των πολλών που είτε τις αγόραζαν, είτε τις έκλεβαν.
Ύστερα από όλα αυτά προβάλλει ακόμα ένα ερώτημα. Γιατί έχουμε την μιμητική επιθυμία για πράγματα που αρέσουν στους άλλους και σπανίως για πράγματα που αρέσουν στο Θεό; Σχεδόν κανείς δεν μιμείται αυτό που αρέσει στο Θεό! Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι ότι μιμούμαστε τις επιθυμίες των άλλων για το χρήμα, τη φήμη, τις τιμές τις διακρίσεις και οτιδήποτε άλλο προβάλλει ο κόσμος ως πρότυπο. Η ειρήνη, η δικαιοσύνη, η χαρά η πνευματική και οτιδήποτε άλλο αρέσει στο Θεό δεν έχει πρότυπο, γιατί κανείς δεν το προβάλλει.
Η αληθινή αγάπη του Θεού, ο θείος έρωτας, δε γίνεται με την προσδοκία της ανταπόδοσης. «Λογισμός, που σου υπόσχεται τιμές και διακρίσεις» λέει ο Άγιος Νείλος «καταισχύνη σου ετοιμάζει».
η δε καρδία αυτών πόρω απέχει απ΄εμού»
Ματθ.15,8
Οι αληθινές σκέψεις και τα αισθήματα βγαίνουν μέσα απ΄την καρδιά. Στην Ορθόδοξη Παράδοση η καρδιά είναι το πνευματικό κέντρο του ανθρώπου. ¨Ολη η εργασία που γίνεται για την κάθαρση του ανθρώπου από τα πάθη γίνεται μέσα στην καρδιά.
Οι άγιοι διαφέρουν από μας, γιατί προσέχουν την καρδιά τους να μένει πάντοτε καθαρή από μάταιες σκέψεις. Αντί να αγωνίζονται να αλλάξουν τον κόσμο, αγωνίζονται να αλλάξουν οι ίδιοι, για να μην είναι δούλοι στα πάθη της φιληδονίας, της φιλοχρηματίας και της ματαιοδοξίας. Το κέντρο του ανθρώπου είναι η καρδιά , αυτή που ονομάζεται στην εκκλησιαστική γλώσσα «βαθιά καρδιά».
Οι καλύτερες ευχές είναι αυτές που γίνονται με την καρδιά, αυτές που βγαίνουν μέσα από τα βάθη της καρδιάς, που δεν μπορείς να τις πεις χωρίς να αναστενάξεις. Είναι οι ευχές που συνδέονται με τα επιφωνήματα του πόνου, της θλίψης, της νοσταλγίας, της χαράς, της απόλαυσης κ.ά.
Από τα λόγια της Γραφής ότι θα ζητηθεί το αίμα των προφητών από του Άβελ του δικαίου έως του Ζαχαρίου, συνάγεται ότι η πανανθρώπινη ευχή που θα δεις αν κοιτάξεις μέσα στα μάτια του κάθε ανθρώπου είναι η ενδόμυχη ευχή «μη με σκοτώσεις». Τέτοιες ευχές βγαίνουν από μέσα μας με βαθύ αναστεναγμό. Δεν εκφράζονται χωρίς στεναγμό.
«Αχ, τι δρόμος μακρύς,/ Αχ, γενναίο άλογό μου,/ Αχ, ο θάνατος με περιμένει /προτού να φτάσω στην Κόρδοβα.». Οι στίχοι αυτοί είναι οι τελευταίοι στίχοι του ποιήματος του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, «Το τραγούδι του καβαλάρη».
Κάθε στίχος είναι κι ένας βαθύς αναστεναγμός που βγαίνει απ΄ την καρδιά του καβαλάρη για το γενναίο άλογό του, για το μακρύ δρόμο, για το θάνατο που περιμένει προτού φτάσει ο άνθρωπος στον προορισμό του, στην Κόρδοβα, τη μακρινή και μόνη, που μοιάζει πιο μακρινή και πιο μόνη με το προσωπικό δράμα του καθενός.
Καλή ήταν η ευχή του παππού μου Αγγελάκη. Την έλεγε πάντα με την πρώτη γουλιά που έπινε, όταν το κρασί ήταν καλό. «Στο Θεό ν’ άρέσει» ευχόταν απ΄ την καρδιά του. «Στο Θεό ν’ αρέσει», «Χριστέ και Παναγιά», « Χριστέ κι απόστολε» κι άλλες πολλές τέτοιες ευχές που λέγονται αυθόρμητα απ΄ τους απλούς ανθρώπους στις καθημερινές στιγμές τους είναι όλες καλές ευχές, γιατί βγαίνουν μέσα απ΄ την καρδιά. Δε λέγονται αλλιώς.
Δοκίμασε να πεις μια παρόμοια ευχή χωρίς αναστεναγμό, ψεύτικα και υποκριτικά και θα δεις ότι δεν μπορείς να την πεις με επιτήδευση, ύστερα από σκέψη, παρά μόνο αυθόρμητα, όπως τα επιφωνήματα. Οι ευχές αυτές είναι ένα είδος επιφωνήματα.
Ειδικότερα η ευχή «στο Θεό ν’ αρέσει» είναι μια απ΄ τις καλύτερες ευχές, όχι μόνο επειδή προέχει το θέλημα του Θεού και όχι το δικό μας, αλλά το σπουδαιότερο , γιατί κάθε επιθυμία για το θέλημα του Θεού είναι και μια επιθυμία λιγότερη για το δικό μας θέλημα.
Για να εκτιμήσουμε πόσο σπουδαίο είναι αυτό πρέπει να μπούμε στο βαθύτερο νόημα της Δέκατης Εντολής που αφορά τις επιθυμίες. Ο σύγχρονος Γάλλος φιλόσοφος Ρενέ Ζιράρ ονομάζει τις επιθυμίες των ανθρώπων «μιμητικές», διότι επιθυμούμε εκείνο που αρέσει στους άλλους και όχι εκείνο που αρέσει στο Θεό.
Μιμούμαστε τους άλλους στις επιθυμίες τους. Η επιθυμία για κείνο που αρέσει στους άλλους προκαλεί την εξέγερση των άλλων και είναι κατά τον Ζιράρ, η αιτία που προκαλεί τη μαζική βία .
Η επιθυμία αυτού που αρέσει στο Θεό, η ευχή «στο Θεό ν’ αρέσει», εμποδίζει την «μιμητική» επιθυμία , την επιθυμία αυτών που αρέσουν στους άλλους και θεραπεύει την αιτία που προκαλεί την μαζική βία. Την ίδια καλή ευχή κάνουμε και στην προσευχή του «πάτερ ημών», όταν ευχόμαστε να γίνει το θέλημα του Θεού.
Ίσως ρωτήσεις, ευγενικέ αναγνώστη, τι είναι αυτό που προκαλεί την μιμητική επιθυμία. Γιατί μιμούμαστε τις επιθυμίες των άλλων; Γιατί αν κάτι δεν το θέλει κανένας, δεν το θέλουμε κι εμείς. Γιατί όταν πηγαίνουμε κάπου, όσο ωραίο κι αν είναι το μέρος εκείνο δεν μας αρέσει . Φεύγουμε δυσαρεστημένοι γιατί είναι «ερημιά». Δεν επιθυμούμε το μέρος αυτό, ακόμα κι αν είναι το ωραιότερο του κόσμου, αν δεν υπάρχουν άλλοι να τους μιμηθούμε.
Όσο δεν επιθυμούσε κανείς πατάτες, γιατί ήταν άγνωστες την εποχή εκείνη ( ήρθαν για πρώτη φορά στην Ελλάδα επί Καποδίστρια) κανένας δεν τις έπαιρνε. Παρέμεναν αφύλακτες στο σταθμό του τραίνου. Μόλις έβαλαν φρουρούς να τις φυλάγουν με σκοπό να τις πουλήσουν, πράγμα που σήμαινε ότι υπήρχαν κάποιοι που τις ήθελαν, ξύπνησε και η μιμητική επιθυμία των πολλών που είτε τις αγόραζαν, είτε τις έκλεβαν.
Ύστερα από όλα αυτά προβάλλει ακόμα ένα ερώτημα. Γιατί έχουμε την μιμητική επιθυμία για πράγματα που αρέσουν στους άλλους και σπανίως για πράγματα που αρέσουν στο Θεό; Σχεδόν κανείς δεν μιμείται αυτό που αρέσει στο Θεό! Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι ότι μιμούμαστε τις επιθυμίες των άλλων για το χρήμα, τη φήμη, τις τιμές τις διακρίσεις και οτιδήποτε άλλο προβάλλει ο κόσμος ως πρότυπο. Η ειρήνη, η δικαιοσύνη, η χαρά η πνευματική και οτιδήποτε άλλο αρέσει στο Θεό δεν έχει πρότυπο, γιατί κανείς δεν το προβάλλει.
Η αληθινή αγάπη του Θεού, ο θείος έρωτας, δε γίνεται με την προσδοκία της ανταπόδοσης. «Λογισμός, που σου υπόσχεται τιμές και διακρίσεις» λέει ο Άγιος Νείλος «καταισχύνη σου ετοιμάζει».
24.8.08
Βιβιάν Φορεστέρ: Η Οικονομική Φρίκη
Μ. Ε. Λαγκουβάρδου
Βιβιάν Φορεστέρ: Η Οικονομική Φρίκη
Η εργασία, κατά τη Γαλλίδα συγγραφέα Βιβιάν Φορεστέρ, έχει ουσιαστικά καταργηθεί, αφού η ανεργία δεν είναι πια μια προσωρινή κατάσταση, που πλήττει μόνο ορισμένους τομείς. Η Φορεστέρ υποστηρίζει ότι η εργασία στην πραγματικότητα είναι ένας μύθος, μια καλοστημένη απάτη, μια οντότητα χωρίς ουσία και οι αγώνες των εργαζομένων για να αποκτήσουν τον έλεγχο της δήθεν «αγοράς εργασίας» είναι μάταιοι.
«Τί απάτη! Πόσες ζωές (ανέργων) σφαγιασμένες με μοναδικό σκοπό να διατηρηθεί το ομοίωμα μιας εξαφανισμένης κοινωνίας, που βασιζόταν στην εργασία και όχι στην απουσία της (….) Ο άνεργος σήμερα δεν αποτελεί πια το αντικείμενο ενός προσωρινού, ευκαιριακού παραμερισμού, που πλήττει μόνο ορισμένους τομείς. Ο άνεργος έχει να αντιμετωπίσει μία γενικευμένη κατάρρευση.»
Η Βιβιάν Φορεστέρ είναι μυθιστοριογράφος, δημοσιογράφος και κριτικός της λογοτεχνίας στην εφημερίδα Μοντ. Το βιβλίο της «Η Οικονομική Φρίκη» κυκλοφορεί στις εκδόσεις «Τα Σύνορα», στη σειρά «Κοινωνία και Εξουσία», σε μετάφραση της Αγγέλας Βερυκοκάκη. Η Φορεστέρ διαθέτει όχι μόνο τις ανάλογες γνώσεις που απαιτεί η ανάλυση σε βάθος των προβλημάτων που πραγματεύεται στο βιβλίο της αλλά και την τόλμη να αποκαλύψει τις τραγικές πλευρές τους, που με τη συνηθισμένη θεώρηση δεν είναι ορατές.
«Οι απόψεις μας για την εργασία» υποστηρίζει η Φορεστέρ «και επομένως και για την ανεργία, γύρω από τις οποίες διαδραματίζεται (ή ισχυρίζεται ότι διαδραματίζεται) η πολιτική έχουν μετατραπεί σε ψευδαισθήσεις και οι αγώνες μας γι΄ αυτές είναι εξίσου παραληρηματικοί όσο οι μάχες του Δον Κιχώτη με τους ανεμόμυλους. (….) Ο άνεργος είναι το θύμα μιας οικουμενικής λογικής, η οποία βασίζεται στην κατάργηση αυτού που ονομάζουμε εργασία, δηλαδή των θέσεων απασχόλησης».
«Τα θύματα της εξαφάνισης της εργασίας, οι άνεργοι, αντιμετωπίζονται και κρίνονται στη βάση των ίδιων κριτηρίων που ίσχυαν την εποχή που οι θέσεις εργασίας αφθονούσαν. (….) Οι άνεργοι αυτοκατηγορούνται – όπως κατηγορούνται απ΄ τους άλλους – επειδή ζουν μία ζωή αθλιότητας ή απειλούνται από μία τέτοια ζωή.
Όλα αυτά που δεν έχουν τίποτα το αθώο οδηγούν τους άνεργους στην ντροπή, στη συναίσθηση της αναξιότητάς τους και στην πλήρη υποταγή. Από αυτό το σύστημα προκύπτει ένα ουσιαστικό ερώτημα: πρέπει να είναι κανείς «άξιος» για να ζήσει, για να έχει δικαίωμα να ζει;»
Το οικονομικό πρόβλημα απασχολεί τους Έλληνες πιο πολύ από όλα τα άλλα προβλήματα, αν και δεν γίνεται αισθητό από όλους με την αυτή ένταση και σε όλο το τραγικό βάθος, με το οποίο το περιγράφει η Βιβιάν Φορεστέρ στο αξιόλογο βιβλίο της «Η Οικονομική Φρίκη».
Η Φορεστέρ συνδέει το οικονομικό πρόβλημα με το πρόβλημα της Παιδείας. «Η σκέψη» γράφει « δε μαθαίνεται, είναι το πιο διαδεδομένο πράγμα στον κόσμο, το πιο αυθόρμητο, το πιο οργανικό. Όμως είναι επίσης και το πράγμα απ΄το οποίο μας αποτρέπουν περισσότερο. Μπορεί να ξεμάθουμε να σκεφτόμαστε. Όλα συντείνουν σ΄ αυτό (….) Για να εντρυφήσουμε στη σκέψη, απαιτείται να έχουμε κάποια εξάσκηση π.χ. να ξεχάσουμε τα επίθετα που την παρουσιάζουν ως αυστηρή, δυσχερή, απωθητική, ελιτιστική, παραλυτική και εξαιρετικά ανιαρή. Πρέπει ακόμα να μην υποκύπτουμε στην απάτη που θέλει να μας κάνει να πιστεύουμε ότι υπάρχει ένα χάσμα ανάμεσα στο πνεύμα και στο σώμα, ανάμεσα στη σκέψη και το συναίσθημα. Όταν το καταφέρουμε αυτό, θα έχουμε πετύχει κάτι που μοιάζει φοβερά με τη σωτηρία. Κι αυτό θα επιτρέψει στον καθένα να γίνει καλώς ή κακώς αυτοδίκαιος, αυτόνομος πολίτης όποια κι αν είναι η κοινωνική του θέση.»
«Δεν είναι παράξενο ότι αυτό δεν ενθαρρύνεται καθόλου. Γιατί τίποτε δεν κινητοποιεί όσο η σκέψη (….) Η σκέψη είναι πολιτική. Κι όχι μόνο η πολιτική σκέψη. Κάθε άλλο! Και μόνο το γεγονός ότι κάποιος σκέφτεται είναι πολιτική. Σ΄ αυτό οφείλεται ο ύπουλος και γι΄ αυτό αποτελεσματικός αγώνας που γίνεται στις μέρες μας, περισσότερο από ποτέ, εναντίον της σκέψης. Εναντίον της ικανότητας των ανθρώπων να σκέφτονται. Η σκέψη αποτελεί, ωστόσο, και θα αποτελεί όλο και πιο πολύ το μοναδικό όπλο μας».
(Μ.Ε.Λαγκουβάρδου, Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΘΕΡΙΣΜΟΥ, Αθήνα 2007, Βιβλιοπωλεία Παιδεία, Λάρισα)
Βιβιάν Φορεστέρ: Η Οικονομική Φρίκη
Η εργασία, κατά τη Γαλλίδα συγγραφέα Βιβιάν Φορεστέρ, έχει ουσιαστικά καταργηθεί, αφού η ανεργία δεν είναι πια μια προσωρινή κατάσταση, που πλήττει μόνο ορισμένους τομείς. Η Φορεστέρ υποστηρίζει ότι η εργασία στην πραγματικότητα είναι ένας μύθος, μια καλοστημένη απάτη, μια οντότητα χωρίς ουσία και οι αγώνες των εργαζομένων για να αποκτήσουν τον έλεγχο της δήθεν «αγοράς εργασίας» είναι μάταιοι.
«Τί απάτη! Πόσες ζωές (ανέργων) σφαγιασμένες με μοναδικό σκοπό να διατηρηθεί το ομοίωμα μιας εξαφανισμένης κοινωνίας, που βασιζόταν στην εργασία και όχι στην απουσία της (….) Ο άνεργος σήμερα δεν αποτελεί πια το αντικείμενο ενός προσωρινού, ευκαιριακού παραμερισμού, που πλήττει μόνο ορισμένους τομείς. Ο άνεργος έχει να αντιμετωπίσει μία γενικευμένη κατάρρευση.»
Η Βιβιάν Φορεστέρ είναι μυθιστοριογράφος, δημοσιογράφος και κριτικός της λογοτεχνίας στην εφημερίδα Μοντ. Το βιβλίο της «Η Οικονομική Φρίκη» κυκλοφορεί στις εκδόσεις «Τα Σύνορα», στη σειρά «Κοινωνία και Εξουσία», σε μετάφραση της Αγγέλας Βερυκοκάκη. Η Φορεστέρ διαθέτει όχι μόνο τις ανάλογες γνώσεις που απαιτεί η ανάλυση σε βάθος των προβλημάτων που πραγματεύεται στο βιβλίο της αλλά και την τόλμη να αποκαλύψει τις τραγικές πλευρές τους, που με τη συνηθισμένη θεώρηση δεν είναι ορατές.
«Οι απόψεις μας για την εργασία» υποστηρίζει η Φορεστέρ «και επομένως και για την ανεργία, γύρω από τις οποίες διαδραματίζεται (ή ισχυρίζεται ότι διαδραματίζεται) η πολιτική έχουν μετατραπεί σε ψευδαισθήσεις και οι αγώνες μας γι΄ αυτές είναι εξίσου παραληρηματικοί όσο οι μάχες του Δον Κιχώτη με τους ανεμόμυλους. (….) Ο άνεργος είναι το θύμα μιας οικουμενικής λογικής, η οποία βασίζεται στην κατάργηση αυτού που ονομάζουμε εργασία, δηλαδή των θέσεων απασχόλησης».
«Τα θύματα της εξαφάνισης της εργασίας, οι άνεργοι, αντιμετωπίζονται και κρίνονται στη βάση των ίδιων κριτηρίων που ίσχυαν την εποχή που οι θέσεις εργασίας αφθονούσαν. (….) Οι άνεργοι αυτοκατηγορούνται – όπως κατηγορούνται απ΄ τους άλλους – επειδή ζουν μία ζωή αθλιότητας ή απειλούνται από μία τέτοια ζωή.
Όλα αυτά που δεν έχουν τίποτα το αθώο οδηγούν τους άνεργους στην ντροπή, στη συναίσθηση της αναξιότητάς τους και στην πλήρη υποταγή. Από αυτό το σύστημα προκύπτει ένα ουσιαστικό ερώτημα: πρέπει να είναι κανείς «άξιος» για να ζήσει, για να έχει δικαίωμα να ζει;»
Το οικονομικό πρόβλημα απασχολεί τους Έλληνες πιο πολύ από όλα τα άλλα προβλήματα, αν και δεν γίνεται αισθητό από όλους με την αυτή ένταση και σε όλο το τραγικό βάθος, με το οποίο το περιγράφει η Βιβιάν Φορεστέρ στο αξιόλογο βιβλίο της «Η Οικονομική Φρίκη».
Η Φορεστέρ συνδέει το οικονομικό πρόβλημα με το πρόβλημα της Παιδείας. «Η σκέψη» γράφει « δε μαθαίνεται, είναι το πιο διαδεδομένο πράγμα στον κόσμο, το πιο αυθόρμητο, το πιο οργανικό. Όμως είναι επίσης και το πράγμα απ΄το οποίο μας αποτρέπουν περισσότερο. Μπορεί να ξεμάθουμε να σκεφτόμαστε. Όλα συντείνουν σ΄ αυτό (….) Για να εντρυφήσουμε στη σκέψη, απαιτείται να έχουμε κάποια εξάσκηση π.χ. να ξεχάσουμε τα επίθετα που την παρουσιάζουν ως αυστηρή, δυσχερή, απωθητική, ελιτιστική, παραλυτική και εξαιρετικά ανιαρή. Πρέπει ακόμα να μην υποκύπτουμε στην απάτη που θέλει να μας κάνει να πιστεύουμε ότι υπάρχει ένα χάσμα ανάμεσα στο πνεύμα και στο σώμα, ανάμεσα στη σκέψη και το συναίσθημα. Όταν το καταφέρουμε αυτό, θα έχουμε πετύχει κάτι που μοιάζει φοβερά με τη σωτηρία. Κι αυτό θα επιτρέψει στον καθένα να γίνει καλώς ή κακώς αυτοδίκαιος, αυτόνομος πολίτης όποια κι αν είναι η κοινωνική του θέση.»
«Δεν είναι παράξενο ότι αυτό δεν ενθαρρύνεται καθόλου. Γιατί τίποτε δεν κινητοποιεί όσο η σκέψη (….) Η σκέψη είναι πολιτική. Κι όχι μόνο η πολιτική σκέψη. Κάθε άλλο! Και μόνο το γεγονός ότι κάποιος σκέφτεται είναι πολιτική. Σ΄ αυτό οφείλεται ο ύπουλος και γι΄ αυτό αποτελεσματικός αγώνας που γίνεται στις μέρες μας, περισσότερο από ποτέ, εναντίον της σκέψης. Εναντίον της ικανότητας των ανθρώπων να σκέφτονται. Η σκέψη αποτελεί, ωστόσο, και θα αποτελεί όλο και πιο πολύ το μοναδικό όπλο μας».
(Μ.Ε.Λαγκουβάρδου, Ο ΘΕΟΣ ΤΟΥ ΘΕΡΙΣΜΟΥ, Αθήνα 2007, Βιβλιοπωλεία Παιδεία, Λάρισα)
23.8.08
Χαμογελώντας θλιμμένα
Μ.Ε.Λαγκουβάρδου
Χαμογελώντας θλιμμένα, σ’ ένα κόσμο που αυτοκτονεί!
( Η τέχνη να είσαι χαλαρός)
Χαμογελώντας θλιμμένα , σ΄ ένα κόσμο που αυτοκτονεί , είναι ένας τρόπος , ίσως ο μοναδικός , όχι μόνο να επιβιώνεις, αλλά και να ζεις με ποιότητα.. Χαμογελώντας θλιμμένα ,σ΄ ένα κόσμο που αυτοκτονεί , σημαίνει ότι χαμογελάς επάνω στα θανάσιμα αμαρτήματα , που διαπράττει αυτός ο κόσμος και που ισοδυναμούν με αυτοκτονία.
Είναι άπειρος ο αριθμός των αμαρτημάτων, που διαπράττει ο κόσμος στην εποχή μας και δεν είναι δυνατόν να τα γνωρίσει κανείς , έστω και θεωρητικά και να ζήσει. (Μόνο ο Διάβολος γνωρίζει όλο αυτό το κακό του κόσμου και ζει και βασιλεύει , γιατί είναι δημιούργημά του). Οι τελευταίοι αιώνες είναι οι πιο αμαρτωλοί αιώνες της ιστορίας του ανθρώπου! Τα πιο συνηθισμένα αμαρτήματα, που μας φθείρουν , μας αρρωσταίνουν και μας στέλνουν πριν την ώρα μας στον άλλο κόσμο, είναι γνωστά σε όλους.
Τα θανάσιμα αμαρτήματα του σύγχρονου κόσμου δεν είναι καινούρια. Ήταν γνωστά απ΄ τα αρχαία μυθικά χρόνια, όπως φαίνονται απ΄ τους μύθους των αρχαίων λαών κι απ΄ τις διάφορες θρησκείες της ανθρωπότητας.
Σύμφωνα με τη χριστιανική Διδασκαλία θανάσιμα αμαρτήματα είναι αυτά που χωρίζουν την ψυχή απ΄ το Θεό. Θάνατος είναι ο χωρισμός της ψυχής απ΄ το Θεό εξαιτίας των θανάσιμων αμαρτημάτων.
Παραπλήσια ήταν και η πίστη των αρχαίων Ελλήνων, που τα θανάσιμα αμαρτήματα, αυτά που αποτελούσαν «ύβρη» προς το Θείο, τα τιμωρούσαν οι Θεοί με αιώνιες καταδίκες. Παρόμοιες «ύβρεις», που συνεπάγονται αιώνια καταδίκη είναι αυτές που διέπρατταν καθημερινά μερικοί απ΄ τους γνωστούς μου που τιμωρήθηκαν με εγκεφαλικά, ένας δε από αυτούς πήγε στον ουρανό και «προσετέθη στους πατέρες του».
Τι έκανε ο άνθρωπος αυτός και γέμισε από το άγχος που τον σκότωσε; Ήταν αυστηρός με τον εαυτό του και με τους γύρω του. Σπανίως γελούσε. Η αυστηρότητά του δεν τον επέτρεπε να δει με θλιμμένο χαμόγελο όλα αυτά τα πράγματα γύρω του, που τον στενοχωρούσαν. Δεν είχε ίσως καιρό, γιατί τον απασχολούσε διαρκώς το επάγγελμά του, προς χάριν του οποίου έβαλε σε δεύτερη μοίρα ακόμα και την οικογένειά του.
Η υποτίμηση της οικογένειας, στους αρχαίους Έλληνες ήταν θανάσιμο αμάρτημα, που επιφέρει αιώνια καταδίκη. Πότε άραγε χαλάρωνε ο άνθρωπος αυτός; Ίσως όταν έτρωγε (ήταν υπέρβαρος) ή όταν έκανε έρωτα. Αλλά κανείς δεν μπορεί να τρώει ή να κάνει έρωτα όλη τη μέρα, για να είναι χαλαρός.
Ανάλογες είναι και οι αμαρτίες των άλλων. Δεν μας επιτρέπει ο χώρος να επεκταθούμε και σ΄ αυτές μία προς μία. Άλλωστε καθένας από εμάς έχει πληθώρα από τέτοια παραδείγματα απ΄ την προσωπική, την οικογενειακή και την κοινωνική του ζωή. Έχουν δίκιο, τελικά, οι άγιοι που μας λένε , να μην αμαρτάνουμε ,για να μην πέσουμε στα χέρια των γιατρών!
Ας επιστρέψουμε στην αρχή αυτού του θλιμμένου δοκιμίου, ( μαυρίζει η ψυχή του ανθρώπου όταν συλλογιέται όλα αυτά τα στενόχωρα πράγματα).
Το θλιμμένο χαμόγελο επάνω σε όλα αυτά που μας στενοχωρούν έχει ευεργετική επίδραση στην ψυχή μας και την προφυλάσσει απ’ τη φθορά. Ο Διάβολος που θέλει το κακό του ανθρώπου δεν αντέχει να βλέπει χαμογελαστά πρόσωπα.
Το θλιμμένο χαμόγελο δείχνει ταπείνωση και πόνο. Χωρίς ταπείνωση και πόνο δεν αποκτάς πνευματικότητα. «Δος αίμα , λάβε πνεύμα». Με την ταπείνωση θα αγαπήσεις την ομορφιά της μουσικής, την ομορφιά της φύσης και τον ίδιο το Θεό, που είναι η πηγή της Ομορφιάς, της Αλήθειας και της Καλοσύνης!
Χαμογελώντας θλιμμένα, σ’ ένα κόσμο που αυτοκτονεί!
( Η τέχνη να είσαι χαλαρός)
Χαμογελώντας θλιμμένα , σ΄ ένα κόσμο που αυτοκτονεί , είναι ένας τρόπος , ίσως ο μοναδικός , όχι μόνο να επιβιώνεις, αλλά και να ζεις με ποιότητα.. Χαμογελώντας θλιμμένα ,σ΄ ένα κόσμο που αυτοκτονεί , σημαίνει ότι χαμογελάς επάνω στα θανάσιμα αμαρτήματα , που διαπράττει αυτός ο κόσμος και που ισοδυναμούν με αυτοκτονία.
Είναι άπειρος ο αριθμός των αμαρτημάτων, που διαπράττει ο κόσμος στην εποχή μας και δεν είναι δυνατόν να τα γνωρίσει κανείς , έστω και θεωρητικά και να ζήσει. (Μόνο ο Διάβολος γνωρίζει όλο αυτό το κακό του κόσμου και ζει και βασιλεύει , γιατί είναι δημιούργημά του). Οι τελευταίοι αιώνες είναι οι πιο αμαρτωλοί αιώνες της ιστορίας του ανθρώπου! Τα πιο συνηθισμένα αμαρτήματα, που μας φθείρουν , μας αρρωσταίνουν και μας στέλνουν πριν την ώρα μας στον άλλο κόσμο, είναι γνωστά σε όλους.
Τα θανάσιμα αμαρτήματα του σύγχρονου κόσμου δεν είναι καινούρια. Ήταν γνωστά απ΄ τα αρχαία μυθικά χρόνια, όπως φαίνονται απ΄ τους μύθους των αρχαίων λαών κι απ΄ τις διάφορες θρησκείες της ανθρωπότητας.
Σύμφωνα με τη χριστιανική Διδασκαλία θανάσιμα αμαρτήματα είναι αυτά που χωρίζουν την ψυχή απ΄ το Θεό. Θάνατος είναι ο χωρισμός της ψυχής απ΄ το Θεό εξαιτίας των θανάσιμων αμαρτημάτων.
Παραπλήσια ήταν και η πίστη των αρχαίων Ελλήνων, που τα θανάσιμα αμαρτήματα, αυτά που αποτελούσαν «ύβρη» προς το Θείο, τα τιμωρούσαν οι Θεοί με αιώνιες καταδίκες. Παρόμοιες «ύβρεις», που συνεπάγονται αιώνια καταδίκη είναι αυτές που διέπρατταν καθημερινά μερικοί απ΄ τους γνωστούς μου που τιμωρήθηκαν με εγκεφαλικά, ένας δε από αυτούς πήγε στον ουρανό και «προσετέθη στους πατέρες του».
Τι έκανε ο άνθρωπος αυτός και γέμισε από το άγχος που τον σκότωσε; Ήταν αυστηρός με τον εαυτό του και με τους γύρω του. Σπανίως γελούσε. Η αυστηρότητά του δεν τον επέτρεπε να δει με θλιμμένο χαμόγελο όλα αυτά τα πράγματα γύρω του, που τον στενοχωρούσαν. Δεν είχε ίσως καιρό, γιατί τον απασχολούσε διαρκώς το επάγγελμά του, προς χάριν του οποίου έβαλε σε δεύτερη μοίρα ακόμα και την οικογένειά του.
Η υποτίμηση της οικογένειας, στους αρχαίους Έλληνες ήταν θανάσιμο αμάρτημα, που επιφέρει αιώνια καταδίκη. Πότε άραγε χαλάρωνε ο άνθρωπος αυτός; Ίσως όταν έτρωγε (ήταν υπέρβαρος) ή όταν έκανε έρωτα. Αλλά κανείς δεν μπορεί να τρώει ή να κάνει έρωτα όλη τη μέρα, για να είναι χαλαρός.
Ανάλογες είναι και οι αμαρτίες των άλλων. Δεν μας επιτρέπει ο χώρος να επεκταθούμε και σ΄ αυτές μία προς μία. Άλλωστε καθένας από εμάς έχει πληθώρα από τέτοια παραδείγματα απ΄ την προσωπική, την οικογενειακή και την κοινωνική του ζωή. Έχουν δίκιο, τελικά, οι άγιοι που μας λένε , να μην αμαρτάνουμε ,για να μην πέσουμε στα χέρια των γιατρών!
Ας επιστρέψουμε στην αρχή αυτού του θλιμμένου δοκιμίου, ( μαυρίζει η ψυχή του ανθρώπου όταν συλλογιέται όλα αυτά τα στενόχωρα πράγματα).
Το θλιμμένο χαμόγελο επάνω σε όλα αυτά που μας στενοχωρούν έχει ευεργετική επίδραση στην ψυχή μας και την προφυλάσσει απ’ τη φθορά. Ο Διάβολος που θέλει το κακό του ανθρώπου δεν αντέχει να βλέπει χαμογελαστά πρόσωπα.
Το θλιμμένο χαμόγελο δείχνει ταπείνωση και πόνο. Χωρίς ταπείνωση και πόνο δεν αποκτάς πνευματικότητα. «Δος αίμα , λάβε πνεύμα». Με την ταπείνωση θα αγαπήσεις την ομορφιά της μουσικής, την ομορφιά της φύσης και τον ίδιο το Θεό, που είναι η πηγή της Ομορφιάς, της Αλήθειας και της Καλοσύνης!
Παγκοσμιοποίηση και οικουμενισμός
Παγκοσμιοποίηση και οικουμενισμός
Μ.Ε. Λαγκουβάρδου
Στη συζήτηση που έγινε στην Αμερική μεταξύ του πρωθυπουργού της Ελλάδος αείμνηστου Γεωργίου Παπανδρέου και του τότε προέδρου των ΗΠΑ Λύντον Τζόνσον, για το Κυπριακό, ο Γεώργιος Παπανδρέου είπε, ότι το Σύνταγμα της Ελλάδος δεν επιτρέπει την παραχώρηση εδάφους της χώρας σε άλλη χώρα. Ο Τζόνσον απάντησε στον Έλληνα πρωθυπουργό με τη φράση « γ…. το Σύνταγμα»!
Η χαρακτηριστική αυτή στάση των δύο πολιτικών ηγετών δείχνει το είδος της εξουσίας στην οποία πίστευαν, ο μεν πρώτος στην εξουσία με ηθικά όρια κι ο δεύτερος στην εξουσία δίχως ηθικά όρια. Ανάλογη είναι και η στάση των θρησκευτικών ηγετών του Δυτικού Κόσμου και των επισκόπων της Ορθοδοξίας. Η πίστη στο είδος της εξουσίας χωρίς ηθικά όρια στον πολιτικό τομέα γέννησε την παγκοσμιοποίηση στο εμπόριο και στην πολιτική και στον θρησκευτικό τομέα γέννησε τον οικουμενισμό στη θρησκεία. Οικουμενισμός είναι η παγκοσμιοποίηση στη θρησκεία.
Η παγκοσμιοποίηση κι ο οικουμενισμός μοιάζουν γιατί κι οι δυο αυτές έννοιες έχουν κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα την απόλυτη εξουσία στην οποία καταλήγει η δύναμη των αρχόντων (πολιτικών ή θρησκευτικών) χωρίς ηθικά όρια. Η Ορθοδοξία παραμένει πιστή στη Διδασκαλία του Χριστού, ότι ο θέλων πρώτος είναι πρέπει να είναι πάντων έσχατος. Οι επίσκοποι δεν είναι «θρησκευτικοί ηγέτες» ούτε οι πατριάρχες είναι αρχηγοί εκκλησιών, όπως αρέσκονται να ονομάζονται όσοι από αυτούς παρασύρθηκαν απ΄ την παγκοσμιοποίηση στη θρησκεία, δηλαδή τον οικουμενισμό.
Στην Ορθοδοξία το γνώρισμα ανωτερότητας είναι η αγιότητα και όχι η κοσμική εξουσία. Για τους ορθοδόξους χριστιανούς οι τιμές και οι διακρίσεις των κληρικών σαν να είναι κοσμικοί άρχοντες ( π.χ. ο επίσκοπος φέρει τον βαθμό του στρατηγού, στον πατριάρχη αποδίδονται τιμές αρχηγού κράτους κ.α.) είναι ακατανόητες και εντελώς ξένες προς την Ορθόδοξη Διδασκαλία και την Παράδοση των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας.
‘Όπως η παγκοσμιοποίηση καταργεί την ουσία της Αλήθειας, που είναι η καθολικότητα αυτής, δηλαδή η ισχύς της σε όλους τους ανθρώπους και σε όλες τις εποχές και την αντικαθιστά με την δια των όπλων καταναγκαστική επιβολή , έτσι κι ο οικουμενισμός καταργεί την πίστη στην αληθινή θρησκεία και την αντικαθιστά με την δύναμη των θρησκευτικών αρχόντων να επιβάλλουν τη θέλησή τους ,ακόμα και contra στους κανόνες της Εκκλησίας. Παντού ισχύει η δύναμη χωρίς ηθικά όρια, τόσο στην παγκοσμιοποίηση όσο και στον οικουμενισμό, που είναι όπως είπαμε το ίδιο πράγμα, η μεν πρώτη στην πολιτική και στο εμπόριο ο δε δεύτερος στη θρησκεία.
Από φιλοσοφική άποψη τόσο η παγκοσμιοποίηση όσο και ο οικουμενισμός είναι μια άλλη μορφή του μηδενισμού στον οποίο κατέληξε στην πράξη ο ορθολογισμός των Δυτικών λαών, με την έμφυτη βουλησιαρχία τους, η οποία τους χαρακτηρίζει: «Αν δεν κάνετε εκουσίως αυτό που σας λέμε, κακό για λογαριασμό σας, γιατί θα το κάνετε ακουσίως». Με αυτά τα λόγια συνόψισε τη λατρεία των Αγγλοσαξώνων για τη δύναμη δίχως ηθικά όρια, ο διάσημος Γάλλος συγγραφέας Ρομαίν Ρολλάν , σε άρθρο του γραμμένο τη δεκαετία του 1920.
«Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη σωτηρία» πρεσβεύουν οι οικουμενιστές. « Όλες οι θρησκείες είναι αληθινές» δηλώνουν ακόμα και «ορθόδοξοι» επίσκοποι , όσοι από αυτούς μολύνθηκαν απ΄ την αίρεση που συγκεντρώνει όλες τις αιρέσεις , τον οικουμενισμό και μέμφονται την Ορθοδοξία, γιατί παραμένει «αγκυλωμένη» στην πίστη της, ότι ο μόνος αληθινός Θεός είναι ο Ιησούς Χριστός.
‘Όταν οι Έλληνες ζηλεύουμε τους Δυτικούς με τον ορθολογισμό τους, ( και με το μηδενισμό τους), δεν ξέρουμε τι θέλουμε. Γιατί αν όπως λένε οι οικουμενιστές όλα είναι αληθινά, αρκεί να κατέχουν αυτοί την οποιαδήποτε εξουσία, τίποτα δεν είναι αληθινό π.χ. αν η απολυταρχία είναι το αληθινό πολίτευμα και η δημοκρατία το ίδιο, τότε κανένα από τα δυο αυτά πολιτεύματα δεν είναι αληθινό.
Αν οι απλοί άνθρωποι δεν πιστεύουν πια στην πολιτική και στους πολιτικούς αυτό οφείλεται στο ότι η πολιτική έπαψε να είναι αυτό που το ίδιο το όνομά της περιγράφει, η δραστηριότητα του πολιτισμένου με την έννοια του μορφωμένου ή όπως λέμε σήμερα καλλιεργημένου ανθρώπου. Σ’ αυτό το σημείο της έκπτωσης κατάντησε η πολιτική , ώστε κανείς πια δεν πιστεύει ότι οι πολιτικοί αγαπούν τους πολίτες και αγωνίζονται για την υλική και πνευματική τους ευημερία.
Με τον ορθολογισμό τους ντρέπονται ακόμα και να μιλήσουν για καλοσύνη, για αγάπη, για φιλανθρωπία και φιλοπατρία και γενικά για τις αρετές. Η μόνη σχέση που απομένει για να συνδέει την πολιτική και τους πολιτικούς με τον πολίτη είναι η οικονομική σχέση ως δικαίωμα προσδοκίας.
Η πνευματική απογύμνωση των αρχόντων δίνει το χειρότερο παράδειγμα στους νέους, οι οποίοι με αυτά τα πρότυπα δεν πιστεύουν πουθενά και οδηγούνται στην απελπισία. Πενταπλασιάστηκαν τα τελευταία χρόνια στη Δύση οι αυτοκτονίες των νέων.
Και ενώ περιμένουμε απ΄ την Εκκλησία τη φώτιση , δυστυχώς μια μερίδα επισκόπων, ασπάστηκε τις ιδέες του Οικουμενισμού αντί να επιβλέπει (φωτίζει) και να εμβαθύνει στην πίστη των πατέρων της Εκκλησίας ανταλλάσσει την αγάπη για τη φίλη Ορθοδοξία με τη μίμηση των Δυτικών, τους οποίους αντιγράφει με την πεποίθηση ότι με αυτόν τον τρόπο ακολουθεί την εξέλιξη και την πρόοδο. Όλο αυτόν τον καιρό που έχουν στη διάθεσή τους να μελετούν και να προσεύχονται , τον ξοδεύουν σε διοικητικά και κυρίως οικονομικά ενδιαφέροντα , όπως οι κοσμικοί εκείνοι άρχοντες, που όπως λέει το Ευαγγέλιο «καταδυναστεύουν τους λαούς».
Τι είναι λοιπόν η εξέλιξη και η πρόοδο στη σκέψη αυτών των ζηλωτών του οικουμενισμού επισκόπων, που τους κάνει να βλέπουν την πίστη των πατέρων τους, ως αγκύλωση απ΄ την οποία πρέπει η Ορθοδοξία να απελευθερωθεί, για να μην είναι εμπόδιο στην ενότητα με τους παπικούς και με τις άλλες θρησκείες του κόσμου; Πώς βλέπουν την ενότητα των εκκλησιών, όπως την ονομάζουν; Ενότητα είναι να συμφωνήσουν οι «αρχηγοί»; Κι η Ορθοδοξία που δεν έχει αρχηγό, αλλά έχει το συνοδικό σύστημα των επισκόπων; Λησμόνησαν ότι στην εκκλησία δεν έχουν ισχύ οι αρχηγοί, αλλά οι άγιοι; Υπάρχει αγιοσύνη κόντρα στη διδασκαλία του Χριστού και στους κανόνες της Εκκλησίας;.
Μ.Ε. Λαγκουβάρδου
Στη συζήτηση που έγινε στην Αμερική μεταξύ του πρωθυπουργού της Ελλάδος αείμνηστου Γεωργίου Παπανδρέου και του τότε προέδρου των ΗΠΑ Λύντον Τζόνσον, για το Κυπριακό, ο Γεώργιος Παπανδρέου είπε, ότι το Σύνταγμα της Ελλάδος δεν επιτρέπει την παραχώρηση εδάφους της χώρας σε άλλη χώρα. Ο Τζόνσον απάντησε στον Έλληνα πρωθυπουργό με τη φράση « γ…. το Σύνταγμα»!
Η χαρακτηριστική αυτή στάση των δύο πολιτικών ηγετών δείχνει το είδος της εξουσίας στην οποία πίστευαν, ο μεν πρώτος στην εξουσία με ηθικά όρια κι ο δεύτερος στην εξουσία δίχως ηθικά όρια. Ανάλογη είναι και η στάση των θρησκευτικών ηγετών του Δυτικού Κόσμου και των επισκόπων της Ορθοδοξίας. Η πίστη στο είδος της εξουσίας χωρίς ηθικά όρια στον πολιτικό τομέα γέννησε την παγκοσμιοποίηση στο εμπόριο και στην πολιτική και στον θρησκευτικό τομέα γέννησε τον οικουμενισμό στη θρησκεία. Οικουμενισμός είναι η παγκοσμιοποίηση στη θρησκεία.
Η παγκοσμιοποίηση κι ο οικουμενισμός μοιάζουν γιατί κι οι δυο αυτές έννοιες έχουν κοινό χαρακτηριστικό γνώρισμα την απόλυτη εξουσία στην οποία καταλήγει η δύναμη των αρχόντων (πολιτικών ή θρησκευτικών) χωρίς ηθικά όρια. Η Ορθοδοξία παραμένει πιστή στη Διδασκαλία του Χριστού, ότι ο θέλων πρώτος είναι πρέπει να είναι πάντων έσχατος. Οι επίσκοποι δεν είναι «θρησκευτικοί ηγέτες» ούτε οι πατριάρχες είναι αρχηγοί εκκλησιών, όπως αρέσκονται να ονομάζονται όσοι από αυτούς παρασύρθηκαν απ΄ την παγκοσμιοποίηση στη θρησκεία, δηλαδή τον οικουμενισμό.
Στην Ορθοδοξία το γνώρισμα ανωτερότητας είναι η αγιότητα και όχι η κοσμική εξουσία. Για τους ορθοδόξους χριστιανούς οι τιμές και οι διακρίσεις των κληρικών σαν να είναι κοσμικοί άρχοντες ( π.χ. ο επίσκοπος φέρει τον βαθμό του στρατηγού, στον πατριάρχη αποδίδονται τιμές αρχηγού κράτους κ.α.) είναι ακατανόητες και εντελώς ξένες προς την Ορθόδοξη Διδασκαλία και την Παράδοση των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας.
‘Όπως η παγκοσμιοποίηση καταργεί την ουσία της Αλήθειας, που είναι η καθολικότητα αυτής, δηλαδή η ισχύς της σε όλους τους ανθρώπους και σε όλες τις εποχές και την αντικαθιστά με την δια των όπλων καταναγκαστική επιβολή , έτσι κι ο οικουμενισμός καταργεί την πίστη στην αληθινή θρησκεία και την αντικαθιστά με την δύναμη των θρησκευτικών αρχόντων να επιβάλλουν τη θέλησή τους ,ακόμα και contra στους κανόνες της Εκκλησίας. Παντού ισχύει η δύναμη χωρίς ηθικά όρια, τόσο στην παγκοσμιοποίηση όσο και στον οικουμενισμό, που είναι όπως είπαμε το ίδιο πράγμα, η μεν πρώτη στην πολιτική και στο εμπόριο ο δε δεύτερος στη θρησκεία.
Από φιλοσοφική άποψη τόσο η παγκοσμιοποίηση όσο και ο οικουμενισμός είναι μια άλλη μορφή του μηδενισμού στον οποίο κατέληξε στην πράξη ο ορθολογισμός των Δυτικών λαών, με την έμφυτη βουλησιαρχία τους, η οποία τους χαρακτηρίζει: «Αν δεν κάνετε εκουσίως αυτό που σας λέμε, κακό για λογαριασμό σας, γιατί θα το κάνετε ακουσίως». Με αυτά τα λόγια συνόψισε τη λατρεία των Αγγλοσαξώνων για τη δύναμη δίχως ηθικά όρια, ο διάσημος Γάλλος συγγραφέας Ρομαίν Ρολλάν , σε άρθρο του γραμμένο τη δεκαετία του 1920.
«Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στη σωτηρία» πρεσβεύουν οι οικουμενιστές. « Όλες οι θρησκείες είναι αληθινές» δηλώνουν ακόμα και «ορθόδοξοι» επίσκοποι , όσοι από αυτούς μολύνθηκαν απ΄ την αίρεση που συγκεντρώνει όλες τις αιρέσεις , τον οικουμενισμό και μέμφονται την Ορθοδοξία, γιατί παραμένει «αγκυλωμένη» στην πίστη της, ότι ο μόνος αληθινός Θεός είναι ο Ιησούς Χριστός.
‘Όταν οι Έλληνες ζηλεύουμε τους Δυτικούς με τον ορθολογισμό τους, ( και με το μηδενισμό τους), δεν ξέρουμε τι θέλουμε. Γιατί αν όπως λένε οι οικουμενιστές όλα είναι αληθινά, αρκεί να κατέχουν αυτοί την οποιαδήποτε εξουσία, τίποτα δεν είναι αληθινό π.χ. αν η απολυταρχία είναι το αληθινό πολίτευμα και η δημοκρατία το ίδιο, τότε κανένα από τα δυο αυτά πολιτεύματα δεν είναι αληθινό.
Αν οι απλοί άνθρωποι δεν πιστεύουν πια στην πολιτική και στους πολιτικούς αυτό οφείλεται στο ότι η πολιτική έπαψε να είναι αυτό που το ίδιο το όνομά της περιγράφει, η δραστηριότητα του πολιτισμένου με την έννοια του μορφωμένου ή όπως λέμε σήμερα καλλιεργημένου ανθρώπου. Σ’ αυτό το σημείο της έκπτωσης κατάντησε η πολιτική , ώστε κανείς πια δεν πιστεύει ότι οι πολιτικοί αγαπούν τους πολίτες και αγωνίζονται για την υλική και πνευματική τους ευημερία.
Με τον ορθολογισμό τους ντρέπονται ακόμα και να μιλήσουν για καλοσύνη, για αγάπη, για φιλανθρωπία και φιλοπατρία και γενικά για τις αρετές. Η μόνη σχέση που απομένει για να συνδέει την πολιτική και τους πολιτικούς με τον πολίτη είναι η οικονομική σχέση ως δικαίωμα προσδοκίας.
Η πνευματική απογύμνωση των αρχόντων δίνει το χειρότερο παράδειγμα στους νέους, οι οποίοι με αυτά τα πρότυπα δεν πιστεύουν πουθενά και οδηγούνται στην απελπισία. Πενταπλασιάστηκαν τα τελευταία χρόνια στη Δύση οι αυτοκτονίες των νέων.
Και ενώ περιμένουμε απ΄ την Εκκλησία τη φώτιση , δυστυχώς μια μερίδα επισκόπων, ασπάστηκε τις ιδέες του Οικουμενισμού αντί να επιβλέπει (φωτίζει) και να εμβαθύνει στην πίστη των πατέρων της Εκκλησίας ανταλλάσσει την αγάπη για τη φίλη Ορθοδοξία με τη μίμηση των Δυτικών, τους οποίους αντιγράφει με την πεποίθηση ότι με αυτόν τον τρόπο ακολουθεί την εξέλιξη και την πρόοδο. Όλο αυτόν τον καιρό που έχουν στη διάθεσή τους να μελετούν και να προσεύχονται , τον ξοδεύουν σε διοικητικά και κυρίως οικονομικά ενδιαφέροντα , όπως οι κοσμικοί εκείνοι άρχοντες, που όπως λέει το Ευαγγέλιο «καταδυναστεύουν τους λαούς».
Τι είναι λοιπόν η εξέλιξη και η πρόοδο στη σκέψη αυτών των ζηλωτών του οικουμενισμού επισκόπων, που τους κάνει να βλέπουν την πίστη των πατέρων τους, ως αγκύλωση απ΄ την οποία πρέπει η Ορθοδοξία να απελευθερωθεί, για να μην είναι εμπόδιο στην ενότητα με τους παπικούς και με τις άλλες θρησκείες του κόσμου; Πώς βλέπουν την ενότητα των εκκλησιών, όπως την ονομάζουν; Ενότητα είναι να συμφωνήσουν οι «αρχηγοί»; Κι η Ορθοδοξία που δεν έχει αρχηγό, αλλά έχει το συνοδικό σύστημα των επισκόπων; Λησμόνησαν ότι στην εκκλησία δεν έχουν ισχύ οι αρχηγοί, αλλά οι άγιοι; Υπάρχει αγιοσύνη κόντρα στη διδασκαλία του Χριστού και στους κανόνες της Εκκλησίας;.
«Αγαπάτε τους κλέφτες!»
Μ. Ε. Λαγκουβάρδου
«Αγαπάτε τους κλέφτες!»
(Την κλεψιά πολλοί αγάπησαν, τον κλέφτη κανείς !)
Ελπίζω, ευγενικέ αναγνώστη, να πεισθείς ότι είναι ορθή η παράδοξη πρότασή μου να αγαπάμε τους κλέφτες, αν έχεις την υπομονή να διαβάσεις τις γραμμές αυτές. Δεν πρόκειται βέβαια να αναπτύξουμε στο σύντομο αυτό κείμενο λογικά επιχειρήματα και θεωρητικολογίες. Το δοκίμιο, ως λογοτεχνικό είδος αποφεύγει τη λογική ανάλυση, που ταιριάζει στη διατριβή και στη μελέτη και διατηρεί πάντα τη ζωντάνια του προφορικού λόγου. Για το δοκίμιο κάθε μεγάλη γενική ιδέα είναι ψέμα, γιατί κανείς δεν είδε ποτέ μια μεγάλη γενική ιδέα.
Κάποτε μου αφηγήθηκε ένας γνωστός μου, πως έγινε άθελά του ήρωας σε ένα επεισόδιο που δημιουργήθηκε στο λεοφορείο της αστικής συγκοινωνίας, στη Θεσσαλονίκη, όταν κάποια νεαρή γυναίκα του έκλεψε το πορτοφόλι του. Όταν τελείωσε την αφήγησή του ένιωσα λύπη και στοργή για την κοπέλα, που ειρήσθω εν παρόδω, ήταν και ωραία! Ήταν ό,τι πρέπει για να αγαπήσω τον κλέφτη και να μισήσω την κλοπή.
Η ηρωίδα του επεισοδίου κέρδισε τη συμπάθειά μου για τους εξής λόγους:
Πρώτον, γιατί όπως μου την περιέγραψε ο φίλος μου ήταν πράγματι συμπαθητική αν όχι πολύ ωραία!
Δεύτερον, γιατί δεν κατάφερε η καϋμενούλα να κάνει μια κλοπή της προκοπής!
Τρίτον , γιατί είχε πραγματική ανάγκη και δεν ήθελε να κλέψει από αγάπη για το «σπορ». Ήταν μια φτωχή μετανάστρια.
Τέταρτον, γιατί αποδοκιμάστηκε από ένα ολόκληρο πλήθος , που πάντα με φοβίζει και ποτέ δεν του έχω εμπιστοσύνη .Πάντα αποφεύγω το πλήθος είτε για «αθλητισμό» πρόκειται είτε για πολιτικές συγκεντρώσεις ή διαδηλώσεις.
(Κατά τους ειδικούς η νοημοσύνη του πλήθους είναι αντιστρόφως ανάλογη με το μέγεθός του. Όσο πιο μεγάλο το πλήθος τόσο πιο μικρή η νοημοσύνη. Μια φορά δυο καθηγητές πανεπιστημίου παρασύρθηκαν από το πλήθος κι έκαναν κλοπή, ο ένας μάλιστα ήταν καθηγητής της Εγκληματολογίας! ).
Πιστεύω ότι οι κλέφτες είναι σαν τις βδέλες . Δεν φταίνε οι κλέφτες, αν ο κόσμος χρειάζεται κάποτε κάποια οικονομική αφαίμαξη. Δεν είναι μόνο το Κράτος με τους διάφορους οργανισμούς του κατάλληλο γι’ αυτή τη δουλειά.
Αν ο καθένας από μας ζούσε λιτά και βοηθούσε τους άλλους που έχουν ανάγκη ούτε το Κράτος, ούτε οι κλέφτες θα έμπαιναν στον πειρασμό να κάνουν κανονική αφαίμαξη. Όπως πάνε όμως τα πράγματα είτε με το καλό είτε με το ζόρι, λόγω φτώχειας, θα αναγκαστούμε να επιλέξουμε τον ασκητισμό αντί τη σημερινή παραφροσύνη.
Τι προτείνεις λοιπόν να κάνουμε, θα με ρωτήσει ο ευγενικός αναγνώστης, που έστερξε να διαβάσει έως το τέλος τα γραφόμενά μου αυτά: Να ενθαρρύνουμε τους κλέφτες να μας κλέβουν;
Κατ΄ αρχήν και αυτό είναι μια λύση που μερικοί την εφαρμόζουν. Γνώριζα κάποιον διοικητή Τραπέζης, που άφηνε πάντα στο κομοδίνο του ένα χρηματικό ποσό για τους κλέφτες. Έλεγε ότι το κάνει από φόβο, αλλά εγώ πιστεύω ότι κατά βάθος το έκανε από συμπάθεια και αγάπη για τον κλέφτη.
Κάποιος άλλος είχε προβλέψει στην κατοικία του ειδική είσοδο με την επιγραφή «Είσοδος Κλεπτών». Μια νύχτα την ώρα που επέστρεφε στο σπίτι του βρήκε τον κλέφτη να πηδάει απ΄ το παράθυρο και του έκανε παρατήρηση, γιατί δεν χρησιμοποίησε την είσοδο των κλεπτών!
Προτείνω λοιπόν , αφού με τις νέες ιδέες το να βοηθάς αυτούς που έχουν ανάγκη θεωρείται ντροπή, να φροντίσουμε αν θέλουμε να είμαστε ώριμοι και ολοκληρωμένοι άνθρωποι να αγαπήσουμε τους κλέφτες και να μισήσουμε την κλεψιά, ιδίως εκείνη που διαπράττουμε οι ίδιοι με διάφορους τρόπους ,φανερά ή κρυφά.
«Αγαπάτε τους κλέφτες!»
(Την κλεψιά πολλοί αγάπησαν, τον κλέφτη κανείς !)
Ελπίζω, ευγενικέ αναγνώστη, να πεισθείς ότι είναι ορθή η παράδοξη πρότασή μου να αγαπάμε τους κλέφτες, αν έχεις την υπομονή να διαβάσεις τις γραμμές αυτές. Δεν πρόκειται βέβαια να αναπτύξουμε στο σύντομο αυτό κείμενο λογικά επιχειρήματα και θεωρητικολογίες. Το δοκίμιο, ως λογοτεχνικό είδος αποφεύγει τη λογική ανάλυση, που ταιριάζει στη διατριβή και στη μελέτη και διατηρεί πάντα τη ζωντάνια του προφορικού λόγου. Για το δοκίμιο κάθε μεγάλη γενική ιδέα είναι ψέμα, γιατί κανείς δεν είδε ποτέ μια μεγάλη γενική ιδέα.
Κάποτε μου αφηγήθηκε ένας γνωστός μου, πως έγινε άθελά του ήρωας σε ένα επεισόδιο που δημιουργήθηκε στο λεοφορείο της αστικής συγκοινωνίας, στη Θεσσαλονίκη, όταν κάποια νεαρή γυναίκα του έκλεψε το πορτοφόλι του. Όταν τελείωσε την αφήγησή του ένιωσα λύπη και στοργή για την κοπέλα, που ειρήσθω εν παρόδω, ήταν και ωραία! Ήταν ό,τι πρέπει για να αγαπήσω τον κλέφτη και να μισήσω την κλοπή.
Η ηρωίδα του επεισοδίου κέρδισε τη συμπάθειά μου για τους εξής λόγους:
Πρώτον, γιατί όπως μου την περιέγραψε ο φίλος μου ήταν πράγματι συμπαθητική αν όχι πολύ ωραία!
Δεύτερον, γιατί δεν κατάφερε η καϋμενούλα να κάνει μια κλοπή της προκοπής!
Τρίτον , γιατί είχε πραγματική ανάγκη και δεν ήθελε να κλέψει από αγάπη για το «σπορ». Ήταν μια φτωχή μετανάστρια.
Τέταρτον, γιατί αποδοκιμάστηκε από ένα ολόκληρο πλήθος , που πάντα με φοβίζει και ποτέ δεν του έχω εμπιστοσύνη .Πάντα αποφεύγω το πλήθος είτε για «αθλητισμό» πρόκειται είτε για πολιτικές συγκεντρώσεις ή διαδηλώσεις.
(Κατά τους ειδικούς η νοημοσύνη του πλήθους είναι αντιστρόφως ανάλογη με το μέγεθός του. Όσο πιο μεγάλο το πλήθος τόσο πιο μικρή η νοημοσύνη. Μια φορά δυο καθηγητές πανεπιστημίου παρασύρθηκαν από το πλήθος κι έκαναν κλοπή, ο ένας μάλιστα ήταν καθηγητής της Εγκληματολογίας! ).
Πιστεύω ότι οι κλέφτες είναι σαν τις βδέλες . Δεν φταίνε οι κλέφτες, αν ο κόσμος χρειάζεται κάποτε κάποια οικονομική αφαίμαξη. Δεν είναι μόνο το Κράτος με τους διάφορους οργανισμούς του κατάλληλο γι’ αυτή τη δουλειά.
Αν ο καθένας από μας ζούσε λιτά και βοηθούσε τους άλλους που έχουν ανάγκη ούτε το Κράτος, ούτε οι κλέφτες θα έμπαιναν στον πειρασμό να κάνουν κανονική αφαίμαξη. Όπως πάνε όμως τα πράγματα είτε με το καλό είτε με το ζόρι, λόγω φτώχειας, θα αναγκαστούμε να επιλέξουμε τον ασκητισμό αντί τη σημερινή παραφροσύνη.
Τι προτείνεις λοιπόν να κάνουμε, θα με ρωτήσει ο ευγενικός αναγνώστης, που έστερξε να διαβάσει έως το τέλος τα γραφόμενά μου αυτά: Να ενθαρρύνουμε τους κλέφτες να μας κλέβουν;
Κατ΄ αρχήν και αυτό είναι μια λύση που μερικοί την εφαρμόζουν. Γνώριζα κάποιον διοικητή Τραπέζης, που άφηνε πάντα στο κομοδίνο του ένα χρηματικό ποσό για τους κλέφτες. Έλεγε ότι το κάνει από φόβο, αλλά εγώ πιστεύω ότι κατά βάθος το έκανε από συμπάθεια και αγάπη για τον κλέφτη.
Κάποιος άλλος είχε προβλέψει στην κατοικία του ειδική είσοδο με την επιγραφή «Είσοδος Κλεπτών». Μια νύχτα την ώρα που επέστρεφε στο σπίτι του βρήκε τον κλέφτη να πηδάει απ΄ το παράθυρο και του έκανε παρατήρηση, γιατί δεν χρησιμοποίησε την είσοδο των κλεπτών!
Προτείνω λοιπόν , αφού με τις νέες ιδέες το να βοηθάς αυτούς που έχουν ανάγκη θεωρείται ντροπή, να φροντίσουμε αν θέλουμε να είμαστε ώριμοι και ολοκληρωμένοι άνθρωποι να αγαπήσουμε τους κλέφτες και να μισήσουμε την κλεψιά, ιδίως εκείνη που διαπράττουμε οι ίδιοι με διάφορους τρόπους ,φανερά ή κρυφά.
Αναμνήσεις και συναντήσεις
Αναμνήσεις και συναντήσεις
Μ.Ε.Λαγκουβάρδου
«Memories are made of these»
(τραγούδι του Πέρι Κόμο)
Είναι οι συναντήσεις μας το υλικό των αναμνήσεων; Ό,τι μένει είναι αυτό που συναντήσαμε κάποτε στη ζωή μας; Αν είναι αυτό αλήθεια, κάποιες συναντήσεις έχουν τόσο μεγάλη δύναμη, ώστε μπορούν να μας μεταμορφώσουν και να μας κάνουν εντελώς διαφορετικούς ανθρώπους από εκείνους που είμαστε πριν.
Το πιο μεγάλο, το πιο υπέροχο παράδειγμα της μεταμορφωτικής δύναμης της συνάντησης , είναι το παράδειγμα της συνάντησης μιας κοινής γυναίκας, της Σαμαρείτιδος, με τον Ιησού. Η συνάντησή της με τον Κύριο δεν έμεινε στη μνήμη της σαν μια απλή ανάμνηση, γιατί την έκανε καινούριο άνθρωπο. Μετά τη συνάντηση αυτή έπαψε να είναι η κοινή γυναίκα με τους πολλούς άντρες κι έγινε μια αγία!
Ένα άλλο επίσης μεγάλο προνόμιο αυτής της γυναίκας, η οποία δεν ονομάστηκε χωρίς λόγο Φωτεινή, είναι ότι η γυναίκα αυτή είναι ο πρώτος άνθρωπος στον κόσμο, στον οποίο ο Κύριος αποκαλύπτει ότι είναι Θεός και της μεταδίδει το φως της γνώσεως, που σώζει τον άνθρωπο, αφού αυτό είναι η σωτηρία: να γνωρίζει ο άνθρωπος τον αληθινό Θεό και Αυτόν που απέστειλε Ιησούν Χριστόν. Αυτή είναι γράφει το Ευαγγέλιο η αιώνια ζωή, η γνώση ότι ο Ιησούς είναι Θεός.
Μ.Ε.Λαγκουβάρδου
«Memories are made of these»
(τραγούδι του Πέρι Κόμο)
Είναι οι συναντήσεις μας το υλικό των αναμνήσεων; Ό,τι μένει είναι αυτό που συναντήσαμε κάποτε στη ζωή μας; Αν είναι αυτό αλήθεια, κάποιες συναντήσεις έχουν τόσο μεγάλη δύναμη, ώστε μπορούν να μας μεταμορφώσουν και να μας κάνουν εντελώς διαφορετικούς ανθρώπους από εκείνους που είμαστε πριν.
Το πιο μεγάλο, το πιο υπέροχο παράδειγμα της μεταμορφωτικής δύναμης της συνάντησης , είναι το παράδειγμα της συνάντησης μιας κοινής γυναίκας, της Σαμαρείτιδος, με τον Ιησού. Η συνάντησή της με τον Κύριο δεν έμεινε στη μνήμη της σαν μια απλή ανάμνηση, γιατί την έκανε καινούριο άνθρωπο. Μετά τη συνάντηση αυτή έπαψε να είναι η κοινή γυναίκα με τους πολλούς άντρες κι έγινε μια αγία!
Ένα άλλο επίσης μεγάλο προνόμιο αυτής της γυναίκας, η οποία δεν ονομάστηκε χωρίς λόγο Φωτεινή, είναι ότι η γυναίκα αυτή είναι ο πρώτος άνθρωπος στον κόσμο, στον οποίο ο Κύριος αποκαλύπτει ότι είναι Θεός και της μεταδίδει το φως της γνώσεως, που σώζει τον άνθρωπο, αφού αυτό είναι η σωτηρία: να γνωρίζει ο άνθρωπος τον αληθινό Θεό και Αυτόν που απέστειλε Ιησούν Χριστόν. Αυτή είναι γράφει το Ευαγγέλιο η αιώνια ζωή, η γνώση ότι ο Ιησούς είναι Θεός.
19.8.08
Τζον ΜακΚέιν και Ιπποκράτης
Τζον ΜακΚέιν και Ιπποκράτης
Πληροφορηθήκαμε από τον τύπο ότι οι δύο υποψήφιοι για το αξίωμα του Προέδρου των ΗΠΑ είχαν πρόσφατα την πρώτη τηλεοπτική αναμέτρηση. «Αντικείμενο της αντιπαράθεσης που έλαβε χώρα στην Καλιφόρνια, ήταν κοινωνικά και ηθικά θέματα με σημεία αιχμής το ζήτημα των αμβλώσεων και το θέμα του γάμου ομόφυλων ζευγαριών. Ο Ομπάμα επανέλαβε την υποστήριξή του στο θέμα των αμβλώσεων, ενώ τάχθηκε υπέρ της κατοχύρωσης των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων, αλλά σημείωσε ότι ο γάμος πρέπει να νοείται μόνο μεταξύ
άνδρα και γυναίκας. Ο ΜακΚέιν από την άλλη τάχθηκε υπέρ μιας πολιτικής «υπέρ της ζωής»
επισημαίνοντας ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα ξεκινούν «με τη σύλληψη», ενώ εξέφρασε έντονα την υποστήριξή του στη διατήρηση του καθεστώτος του γάμου».
Παρατηρούμε ότι η τοποθέτηση του ΜακΚέιν συνάδει προς την ιπποκρατική αντίληψη όσον αφορά στο σεβασμό της ανθρώπινης ύπαρξης και της μοναδικότητας εκάστου ανθρώπου ήδη από της συλλήψεώς του:« Ου δώσω δε ουδέ φάρμακον ουδενί αιτηθείς θανάσιμον... ουδέ γυναικί πεσσόν φθόριον δώσω. Αγνώς δε και οσίως διατηρήσω βίον τον εμόν και τέχνην την εμήν...» υποδεικνύει διά του «Ορκου» (Jusjurandum) ο πατήρ της Ιατρικής,«ο άριστος ιατρός και φιλόσοφος» προς τους επιγενομένους Ασκληπιάδες και «ιατρών παίδας».
Πιθανόν ο Τζον ΜακΚέιν να αγνοεί την ιπποκρατική ταυτότητα της αντίληψής του. Η
παιδεία του όμως ασφαλώς βασίζεται και είναι απαύγασμα της παραδόσεως των Ευρωπαίων
Λογίων, η οποία διασυνδέεται και εν πολλοίς πηγάζει από την Ελληνική Γραμματεία και κατά τούτο κρίνεται σκόπιμη η παρούσα επισήμανση.
Εταιρεία Φίλων της Λογίας Παραδόσεως
Ο πρόεδρος Ο Γραμματεύς
Μόσχος Ε.Λαγκουβάρδος Ι.Ν.Ηλιούδης,δ.Φ.
m_lagouvardos@hotmaill.com
tel 2410.617.835
Πληροφορηθήκαμε από τον τύπο ότι οι δύο υποψήφιοι για το αξίωμα του Προέδρου των ΗΠΑ είχαν πρόσφατα την πρώτη τηλεοπτική αναμέτρηση. «Αντικείμενο της αντιπαράθεσης που έλαβε χώρα στην Καλιφόρνια, ήταν κοινωνικά και ηθικά θέματα με σημεία αιχμής το ζήτημα των αμβλώσεων και το θέμα του γάμου ομόφυλων ζευγαριών. Ο Ομπάμα επανέλαβε την υποστήριξή του στο θέμα των αμβλώσεων, ενώ τάχθηκε υπέρ της κατοχύρωσης των δικαιωμάτων των ομοφυλοφίλων, αλλά σημείωσε ότι ο γάμος πρέπει να νοείται μόνο μεταξύ
άνδρα και γυναίκας. Ο ΜακΚέιν από την άλλη τάχθηκε υπέρ μιας πολιτικής «υπέρ της ζωής»
επισημαίνοντας ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα ξεκινούν «με τη σύλληψη», ενώ εξέφρασε έντονα την υποστήριξή του στη διατήρηση του καθεστώτος του γάμου».
Παρατηρούμε ότι η τοποθέτηση του ΜακΚέιν συνάδει προς την ιπποκρατική αντίληψη όσον αφορά στο σεβασμό της ανθρώπινης ύπαρξης και της μοναδικότητας εκάστου ανθρώπου ήδη από της συλλήψεώς του:« Ου δώσω δε ουδέ φάρμακον ουδενί αιτηθείς θανάσιμον... ουδέ γυναικί πεσσόν φθόριον δώσω. Αγνώς δε και οσίως διατηρήσω βίον τον εμόν και τέχνην την εμήν...» υποδεικνύει διά του «Ορκου» (Jusjurandum) ο πατήρ της Ιατρικής,«ο άριστος ιατρός και φιλόσοφος» προς τους επιγενομένους Ασκληπιάδες και «ιατρών παίδας».
Πιθανόν ο Τζον ΜακΚέιν να αγνοεί την ιπποκρατική ταυτότητα της αντίληψής του. Η
παιδεία του όμως ασφαλώς βασίζεται και είναι απαύγασμα της παραδόσεως των Ευρωπαίων
Λογίων, η οποία διασυνδέεται και εν πολλοίς πηγάζει από την Ελληνική Γραμματεία και κατά τούτο κρίνεται σκόπιμη η παρούσα επισήμανση.
Εταιρεία Φίλων της Λογίας Παραδόσεως
Ο πρόεδρος Ο Γραμματεύς
Μόσχος Ε.Λαγκουβάρδος Ι.Ν.Ηλιούδης,δ.Φ.
m_lagouvardos@hotmaill.com
tel 2410.617.835
17.8.08
Ντοντό Αμπασίτζε και Σερκγέϊ Παρατζάνωφ,Ο θρύλος του Φρουρίου το Σουράμ
"Η κινηματογραφική ταινία των Ντοντό Αμπασίζε και Σεργκέι Παρατζάνωφ "Ο Θρύλος του Φρουρίου του Σουράμ" περιγράφει το Γεωργιανό θρύλο για το ομώνυμο φρούριο που ο λαός της Γεωργίας το έχτιζε για να ποστατεύει τα παιδιά του κι αυτό γκρεμιζόταν και μόνο όταν ένας έφηβος δέχτηκε να χτιστεί ζωντανός στο τείχος, το φρούριο του Σουράμ στερεώθηκε.
Ο θρύλος του Φρουρίου του Σουράμ αποτελεί παραβολή της σταύρωσης του Χριστού και της διδασκαλίας του για την αγάπη των εχθρών."
(Απόσπασμα απ' το βιβλίο του Μόσχου Ε. Λαγκουβάρδου, "Ο Θεός του Θερισμού" που αναφέρεται στις κινηματογραφικές ταινίες και τα βιβλία που του άρεσαν.Μερικά απ΄ τα περιεχόμενα: "Φθινοπωρινή σονάτα" του Ίνγκμαρ ΜΠέργκμαν, "Τα πικρά δάκρια της Πέτρας φον Καν" το Ράινερ Βέρνερ Φαϊσμπίντερ, ο "Ηλίθιος" του Ακίρα ΚΟυροσάβα κ.α.)
Ο θρύλος του Φρουρίου του Σουράμ αποτελεί παραβολή της σταύρωσης του Χριστού και της διδασκαλίας του για την αγάπη των εχθρών."
(Απόσπασμα απ' το βιβλίο του Μόσχου Ε. Λαγκουβάρδου, "Ο Θεός του Θερισμού" που αναφέρεται στις κινηματογραφικές ταινίες και τα βιβλία που του άρεσαν.Μερικά απ΄ τα περιεχόμενα: "Φθινοπωρινή σονάτα" του Ίνγκμαρ ΜΠέργκμαν, "Τα πικρά δάκρια της Πέτρας φον Καν" το Ράινερ Βέρνερ Φαϊσμπίντερ, ο "Ηλίθιος" του Ακίρα ΚΟυροσάβα κ.α.)
Μορφές του πνεύματος, Μπόρις Παστερνάκ
"Στο έργο του Παστερνάκ ο προσεκτικός αναγνώστης θα ιχνηλατισει την αγωνιώδη πορεία της ψυχής του και το μαρτύριο της συνειδήσεώς του. Αυτός είναι ο λόγος που η προσωπική τουομολογία έχει σημασία για μας. (........)Τί πίστευε στη ζωή του ο Παστερνάκ; Στην αρχή του Δόκτορα Ζιβάγκο γράφει: "Υπάρχει τίποτα στον κόσμο που να αξιζει την αφοσίωσή μας; Ελάχιστα πράγματα. Νομίζω πως πρέπει να είμαστε αφοσιωμένοι στην αθανασία, το άλλο αυτό, κάπως τονισμένο όνομα της ζωής. Πρέπει να είμαστε πιστοί στην αθανασία και στο Χριστό."
(Απόσπασμα απ΄ το βιβλίο του Μόσχου Ε. Λαγκουβάρδου, "Ο Θεός του Θερισμού",Βιβλιοπωλεία "Παιδεία",Λάρισα, τηλ. 2410 239038 και 284304.
(Απόσπασμα απ΄ το βιβλίο του Μόσχου Ε. Λαγκουβάρδου, "Ο Θεός του Θερισμού",Βιβλιοπωλεία "Παιδεία",Λάρισα, τηλ. 2410 239038 και 284304.
16.8.08
Μ.Ε.Λαγκουβάρδος, Τα παιδιά της γης
Μ.Ε.Λαγκουβάρδου
Τα παιδιά της γης
«Εκεί όπου είναι το ψοφίμι,
Εκεί συγκεντρώνονται κι οι αετοί»
Αγία Γραφή
Οι αρχαίοι ονομάζουν τους σημερινούς ανθρώπους « παιδιά της γης». Στο μικρό αυτό δοκίμιό μας θα εξηγήσουμε το λόγο που τους ονομάζουν έτσι.
Οι αρχαίοι περιγράφουν τη σημερινή εποχή, ως μία εποχή στην οποία κανείς δεν βλέπει το πρόσωπο του άλλου και το ενδιαφέρον όλων βρίσκεται χαμηλά ,στα νώτα του ανθρώπου.
Η στροφή του ενδιαφέροντος των ανθρώπων στα νώτα νεκρώνει τα πάντα, από άποψη δημιουργικότητας. Τα νώτα είναι το σύμβολο της απόλυτης παθητικότητας στη δημιουργική ζωή και το μέρος τη ήττας στην πάλη. Όταν ο παλαιστής ακουμπήσει την πλάτη του στη γη ηττάται.
Γενικά το γύρισμα της πλάτης είναι ένδειξη υποταγής. Δεν σε επιτίθενται τα σκυλιά, όταν σκύψεις και τους γυρίσεις τα νώτα, σε μια στάση απόλυτης παράδοσης και υποταγής. Οι Ινδιάνοι της Αμερικής που ονομάζουν τις εποχές απ΄ το στοιχείο που μπορεί να τις καταστρέψει θα ονόμαζαν την εποχή μας με τη γενική λατρεία των νώτων, ως «εποχή των νώτων»! (Το δημογραφικό που απειλεί να καταστρέψει το γένος μας σχετίζεται άμεσα με την ερωτική προτίμηση των νώτων, αντί του προσώπου!)
Την ενεργητικότητα και τη δημιουργική δραστηριότητα του προσώπου φανερώνουν οι παροιμιακές φράσεις «το πρόσωπο είναι σπαθί», «δεν έχει πρόσωπο να δει τον κόσμο», «δεν θα ιδεί πρόσωπο Θεού» κ.α.
Κατά τη Διδασκαλία του Χριστού η ενεργητικότητα του ανθρώπου πηγάζει από την σχέση του με το Άγιο Πνεύμα. Το να μην ακολουθούμε το Άγιο Πνεύμα, αυτό αφαιρεί όλη μας την ενέργεια και ουσιαστικά νεκρώνει τη δημιουργική μας ζωή. «Αφήστε τους νεκρούς να θάψουν τους νεκρούς τους»,γράφει το Ευαγγέλιο σχετικά με την απόλυτη παθητικότητα του ανθρώπου.
Οι αρχαίοι θεώρησαν «ύβρη» προς τους Θεούς την πνευματική στειρότητα κι αυτούς που παραδίδονται σ΄ αυτήν τους ονόμασαν «υβρίδια», δηλαδή «παιδιά της ύβρης» ή «παιδιά της γης», που «γυρίζει τις πλάτες της» στις δημιουργικές δυνάμεις του ουρανού για να μην παράγει τίποτα, παρά μόνο στάχτη και άμμο.
Η δίψα του κόσμου για το μηδέν, για την ανυπαρξία , εκφράζεται με τους αυτοκαταστροφικούς δρόμους που ακολουθεί (καταστροφή του περιβάλλοντος, εκτρώσεις , φοβερές ταχύτητες στους δρόμους, εκκωφαντικοί θόρυβοι, τσιγάρα, αλκοόλ, ουσίες κ.α.) , με την επιθυμία της καύσης του νεκρού, ως βαθύτατη επιθυμία να μην υπάρξει και με τους άλλους αμέτρητους τρόπους που επινοεί το κακό για να εξοντώσει τον άνθρωπο.
Είναι φανερό ότι οι αρχαίοι είχαν ιδεί το δημογραφικό πρόβλημα της σημερινής εποχής . Ήταν όμως αισιόδοξοι. Πίστευαν ότι οι δημιουργικές δυνάμεις (η θετική δύναμη ) είναι πιο δυνατές απ΄ τις παθητικές δυνάμεις (την αρνητική δύναμη).
Οι αρχαίοι δεν περιορίστηκαν απλώς να περιγράψουν την παθητικότητα του κόσμου στη σημερινή εποχή, αλλά μελέτησαν και την έξοδο του κόσμου από το τέλμα της. Πώς ελευθερώνεται λοιπόν , σύμφωνα με το πνεύμα των αρχαίων, ο κόσμος απ΄ την παθητικότητά του; Τι γράφουν οι αρχαίοι;
Από τη μελέτη των αρχαίων μύθων από ψυχολογική άποψη συνάγεται ότι για να ελευθερωθεί κανείς απ΄ την παθητικότητα πρέπει να αντικαταταστήσει τα πάθη με τις αρετές και ιδιαίτερα με τις αρετές του ωραίου και του αληθινού. Ο Ντοστογιέφσκι διατύπωσε την αλήθεια αυτήν με τη γνωστή φράση: «Η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο».
Ο Ντοστογιέφσκι χώριζε τον κόσμο σε αγγελικό και σε δαιμονικό. Η ομορφιά είναι το γνώρισμα του αγγελικού κόσμου. Ο Θεός έδωσε την ομορφιά στον κόσμο, όχι για διακόσμηση, αλλά για ασπίδα προστασίας απ΄ το κακό, πράγμα που γίνεται εύκολα κατανοητό κι απ΄ την επιστήμη, σύμφωνα με το νόμο ότι το όμοιο ελκύει το όμοιο.
Πράγματι για να ελευθερωθούμε απ΄ την παράλυση και την ακινητοποίηση στην οποία μας έριξαν τα πάθη πρέπει να αγαπήσουμε πάνω από όλα την πηγή κάθε αρετής , το Θεό. Η αγάπη του Θεού είναι η ίδια η αγάπη του ωραίου και του αληθινού, η οποία με το αισθητικό και το θρησκευτικό βίωμα αποκαθαίρει τον εσωτερικό άνθρωπο από τα πάθη.
Είναι πιο σπουδαία, για να γλιτώσει ο κόσμος απ΄ την παθητικότητα που οδηγεί στον πόλεμο, η επίγνωση , από ό,τι είναι η ικανότητα να κάνεις θαύματα! Την επίγνωση της αμαρτωλότητας και την κάθαρση από τα πάθη περιγράφουν οι ύμνοι των Αναβαθμών του 4ου ήχου, που ψάλλονται στον όρθρο, τον Δεκαπενταύγουστο , στην εορτή της Παναγίας: « Εκ νεότητός μου πολλά πολεμεί με πάθη, αλλ’ αυτός αντιλαβού και σώσον σωτήρ μου.» «Αγίω πνεύματι πάσα ψυχή ζωούται, και καθάρσει υψούται, λαμπρύνεται».
"Ρεθεμνιώτικα Νέα"
Τα παιδιά της γης
«Εκεί όπου είναι το ψοφίμι,
Εκεί συγκεντρώνονται κι οι αετοί»
Αγία Γραφή
Οι αρχαίοι ονομάζουν τους σημερινούς ανθρώπους « παιδιά της γης». Στο μικρό αυτό δοκίμιό μας θα εξηγήσουμε το λόγο που τους ονομάζουν έτσι.
Οι αρχαίοι περιγράφουν τη σημερινή εποχή, ως μία εποχή στην οποία κανείς δεν βλέπει το πρόσωπο του άλλου και το ενδιαφέρον όλων βρίσκεται χαμηλά ,στα νώτα του ανθρώπου.
Η στροφή του ενδιαφέροντος των ανθρώπων στα νώτα νεκρώνει τα πάντα, από άποψη δημιουργικότητας. Τα νώτα είναι το σύμβολο της απόλυτης παθητικότητας στη δημιουργική ζωή και το μέρος τη ήττας στην πάλη. Όταν ο παλαιστής ακουμπήσει την πλάτη του στη γη ηττάται.
Γενικά το γύρισμα της πλάτης είναι ένδειξη υποταγής. Δεν σε επιτίθενται τα σκυλιά, όταν σκύψεις και τους γυρίσεις τα νώτα, σε μια στάση απόλυτης παράδοσης και υποταγής. Οι Ινδιάνοι της Αμερικής που ονομάζουν τις εποχές απ΄ το στοιχείο που μπορεί να τις καταστρέψει θα ονόμαζαν την εποχή μας με τη γενική λατρεία των νώτων, ως «εποχή των νώτων»! (Το δημογραφικό που απειλεί να καταστρέψει το γένος μας σχετίζεται άμεσα με την ερωτική προτίμηση των νώτων, αντί του προσώπου!)
Την ενεργητικότητα και τη δημιουργική δραστηριότητα του προσώπου φανερώνουν οι παροιμιακές φράσεις «το πρόσωπο είναι σπαθί», «δεν έχει πρόσωπο να δει τον κόσμο», «δεν θα ιδεί πρόσωπο Θεού» κ.α.
Κατά τη Διδασκαλία του Χριστού η ενεργητικότητα του ανθρώπου πηγάζει από την σχέση του με το Άγιο Πνεύμα. Το να μην ακολουθούμε το Άγιο Πνεύμα, αυτό αφαιρεί όλη μας την ενέργεια και ουσιαστικά νεκρώνει τη δημιουργική μας ζωή. «Αφήστε τους νεκρούς να θάψουν τους νεκρούς τους»,γράφει το Ευαγγέλιο σχετικά με την απόλυτη παθητικότητα του ανθρώπου.
Οι αρχαίοι θεώρησαν «ύβρη» προς τους Θεούς την πνευματική στειρότητα κι αυτούς που παραδίδονται σ΄ αυτήν τους ονόμασαν «υβρίδια», δηλαδή «παιδιά της ύβρης» ή «παιδιά της γης», που «γυρίζει τις πλάτες της» στις δημιουργικές δυνάμεις του ουρανού για να μην παράγει τίποτα, παρά μόνο στάχτη και άμμο.
Η δίψα του κόσμου για το μηδέν, για την ανυπαρξία , εκφράζεται με τους αυτοκαταστροφικούς δρόμους που ακολουθεί (καταστροφή του περιβάλλοντος, εκτρώσεις , φοβερές ταχύτητες στους δρόμους, εκκωφαντικοί θόρυβοι, τσιγάρα, αλκοόλ, ουσίες κ.α.) , με την επιθυμία της καύσης του νεκρού, ως βαθύτατη επιθυμία να μην υπάρξει και με τους άλλους αμέτρητους τρόπους που επινοεί το κακό για να εξοντώσει τον άνθρωπο.
Είναι φανερό ότι οι αρχαίοι είχαν ιδεί το δημογραφικό πρόβλημα της σημερινής εποχής . Ήταν όμως αισιόδοξοι. Πίστευαν ότι οι δημιουργικές δυνάμεις (η θετική δύναμη ) είναι πιο δυνατές απ΄ τις παθητικές δυνάμεις (την αρνητική δύναμη).
Οι αρχαίοι δεν περιορίστηκαν απλώς να περιγράψουν την παθητικότητα του κόσμου στη σημερινή εποχή, αλλά μελέτησαν και την έξοδο του κόσμου από το τέλμα της. Πώς ελευθερώνεται λοιπόν , σύμφωνα με το πνεύμα των αρχαίων, ο κόσμος απ΄ την παθητικότητά του; Τι γράφουν οι αρχαίοι;
Από τη μελέτη των αρχαίων μύθων από ψυχολογική άποψη συνάγεται ότι για να ελευθερωθεί κανείς απ΄ την παθητικότητα πρέπει να αντικαταταστήσει τα πάθη με τις αρετές και ιδιαίτερα με τις αρετές του ωραίου και του αληθινού. Ο Ντοστογιέφσκι διατύπωσε την αλήθεια αυτήν με τη γνωστή φράση: «Η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο».
Ο Ντοστογιέφσκι χώριζε τον κόσμο σε αγγελικό και σε δαιμονικό. Η ομορφιά είναι το γνώρισμα του αγγελικού κόσμου. Ο Θεός έδωσε την ομορφιά στον κόσμο, όχι για διακόσμηση, αλλά για ασπίδα προστασίας απ΄ το κακό, πράγμα που γίνεται εύκολα κατανοητό κι απ΄ την επιστήμη, σύμφωνα με το νόμο ότι το όμοιο ελκύει το όμοιο.
Πράγματι για να ελευθερωθούμε απ΄ την παράλυση και την ακινητοποίηση στην οποία μας έριξαν τα πάθη πρέπει να αγαπήσουμε πάνω από όλα την πηγή κάθε αρετής , το Θεό. Η αγάπη του Θεού είναι η ίδια η αγάπη του ωραίου και του αληθινού, η οποία με το αισθητικό και το θρησκευτικό βίωμα αποκαθαίρει τον εσωτερικό άνθρωπο από τα πάθη.
Είναι πιο σπουδαία, για να γλιτώσει ο κόσμος απ΄ την παθητικότητα που οδηγεί στον πόλεμο, η επίγνωση , από ό,τι είναι η ικανότητα να κάνεις θαύματα! Την επίγνωση της αμαρτωλότητας και την κάθαρση από τα πάθη περιγράφουν οι ύμνοι των Αναβαθμών του 4ου ήχου, που ψάλλονται στον όρθρο, τον Δεκαπενταύγουστο , στην εορτή της Παναγίας: « Εκ νεότητός μου πολλά πολεμεί με πάθη, αλλ’ αυτός αντιλαβού και σώσον σωτήρ μου.» «Αγίω πνεύματι πάσα ψυχή ζωούται, και καθάρσει υψούται, λαμπρύνεται».
"Ρεθεμνιώτικα Νέα"
15.8.08
Lax, Enigmatic Hermit
Robert Lax (1915-2000) is largely overshadowed by his association with the Trappist monk and fellow convert Thomas Merton, and with the circle of Columbia University friends of the 1930s and 1940s. In "Seven Storey Mountain," Merton characterized Lax as a prophet but "without rage," referring to the personality of Lax: intense and fully engaged in whatever he pursued but also detached and discontent. Lax was the schemer, the dreamer, sometimes the clown, but his droll manner and long face suggested to Merton that Lax "meditated on some incomprehensible woe."
What "woe" Lax never let on. Even today, with publication of his poetry and the appearance of biographies, articles, and interviews, Lax remains enigmatic. He became a solitary on the island of Patmos from 1964 to his death, and he never described his motives.
What we do know is now standard in many biographies. After Columbia, Lax pursued writing and editing jobs in Manhattan, but then withdrew from his circle to live in Harlem's Fellowship House and serve the poor. He was not handy. He did not know how to use a mop. But he was seeking a purpose and was undeterred. Drifting across the continent in makeshift teaching assignments, Lax finally followed a circus in Canada, which inspired his first book of poems.
One commentator has said, "Lax could not state his bliss." He was soon off to Europe: London, Paris, Marseilles. He was seeking his element, perhaps, among the displaced and outcast, a little reminiscent of Joyce and Beckett rather than of the Jack Kerouac he had known at Columbia. But Lax made a poor impression in France, even among the hoboes, and once stayed several days at a flophouse before realizing it was a brothel. Which reminds one of Basho's own travels and a nearly identical "naive" experience:
Beneath the same roof
All of us sleeping
Women of the evening and myself --
Night blooming flowers and the moon.
In Marseilles, Lax hoped to run a homeless shelter but no one trusted him. Instead the sea inspired him to write more poetry, and he soon hit upon emigrating to Greece, ending on the isle of Patmos in 1964. Why Patmos? According to one interview, Lax had hung an icon of St. John the Evangelist composing the Book of Revelation or Apocalypse. Every morning, just upon awakening, the Marseilles sunlight fell auspiciously upon the painting.
The years at Patmos represent the eremitical aspirations of Lax, though he never elaborated on this enigmatic decision or described his life in terms other than his poetic art. In the book "Hermits: The Insights of Solitude," author Peter France tried to elicit this enigmatic side of Lax but Lax reveals his reticence at every turn. For Lax, says France, "living with someone isn't all that different from living alone." Solitude is a practicality providing a physical context conducive to writing.
Though Lax is outgoing in correspondence and apparently so among island residents, his behavior is not intimacy.
FRANCE: If you need the solitude for most of the time, did you ever think of becoming a hermit?
LAX: That sounds to me like too much of a professional, too self-conscious a thing to do.
Lax insists upon calling himself a poet, part of a universal creative stream, with no pretensions to having a particular message for the world. Nor does he feel, unlike Merton, that solitude safeguards oneself from the false persona needed to meet social expectations. Perhaps this is the privilege of the artist as much as the hermit, but Lax insists that he has no problem with people. And they certainly crowd his daily walks and appearances in town, though one senses that the people of Patmos do not impress easily.
About solitude, Lax states,
If there weren't any other people around, then the trees and the ants and the gazelles could help you. And if there weren't any living creatures around then you should listen to any angel voices you can hear. ... But people shouldn't hiss at you. If you find you're part of a community that starts to hiss at you it's time to leave.
Another reason for hedging his eremiticism is eminently practical: Lax is not handy or self-sufficient.
My picture of what you have to do if you're a hermit -- a classical hermit -- is to chop wood. I tried it once, without great success, and I don't think that it's the sort of challenge I'd want to respond to if I didn't have to.
Solitude represents to Lax a functional working environment. He uses the example of the scientist pursuing a cure to benefit society. The scientist works alone, as long as it represents work, regardless of its goal, and the artist does the same. As France puts it, "the value of solitude for you [Lax] is no more than that it keeps you away from distractions," and Lax does not disagree. Creativity justifies solitude. Solitude fosters creativity. Fifty years of solitude to produce even a crossword puzzle is still creativity and still justifies solitude, Lax insists.
Most people derive their energy and impetus from social interaction. Without people they would be goalless and without direction, since most people are not creative or productive in a meaningful and natural way. But individuals are different and will have to know themselves well enough to know what they need for solitary living. Lax jokes that they would need "a booklet of general advice for would-be solitaries." No, he adds, "They would need an institute."
The distinguishing mark that shows that solitude is working is "the spirit of peace," Lax continues. The person finds perspective, grounding, equanimity. These fruits would benefit anyone, of course, but they are best discovered by solitude and appreciated in solitude.
Meditation is a definite help, adds Lax. Since he was a convert to Catholicism, Lax speaks of prayer, but acknowledges that prayer is whatever you do to get in touch with the creative in the self and in the universe. In this regard, the solitary needs no specific structure or disciplined time frame. The disposition to meditate or pray will come naturally, as the fruit of the process, of the movement, toward peace of mind and heart.
Lax touches on philosophy and spirituality by recapping the concept of self (small "s") and Self (capital "S"). This universal experience is of what may be called God. And it usually depends not on intellectual learning but on direct experience of daily existence.
I think that here on Patmos the farmers and the fishermen have only a minimal difference between the two selves: they're pretty close to being who they are night and day and at all times. It is only in the artificial societies where, in order to hold down jobs -- even to be admitted to the intellectual schools that we have -- that the surface gets all that coloration that warps the perceptions.
The more false the culture, the more psychological and spiritual problems will the average individual experience. The deep self recedes further away from consciousness as the false self is covered up layer by layer by the false culture. Asked what is this falsity, Lax replies simply: "Falsity is inappropriateness to the nature of the world or the universe."
But Lax is an optimist. He believes that things have improved, that the consciousness of humanity has progressed among many, that as in the law of physics, the positive is the "stronger force in the universe than the negative."
I really think that all through history most of the bad stuff quietly eliminates itself in particular form from generation to generation. It may be replaced by other bad stuff, but the fashion disappears. Whereas the good stuff renews itself.
We learn nothing else about eremiticism and Lax from other interviews, such as Steve Geogiou's "The Way of the Dreamcatcher." This book is a lengthy (284 pages) and wide-ranging interview with Lax as poet, artist, philosopher, and personality, but not strictly as hermit, less solitary. Lax is asked
You call yourself a hermit, yet you have chosen to live near people. You periodically mingle with society. Why?
The reply is the same offered to Peter France: time spent in writing, reading, meditating, are activities necessarily pursued alone. "I'm not self-sufficient by any means," responds Lax, "so I do go out into the world. And I like meeting people."
When the comparison to St. Anthony of Egypt is offered by Georgiou -- of the hermit pursued by the world for advice -- Lax only comments
You know, Merton said at some point that it isn't good to try and live anonymously in a well known holy place. ...
There isn't much more about the solitary life in this interview, perhaps the last interview of Lax before he suffered ill health and returned to his hometown of Oleans, New York in 2000. The book shows an aging man full of nostalgia and old jokes, and the interviewer's paeans occasionally embarrassing even Lax makes the tone of the interview less than constructive on the issue of solitude and the hermit life. The tone of levity and adulation in student Georgiou contrasts with Peter France the BBC journalist, who, incidentally, was scouting a home in Patmos when he discovered Lax, and subsequently wrote a book about Patmos.
Is Lax a hermit model who skirts the nuances of solitude, creativity, and reclusion? Perhaps the lesson of his life and poetry is that creativity takes many forms in humanity, and that the motives of life and the consciousness of any given person is forever enigmatic.
¶
--------------------------------------------------------------------------------
BIBLIOGRAPHICAL REFERENCES
Among the many books, articles, and interviews, herein are mentioned only Peter France. Hermits: The Insights of Solitude. New York: St, Martin's Press, 1996 and Steve T. Georgiou. The Way of the Dreamcatcher: Spirit Lessons with Robert Lax, Poet, Peacemaker, Sage. Mystic, CT: Twenty-third Publications, 2002.
URL of this page: http://www.hermitary.com/articles/lax.html
© 2004, the hermitary and
Robert Lax (1915-2000) is largely overshadowed by his association with the Trappist monk and fellow convert Thomas Merton, and with the circle of Columbia University friends of the 1930s and 1940s. In "Seven Storey Mountain," Merton characterized Lax as a prophet but "without rage," referring to the personality of Lax: intense and fully engaged in whatever he pursued but also detached and discontent. Lax was the schemer, the dreamer, sometimes the clown, but his droll manner and long face suggested to Merton that Lax "meditated on some incomprehensible woe."
What "woe" Lax never let on. Even today, with publication of his poetry and the appearance of biographies, articles, and interviews, Lax remains enigmatic. He became a solitary on the island of Patmos from 1964 to his death, and he never described his motives.
What we do know is now standard in many biographies. After Columbia, Lax pursued writing and editing jobs in Manhattan, but then withdrew from his circle to live in Harlem's Fellowship House and serve the poor. He was not handy. He did not know how to use a mop. But he was seeking a purpose and was undeterred. Drifting across the continent in makeshift teaching assignments, Lax finally followed a circus in Canada, which inspired his first book of poems.
One commentator has said, "Lax could not state his bliss." He was soon off to Europe: London, Paris, Marseilles. He was seeking his element, perhaps, among the displaced and outcast, a little reminiscent of Joyce and Beckett rather than of the Jack Kerouac he had known at Columbia. But Lax made a poor impression in France, even among the hoboes, and once stayed several days at a flophouse before realizing it was a brothel. Which reminds one of Basho's own travels and a nearly identical "naive" experience:
Beneath the same roof
All of us sleeping
Women of the evening and myself --
Night blooming flowers and the moon.
In Marseilles, Lax hoped to run a homeless shelter but no one trusted him. Instead the sea inspired him to write more poetry, and he soon hit upon emigrating to Greece, ending on the isle of Patmos in 1964. Why Patmos? According to one interview, Lax had hung an icon of St. John the Evangelist composing the Book of Revelation or Apocalypse. Every morning, just upon awakening, the Marseilles sunlight fell auspiciously upon the painting.
The years at Patmos represent the eremitical aspirations of Lax, though he never elaborated on this enigmatic decision or described his life in terms other than his poetic art. In the book "Hermits: The Insights of Solitude," author Peter France tried to elicit this enigmatic side of Lax but Lax reveals his reticence at every turn. For Lax, says France, "living with someone isn't all that different from living alone." Solitude is a practicality providing a physical context conducive to writing.
Though Lax is outgoing in correspondence and apparently so among island residents, his behavior is not intimacy.
FRANCE: If you need the solitude for most of the time, did you ever think of becoming a hermit?
LAX: That sounds to me like too much of a professional, too self-conscious a thing to do.
Lax insists upon calling himself a poet, part of a universal creative stream, with no pretensions to having a particular message for the world. Nor does he feel, unlike Merton, that solitude safeguards oneself from the false persona needed to meet social expectations. Perhaps this is the privilege of the artist as much as the hermit, but Lax insists that he has no problem with people. And they certainly crowd his daily walks and appearances in town, though one senses that the people of Patmos do not impress easily.
About solitude, Lax states,
If there weren't any other people around, then the trees and the ants and the gazelles could help you. And if there weren't any living creatures around then you should listen to any angel voices you can hear. ... But people shouldn't hiss at you. If you find you're part of a community that starts to hiss at you it's time to leave.
Another reason for hedging his eremiticism is eminently practical: Lax is not handy or self-sufficient.
My picture of what you have to do if you're a hermit -- a classical hermit -- is to chop wood. I tried it once, without great success, and I don't think that it's the sort of challenge I'd want to respond to if I didn't have to.
Solitude represents to Lax a functional working environment. He uses the example of the scientist pursuing a cure to benefit society. The scientist works alone, as long as it represents work, regardless of its goal, and the artist does the same. As France puts it, "the value of solitude for you [Lax] is no more than that it keeps you away from distractions," and Lax does not disagree. Creativity justifies solitude. Solitude fosters creativity. Fifty years of solitude to produce even a crossword puzzle is still creativity and still justifies solitude, Lax insists.
Most people derive their energy and impetus from social interaction. Without people they would be goalless and without direction, since most people are not creative or productive in a meaningful and natural way. But individuals are different and will have to know themselves well enough to know what they need for solitary living. Lax jokes that they would need "a booklet of general advice for would-be solitaries." No, he adds, "They would need an institute."
The distinguishing mark that shows that solitude is working is "the spirit of peace," Lax continues. The person finds perspective, grounding, equanimity. These fruits would benefit anyone, of course, but they are best discovered by solitude and appreciated in solitude.
Meditation is a definite help, adds Lax. Since he was a convert to Catholicism, Lax speaks of prayer, but acknowledges that prayer is whatever you do to get in touch with the creative in the self and in the universe. In this regard, the solitary needs no specific structure or disciplined time frame. The disposition to meditate or pray will come naturally, as the fruit of the process, of the movement, toward peace of mind and heart.
Lax touches on philosophy and spirituality by recapping the concept of self (small "s") and Self (capital "S"). This universal experience is of what may be called God. And it usually depends not on intellectual learning but on direct experience of daily existence.
I think that here on Patmos the farmers and the fishermen have only a minimal difference between the two selves: they're pretty close to being who they are night and day and at all times. It is only in the artificial societies where, in order to hold down jobs -- even to be admitted to the intellectual schools that we have -- that the surface gets all that coloration that warps the perceptions.
The more false the culture, the more psychological and spiritual problems will the average individual experience. The deep self recedes further away from consciousness as the false self is covered up layer by layer by the false culture. Asked what is this falsity, Lax replies simply: "Falsity is inappropriateness to the nature of the world or the universe."
But Lax is an optimist. He believes that things have improved, that the consciousness of humanity has progressed among many, that as in the law of physics, the positive is the "stronger force in the universe than the negative."
I really think that all through history most of the bad stuff quietly eliminates itself in particular form from generation to generation. It may be replaced by other bad stuff, but the fashion disappears. Whereas the good stuff renews itself.
We learn nothing else about eremiticism and Lax from other interviews, such as Steve Geogiou's "The Way of the Dreamcatcher." This book is a lengthy (284 pages) and wide-ranging interview with Lax as poet, artist, philosopher, and personality, but not strictly as hermit, less solitary. Lax is asked
You call yourself a hermit, yet you have chosen to live near people. You periodically mingle with society. Why?
The reply is the same offered to Peter France: time spent in writing, reading, meditating, are activities necessarily pursued alone. "I'm not self-sufficient by any means," responds Lax, "so I do go out into the world. And I like meeting people."
When the comparison to St. Anthony of Egypt is offered by Georgiou -- of the hermit pursued by the world for advice -- Lax only comments
You know, Merton said at some point that it isn't good to try and live anonymously in a well known holy place. ...
There isn't much more about the solitary life in this interview, perhaps the last interview of Lax before he suffered ill health and returned to his hometown of Oleans, New York in 2000. The book shows an aging man full of nostalgia and old jokes, and the interviewer's paeans occasionally embarrassing even Lax makes the tone of the interview less than constructive on the issue of solitude and the hermit life. The tone of levity and adulation in student Georgiou contrasts with Peter France the BBC journalist, who, incidentally, was scouting a home in Patmos when he discovered Lax, and subsequently wrote a book about Patmos.
Is Lax a hermit model who skirts the nuances of solitude, creativity, and reclusion? Perhaps the lesson of his life and poetry is that creativity takes many forms in humanity, and that the motives of life and the consciousness of any given person is forever enigmatic.
¶
--------------------------------------------------------------------------------
BIBLIOGRAPHICAL REFERENCES
Among the many books, articles, and interviews, herein are mentioned only Peter France. Hermits: The Insights of Solitude. New York: St, Martin's Press, 1996 and Steve T. Georgiou. The Way of the Dreamcatcher: Spirit Lessons with Robert Lax, Poet, Peacemaker, Sage. Mystic, CT: Twenty-third Publications, 2002.
URL of this page: http://www.hermitary.com/articles/lax.html
© 2004, the hermitary and
Μόσχος Ε.Λαγκουβάρδος, Κάποια στιγμή θα αντιληφθεί ο πολίτης
Μόσχου Ε. Λαγκουβάρδου,
ΚΑΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΗ Θ’ ΑΝΤΙΛΗΦΘΕΙ Ο ΠΟΛΙΤΗΣ…
Κάποια στιγμή θ’ αντιληφθεί ο πολίτης, θα δει τις απλωμένες παγίδες και τα εμπόδια και θ’ αντιληφθεί ότι η τόση σπουδή να αναλάβει κανείς δημόσιο αξίωμα συχνά είναι εκ του πονηρού. Το ίδιο και η σπατάλη των χρημάτων και η με κάθε μέσο αυτοπροβολή. Θα αντιληφθεί ο πολίτης αυτόν τον μεγάλο ανταγωνισμό για την εξουσία και θα προτιμήσει τον καταλληλότερο αντί αυτόν που εκμεταλλεύτηκε καλύτερα το σύστημα των δημοσίων σχέσεων ή που ξόδεψε τα περισσότερα χρήματα στα Μέσα για την προβολή του. Αλλά κανένας δεν επηρεάζει τον πολίτη παρά τη θέλησή του . Καθένας που επηρεάζεται με οποιοδήποτε τρόπο συνεργάζεται με αυτόν που τον επηρεάζει , για το δικαίωμα προσδοκίας ότι θα εξυπηρετηθεί στο μέλλον, αν χρειαστεί. Γεννάται το ερώτημα , τίνος είναι η εξουσία, η δικαιοσύνη, η οικονομία, η ζωή; . Για λογαριασμό τίνος ο πολίτης επιλέγει τον καταλληλότερο για κάποιο δημόσιο αξίωμα; Είναι η ψήφος του σαν ένα περιουσιακό δικαίωμα ή είναι ένα χρέος προς τον εαυτό του και τους άλλους;
Ο πολίτης κάποια στιγμή θα απελευθερωθεί από το πνεύμα του ωφελιμισμού και της χρησιμοθηρίας που τον οδηγεί στην ευτέλεια για να εκτιμήσει την πραγματική αξία όπου υπάρχει. Ο ωφελιμισμός ξεκίνησε με τη Γαλλική επανάσταση. Από τότε η αρχή της ηθικότητας ετέθη στο περιθώριο για να πάρει τη θέση της ο ωφελιμισμός σύμφωνα με τον οποίο κάθε τι ωφέλιμο είναι θεμιτό. Έτσι εκτιμώνται οι γνώσεις αντί η Γνώση. Δε λαμβάνεται υπόψη το ήθος και η ηθικότητα σύμφωνα με την οποία δεν έχει σημασία πόσα γνωρίζει κανείς, αλλά πώς χρησιμοποιεί τα όσα γνωρίζει! Το παράδοξο και το αντιφατικό είναι ότι οι ιδέες αυτές διαδίδονται δήθεν χάριν του «λαού» ενώ στο όνομα των ιδεών αυτών επικρατεί ο απάνθρωπος ανταγωνισμός και η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο κυρίως σε βάρος των φτωχών! Ο πιο απλός πολίτης γνωρίζει ότι περιφρονήθηκε η αρχή της ηθικότητας στη Δύση όχι για χάρη των φτωχών, αλλά για να εξυπηρετηθεί η φεουδαρχία. Ο απλός κόσμος γνωρίζει ότι το δέντρο απ΄ τους καρπούς του γνωρίζεται και ότι ο σεβασμός των αξιών και το ήθος αυτών που καταλαμβάνουν την εξουσία είναι ο μοναδικός του σύμμαχος!
Η δημοκρατία δεν στηρίζεται στο πρόσωπο του άρχοντα και στην ακεραιότητά του, αλλά στηρίζεται στις ιδέες (στο νόμο), όπως είναι η ισότητα, η δικαιοσύνη, η ελευθερία κλπ Το μειονέκτημά της είναι ότι διασπά την ευθύνη του προσώπου! Δεν έχει σημασία η ακεραιότητα του προσώπου, αλλά η αρμοδιότητα κάποιας επιτροπής στην οποία ο πολίτης μάταια αναζητεί έναν πραγματικά υπεύθυνο! Η δημοκρατία οπωσδήποτε είναι το καλύτερο από όλα τα άλλα πολιτεύματα, είναι καλύτερη γιατί έχει «φύλακες» να μας φυλάνε απ΄ την αυθαιρεσία και την αλαζονεία του άρχοντα. Αλλά ποιος μας φυλάει απ΄ την κακία και την αλαζονεία των « φυλάκων», αυτών που διαστρεβλώνουν τα ονόματα ώστε να μην αντιστοιχούν στην πραγματικότητα; Με την κακία και την αλαζονεία των «φυλάκων» και η ισότητα, η δικαιοσύνη, η ελευθερία, ο σεβασμός του προσώπου είναι ψεύτικες, όπως ψεύτικη είναι κάθε μεγάλη γενική ιδέα.
Απ’ την αρχαία Κίνα πάλι ένα παράδειγμα απόλυτης ακεραιότητας και ήθους. Ο Πο Γι και ο Σου Τσι αρνήθηκαν κι οι δύο, ο ένας μετά τον άλλον, να ανέλθουν στο θρόνο όταν πέθανε ο πατέρας τους που ήταν ηγεμόνας του κράτους, γιατί θεώρησαν ότι υπήρχαν άλλοι καταλληλότεροι από αυτούς να αναλάβουν το αξίωμα αυτό. Κατέφυγαν στην αυλή του βασιλιά Βεν. Όταν ο βασιλιάς αυτός ξεκίνησε πόλεμο τον επέπληξαν και αποσύρθηκαν στα βουνά , όπου προτίμησαν να πεθάνουν απ΄ την πείνα παρά να υπηρετήσουν τον νέο ηγεμόνα.
ΚΑΠΟΙΑ ΣΤΙΓΜΗ Θ’ ΑΝΤΙΛΗΦΘΕΙ Ο ΠΟΛΙΤΗΣ…
Κάποια στιγμή θ’ αντιληφθεί ο πολίτης, θα δει τις απλωμένες παγίδες και τα εμπόδια και θ’ αντιληφθεί ότι η τόση σπουδή να αναλάβει κανείς δημόσιο αξίωμα συχνά είναι εκ του πονηρού. Το ίδιο και η σπατάλη των χρημάτων και η με κάθε μέσο αυτοπροβολή. Θα αντιληφθεί ο πολίτης αυτόν τον μεγάλο ανταγωνισμό για την εξουσία και θα προτιμήσει τον καταλληλότερο αντί αυτόν που εκμεταλλεύτηκε καλύτερα το σύστημα των δημοσίων σχέσεων ή που ξόδεψε τα περισσότερα χρήματα στα Μέσα για την προβολή του. Αλλά κανένας δεν επηρεάζει τον πολίτη παρά τη θέλησή του . Καθένας που επηρεάζεται με οποιοδήποτε τρόπο συνεργάζεται με αυτόν που τον επηρεάζει , για το δικαίωμα προσδοκίας ότι θα εξυπηρετηθεί στο μέλλον, αν χρειαστεί. Γεννάται το ερώτημα , τίνος είναι η εξουσία, η δικαιοσύνη, η οικονομία, η ζωή; . Για λογαριασμό τίνος ο πολίτης επιλέγει τον καταλληλότερο για κάποιο δημόσιο αξίωμα; Είναι η ψήφος του σαν ένα περιουσιακό δικαίωμα ή είναι ένα χρέος προς τον εαυτό του και τους άλλους;
Ο πολίτης κάποια στιγμή θα απελευθερωθεί από το πνεύμα του ωφελιμισμού και της χρησιμοθηρίας που τον οδηγεί στην ευτέλεια για να εκτιμήσει την πραγματική αξία όπου υπάρχει. Ο ωφελιμισμός ξεκίνησε με τη Γαλλική επανάσταση. Από τότε η αρχή της ηθικότητας ετέθη στο περιθώριο για να πάρει τη θέση της ο ωφελιμισμός σύμφωνα με τον οποίο κάθε τι ωφέλιμο είναι θεμιτό. Έτσι εκτιμώνται οι γνώσεις αντί η Γνώση. Δε λαμβάνεται υπόψη το ήθος και η ηθικότητα σύμφωνα με την οποία δεν έχει σημασία πόσα γνωρίζει κανείς, αλλά πώς χρησιμοποιεί τα όσα γνωρίζει! Το παράδοξο και το αντιφατικό είναι ότι οι ιδέες αυτές διαδίδονται δήθεν χάριν του «λαού» ενώ στο όνομα των ιδεών αυτών επικρατεί ο απάνθρωπος ανταγωνισμός και η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο κυρίως σε βάρος των φτωχών! Ο πιο απλός πολίτης γνωρίζει ότι περιφρονήθηκε η αρχή της ηθικότητας στη Δύση όχι για χάρη των φτωχών, αλλά για να εξυπηρετηθεί η φεουδαρχία. Ο απλός κόσμος γνωρίζει ότι το δέντρο απ΄ τους καρπούς του γνωρίζεται και ότι ο σεβασμός των αξιών και το ήθος αυτών που καταλαμβάνουν την εξουσία είναι ο μοναδικός του σύμμαχος!
Η δημοκρατία δεν στηρίζεται στο πρόσωπο του άρχοντα και στην ακεραιότητά του, αλλά στηρίζεται στις ιδέες (στο νόμο), όπως είναι η ισότητα, η δικαιοσύνη, η ελευθερία κλπ Το μειονέκτημά της είναι ότι διασπά την ευθύνη του προσώπου! Δεν έχει σημασία η ακεραιότητα του προσώπου, αλλά η αρμοδιότητα κάποιας επιτροπής στην οποία ο πολίτης μάταια αναζητεί έναν πραγματικά υπεύθυνο! Η δημοκρατία οπωσδήποτε είναι το καλύτερο από όλα τα άλλα πολιτεύματα, είναι καλύτερη γιατί έχει «φύλακες» να μας φυλάνε απ΄ την αυθαιρεσία και την αλαζονεία του άρχοντα. Αλλά ποιος μας φυλάει απ΄ την κακία και την αλαζονεία των « φυλάκων», αυτών που διαστρεβλώνουν τα ονόματα ώστε να μην αντιστοιχούν στην πραγματικότητα; Με την κακία και την αλαζονεία των «φυλάκων» και η ισότητα, η δικαιοσύνη, η ελευθερία, ο σεβασμός του προσώπου είναι ψεύτικες, όπως ψεύτικη είναι κάθε μεγάλη γενική ιδέα.
Απ’ την αρχαία Κίνα πάλι ένα παράδειγμα απόλυτης ακεραιότητας και ήθους. Ο Πο Γι και ο Σου Τσι αρνήθηκαν κι οι δύο, ο ένας μετά τον άλλον, να ανέλθουν στο θρόνο όταν πέθανε ο πατέρας τους που ήταν ηγεμόνας του κράτους, γιατί θεώρησαν ότι υπήρχαν άλλοι καταλληλότεροι από αυτούς να αναλάβουν το αξίωμα αυτό. Κατέφυγαν στην αυλή του βασιλιά Βεν. Όταν ο βασιλιάς αυτός ξεκίνησε πόλεμο τον επέπληξαν και αποσύρθηκαν στα βουνά , όπου προτίμησαν να πεθάνουν απ΄ την πείνα παρά να υπηρετήσουν τον νέο ηγεμόνα.
14.8.08
Μόσχος Ε.Λαγκουβάρδος, Ποδηλάτης 90 ετών
Ποδηλάτης 90 ετών!
«Το καλό του ποδηλάτου είναι ότι δουλεύει το μυαλό», είπε ο γερο-ποδηλάτης, βλέποντάς με μ΄ ένα βιβλίο στο χέρι. «Είμαι ενενήντα χρονών και θυμάμαι τα πάντα». «Πόσα χρόνια κάνετε ποδήλατο; «Δέκα επτά χρόνια». « Δηλαδή κάνετε ποδήλατο απ΄ τα εβδομήντα τρία σας χρόνια!»
« Πριν δέκα επτά χρόνια άρχισαν να με πονούν τα πόδια μου- οι γέροι υποφέρουν απ΄ τα πόδια τους. Πήγα στο γιατρό και μού ’δωσε διάφορα φάρμακα, αλλά δεν μου έκαναν τίποτα. Ο γιατρός μου είπε τελικά , πως πρέπει να κάνω εγχείριση. Σε τρία χρόνια, είπε, δεν θα μπορείς να περπατάς. Εγώ όμως αντί εγχείριση έκανα ποδήλατο. Οι μύες των ποδιών μου με τη συνεχή άσκηση δυνάμωσαν κι έπαψαν τα πόδια μου να με πονούν. Έτσι πέταξα και τα φάρμακα και δεν τα ξαναπήρα. Η άσκηση με το ποδήλατο με ωφέλησε παντού. Νιώθω ευεξία σε όλο μου το σώμα.»
«Δεν φοβάστε μήπως χάσετε την ισορροπία σας και πέσετε; Σε πολλούς είναι έντονο το αίσθημα της ανισορροπίας, καθώς περνούν τα χρόνια. Ή μήπως είναι μόνο ψυχολογικό;» «Δεν αισθάνομαι καμιά ανησυχία.» είπε. « Όταν οδηγείς το ποδήλατο προσέχεις, βλέπεις τα πάντα.»
Χάρηκα την πρωινή αυτή κουβέντα με το γερο-ποδηλάτη, στο δρόμο μπροστά απ΄ το σπίτι του. Ετοιμαζόταν να πάει στο φαρμακείο, όπου βοηθούσε την κόρη του. Είχε στήσει το ποδήλατό του στο δρόμο και ήταν έτοιμος να ανεβεί, όταν τον σταμάτησα για να του εκφράσω το θαυμασμό μου, για την αγάπη του στο ποδήλατο. Έτσι αρχίσαμε να μιλάμε για το ποδήλατο. Όση ώρα μιλούσε κρατούσε με ένα τρόπο τρυφερό το χαμηλό (γυναικείο) ποδήλατό του. Τα λόγια του ήταν ένα μικρό εγκώμιο για το μόνο συγκοινωνιακό μέσο, που κατά τον Ρώσο φιλόσοφο Ιβάν Ίλιτς δεν πρέπει να νιώθεις τύψεις που το χρησιμοποιείς.
Ήταν μια πνευματική συζήτηση που θα μπορούσε να ονομαστεί «Ποδήλατο και διαλογισμός». Με όσους ποδηλάτες είχα μιλήσει μέχρι τώρα, η συζήτησή μας περιοριζόταν σε τεχνικά θέματα. Κρίμα γιατί η ποδηλασία είναι μια άσκηση γαλήνης και ησυχίας, όπως και η κωπηλασία το ίδιο! (Μόνο οι ατζαμήδες κωπηλατούν άγρια και νευρικά. Στην εποχή μας έχει διαφθαρεί και η χαριτωμένη αυτή άσκηση κι έγινε θέαμα χάριν ανταγωνισμού.)
Να πως έγινε η αρχή του φίλου μου με το ποδήλατο: Πριν δέκα εφτά χρόνια του πονούσαν τα πόδια του. «Οι γέροι, ξέρεις, υποφέρουν απ΄ τα πόδια τους», είπε. Πήγα στο γιατρό, πήρα διάφορα φάρμακα, αλλά δεν μου έκαναν τίποτα. Ο γιατρός μου είπε τελικά , πως πρέπει να κάνω εγχείριση. Σε τρία χρόνια, είπε, δεν θα μπορείς να περπατάς. Πήρα το ποδήλατο κι έγινα καλά. Ούτε εγχείριση έκανα, ούτε ξαναπήρα φάρμακα.
Μίλησα κάποτε με κάποιον αλλοδαπό ποδηλάτη. Ήταν λαλίστατος στα τεχνικά θέματα. Όταν τον ρώτησα από πού είναι (φαινόταν σαν Τσέχος ή Πολωνός) δεν απάντησε. Ήταν φανερό ότι η ερώτησή μου τον εξόργισε. Τι τους έχει κάνει τους ανθρώπους η σύγχρονη τεχνοκρατία κι ο υλισμός; Δεν θέλουν ούτε τη λέξη «πατρίδα» ν’ ακούσουν. Δεν αγαπούν τον τόπο τους; Δεν αναπολούν την παιδική τους ηλικία, τα παιχνίδια, τα τραγούδια, τους φίλους;
Ενώ αυτοί λοιπόν είναι γεμάτοι οργή, το παράξενο με τους ήσυχους ανθρώπους είναι ότι δεν μισούν τον τεχνικό πολιτισμό. Δεν θ’ ακούσεις τους ασκητές στην έρημο, να κατηγορούν τον τεχνικό πολιτισμό και γενικά αυτούς που κάνουν κατάχρηση του κόσμου.
Αυτό είναι το μεγάλο μυστικό τους: ζουν ήσυχα είτε μέσα στον κόσμο είτε στην έρημο, χωρίς να είναι καμωμένοι απ΄ τα στοιχεία του κόσμου. «Να ζείτε στον κόσμο αυτόν, χωρίς να είσθε εκ του κόσμου τούτου», λέει το Ευαγγέλιο.
"Ελευθερία"
«Το καλό του ποδηλάτου είναι ότι δουλεύει το μυαλό», είπε ο γερο-ποδηλάτης, βλέποντάς με μ΄ ένα βιβλίο στο χέρι. «Είμαι ενενήντα χρονών και θυμάμαι τα πάντα». «Πόσα χρόνια κάνετε ποδήλατο; «Δέκα επτά χρόνια». « Δηλαδή κάνετε ποδήλατο απ΄ τα εβδομήντα τρία σας χρόνια!»
« Πριν δέκα επτά χρόνια άρχισαν να με πονούν τα πόδια μου- οι γέροι υποφέρουν απ΄ τα πόδια τους. Πήγα στο γιατρό και μού ’δωσε διάφορα φάρμακα, αλλά δεν μου έκαναν τίποτα. Ο γιατρός μου είπε τελικά , πως πρέπει να κάνω εγχείριση. Σε τρία χρόνια, είπε, δεν θα μπορείς να περπατάς. Εγώ όμως αντί εγχείριση έκανα ποδήλατο. Οι μύες των ποδιών μου με τη συνεχή άσκηση δυνάμωσαν κι έπαψαν τα πόδια μου να με πονούν. Έτσι πέταξα και τα φάρμακα και δεν τα ξαναπήρα. Η άσκηση με το ποδήλατο με ωφέλησε παντού. Νιώθω ευεξία σε όλο μου το σώμα.»
«Δεν φοβάστε μήπως χάσετε την ισορροπία σας και πέσετε; Σε πολλούς είναι έντονο το αίσθημα της ανισορροπίας, καθώς περνούν τα χρόνια. Ή μήπως είναι μόνο ψυχολογικό;» «Δεν αισθάνομαι καμιά ανησυχία.» είπε. « Όταν οδηγείς το ποδήλατο προσέχεις, βλέπεις τα πάντα.»
Χάρηκα την πρωινή αυτή κουβέντα με το γερο-ποδηλάτη, στο δρόμο μπροστά απ΄ το σπίτι του. Ετοιμαζόταν να πάει στο φαρμακείο, όπου βοηθούσε την κόρη του. Είχε στήσει το ποδήλατό του στο δρόμο και ήταν έτοιμος να ανεβεί, όταν τον σταμάτησα για να του εκφράσω το θαυμασμό μου, για την αγάπη του στο ποδήλατο. Έτσι αρχίσαμε να μιλάμε για το ποδήλατο. Όση ώρα μιλούσε κρατούσε με ένα τρόπο τρυφερό το χαμηλό (γυναικείο) ποδήλατό του. Τα λόγια του ήταν ένα μικρό εγκώμιο για το μόνο συγκοινωνιακό μέσο, που κατά τον Ρώσο φιλόσοφο Ιβάν Ίλιτς δεν πρέπει να νιώθεις τύψεις που το χρησιμοποιείς.
Ήταν μια πνευματική συζήτηση που θα μπορούσε να ονομαστεί «Ποδήλατο και διαλογισμός». Με όσους ποδηλάτες είχα μιλήσει μέχρι τώρα, η συζήτησή μας περιοριζόταν σε τεχνικά θέματα. Κρίμα γιατί η ποδηλασία είναι μια άσκηση γαλήνης και ησυχίας, όπως και η κωπηλασία το ίδιο! (Μόνο οι ατζαμήδες κωπηλατούν άγρια και νευρικά. Στην εποχή μας έχει διαφθαρεί και η χαριτωμένη αυτή άσκηση κι έγινε θέαμα χάριν ανταγωνισμού.)
Να πως έγινε η αρχή του φίλου μου με το ποδήλατο: Πριν δέκα εφτά χρόνια του πονούσαν τα πόδια του. «Οι γέροι, ξέρεις, υποφέρουν απ΄ τα πόδια τους», είπε. Πήγα στο γιατρό, πήρα διάφορα φάρμακα, αλλά δεν μου έκαναν τίποτα. Ο γιατρός μου είπε τελικά , πως πρέπει να κάνω εγχείριση. Σε τρία χρόνια, είπε, δεν θα μπορείς να περπατάς. Πήρα το ποδήλατο κι έγινα καλά. Ούτε εγχείριση έκανα, ούτε ξαναπήρα φάρμακα.
Μίλησα κάποτε με κάποιον αλλοδαπό ποδηλάτη. Ήταν λαλίστατος στα τεχνικά θέματα. Όταν τον ρώτησα από πού είναι (φαινόταν σαν Τσέχος ή Πολωνός) δεν απάντησε. Ήταν φανερό ότι η ερώτησή μου τον εξόργισε. Τι τους έχει κάνει τους ανθρώπους η σύγχρονη τεχνοκρατία κι ο υλισμός; Δεν θέλουν ούτε τη λέξη «πατρίδα» ν’ ακούσουν. Δεν αγαπούν τον τόπο τους; Δεν αναπολούν την παιδική τους ηλικία, τα παιχνίδια, τα τραγούδια, τους φίλους;
Ενώ αυτοί λοιπόν είναι γεμάτοι οργή, το παράξενο με τους ήσυχους ανθρώπους είναι ότι δεν μισούν τον τεχνικό πολιτισμό. Δεν θ’ ακούσεις τους ασκητές στην έρημο, να κατηγορούν τον τεχνικό πολιτισμό και γενικά αυτούς που κάνουν κατάχρηση του κόσμου.
Αυτό είναι το μεγάλο μυστικό τους: ζουν ήσυχα είτε μέσα στον κόσμο είτε στην έρημο, χωρίς να είναι καμωμένοι απ΄ τα στοιχεία του κόσμου. «Να ζείτε στον κόσμο αυτόν, χωρίς να είσθε εκ του κόσμου τούτου», λέει το Ευαγγέλιο.
"Ελευθερία"
13.8.08
Μ.Ε.Λαγκουβάρδος, Στις δυσκολίες θα ευλογήσεις τη ζωή
«Στις δυσκολίες θα ευλογήσεις τη ζωή!»
Μέσα στις δυσκολίες και τα βάσανα δεν μας αφήνει και η έγνοια για το γράψιμο. Πώς να γράψεις καλά όταν το υλικό σου είναι οι δυσκολίες και τα βάσανα της ζωής;
Επισκέφθηκα χτες την άρρωστη μητέρα μου στη Θεσσαλονίκη. Με ρώτησε, αν έγραψα την ιστορία της. Πάνε χρόνια τώρα που με παρακαλεί να γράψω την περιπέτειά της στον πόλεμο, όταν στα ελληνο-βουλγαρικά σύνορα, προσπαθούσε να με γλιτώσει, γιατί μας κυνηγούσαν πάνω στα χιονισμένα βουνά, αυτοί που είχαν σκοτώσει τον πατέρα μου.
«Παιδί μου, έχασα το κουράγιο μου. Δεν έχω άλλες δυνάμεις. Κουράστηκα.»
Η μητέρα μου, παράλυτη από εγκεφαλικό, προσπαθεί να μου μιλήσει πίσω απ΄ το σιδηρόφραχτρο κρεβάτι του πόνου.
Με αφορμή την οδύνη της προσπαθώ να βρω μια απάντηση στο ερώτημα που πάντοτε με βασάνιζε! Τι είναι αυτό που μας στενοχωρεί, αυτό που μας πληγώνει, αυτό που εκμηδενίζει το ηθικό μας, που μας παραλύει ψυχικά και πνευματικά; Ύστερα από πολλά χρόνια αναζήτησης πιστεύω ότι στην περίπτωση της μητέρας μου έχω βρει την απάντηση: Είναι η παθητικότητά μας, η σκέψη ότι δεν μας χρειάζονται, ότι δεν μας χρειάζεται κανείς. Στη σκέψη ότι δεν μας χρειάζεται κανείς , ότι η ζωή μας δεν έχει πια κανένα νόημα , παραλύουμε ψυχικά και χάνουμε όλη μας την ενεργητικότητα , το ίδιο όπως παραλύουμε σωματικά με το εγκεφαλικό.
Πώς να υπερβούμε αυτό το φαινομενικά ανυπέρβλητο εμπόδιο, το μεγάλο αυτό πειρασμό του Διαβόλου; Πώς να μετατρέπουμε την παθητικότητα σε ενεργητικότητα, το χαμένο ηθικό σε ακμαίο ηθικό, την απόγνωση σε ελπίδα, την ασθένεια σε σθένος; Τι μας διδάσκει η Εκκλησία μας ;
Με έργα ( με πράξεις ή παραλείψεις) πέφτουμε στην απελπισία και στην απόγνωση, με έργα πρέπει να μετατρέψουμε την απελπισία σε ελπίδα και την ασθένεια σε σθένος. Έργο είναι η προσευχή και μάλιστα το πιο δύσκολο από όλα, ιδίως όταν είναι προσευχή για τους άλλους, ιδίως όταν είναι προσευχή γι΄ αυτούς που μας πληγώνουν και μας στενοχωρούν. «Εύχεσθε υπέρ αλλήλων, όπως ιαθείτε», γράφει στην Επιστολή του ο Απόστολος Ιάκωβος.
Κάποια στιγμή έσκυψα στη μητέρα μου και της ψιθύρισα στο αυτί! «Μητέρα» της είπα «να προσεύχεσαι γι΄ αυτό που σε στενοχωρεί και γι΄ αυτούς που σε στενοχωρούν. Έτσι μόνο θα γίνεις καλά και θα σηκωθείς απ΄ το κρεβάτι». (Η μητέρα μου πιστεύει ότι έπαθε εγκεφαλικό γιατί η Λάουρα μαγείρευε αλμυρά φαγητά και θέλει να τη διώξει.)
Η μητέρα μου δεν σκέφτηκε πολύ. Αμέσως άλλαξε η διάθεσή της απέναντι στη Λάουρα. Ζήτησε και της έφεραν το ρολόϊ της για να της το δωρίσει: «Λάουρα, σου δίνω την καρδιά μου», είπε δίνοντάς το.
“ Για να γράψεις καλά πρέπει να γράψεις άσχημα. Απλά συνέχισε να γράφεις (Just stick to righting). Να γράφεις σαν μια προσευχή, σαν μια πράξη πίστης.» Αυτά τα λόγια του αείμνηστου φίλου Ρόμπερτ Λαξ θα τα θυμάμαι πάντα! Αυτός είναι ο οδηγός μου στο γράψιμο.
Ο Ρομπέρτος δεν με βοήθησε μόνο στη λογοτεχνία. Με βοήθησε επίσης στην πίστη , όχι με λόγια, με επιχειρήματα ή με διανοητική προσπάθεια, αλλά με το να είναι ο ίδιος πιστός. Βλέποντας κάποιον που αγαπάς και θαυμάζεις να πιστεύει, αυτό στηρίζει και τη δική σου πίστη.»
Όταν πήγα στην Κάλυμνο, όπου συνάντησα το Ρομπέρτο, ήμουν σε απόγνωση. Ζητούσα με αγωνία να μάθω πώς μπορώ να μετατρέψω την απελπισία μου σε ελπίδα. Ήθελα να πιστεύω, αλλά δεν μπορούσα.
Αυτό που μας πληγώνει επίσης είναι ό,τι δείχνει έλλειψη αγάπης. Το ίδιο πράγμα αν δε δείχνει έλλειψη αγάπης δεν μας πληγώνει. Στην κατάκριση π.χ. ή στο χλευασμό και στη γελοιοποίηση είναι δύσκολο να πιστέψεις, όσο αθώος κι αν είσαι , ότι γίνεται από αγάπη. Δεν θα σε πληγώσει όμως, αν το δεις με κατανόηση , αν δεις και την κατάκριση σαν μια κριτική που σε βοηθάει να διορθώσεις τα λάθη σου, στο γράψιμό σου. Έστω κι άθελά του ο επικριτής επισημαίνει τα λάθη σου και σε βοηθάει να τα αποφύγεις. Δεν είναι ευχάριστη δουλειά να καυτηριάζεις τα ευαίσθητα σημεία των άλλων. Κάποιος όμως πρέπει να την κάνει κι αυτή τη δουλειά και μάλιστα να την απολαμβάνει κιόλας!
Η χριστιανική οδός, το παράδειγμα του Ιησού στο πάθος της γελοιοποίησης και του χλευασμού , είναι να προσεύχεσαι υπέρ αυτού που σε στενοχωρεί, υπέρ του διώκτη σου. Ο Ιησούς αντί να ασκήσει τη βία εναντίον των διωκτών Του έγινε ο ίδιος εκούσιο θύμα της.
«Κύριε, βοήθησέ μας σήμερα να επαγρυπνούμε και να χαιρόμαστε. Φρόντισε τη σωτηρία της ψυχής μας χάριν του Ιησού, Αμήν»
"Ελευθερία"
Μέσα στις δυσκολίες και τα βάσανα δεν μας αφήνει και η έγνοια για το γράψιμο. Πώς να γράψεις καλά όταν το υλικό σου είναι οι δυσκολίες και τα βάσανα της ζωής;
Επισκέφθηκα χτες την άρρωστη μητέρα μου στη Θεσσαλονίκη. Με ρώτησε, αν έγραψα την ιστορία της. Πάνε χρόνια τώρα που με παρακαλεί να γράψω την περιπέτειά της στον πόλεμο, όταν στα ελληνο-βουλγαρικά σύνορα, προσπαθούσε να με γλιτώσει, γιατί μας κυνηγούσαν πάνω στα χιονισμένα βουνά, αυτοί που είχαν σκοτώσει τον πατέρα μου.
«Παιδί μου, έχασα το κουράγιο μου. Δεν έχω άλλες δυνάμεις. Κουράστηκα.»
Η μητέρα μου, παράλυτη από εγκεφαλικό, προσπαθεί να μου μιλήσει πίσω απ΄ το σιδηρόφραχτρο κρεβάτι του πόνου.
Με αφορμή την οδύνη της προσπαθώ να βρω μια απάντηση στο ερώτημα που πάντοτε με βασάνιζε! Τι είναι αυτό που μας στενοχωρεί, αυτό που μας πληγώνει, αυτό που εκμηδενίζει το ηθικό μας, που μας παραλύει ψυχικά και πνευματικά; Ύστερα από πολλά χρόνια αναζήτησης πιστεύω ότι στην περίπτωση της μητέρας μου έχω βρει την απάντηση: Είναι η παθητικότητά μας, η σκέψη ότι δεν μας χρειάζονται, ότι δεν μας χρειάζεται κανείς. Στη σκέψη ότι δεν μας χρειάζεται κανείς , ότι η ζωή μας δεν έχει πια κανένα νόημα , παραλύουμε ψυχικά και χάνουμε όλη μας την ενεργητικότητα , το ίδιο όπως παραλύουμε σωματικά με το εγκεφαλικό.
Πώς να υπερβούμε αυτό το φαινομενικά ανυπέρβλητο εμπόδιο, το μεγάλο αυτό πειρασμό του Διαβόλου; Πώς να μετατρέπουμε την παθητικότητα σε ενεργητικότητα, το χαμένο ηθικό σε ακμαίο ηθικό, την απόγνωση σε ελπίδα, την ασθένεια σε σθένος; Τι μας διδάσκει η Εκκλησία μας ;
Με έργα ( με πράξεις ή παραλείψεις) πέφτουμε στην απελπισία και στην απόγνωση, με έργα πρέπει να μετατρέψουμε την απελπισία σε ελπίδα και την ασθένεια σε σθένος. Έργο είναι η προσευχή και μάλιστα το πιο δύσκολο από όλα, ιδίως όταν είναι προσευχή για τους άλλους, ιδίως όταν είναι προσευχή γι΄ αυτούς που μας πληγώνουν και μας στενοχωρούν. «Εύχεσθε υπέρ αλλήλων, όπως ιαθείτε», γράφει στην Επιστολή του ο Απόστολος Ιάκωβος.
Κάποια στιγμή έσκυψα στη μητέρα μου και της ψιθύρισα στο αυτί! «Μητέρα» της είπα «να προσεύχεσαι γι΄ αυτό που σε στενοχωρεί και γι΄ αυτούς που σε στενοχωρούν. Έτσι μόνο θα γίνεις καλά και θα σηκωθείς απ΄ το κρεβάτι». (Η μητέρα μου πιστεύει ότι έπαθε εγκεφαλικό γιατί η Λάουρα μαγείρευε αλμυρά φαγητά και θέλει να τη διώξει.)
Η μητέρα μου δεν σκέφτηκε πολύ. Αμέσως άλλαξε η διάθεσή της απέναντι στη Λάουρα. Ζήτησε και της έφεραν το ρολόϊ της για να της το δωρίσει: «Λάουρα, σου δίνω την καρδιά μου», είπε δίνοντάς το.
“ Για να γράψεις καλά πρέπει να γράψεις άσχημα. Απλά συνέχισε να γράφεις (Just stick to righting). Να γράφεις σαν μια προσευχή, σαν μια πράξη πίστης.» Αυτά τα λόγια του αείμνηστου φίλου Ρόμπερτ Λαξ θα τα θυμάμαι πάντα! Αυτός είναι ο οδηγός μου στο γράψιμο.
Ο Ρομπέρτος δεν με βοήθησε μόνο στη λογοτεχνία. Με βοήθησε επίσης στην πίστη , όχι με λόγια, με επιχειρήματα ή με διανοητική προσπάθεια, αλλά με το να είναι ο ίδιος πιστός. Βλέποντας κάποιον που αγαπάς και θαυμάζεις να πιστεύει, αυτό στηρίζει και τη δική σου πίστη.»
Όταν πήγα στην Κάλυμνο, όπου συνάντησα το Ρομπέρτο, ήμουν σε απόγνωση. Ζητούσα με αγωνία να μάθω πώς μπορώ να μετατρέψω την απελπισία μου σε ελπίδα. Ήθελα να πιστεύω, αλλά δεν μπορούσα.
Αυτό που μας πληγώνει επίσης είναι ό,τι δείχνει έλλειψη αγάπης. Το ίδιο πράγμα αν δε δείχνει έλλειψη αγάπης δεν μας πληγώνει. Στην κατάκριση π.χ. ή στο χλευασμό και στη γελοιοποίηση είναι δύσκολο να πιστέψεις, όσο αθώος κι αν είσαι , ότι γίνεται από αγάπη. Δεν θα σε πληγώσει όμως, αν το δεις με κατανόηση , αν δεις και την κατάκριση σαν μια κριτική που σε βοηθάει να διορθώσεις τα λάθη σου, στο γράψιμό σου. Έστω κι άθελά του ο επικριτής επισημαίνει τα λάθη σου και σε βοηθάει να τα αποφύγεις. Δεν είναι ευχάριστη δουλειά να καυτηριάζεις τα ευαίσθητα σημεία των άλλων. Κάποιος όμως πρέπει να την κάνει κι αυτή τη δουλειά και μάλιστα να την απολαμβάνει κιόλας!
Η χριστιανική οδός, το παράδειγμα του Ιησού στο πάθος της γελοιοποίησης και του χλευασμού , είναι να προσεύχεσαι υπέρ αυτού που σε στενοχωρεί, υπέρ του διώκτη σου. Ο Ιησούς αντί να ασκήσει τη βία εναντίον των διωκτών Του έγινε ο ίδιος εκούσιο θύμα της.
«Κύριε, βοήθησέ μας σήμερα να επαγρυπνούμε και να χαιρόμαστε. Φρόντισε τη σωτηρία της ψυχής μας χάριν του Ιησού, Αμήν»
"Ελευθερία"
10.8.08
Μ.Ε.Λαγκουβάρδος, Maxi Lari
Maxi Lari
(Φανταστική συνέντευξη)
Μ.Ε.Λαγκουβάρδος
Δημοσιογράφος: « κ. Lari, σας ευχαριστώ που δεχθήκατε να παραχωρήσετε τη μικρή αυτή συνέντευξη. Είσθε πράγματι Ινδιάνος απ΄ την Αμερική; Θυμάστε πως γνωριστήκαμε χάρις σε ένα εντελώς τυχαίο γεγονός: Ήταν το βράδυ που με τη συνηθισμένη παρέα στην Κεντρική Πλατεία μιλούσαμε για το πρήξιμο των ποδιών. Φωνάζαμε για να ακουστούμε λόγω του θορύβου που τελευταία τείνει να μετατρέψει και την Κεντρική Πλατεία σε πλατεία Ταχυδρομείου. Δεν είναι παράξενο, στ΄ αλήθεια, το όνομά σας ; Τι σημαίνει «Maxi Lari” στα Ινδιάνικα.; Όχι βέβαια αυτό που ακούγεται στα Ελληνικά; Θα ενδιέφερε ίσως τον αναγνώστη να το ξέρει. Η ζωή των Ινδιάνων έχει για μας τη γοητεία του εξωτικού.
Maxi Lari: Σας ευχαριστώ κι εγώ που μου δώσατε την ευκαιρία να επικοινωνήσω με τους Λαρισαίους, που ας μου επιτραπεί να το πω, δεν είναι και τόσο εύκολοι στην επικοινωνία. Ακόμα κι ο Ινδιάνος που θεωρείται εσωστρεφής, αγέλαστος, αμίλητος είναι πιο προσιτός απ΄ τον Λαρισαίο. Κανένας στη Λάρισα δεν θα σου πει «ψυχή μου», όπως π.χ. στην Κέρκυρα. Οι νησιώτες είναι οπωσδήποτε πιο διαχυτικοί απ΄ τους στεριανούς και μάλιστα τους καμπίσιους. Μπορεί να ζεις τριάντα χρόνια στη Λάρισα και «να μη βρίσκεις πουθενά ένα τόπο να ακουμπήσεις την ψυχή σου», όπως γράφει ο Καμύ στον Ξένο του.
Δ: Αληθεύει ότι προτιμήσατε τη Λάρισα από την όμορφη, κοσμοπολίτικη Κέρκυρα; Θα επανέλθουμε σ΄ αυτό, αλλά πρώτα να μιλήσουμε για το όνομά σας. Πιστεύω ότι θα ενδιέφερε το αναγνωστικό κοινό να ξέρει το νόημά του. Τα ονόματα των Ινδιάνων έχουν παράξενα νοήματα. Διαβάζοντας μια ποιητική ανθολογία των Ινδιάνων έμαθα μερικά ινδιάνικα ονόματα όπως είναι το «όρθια αρκούδα», ή το «τρία πουλάκια κάθονταν και κάπνιζαν ταμπάκο» κ.α.
Μ.L: Έτσι είναι.
Δ: Πείτε μας για την προτίμησή σας στη Λάρισα.
Μ.L: Η Λάρισα είναι όμορφη! Ποτέ δεν αμφέβαλα γι΄ αυτό! Εΐναι όμορφη, γιατί έχει κοντά της το Βόλο! Σε σαράντα λεπτά της ώρας βρίσκεσαι στην παραλία του Βόλου. Θεωρώ έξυπνους εκείνους τους Λαρισαίους που ενώ μπορούν να πάνε να ζήσουν στο Βόλο, προτιμούν να ζούνε στη Λάρισα! Τους Βολιώτες τους λυπάμαι πραγματικά. Πείτε μου, που θα πάει ένας Βολιώτης, όταν πλήξει; Μήπως θαρθεί στη Λάρισα; Έλεος! Δεν υπάρχει χειρότερο κλίμα από αυτό της Λάρισας. Ο ανθρώπινος οργανισμός πρέπει να κάνει τεράστια προσπάθεια να προσαρμοστεί στο φοβερό 27 υπό το μηδέν με 40 πάνω απ΄ το μηδέν ! Ως προς τη μόλυνση, με το πετ κοκ είναι η πιο μολυσμένη πόλη στην Ευρώπη!
Κι όμως δεν είναι καθόλου δυστυχισμένοι οι Λαρισαίοι που αναγκάζονται να ζουν σ΄ αυτήν την πόλη! Ο Λαρισαίος (εννοείται ο εύπορος,) το σκάει όποτε θέλει και πάει στο Βόλο. Ο Βολιώτης που θα πάει; Γι’ αυτό προτίμησα τη Λάρισα. Από τη Λάρισα μπορώ να πάω κάποτε , αν το θελήσει η ψυχή μου, στην Κέρκυρα. Απ΄ την Κέρκυρα που θα πήγαινα;
Αυτός είναι με λίγα λόγια ο λόγος που πριν τριάντα χρόνια προτίμησα να ρθώ να ζήσω στη Λάρισα. Έτσι έκανα χιλιάδες φορές τη διαδρομή διαμέρισμα -πλατεία, πλατεία-διαμέρισμα, σκοντάφτοντας σε κατεστραμμένα πεζοδρόμια,
σκαρφαλώνοντας σε κράσπεδα ύψους μισού μέτρου, δίπλα σε σχολεία-πολυκατοικίες (!) και σε πολυόροφα-θέατρα (!) γιαπιά. Η άσκηση αυτή μοιάζει με σκληρή προπόνηση για το Μαραθώνιο.
Ίσως αυτό είχε στο νου του το ΠΑΣΟΚ και είπε, «α, όχι, όχι, θέατρα στο ασφυχτικά οικοδομημένο κέντρο. Τα θέατρα πρέπει να γίνονται στο άκρο της πόλης». Με αυτό το πνεύμα έχτισαν το θέατρο, στην Παλιουργιά Δεσκάτης, μερικές ώρες μακριά απ΄το κέντρο, σε ένα «τσ’ κάρι» κατά τη ντοπιολαλιά, όπου σταυλίζουν τώρα, ελλείψει θεατρόφιλου κοινού, οι λίγοι εναπομείναντες γεωργο-κτηνοτρόφοι τα γιδο-πρόβατά τους!
Δ.: Τι σημαίνει λοιπόν «Μaxi Lari» στα Ινδιάνικα; Δε σημαίνει οπωσδήποτε αυτό που ακούγεται στα Ελληνικά;
Μ.L. Ακριβώς αυτό σημαίνει. Οι Ινδιάνοι σκληραγωγημένοι σαν τους δικούς σας αρχαίους Σπαρτιάτες, που η στρατιωτική τους θητεία διαρκούσε 65 (!) χρόνια, κοιμούμαστε καταγής, με μια πέτρα για προσκέφαλο. Ποτέ όμως δεν αγνοούμε την αξία που έχει ένα μεγάλο μαξιλάρι κάτω απ΄ τα πόδια σου, ιδίως αν είσαι υπέρβαρος και τα πόδια σου τείνουν να πρήζονται απ΄ το μεγάλο βάρος που σηκώνουν. Δεν θα σου ξανα- πρηστούν , λοιπόν, τα πόδια σου αν τα βάζεις επάνω σ΄ ένα μεγάλο μαξιλάρι τη νύχτα που κοιμάσαι. Αν το κάνεις , θα δεις γρήγορα αποτελέσματα . Μην ξεχάσεις όμως να ευχαριστήσεις το Θεό που σε έκανε καλά και να κάνεις μια ευχή και για μένα. Ευχόμενοι για τους άλλους θεραπευόμαστε!
(Φανταστική συνέντευξη)
Μ.Ε.Λαγκουβάρδος
Δημοσιογράφος: « κ. Lari, σας ευχαριστώ που δεχθήκατε να παραχωρήσετε τη μικρή αυτή συνέντευξη. Είσθε πράγματι Ινδιάνος απ΄ την Αμερική; Θυμάστε πως γνωριστήκαμε χάρις σε ένα εντελώς τυχαίο γεγονός: Ήταν το βράδυ που με τη συνηθισμένη παρέα στην Κεντρική Πλατεία μιλούσαμε για το πρήξιμο των ποδιών. Φωνάζαμε για να ακουστούμε λόγω του θορύβου που τελευταία τείνει να μετατρέψει και την Κεντρική Πλατεία σε πλατεία Ταχυδρομείου. Δεν είναι παράξενο, στ΄ αλήθεια, το όνομά σας ; Τι σημαίνει «Maxi Lari” στα Ινδιάνικα.; Όχι βέβαια αυτό που ακούγεται στα Ελληνικά; Θα ενδιέφερε ίσως τον αναγνώστη να το ξέρει. Η ζωή των Ινδιάνων έχει για μας τη γοητεία του εξωτικού.
Maxi Lari: Σας ευχαριστώ κι εγώ που μου δώσατε την ευκαιρία να επικοινωνήσω με τους Λαρισαίους, που ας μου επιτραπεί να το πω, δεν είναι και τόσο εύκολοι στην επικοινωνία. Ακόμα κι ο Ινδιάνος που θεωρείται εσωστρεφής, αγέλαστος, αμίλητος είναι πιο προσιτός απ΄ τον Λαρισαίο. Κανένας στη Λάρισα δεν θα σου πει «ψυχή μου», όπως π.χ. στην Κέρκυρα. Οι νησιώτες είναι οπωσδήποτε πιο διαχυτικοί απ΄ τους στεριανούς και μάλιστα τους καμπίσιους. Μπορεί να ζεις τριάντα χρόνια στη Λάρισα και «να μη βρίσκεις πουθενά ένα τόπο να ακουμπήσεις την ψυχή σου», όπως γράφει ο Καμύ στον Ξένο του.
Δ: Αληθεύει ότι προτιμήσατε τη Λάρισα από την όμορφη, κοσμοπολίτικη Κέρκυρα; Θα επανέλθουμε σ΄ αυτό, αλλά πρώτα να μιλήσουμε για το όνομά σας. Πιστεύω ότι θα ενδιέφερε το αναγνωστικό κοινό να ξέρει το νόημά του. Τα ονόματα των Ινδιάνων έχουν παράξενα νοήματα. Διαβάζοντας μια ποιητική ανθολογία των Ινδιάνων έμαθα μερικά ινδιάνικα ονόματα όπως είναι το «όρθια αρκούδα», ή το «τρία πουλάκια κάθονταν και κάπνιζαν ταμπάκο» κ.α.
Μ.L: Έτσι είναι.
Δ: Πείτε μας για την προτίμησή σας στη Λάρισα.
Μ.L: Η Λάρισα είναι όμορφη! Ποτέ δεν αμφέβαλα γι΄ αυτό! Εΐναι όμορφη, γιατί έχει κοντά της το Βόλο! Σε σαράντα λεπτά της ώρας βρίσκεσαι στην παραλία του Βόλου. Θεωρώ έξυπνους εκείνους τους Λαρισαίους που ενώ μπορούν να πάνε να ζήσουν στο Βόλο, προτιμούν να ζούνε στη Λάρισα! Τους Βολιώτες τους λυπάμαι πραγματικά. Πείτε μου, που θα πάει ένας Βολιώτης, όταν πλήξει; Μήπως θαρθεί στη Λάρισα; Έλεος! Δεν υπάρχει χειρότερο κλίμα από αυτό της Λάρισας. Ο ανθρώπινος οργανισμός πρέπει να κάνει τεράστια προσπάθεια να προσαρμοστεί στο φοβερό 27 υπό το μηδέν με 40 πάνω απ΄ το μηδέν ! Ως προς τη μόλυνση, με το πετ κοκ είναι η πιο μολυσμένη πόλη στην Ευρώπη!
Κι όμως δεν είναι καθόλου δυστυχισμένοι οι Λαρισαίοι που αναγκάζονται να ζουν σ΄ αυτήν την πόλη! Ο Λαρισαίος (εννοείται ο εύπορος,) το σκάει όποτε θέλει και πάει στο Βόλο. Ο Βολιώτης που θα πάει; Γι’ αυτό προτίμησα τη Λάρισα. Από τη Λάρισα μπορώ να πάω κάποτε , αν το θελήσει η ψυχή μου, στην Κέρκυρα. Απ΄ την Κέρκυρα που θα πήγαινα;
Αυτός είναι με λίγα λόγια ο λόγος που πριν τριάντα χρόνια προτίμησα να ρθώ να ζήσω στη Λάρισα. Έτσι έκανα χιλιάδες φορές τη διαδρομή διαμέρισμα -πλατεία, πλατεία-διαμέρισμα, σκοντάφτοντας σε κατεστραμμένα πεζοδρόμια,
σκαρφαλώνοντας σε κράσπεδα ύψους μισού μέτρου, δίπλα σε σχολεία-πολυκατοικίες (!) και σε πολυόροφα-θέατρα (!) γιαπιά. Η άσκηση αυτή μοιάζει με σκληρή προπόνηση για το Μαραθώνιο.
Ίσως αυτό είχε στο νου του το ΠΑΣΟΚ και είπε, «α, όχι, όχι, θέατρα στο ασφυχτικά οικοδομημένο κέντρο. Τα θέατρα πρέπει να γίνονται στο άκρο της πόλης». Με αυτό το πνεύμα έχτισαν το θέατρο, στην Παλιουργιά Δεσκάτης, μερικές ώρες μακριά απ΄το κέντρο, σε ένα «τσ’ κάρι» κατά τη ντοπιολαλιά, όπου σταυλίζουν τώρα, ελλείψει θεατρόφιλου κοινού, οι λίγοι εναπομείναντες γεωργο-κτηνοτρόφοι τα γιδο-πρόβατά τους!
Δ.: Τι σημαίνει λοιπόν «Μaxi Lari» στα Ινδιάνικα; Δε σημαίνει οπωσδήποτε αυτό που ακούγεται στα Ελληνικά;
Μ.L. Ακριβώς αυτό σημαίνει. Οι Ινδιάνοι σκληραγωγημένοι σαν τους δικούς σας αρχαίους Σπαρτιάτες, που η στρατιωτική τους θητεία διαρκούσε 65 (!) χρόνια, κοιμούμαστε καταγής, με μια πέτρα για προσκέφαλο. Ποτέ όμως δεν αγνοούμε την αξία που έχει ένα μεγάλο μαξιλάρι κάτω απ΄ τα πόδια σου, ιδίως αν είσαι υπέρβαρος και τα πόδια σου τείνουν να πρήζονται απ΄ το μεγάλο βάρος που σηκώνουν. Δεν θα σου ξανα- πρηστούν , λοιπόν, τα πόδια σου αν τα βάζεις επάνω σ΄ ένα μεγάλο μαξιλάρι τη νύχτα που κοιμάσαι. Αν το κάνεις , θα δεις γρήγορα αποτελέσματα . Μην ξεχάσεις όμως να ευχαριστήσεις το Θεό που σε έκανε καλά και να κάνεις μια ευχή και για μένα. Ευχόμενοι για τους άλλους θεραπευόμαστε!
9.8.08
8.8.08
Ζωή σε καταφύγιο του Μόσχου Ε. Λαγκουβάρδου
Ζωή σε καταφύγιο!
Μ.Ε.Λαγκουβάρδος
Όσοι έζησαν σε καταφύγια (όπως πολλοί από μας στον πόλεμο) ή βρέθηκαν σε διάφορες έκτακτες καταστάσεις π.χ. σεισμού, φωτιάς κ.α. οι οποίες περιορίζουν με το φόβο την ελευθερία σου, βλέπουν πως η ζωή με τις σημερινές ανάγκες μοιάζει με ζωή σε καταφύγιο! Η ψευδαίσθηση της ελευθερίας δεν αλλάζει τα πράγματα. Η ζωή μας είναι μια διαρκής ανυπομονησία, όσον αφορά την ικανοποίηση αναγκών για άμυνα στα δεινά.
Με αυτήν την έννοια δεν υπάρχει κανείς που να μην έχει εμπειρία της ζωής σε καταφύγιο. Ιδίως η ζωή στη σύγχρονη πόλη θυμίζει ζωή σε καταφύγιο. Όπου κι αν ζεις άλλωστε, η φροντίδα σου και η μέριμνά σου να ικανοποιήσεις ανάγκες άμυνας απ’ τα δεινά σε μετατρέπει σε τρόφιμο σε καταφύγιο.
Από φόβο λοιπόν οι άνθρωποι τρέχουν να προστατευθούν και στην προσπάθειά τους να βρουν προστασία παγιδεύονται στο καταφύγιό τους. Η μόνη καταφυγή που είναι συγχρόνως και δύναμη και ελευθερία είναι η καταφυγή στο Λόγο του Θεού του ζώντος, στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. «Κύριος ποιμαίνει με και εις ουδέν με υστερήσει. Εις κήπον χλόης εκεί με κατεσκήνωσεν», (Ψαλμ. 22 ).
Ο σημερινός κόσμος αντί να επιδιώκει την ειρήνη με τον εαυτό του και με τους άλλους, την αγάπη, τη φιλία και ολόκληρη την αλυσίδα των αρετών, αγωνιά διαρκώς για την υγεία , για τα χρήματα, για τη φήμη και για άλλους παρόμοιους μύθους, σαν να μην έχει αξία η ζωή αυτή καθεαυτή. Ο κόσμος αποστερήθηκε τη σοφία του, ώστε δε βρίσκει πια κανένα νόημα στη ζωή του, χωρίς τα «αγαθά» που διαφημίζει η τηλεόραση. Πόσο ακατανόητα φαίνονται τα λόγια του Αποστόλου Παύλου, «όταν αρρωσταίνω νιώθω πιο δυνατός»!
Το αξιοσημείωτο είναι ότι αυτοί που περιφρονούν τις πνευματικές αξίες δεν είναι οι απλοί πολίτες, αλλά μια ελίτ που με σκοπό να διατηρήσει τα προνόμιά της (περιουσία, χρήμα, θέσεις) δημιουργεί έναν αθέατο φασισμό, τον φασισμό της υγείας, της νιότης, της ψεύτικης ομορφιάς, του χρήματος, της φήμης και άλλων παρόμοιων μύθων, για να παγιδεύει στο καταφύγιο των τεχνητών αναγκών τον κόσμο.
Η ίδια ελίτ πολεμάει επίσης τη μόρφωση καταργώντας τη διάκριση μεταξύ μορφωμένων και μη, δήθεν χάριν του «λαού», αν και στην πραγματικότητα δεν νοιάζεται για το λαό, αλλά για τα συμφέροντά της, που τα συνδέει με την απουσία κάθε ελεύθερου πνεύματος που μπορεί να αμφισβητήσει τα προνόμιά της. Αν όλος ο κόσμος «μορφώνεται» μειώνοντας τις απαιτήσεις της μόρφωσης στον κοινό παρονομαστή, δηλαδή στο μηδέν, κανένας δεν μορφώνεται. Έτσι εννοούν τη «μόρφωση» οι συνδικαλιστές της Εκπαίδευσης, οι οποίοι παραμέρισαν τη μόρφωση που προκύπτει απ΄ το επιστημονικό έργο και τη ζωή των επιστημόνων και την υποκατέστησαν με τη «μόρφωση» των πολλών πτυχίων.
Φαντασθείτε ένα γιατρό που σπούδασε δίχως κόπο, χάρις στην μείωση στο ελάχιστο των απαιτήσεων της ιατρικής επιστήμης, πόσο ωφέλιμος είναι για το «λαό», χάριν του οποίου προγραμμάτισε η εν λόγω ελίτ το επίπεδο των ιατρικών σπουδών. Η ίδια νοοτροπία της ζωής σε καταφύγιο γίνεται και στα άλλα επαγγέλματα , τα οποία κατάντησαν ,κατά τον Ιβάν Ίλιτς , «σακατευτικά επαγγέλματα», γιατί σακατεύουν τον κόσμο ,αντί να θεραπεύουν τις ανάγκες του. (Ιβάν Ίλιτς, «Για τις ανάγκες του ανθρώπου σήμερα», Εκδόσεις Νησίδες, μετάφραση Βασίλη Τομανά, επίμετρο Κώστα Χατζηκυριάκου, Σκόπελος 1999).
Παραθέτω μια ολόκληρη παράγραφο απ΄ το βιβλίο αυτό, γιατί αποδίδει ολόκληρο το νόημα της ζωής σε καταφύγιο. Ο Ίλιτς ονομάζει τη ζωή σε καταφύγιο «ζωή άμυνας από δεινά»: «Η βασική τάση της βιομηχανικής ανάπτυξης, ποτέ δεν ήταν μη βίαιη, ειρηνική ή με σεβασμό για το λαό. Σήμερα είναι εύκολο να το δούμε αυτό.(…) Σήμερα οι βιομηχανικές κοινωνίες βρίσκονται σε κατάσταση μόνιμης και ολικής επιστράτευσης. Είναι οργανωμένες για συνεχείς καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Αναπτύσσονται με ποικίλες στρατηγικές σ΄ όλους τους τομείς. Τα πεδία μαχών της υγείας, της εκπαίδευσης, της κοινωνικής πρόνοιας και της καταφατικής ισότητας, είναι σπαρμένα με θύματα και σκεπασμένα από ερείπια. Οι ελευθερίες των πολιτών διαρκώς περιστέλλονται, για να γίνουν εκστρατείες εναντίον συνεχώς νέο-ανακαλυπτόμενων δεινών. Κάθε χρόνο, ανακαλύπτονται καινούριοι κάτοικοι συνόρων, που πρέπει να προστατευτούν ή να θεραπευτούν από μια κάποια καινούρια αρρώστια, από μια άγνωστη προηγουμένως αμάθεια.. Οι βασικές ανάγκες που διαμορφώνονται και αποδίδονται από όλες τις επαγγελματικές υπηρεσίες, είναι ανάγκες για άμυνα από δεινά».
"Ρεθεμνιώτικά Νέα"
Μ.Ε.Λαγκουβάρδος
Όσοι έζησαν σε καταφύγια (όπως πολλοί από μας στον πόλεμο) ή βρέθηκαν σε διάφορες έκτακτες καταστάσεις π.χ. σεισμού, φωτιάς κ.α. οι οποίες περιορίζουν με το φόβο την ελευθερία σου, βλέπουν πως η ζωή με τις σημερινές ανάγκες μοιάζει με ζωή σε καταφύγιο! Η ψευδαίσθηση της ελευθερίας δεν αλλάζει τα πράγματα. Η ζωή μας είναι μια διαρκής ανυπομονησία, όσον αφορά την ικανοποίηση αναγκών για άμυνα στα δεινά.
Με αυτήν την έννοια δεν υπάρχει κανείς που να μην έχει εμπειρία της ζωής σε καταφύγιο. Ιδίως η ζωή στη σύγχρονη πόλη θυμίζει ζωή σε καταφύγιο. Όπου κι αν ζεις άλλωστε, η φροντίδα σου και η μέριμνά σου να ικανοποιήσεις ανάγκες άμυνας απ’ τα δεινά σε μετατρέπει σε τρόφιμο σε καταφύγιο.
Από φόβο λοιπόν οι άνθρωποι τρέχουν να προστατευθούν και στην προσπάθειά τους να βρουν προστασία παγιδεύονται στο καταφύγιό τους. Η μόνη καταφυγή που είναι συγχρόνως και δύναμη και ελευθερία είναι η καταφυγή στο Λόγο του Θεού του ζώντος, στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. «Κύριος ποιμαίνει με και εις ουδέν με υστερήσει. Εις κήπον χλόης εκεί με κατεσκήνωσεν», (Ψαλμ. 22 ).
Ο σημερινός κόσμος αντί να επιδιώκει την ειρήνη με τον εαυτό του και με τους άλλους, την αγάπη, τη φιλία και ολόκληρη την αλυσίδα των αρετών, αγωνιά διαρκώς για την υγεία , για τα χρήματα, για τη φήμη και για άλλους παρόμοιους μύθους, σαν να μην έχει αξία η ζωή αυτή καθεαυτή. Ο κόσμος αποστερήθηκε τη σοφία του, ώστε δε βρίσκει πια κανένα νόημα στη ζωή του, χωρίς τα «αγαθά» που διαφημίζει η τηλεόραση. Πόσο ακατανόητα φαίνονται τα λόγια του Αποστόλου Παύλου, «όταν αρρωσταίνω νιώθω πιο δυνατός»!
Το αξιοσημείωτο είναι ότι αυτοί που περιφρονούν τις πνευματικές αξίες δεν είναι οι απλοί πολίτες, αλλά μια ελίτ που με σκοπό να διατηρήσει τα προνόμιά της (περιουσία, χρήμα, θέσεις) δημιουργεί έναν αθέατο φασισμό, τον φασισμό της υγείας, της νιότης, της ψεύτικης ομορφιάς, του χρήματος, της φήμης και άλλων παρόμοιων μύθων, για να παγιδεύει στο καταφύγιο των τεχνητών αναγκών τον κόσμο.
Η ίδια ελίτ πολεμάει επίσης τη μόρφωση καταργώντας τη διάκριση μεταξύ μορφωμένων και μη, δήθεν χάριν του «λαού», αν και στην πραγματικότητα δεν νοιάζεται για το λαό, αλλά για τα συμφέροντά της, που τα συνδέει με την απουσία κάθε ελεύθερου πνεύματος που μπορεί να αμφισβητήσει τα προνόμιά της. Αν όλος ο κόσμος «μορφώνεται» μειώνοντας τις απαιτήσεις της μόρφωσης στον κοινό παρονομαστή, δηλαδή στο μηδέν, κανένας δεν μορφώνεται. Έτσι εννοούν τη «μόρφωση» οι συνδικαλιστές της Εκπαίδευσης, οι οποίοι παραμέρισαν τη μόρφωση που προκύπτει απ΄ το επιστημονικό έργο και τη ζωή των επιστημόνων και την υποκατέστησαν με τη «μόρφωση» των πολλών πτυχίων.
Φαντασθείτε ένα γιατρό που σπούδασε δίχως κόπο, χάρις στην μείωση στο ελάχιστο των απαιτήσεων της ιατρικής επιστήμης, πόσο ωφέλιμος είναι για το «λαό», χάριν του οποίου προγραμμάτισε η εν λόγω ελίτ το επίπεδο των ιατρικών σπουδών. Η ίδια νοοτροπία της ζωής σε καταφύγιο γίνεται και στα άλλα επαγγέλματα , τα οποία κατάντησαν ,κατά τον Ιβάν Ίλιτς , «σακατευτικά επαγγέλματα», γιατί σακατεύουν τον κόσμο ,αντί να θεραπεύουν τις ανάγκες του. (Ιβάν Ίλιτς, «Για τις ανάγκες του ανθρώπου σήμερα», Εκδόσεις Νησίδες, μετάφραση Βασίλη Τομανά, επίμετρο Κώστα Χατζηκυριάκου, Σκόπελος 1999).
Παραθέτω μια ολόκληρη παράγραφο απ΄ το βιβλίο αυτό, γιατί αποδίδει ολόκληρο το νόημα της ζωής σε καταφύγιο. Ο Ίλιτς ονομάζει τη ζωή σε καταφύγιο «ζωή άμυνας από δεινά»: «Η βασική τάση της βιομηχανικής ανάπτυξης, ποτέ δεν ήταν μη βίαιη, ειρηνική ή με σεβασμό για το λαό. Σήμερα είναι εύκολο να το δούμε αυτό.(…) Σήμερα οι βιομηχανικές κοινωνίες βρίσκονται σε κατάσταση μόνιμης και ολικής επιστράτευσης. Είναι οργανωμένες για συνεχείς καταστάσεις έκτακτης ανάγκης. Αναπτύσσονται με ποικίλες στρατηγικές σ΄ όλους τους τομείς. Τα πεδία μαχών της υγείας, της εκπαίδευσης, της κοινωνικής πρόνοιας και της καταφατικής ισότητας, είναι σπαρμένα με θύματα και σκεπασμένα από ερείπια. Οι ελευθερίες των πολιτών διαρκώς περιστέλλονται, για να γίνουν εκστρατείες εναντίον συνεχώς νέο-ανακαλυπτόμενων δεινών. Κάθε χρόνο, ανακαλύπτονται καινούριοι κάτοικοι συνόρων, που πρέπει να προστατευτούν ή να θεραπευτούν από μια κάποια καινούρια αρρώστια, από μια άγνωστη προηγουμένως αμάθεια.. Οι βασικές ανάγκες που διαμορφώνονται και αποδίδονται από όλες τις επαγγελματικές υπηρεσίες, είναι ανάγκες για άμυνα από δεινά».
"Ρεθεμνιώτικά Νέα"
7.8.08
M.E.Λακουβάρδος, Η οδύνη του καλού
Η οδύνη του καλού
Μ.Ε.Λαγκουβάρδος
Δεν είναι ανώδυνο να ’σαι καλός άνθρωπος. Η καλοσύνη δεν είναι για τύπους του γλυκού νερού. Ο καλός υποφέρει στη ζωή του. Τις προάλλες έγραφα πως για να έχεις καλές σχέσεις με τις γυναίκες πρέπει να είσαι αλήτης. Αν είσαι καλός και ευγενικός θα υποφέρεις σκληρά. Οι γυναίκες είναι πιο σκληρές απ΄ τους άντρες. Ενώ υπάρχουν Μήδειες, δεν υπάρχουν Μήδειοι. Μήδεια, σημαίνει κατά λέξη «αθεόφοβη». Η Εύα δε φοβήθηκε το Θεό και παρέσυρε και τον Αδάμ. Οι γυναίκες, όπως λένε όλα τα τραγούδια του κόσμου, δεν λυπούνται και δεν πονούν κανέναν, εκτός ίσως απ΄ τα παιδιά τους. Η Εύα είναι ο τύπος του σαρκικού ανθρώπου. (Αλλά και η Παναγία είναι ο τύπος του πνευματικού ανθρώπου!)
Θα μου πείτε , μα τι τις θέλεις τις καλές σχέσεις που στηρίζονται στο φόβο; Ε. αυτές είναι οι σχέσεις! Τι να κάνουμε; Η άλλη οδός είναι η οδός του θεωρητικού εργένη. Δεν μιλώ για το τρίτο φύλο, γιατί δεν καταλαβαίνω αυτούς που θέλουν να ζουν ως γυναίκες, ενώ είναι άντρες. Λένε ότι απ΄ την πολλή επιθυμία να ζουν ως γυναίκες αποκτούν και τα ελαττώματα των γυναικών. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου.
Στο άρθρο εκείνο δέχθηκα την εξής αντίκρουση προφανώς απ΄ την πλευρά του απροσδιόριστου φύλου, ότι δεν υπάρχουν διαφορές μεταξύ των αντρών και των γυναικών, ότι οι διαφορές δεν είναι διαφορές φύλου, αλλά προσωπικότητας.
Αλίμονο , αν φτάσαμε αυτού, στην παντελή εξάλειψη διαφορών μεταξύ των δύο φύλων και μπερδεύουν τα παιδιά μας το μπαμπά τους με τη μαμά τους!
Είχα βασίσει την άποψή μου ότι οι γυναίκες δεν αγαπούν τους καλούς χαρακτήρες των αντρών, αλλά τους κακούς, στη θεωρία ενός συγχρόνου Αμερικανού ψυχιάτρου, ο οποίος υποστηρίζει ότι όλοι οι καυγάδες στους γάμους υποκινούνται απ τις γυναίκες, ασυνείδητα, γιατί θέλουν να αποφύγουν το σαρκικό έρωτα! Η καλοσύνη λοιπόν προς τις γυναίκες, λόγω και της έμφυτης καχυποψίας τους ερμηνεύεται κατά αμάχητο τεκμήριο ότι είναι προάγγελος του έρωτα .
Η γυναίκα αποφεύγει την καλοσύνη όπως ο διάβολος το λιβάνι. Οι άντρες που δεν ξέρουν αυτήν την αλλόκοτη συνήθεια των γυναικών τρελαίνονται. Οι μεγαλύτεροι καυγάδες μεταξύ των συζύγων γίνονται όταν οι σύζυγοι φέρνουν δώρα στις συζύγους ή γυρίζουν από γιορτές, ταξίδια, τραπέζια και γλέντια, γιατί όλα αυτά είναι προέρτια του έρωτα.
Για το ίδιο άρθρο μια γυναίκα μου έγραψε για να με ρωτήσει , γιατί οι γυναίκες αποφεύγουν τον έρωτα. Πραγματικά δεν ξέρω γιατί. Όταν ρώτησα μια έμπειρη στα ερωτικά γυναίκα, γιατί οι γυναίκες αποφεύγουν το συζυγικό έρωτα , μου είπε επί λέξει « ίσως γιατί δεν αγάπησαν ποτέ αυτές οι γυναίκες». ‘Ισως οι γυναίκες να είναι θερμές με τον καιρό, όπως τα ζώα και σαν πιο ενστικτώδεις απ΄ τους άντρες τηρούν την έμφυτη αυτή διάθεσή τους για τον έρωτα. Ίσως τα ζευγάρια πρέπει να είναι πιο πολύ κοντά ψυχικά και πνευματικά και λιγότερο σαρκικά. Η σοφή δημώδης Ελληνική παροιμία λέει: «Αραιά το φιλί, να ’χει νοστιμάδα».
Αντί να θεωρητικολώ θα σας θυμίσω πάλι τα λόγια του αλήτη –χαροκόπου, τον οποίο συνάντησα στην παραλία της Θεσσαλονίκης. Του είχα ζητήσει να μου πει κάποιο λόγο Θεού. Με ρώτησε αν είμαι παντρεμένος. Όταν άκουσε ότι είμαι παντρεμένος μου είπε: «Να προσεύχεσαι κρυφά».
Η απάντηση αυτή θα γίνει πιο κατανοητή, αν λάβετε υπόψη , τι έπαθε ο καυμένος ο αρχι-σεξολόγος δόκτωρ Κίνσευ με τις θεωρίες του. Ο Κϊνσευ που έκανε αμέτρητες γυναίκες «προχωρημένες» στον έρωτα, δεν περίμενε ότι θα εφαρμόσει τις θεωρίες του και η ίδια του η γυναίκα με έναν πολύ όμορφο φοιτητή του και μάλιστα παρουσία του!
Τώρα, ο Δυτικός κόσμος , σύμφωνα με τα λόγια κάποιου μεγαλο –ψυχιάτρου τρώει τα απορρίματά του , με την έννοια ότι έχουν διαλυθεί τα πάντα στις προσωπικές σχέσεις των ανθρώπων. Δεν απορούμε γιατί τα βλέπουμε να γίνονται κι εδώ με κάποια καθυστέρηση.
Είναι οδύνη να είσαι καλός άνθρωπος κι ακόμα μεγαλύτερη οδύνη είναι να ομολογείς την πίστη σου στο Χριστό και τη φιλία σου στο Σταυρό του Χριστού. «Η αγάπη (και η καλοσύνη το ίδιο) είναι βαρύς σταυρός» έγραψε σ΄ ένα ποίημά του ο μεγάλος Ρώσος συγγραφέας Μπόρις Παστερνάκ. Ο Παστερνάκ, αν και Εβραίος, ομολόγησε ότι πιστεύει στον Ιησού Χριστό και ότι αγαπάει τον Ιησού πάνω από όλα στη ζωή του!
"Ρεθεμνιώτικα Νέά"
Μ.Ε.Λαγκουβάρδος
Δεν είναι ανώδυνο να ’σαι καλός άνθρωπος. Η καλοσύνη δεν είναι για τύπους του γλυκού νερού. Ο καλός υποφέρει στη ζωή του. Τις προάλλες έγραφα πως για να έχεις καλές σχέσεις με τις γυναίκες πρέπει να είσαι αλήτης. Αν είσαι καλός και ευγενικός θα υποφέρεις σκληρά. Οι γυναίκες είναι πιο σκληρές απ΄ τους άντρες. Ενώ υπάρχουν Μήδειες, δεν υπάρχουν Μήδειοι. Μήδεια, σημαίνει κατά λέξη «αθεόφοβη». Η Εύα δε φοβήθηκε το Θεό και παρέσυρε και τον Αδάμ. Οι γυναίκες, όπως λένε όλα τα τραγούδια του κόσμου, δεν λυπούνται και δεν πονούν κανέναν, εκτός ίσως απ΄ τα παιδιά τους. Η Εύα είναι ο τύπος του σαρκικού ανθρώπου. (Αλλά και η Παναγία είναι ο τύπος του πνευματικού ανθρώπου!)
Θα μου πείτε , μα τι τις θέλεις τις καλές σχέσεις που στηρίζονται στο φόβο; Ε. αυτές είναι οι σχέσεις! Τι να κάνουμε; Η άλλη οδός είναι η οδός του θεωρητικού εργένη. Δεν μιλώ για το τρίτο φύλο, γιατί δεν καταλαβαίνω αυτούς που θέλουν να ζουν ως γυναίκες, ενώ είναι άντρες. Λένε ότι απ΄ την πολλή επιθυμία να ζουν ως γυναίκες αποκτούν και τα ελαττώματα των γυναικών. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου.
Στο άρθρο εκείνο δέχθηκα την εξής αντίκρουση προφανώς απ΄ την πλευρά του απροσδιόριστου φύλου, ότι δεν υπάρχουν διαφορές μεταξύ των αντρών και των γυναικών, ότι οι διαφορές δεν είναι διαφορές φύλου, αλλά προσωπικότητας.
Αλίμονο , αν φτάσαμε αυτού, στην παντελή εξάλειψη διαφορών μεταξύ των δύο φύλων και μπερδεύουν τα παιδιά μας το μπαμπά τους με τη μαμά τους!
Είχα βασίσει την άποψή μου ότι οι γυναίκες δεν αγαπούν τους καλούς χαρακτήρες των αντρών, αλλά τους κακούς, στη θεωρία ενός συγχρόνου Αμερικανού ψυχιάτρου, ο οποίος υποστηρίζει ότι όλοι οι καυγάδες στους γάμους υποκινούνται απ τις γυναίκες, ασυνείδητα, γιατί θέλουν να αποφύγουν το σαρκικό έρωτα! Η καλοσύνη λοιπόν προς τις γυναίκες, λόγω και της έμφυτης καχυποψίας τους ερμηνεύεται κατά αμάχητο τεκμήριο ότι είναι προάγγελος του έρωτα .
Η γυναίκα αποφεύγει την καλοσύνη όπως ο διάβολος το λιβάνι. Οι άντρες που δεν ξέρουν αυτήν την αλλόκοτη συνήθεια των γυναικών τρελαίνονται. Οι μεγαλύτεροι καυγάδες μεταξύ των συζύγων γίνονται όταν οι σύζυγοι φέρνουν δώρα στις συζύγους ή γυρίζουν από γιορτές, ταξίδια, τραπέζια και γλέντια, γιατί όλα αυτά είναι προέρτια του έρωτα.
Για το ίδιο άρθρο μια γυναίκα μου έγραψε για να με ρωτήσει , γιατί οι γυναίκες αποφεύγουν τον έρωτα. Πραγματικά δεν ξέρω γιατί. Όταν ρώτησα μια έμπειρη στα ερωτικά γυναίκα, γιατί οι γυναίκες αποφεύγουν το συζυγικό έρωτα , μου είπε επί λέξει « ίσως γιατί δεν αγάπησαν ποτέ αυτές οι γυναίκες». ‘Ισως οι γυναίκες να είναι θερμές με τον καιρό, όπως τα ζώα και σαν πιο ενστικτώδεις απ΄ τους άντρες τηρούν την έμφυτη αυτή διάθεσή τους για τον έρωτα. Ίσως τα ζευγάρια πρέπει να είναι πιο πολύ κοντά ψυχικά και πνευματικά και λιγότερο σαρκικά. Η σοφή δημώδης Ελληνική παροιμία λέει: «Αραιά το φιλί, να ’χει νοστιμάδα».
Αντί να θεωρητικολώ θα σας θυμίσω πάλι τα λόγια του αλήτη –χαροκόπου, τον οποίο συνάντησα στην παραλία της Θεσσαλονίκης. Του είχα ζητήσει να μου πει κάποιο λόγο Θεού. Με ρώτησε αν είμαι παντρεμένος. Όταν άκουσε ότι είμαι παντρεμένος μου είπε: «Να προσεύχεσαι κρυφά».
Η απάντηση αυτή θα γίνει πιο κατανοητή, αν λάβετε υπόψη , τι έπαθε ο καυμένος ο αρχι-σεξολόγος δόκτωρ Κίνσευ με τις θεωρίες του. Ο Κϊνσευ που έκανε αμέτρητες γυναίκες «προχωρημένες» στον έρωτα, δεν περίμενε ότι θα εφαρμόσει τις θεωρίες του και η ίδια του η γυναίκα με έναν πολύ όμορφο φοιτητή του και μάλιστα παρουσία του!
Τώρα, ο Δυτικός κόσμος , σύμφωνα με τα λόγια κάποιου μεγαλο –ψυχιάτρου τρώει τα απορρίματά του , με την έννοια ότι έχουν διαλυθεί τα πάντα στις προσωπικές σχέσεις των ανθρώπων. Δεν απορούμε γιατί τα βλέπουμε να γίνονται κι εδώ με κάποια καθυστέρηση.
Είναι οδύνη να είσαι καλός άνθρωπος κι ακόμα μεγαλύτερη οδύνη είναι να ομολογείς την πίστη σου στο Χριστό και τη φιλία σου στο Σταυρό του Χριστού. «Η αγάπη (και η καλοσύνη το ίδιο) είναι βαρύς σταυρός» έγραψε σ΄ ένα ποίημά του ο μεγάλος Ρώσος συγγραφέας Μπόρις Παστερνάκ. Ο Παστερνάκ, αν και Εβραίος, ομολόγησε ότι πιστεύει στον Ιησού Χριστό και ότι αγαπάει τον Ιησού πάνω από όλα στη ζωή του!
"Ρεθεμνιώτικα Νέά"
6.8.08
Μ.Ε.Λαγκουβάρδος, Προετοιμασίες
Προετοιμασίες
Μ.Ε.Λαγκουβάρδος
Ο τίτλος «προετοιμασίες» είναι παρμένος από το βιβλίο της Τερέζ Μπερτερά και της Κάρολ Μπερνστάϊν «Το σώμα έχει τη δική του λογική», εκδόσεις «Θυμάρι». Η συγγραφέας αναπτύσσει στο βιβλίο της αυτό τις ιδέες της Φρασουάζ Μεζιέρ , για την άσκηση του σώματος. Το τελικό συμπέρασμα του βιβλίου είναι ότι η λογική του σώματος είναι ο σεβασμός στο σώμα.
Θα διάβαζα με πολύ ενδιαφέρον ένα βιβλίο που θα μιλούσε για το σεβασμό όχι μόνο στο σώμα, αλλά και στο πνεύμα ,για το σεβασμό στον άνθρωπο, για το σεβασμό στον πολίτη κ.λ.π.
Αν ήταν μόνο δικό μου αυτό το αίσθημα ότι δεν απολαμβάνω το σεβασμό που έχω ανάγκη , δεν θα υπήρχε θέμα . Επειδή όμως τις ίδιες ανάγκες έχουμε όλοι, αξίζει να σκεφτούμε γιατί νιώθουμε την έλλειψη αυτή και γιατί η αντίληψη των πολιτικών ότι οι πολίτες ευημερούν όταν υπάρχει αφθονία αγαθών είναι λανθασμένη.
Η αφθονία των αγαθών ως παράγων ευημερίας, δεν είναι άσχετη με την πληρωμή των αγαθών. Έχει σημασία πως πληρώνουν την αφθονία οι καταναλωτές. Δεν είναι ευημερία η αφθονία, όταν οι πολίτες νιώθουν ότι τους αρπάζουν την ψυχή για να αποκτήσουν υλικά ανταλλάγματα.
Θα χαρώ πιο πολύ τον καφέ μου σ΄ ένα φτωχό καφενέ παρά στην πολυτέλεια, που αγοράστηκε με δάνεια , γιατί το άγχος του ιδιοκτήτη μεταδίδεται και σε μένα μαζί με την «ευχαρίστηση» της ακριβής διακόσμησης και της υλικής άνεσης.
Από ό,τι βλέπω γύρω μου σχεδόν κανείς δεν σκέφτεται έτσι. Κι εγώ περισσότερο με τη διαίσθησή μου βλέπω την πλευρά αυτή της ζωής. Ο λόγος που βλέπω έτσι τα πράγματα είναι ότι αρχίζω να κατανοώ με τη βοήθεια του Λόγου του Ευαγγελίου και της Εκκλησίας ότι ο κόσμος είναι ενότητα, ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ένα, όπως είναι τα κύτταρα στο σώμα.
Αν εγώ νιώθω ότι αρπάζουν την ψυχή μου με υλικά ανταλλάγματα, κι άλλοι το νιώθουν αυτό, κι άλλοι δεν παγιδεύονται στην απατηλή ιδέα ότι η αφθονία είναι ευημερία, όταν πληρώνεται με το τίμημα που πληρώνεται.
Δεν μπορώ δυστυχώς να πω σε κανέναν τι να κάνει, γιατί δεν ξέρω τίποτε άλλο να πω, πέρα απ΄ το να πιστεύω ότι ο Ιησούς είναι ο Θεός και ότι έχει εξουσία στη ζωή και στο θάνατο.
«Να το δω δεν το θέλω» τραγουδάει ο Λόρκα στο θρήνο του για το θάνατο του ταυρομάχου Ιγνάτιου Σαντσεθ Μεχίας. Δεν θέλει να δει το χυμένο αίμα του φίλου του. Δε θέλει να δει τον Ιγνάτιο σαν ένα σωρό από σκυλιά σβησμένα, ή σαν μια στοίβα χιόνι.
Ποιος θα μας προετοιμάσει να διατηρήσουμε το πνεύμα μας ελεύθερο και το ηθικό μας ακμαίο στις ξαφνικές δυστυχίες; Οι πιστοί στην αφθονία πιστεύουν στην προετοιμασία της αφθονίας , αν και η «αφθονία» είναι μόνο των πλουσίων και των λίγων.
Είναι λοιπόν η αφθονία σεβασμός που έχει ανάγκη ο πολίτης είτε είναι πλούσιος είτε είναι φτωχός; Προσέχει με την αφθονία η Κυβέρνηση τους πολίτες και τις ανάγκες τους σήμερα; Ποιους βάζει στο υπουργείο Παιδείας; Τι σκοπό έχει ο παραμερισμός και η υποτίμηση της κλασικής παιδείας και των θρησκευτικών;
Το σύνολο σχεδόν των πολιτικών συγχέει την ευημερία των πολιτών με την αφθονία των αγαθών αδιαφορώντας για τις βλαβερές συνέπειες των επιθετικών τρόπων παραγωγής. Μετά το Τσερνομπίλ η πυρηνική ενέργεια επιστρέφει δριμύτερη, γιατί ο κόσμος ξέχασε! Αν και η Γη μπορεί με ήπιες μεθόδους να θρέψει τον πληθυσμό της.
"Ρεθεμνιώτικα Νέα"
Μ.Ε.Λαγκουβάρδος
Ο τίτλος «προετοιμασίες» είναι παρμένος από το βιβλίο της Τερέζ Μπερτερά και της Κάρολ Μπερνστάϊν «Το σώμα έχει τη δική του λογική», εκδόσεις «Θυμάρι». Η συγγραφέας αναπτύσσει στο βιβλίο της αυτό τις ιδέες της Φρασουάζ Μεζιέρ , για την άσκηση του σώματος. Το τελικό συμπέρασμα του βιβλίου είναι ότι η λογική του σώματος είναι ο σεβασμός στο σώμα.
Θα διάβαζα με πολύ ενδιαφέρον ένα βιβλίο που θα μιλούσε για το σεβασμό όχι μόνο στο σώμα, αλλά και στο πνεύμα ,για το σεβασμό στον άνθρωπο, για το σεβασμό στον πολίτη κ.λ.π.
Αν ήταν μόνο δικό μου αυτό το αίσθημα ότι δεν απολαμβάνω το σεβασμό που έχω ανάγκη , δεν θα υπήρχε θέμα . Επειδή όμως τις ίδιες ανάγκες έχουμε όλοι, αξίζει να σκεφτούμε γιατί νιώθουμε την έλλειψη αυτή και γιατί η αντίληψη των πολιτικών ότι οι πολίτες ευημερούν όταν υπάρχει αφθονία αγαθών είναι λανθασμένη.
Η αφθονία των αγαθών ως παράγων ευημερίας, δεν είναι άσχετη με την πληρωμή των αγαθών. Έχει σημασία πως πληρώνουν την αφθονία οι καταναλωτές. Δεν είναι ευημερία η αφθονία, όταν οι πολίτες νιώθουν ότι τους αρπάζουν την ψυχή για να αποκτήσουν υλικά ανταλλάγματα.
Θα χαρώ πιο πολύ τον καφέ μου σ΄ ένα φτωχό καφενέ παρά στην πολυτέλεια, που αγοράστηκε με δάνεια , γιατί το άγχος του ιδιοκτήτη μεταδίδεται και σε μένα μαζί με την «ευχαρίστηση» της ακριβής διακόσμησης και της υλικής άνεσης.
Από ό,τι βλέπω γύρω μου σχεδόν κανείς δεν σκέφτεται έτσι. Κι εγώ περισσότερο με τη διαίσθησή μου βλέπω την πλευρά αυτή της ζωής. Ο λόγος που βλέπω έτσι τα πράγματα είναι ότι αρχίζω να κατανοώ με τη βοήθεια του Λόγου του Ευαγγελίου και της Εκκλησίας ότι ο κόσμος είναι ενότητα, ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ένα, όπως είναι τα κύτταρα στο σώμα.
Αν εγώ νιώθω ότι αρπάζουν την ψυχή μου με υλικά ανταλλάγματα, κι άλλοι το νιώθουν αυτό, κι άλλοι δεν παγιδεύονται στην απατηλή ιδέα ότι η αφθονία είναι ευημερία, όταν πληρώνεται με το τίμημα που πληρώνεται.
Δεν μπορώ δυστυχώς να πω σε κανέναν τι να κάνει, γιατί δεν ξέρω τίποτε άλλο να πω, πέρα απ΄ το να πιστεύω ότι ο Ιησούς είναι ο Θεός και ότι έχει εξουσία στη ζωή και στο θάνατο.
«Να το δω δεν το θέλω» τραγουδάει ο Λόρκα στο θρήνο του για το θάνατο του ταυρομάχου Ιγνάτιου Σαντσεθ Μεχίας. Δεν θέλει να δει το χυμένο αίμα του φίλου του. Δε θέλει να δει τον Ιγνάτιο σαν ένα σωρό από σκυλιά σβησμένα, ή σαν μια στοίβα χιόνι.
Ποιος θα μας προετοιμάσει να διατηρήσουμε το πνεύμα μας ελεύθερο και το ηθικό μας ακμαίο στις ξαφνικές δυστυχίες; Οι πιστοί στην αφθονία πιστεύουν στην προετοιμασία της αφθονίας , αν και η «αφθονία» είναι μόνο των πλουσίων και των λίγων.
Είναι λοιπόν η αφθονία σεβασμός που έχει ανάγκη ο πολίτης είτε είναι πλούσιος είτε είναι φτωχός; Προσέχει με την αφθονία η Κυβέρνηση τους πολίτες και τις ανάγκες τους σήμερα; Ποιους βάζει στο υπουργείο Παιδείας; Τι σκοπό έχει ο παραμερισμός και η υποτίμηση της κλασικής παιδείας και των θρησκευτικών;
Το σύνολο σχεδόν των πολιτικών συγχέει την ευημερία των πολιτών με την αφθονία των αγαθών αδιαφορώντας για τις βλαβερές συνέπειες των επιθετικών τρόπων παραγωγής. Μετά το Τσερνομπίλ η πυρηνική ενέργεια επιστρέφει δριμύτερη, γιατί ο κόσμος ξέχασε! Αν και η Γη μπορεί με ήπιες μεθόδους να θρέψει τον πληθυσμό της.
"Ρεθεμνιώτικα Νέα"