Μερικοί τρόποι για να αποκτάς εχθρούς
Μ.Ε.Λαγκουβάρδου
Ο δρόμος μου από το σπίτι ως την πλατεία περνάει μπροστά απ΄ το κρεοπωλείο ενός συμπατριώτη μου. Τις μόνες φορές που αλλάζω δρόμο είναι όταν γράφω κάτι για την υπερβολή στην κρεοφαγία ή υπέρ της ακρεοφαγίας. Ποτέ μου δεν αλλάζω δρόμο, όταν βαριέμαι να συναντήσω κάποιον γνωστό μου.
Ντρέπομαι τον εαυτό μου να το κάνω. Μια φορά, ένας γνωστός μου επιστήμων, ο οποίος βδελύσσεται αυτά που γράφω, μόλις με είδε στη λεωφόρο των μπαϋ μπας, για να αποφύγει την ανταλλαγή χαιρετισμών , έστριψε απότομα και έκοψε δρόμο, με κίνδυνο να πέσει στο ποτάμι και να πνιγεί στα καταπράσινα νερά του Πηνειού!
Ήταν πολύ χοντρός για ένα τέτοιο ελιγμό, που θύμιζε ταυρομάχο του αέρα. Στο τέλος, φαντάζομαι γέλασε κι αυτός με τον εαυτό του, σαν τον Κομφούκιο, όταν είδε ότι γλίτωσε απ’ τον κίνδυνο, στον οποίο τον εξέθεσε η απερισκεψία του και η αποκοτιά του.
Αναφέρθηκα στην εχθρότητα του κρεοπώλη ή στην απλή και ευτυχώς παροδική ψυχρότητα στις σχέσεις μας , (ο Έλληνας ξεχνάει γρήγορα) , γιατί αυτή ήρθε στο νου μου. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να κάνεις εχθρούς. Ο πιο γρήγορος, ο πιο βέβαιος, κι ο πιο αποτελεσματικός είναι να αγαπάς πάνω από όλα την αλήθεια και να έχεις το θάρρος να την πεις! Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος επίσης να γίνεσαι εκούσιο θύμα, γιατί η φιλαλήθειά σου θα σε κάνει εύπιστο ακόμα και σε ανθρώπους που οι πάντες γνωρίζουν ότι δεν μπορείς να τους εμπιστευθείς.
Ο αγαπών την αλήθεια γίνεται θεληματικά θύμα. Αυτή είναι η ελεύθερη επιλογή του: Καλύτερα θύμα παρά να θυσιάσει την άμεση επαφή με τους άλλους,. (Πονηροί ψεύτες, υποκριτές θυσιάζουν την άμεση επαφή με τους ανθρώπους για άλλες μικρότερες αξίες, όπως το χρήμα και η φήμη! Τελικά , με τις ψευτιές και τις πονηρίες μπορεί κανείς να κερδίσει χρήματα ή να αποκτήσει όνομα, όχι όμως την άμεση επαφή και την επικοινωνία με τους άλλους, που χωρίς αυτήν δεν αξίζει να ζεις. Τα χρήματα και η φήμη δεν μπορούν να σου ανταποδώσουν την αγάπη σου.)
Πάλι θα γίνω πειραματόζωο και θα κρίνω εξ ιδίων για το θέμα που με απασχολεί, για τους εχθρούς που αποκτάς γράφοντας. Αν κάθε φορά που γράφεις προσέχεις να μη δυσαρεστήσεις κανένα, κανένας δεν αξίζει και να διαβάσει αυτά που γράφεις. Έτσι λένε και έτσι το πιστεύω.
Αν αποφεύγεις να γράψεις για το εμπόριο, για να μην τυχόν δυσαρεστήσεις τους εμπόρους ή αποφεύγεις να γράψεις για την πολιτική, για να μη δυσαρεστήσεις τους πολιτικούς ή για τη δικαιοσύνη για να μη δυσαρεστήσεις τους δικαστικούς , τότε καλύτερα να γράφεις ποιήματα που δεν τα καταλαβαίνει κανείς. Ρώτησα κάποτε το Ρομπέρτο, γιατί γράφει ολοένα ποιήματα και δε γράφει ποτέ πεζά κείμενα. «Γιατί δεν μου αρέσουν οι «κλωτσιές», είπε.
Ο εκδότης μου πάλι, γνωστός πεζογράφος, βλέποντας την όρεξή μου για το γράψιμο, μου είπε κάποτε: «Θα τους κάνεις όλους εχθρούς σου γράφοντας». Πράγματι όσο συνεχίζω να γράφω όλο και κάποιος θα δυσαρεστηθεί μαζί μου.
Στην αρχή, όσο έγραφα για τη Γιόγκα ,ήταν ευχαριστημένοι οι φίλοι της Γιόγκας. Όταν μου πέρασε το μεράκι για τη Γιόγκα κι άρχισα να γράφω για το Βουδισμό κι αργότερα για τον Κομφούκιο , ευχαρίστησα τους φίλους του Βουδισμού και του Κομφούκιου και δυσαρέστησα τους φίλους της Γιόγκας. Το ίδιο έγινε με όλα όσα με ενθουσίασαν κάποτε , για να τα εγκαταλείψω αργότερα και να γράψω για κάποια καινούρια αγάπη.
Κάθε δυο ή τρία χρόνια εκδίδω μια μικρή ανθολογία των κειμένων που έγραψα στο διάστημα αυτό με κριτήριο κάποιο θέμα. Αν εξαιρέσω τον φίλο εκδότη που δέχεται να με συμπεριλάβει στους καταλόγους των εκδόσεών του, τον κ. Κώστα Τσιρόπουλο, κανένας άλλος δε δέχεται, έστω και με δική μου δαπάνη να εκδώσει τα κείμενα που γράφω.
Θα μου πείτε ότι για να μην τα θέλουν οι εκδότες φαίνεται ότι στερούνται λογοτεχνικής αξίας και γι΄ αυτό δεν τα θέλουν ή γιατί δεν ενδιαφέρεται γι΄ αυτά το αναγνωστικό κοινό .( Οι κοσμικοί εκδότες τα απορρίπτουν με τη δικαιολογία ότι είναι θρησκευτικά και οι θρησκευτικοί με τη δικαιολογία ότι είναι κοσμικά!)
Οι ισχυρισμοί αυτοί δεν ευσταθούν. Απόδειξη ότι το βιβλίο μου «Ένας ήσυχος άνθρωπος», Εκδόσεις των Φίλων, Αθήνα 2000, επιλέχτηκε ως ένα από τα έξι καλύτερα βιβλία της χρονιάς (Ελευθεροτυπία, 31/12/2000). Ως προς την αγάπη του κοινού όλοι ξέρουμε ότι υπάρχουν τρόποι του εμπορίου να μας κάνουν να αγοράζουμε ακόμα και πράγματα χωρίς αξία!
Γιατί λοιπόν τα βιβλία αυτά συναντούν την εχθρότητα ή την αδιαφορία των εκδοτών, δημοσιογράφων, βιβλιοπωλών κ.α.; (Όλα σχεδόν τα βιβλιοπωλεία στη Λάρισα, με φωτεινή εξαίρεση ένα –δύο βιβλιοπωλεία, αγνοούν εντελώς την ύπαρξή τους, ακόμα κι όταν τα βιβλία είναι καινούρια!). Δεν αποκλείω το ενδεχόμενο την ίδια μεταχείριση να έχουν κι άλλα βιβλία Λαρισαίων συγγραφέων: «Ο χειρότερος εχθρός του βιβλίου είναι ο βιβλιοπώλης»!.
Όσο για μένα , γνωρίζω και δεν γνωρίζω τη σωστή απάντηση. Καλύτερα να αφήσω να την εικάσει ο ευγενικός αναγνώστης που μπαίνει στον κόπο να διαβάσει τα κείμενα που γράφω και δημοσιεύω κυρίως στο Ρέθυμνο και στη Λάρισα.
Έτσι αποκτούν εχθρούς τα βιβλία. Αλλά το θέμα μας είναι οι τρόποι με τους οποίους αποκτάμε εμείς , και όχι τα αντικείμενα, εχθρούς. Στη Λογοτεχνία τουλάχιστον δεν υπάρχει πιο αποτελεσματικός τρόπος απ΄ το να γράφεις την αλήθεια! Ο τρόπος ν’ αποκτάς εχθρούς χάρις στη μίμηση και στην αντιγραφή , είναι επίσης ένας αποτελεσματικός τρόπος, αλλά ο τρόπος αυτός δεν εξαρτάται από σένα. Εξαρτάται απ΄ τους μιμητές σου.
Το παράδοξο με τους μιμητές είναι ότι ενώ σε μιμούνται γιατί σε θαυμάζουν, σε μισούν. Δεν πειράζει όμως. Αυτοί είναι οι τελευταίοι που θα σε ξεχάσουν.
“ΡΕΘΕΜΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ»
Αγαπητέ Μόσχο...
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ παραστατικότητα και η ταπεινή καταβολή των γραπτών σου δεν καταφέρνουν τίποτα άλλο απο το να συγκινούν εκ βαθέων.Η αλήθεια δαμάζει το απόρθητο κενό του νου μοναχικά.Απορώ πως μπορεί να έχει καποιος εχθρούς γράφοντας κάτω απο το πρίσμα του αληθινού απολογισμού του!Δύναμη κι ευλογία να σε συντροφεύουν...