10.9.09

Μόσχος Εμμ. Λαγκουβάρδος, Εκμυστηρεύσεις

Σήμερα είπα να μη γράψω, αλλά κάθισα πάλι στη θέση μου όπως κάθε μέρα. Το γράψιμο έχει , όπως όλα τα πράγματα του κόσμου τούτου, τα εμπόδιά του και τις δυσκολίες του. Τι εμποδίζει κάποιον να γράφει; Νομίζω ότι και στο γράψιμο, όπως σε όλα τα πράγματα , δεν υπάρχει χειρότερος εχθρός απ΄ τον ίδιο τον εαυτό μας.

Η Εντολή «αγαπάτε τους εχθρούς υμών» περιλαμβάνει και τον εαυτό μας. Πράγματι είναι πολύ δύσκολο να αγαπήσει κανείς τον εαυτό του όπως είναι. Ούτε να τον δούμε όπως είναι δεν τολμούμε, πόσο μάλλον να τον αγαπήσουμε, που σημαίνει να τον αποδεχθούμε στον υπέρτατο βαθμό. «Αν κάποιος μ’ αγαπήσει όπως είμαι, ίσως τολμήσω να δω και γώ τον εαυτό μου», λέει η ηρωϊδα του Μπέργκμαν στην κινηματογραφική ταινία «Φθινοπωρινή συμφωνία».

Αν είναι τόσο δύσκολο να δούμε τον εαυτό μας όπως είναι, ποιος μπορεί να είναι βέβαιος ότι γνωρίζει τους άλλους και τα προβλήματά τους, αν δεν ξέρει ούτε τον εαυτό του; Αλλά τότε δεν πρέπει να γράφουμε για κανέναν και για τίποτα, ούτε για τον εαυτό μας. Πώς μπορούμε να ξέρουμε κάποιον καλύτερα απ΄ τον εαυτό μας;
Γιατί γράφουμε λοιπόν; Πιστεύω ότι γράφουμε γιατί με το γράψιμο δεν μεταδίδουμε απλώς πληροφορίες και γνώσεις, αλλά κυρίως γιατί γράφοντας δημιουργούμε τον εαυτό μας. Το γράψιμο είναι δυνατό γιατί δημιουργούμε τον εαυτό μας.

Ο Κινέζος ποιητής Χαν Σαν (6ος αιών) γράφει σ’ ένα ποίημά του. (Το παραθέτουμε σε μετάφραση από τα αγγλικά από την υπό έκδοση συλλογή του «Κρύο Βουνό»): «Εδώ είμαστε μια δέσμη φτωχοί μαθητές/ Χτυπημένοι από την έσχατη πείνα και το κρύο/ Έξω απ΄ τη δουλειά η μόνη μας χαρά είναι η ποίηση/ Γράφουμε, γράφουμε, στύβουμε το μυαλό μας/ Ποιος θα διαβάσει τη δουλειά τέτοιων ανθρώπων;/ Θα γλίτωνες τα μάτια σου/ Θα γράφαμε τα ποιήματά μας σε παξιμάδια/ Μα και τα αδέσποτα σκυλιά δεν θα καταδέχονταν να τα δαγκώσουν».

Αυτό είναι το ποίημα του Χαν Σαν για το γράψιμο. Αποδίδει με τον πιο απλό τρόπο την ατμόσφαιρα που επικρατεί στην εποχή του, όταν όλοι όσοι ήξεραν γράμματα έγραφαν είτε ποιήματα είτε πεζά. Δεν υπήρχε στην Κίνα εκείνη την εποχή ιδιαίτερη τάξη ποιητών και συγγραφέων.

Το ίδιο περίπου συνέβαινε και στην Κρήτη που στα περισσότερα σπίτια ,στα χωριά , υπήρχε μια λύρα, κάποιο θρησκευτικό βιβλίο ή ο Ερωτόκριτος και που ο κόσμος ήταν τόσο πολύ εξοικειωμένος με την ποίηση, ώστε μιλούσε σε δεκαπεντασύλλαβο. Και τώρα ακόμη οι περισσότεροι Κρητικοί μιλάνε με το ρυθμό του δεκαπεντασύλλαβου.

Τόσο πολύ αναγκαία είναι η ποίηση και η μουσική ώστε κάποιος είπε πως «όταν μπαίνει σ’ ένα σπίτι και δε βλέπει πουθενά ένα βιβλίο ή ένα μουσικό όργανο νιώθει σαν να βρίσκεται σ΄ ένα σπίτι δίχως παράθυρα».

"Ρεθεμνιώτικα Νέα"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου