17.10.17

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ

Του Μόσχου Λαγκουβάρδου
Η Μαρία, η αδελφή του Λαζαρου, του φίλου του Ιησού που ο Ιησούς τον ανέστησε απ΄ τους νεκρούς, αγαπούσε την παρουσία του Ιησού, ήθελε να τον ακούει να μιλάει, κρεμόταν απ΄ τα χείλη του όταν μιλούσε, τη μέρα που ήρθε στο σπίτι τους, στη μακρινή Βηθανία. Η αδελφή της η Μάρθα είχε τη φροντίδα του σπιτιού, ιδίως τώρα που είχαν επισκέπτη τον Ιησού και δεν της έμεινε καιρός να χαρεί την παρουσία του Κυρίου. Οι πολλοί περισπασμοί δεν το επέτρεπαν.
Ο Ιησούς επήνεσε την Μαρία. Είπε στη Μάρθα ότι έχει πολλές φροντίδες που διασπούν την προσοχή της από αυτό που είναι το σπουδαιότερο, το πιο αναγκαίο στη ζωή της. «Μάρθα, Μάρθα, μεριμνάς και τυρβάζει περί πολλά, ενός δε εστί χρεία. Η Μαρία την αγαθήν μερίδα εξελέξατο».
Τα λόγια αυτά του Ιησού προς την Μάρθα θυμίζουν τους πρώτους στίχους του πρώτου ψαλμού του Δαβίδ|: «Μακάριος ανήρ ος ουκ επορεύθη εν βουλή ασεβών» δηλαδή είναι τρισευτυχισμένος αυτός που έχει στου νου του καλή μελέτη και δεν διασκορπίζεται σε ματαιότητες και μανίες ψευδείς. Αυτός έχει τη χάρη της πνευματικής μελέτης και ό,τι κι αν κάνει έχει αίσιον πέρας.
Στις αδελφές Μαρία και Μάρθα, όπως και σε όλους μας, εμφανίζεται το ίδιο δίλημμα: τί να κάνουν; Πώς να ζουν και να υπηρετούν; Ο άνθρωπος διαφέρει από το ζώο, που του αρκεί η τροφή. «Το ζώο, με το αίμα του το μέγα», λέει με τον ποιητικό του τρόπο ο Ρίλκε, που νιώθει θαυμασμό για το ζώο, γιατί μπορεί να ζει μόνο, ενώ ο άνθρωπος δεν μπορεί. Ο άνθρωπος είναι εκ φύσεως κοινωνικός, όπως λέει ο Αριστοτέλης.
Ο άθρωπος ζητεί το άπειρο, το απεριόριστο, το ανέφικτο.
Οι άνθρωποι, λέει κάποιος ποιητής, είμαστε «σπασμένες στάμνες» κι όταν δεν επικοινωνούμε είμαστε «χαλασμένοι ασύρματοι», όπως έλεγε ο παπα-Ηλίας, που στο στρατό ήτανε ασυρματιστής. Η ελεθερία και η ευτυχία είναι η διαρκής αναζήτηση της ελευθερίας και της ευτυχίας. Δεν ζητάμε απ΄ τους αγαπημένους μας να μας δώσουν κάτι, ζητάμε να μας δοθούν οι ίδιοι. Η Μαρία αυτό ακριβώς διάλεξε, τον ίδιο τον Ιησού. Την διαρκή αίσθηση της παρουσίας Του. Δεν ζητάμε απ΄ το Θεό πράγματα. Ζητάμε τον Ίδιο. Κι ο Θεός το ίδιο: δεν ζητεί να του δώσουμε πράγματα, αφού είναι όλα δικά Του. Ζητάει εμάς τους ίδιους. Δεν θέλω θυσίες, θέλω αίνεσιν. Θέλω τραγούδια από την καρδιά σας. Να τραγουδάει η ψυχή μας τον Κύριον. Να κάνουμε καινούρια τραγούδια για τον Κύριον.
Η Μάρθα υπολόγιζε , όταν τελείωνε τις δουλειές της να πάει ν’ ακούσει τη Διδασκαλία του Ιησού. Η Μαρία, αν δεν μπορούσε να καθίσει «παρά τους πόδας», όπως λέει ο Ευαγγελιστής, «του Ιησού» , φαντάζομαι ότι θα έκανε τις δουλειές του σπιτιού μαζί με τον Ιησού. Εννοώ θα έκανε τις δουλειές του σπιτιού με τον Ιησού διαρκώς στο νου της. Έχουμε διαρκώς στο νου μας τα πρόσωπα που αγαπάμε και το πρόσωπό μας λάμπει από χαρά. Το χαμόγελό μας είναι το χαμόγελο στα αγαπημένα πρόσωπα που έχουμε διαρκώς στο νου μας, με την βεβαιότητα ότι και αυτά μας έχουν στο νου τους. Γι΄ αυτό χαμογελάμε από ευχαρίστηση. Όταν βλέπω σκυθρωπά πρόσωπα, σκέφτομαι ότι δεν έχουν κανέναν μέσα στην καρδιά τους, για να του χαμογελούν.
Στο δίλημμά τους οι δύο αδελφές, Η Μαρία και η Μάρθα, πώς να ζουν και πώς να υπηρετούν , η Μάρθα κάνει καταμερισμό. Σαν τους πρακτικούς Ρωμαίους «πρίμουμ βίβερε, ντέΪντε φιλοσοφάρε», έλεγαν. Πρώτα η επιβίωση και μετά η φιλοσοφία. Στον τύπο του θεωρητικού ανθρώπου, όπως είναι η Μαρία, δεν αρκεί αυτό. Όλη τους η ζωή είναι η αγάπη τους. Στους θεωρητικούς ταιριάζει η πνευματική ζωή, περισσότερο.
Η Μαρία ήξερε ότι ο Ιησούς θα φύγει και δεν μπορεί να τον έχει διαρκώς μαζί της. Θα τον έχανε κάποτε από τα φυσικά της μάτια. Αν θα φύγω, είπε ο Ιησούς στους Μαθητές Του θα είμαι μαζί σας μέχρι τη συντέλεια του αιώνος. Ο εννοούσε ότι θα απουσιάζει με την φυσική του παρουσία, αλλά θα είναι παρών σε όσους τον αγαπούν γιατί θα τον έχουν διαρκώς στο νου τους και στην καρδιά τους. Θα νιώθουν την παρουσία του και θα τον βλέπουν με τα μάτια της ψυχής τους.
Ο Ιησούς είναι μέσα στην ψυχή αυτού που αγαπάει την παρουσία Του. Αυτό σημαίνουν τα λόγια του Αποστόλου Παύλου να επικαλούμαστε διαρκώς το όνομα του Ιησού μέσα μας. Ο πρακτικός άνθρωπος αναρωτιέται, πώς είναι δυνατόν να γίνει αυτό; Γιατί έχει στο νου του την φυσική παρουσία. Το ίδιο ο Νικόδημος , ο κρυφός μαθητής του Ιησού, που πήγε τη νύχτα κρυφά, μην τον δει κανένα από τα μέλη του Συνεδρίου και πέσει σε δυσμένεια. Όταν ο Ιησούς του είπε, ότι ο άνθρωπος πρέπει να ξαναγεννηθεί, ο Νικόδημος, απορεί: πώς είναι δυνατόν, να ξαναμπεί ο άνθρωπος στη μήτρα της μητέρας του, για να ξαναγεννηθεί.
Η διαρκής νοερή επίκληση του ονόματος του Ιησού (νοερά προσευχή) είναι μια πρακτική για να βλέπουν τα μάτια της ψυχής μας και για να είναι η αγάπη μας διαρκώς μέσα στην ψυχή μας ως πνευματική παρουσία. Αν απουσιάζει η αγάπη από την ψυχή μας, η θέση της δεν θα μείνει κενή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου