13.10.16

Ο αγώνας με τον δαίμονα της δειλίας

Του Μόσχου Λαγκουβάρδου

Μόλις αρχίζει να με πολεμάει ο δαίμονας της δειλίας, το πρώτο πράγμα που κάνω πάντα, είναι να πάρω το ψαλίδι και να κοντύνω τα γένια μου. Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί γίνεται αυτό. Ίσως για να μην προκαλέσω τον δαίμονα. Ίσως για να τον πολεμήσω με την ταπείνωση. Οι δαίμονες , υπερήφανοι καθώς είναι, άλλωστε η υπερηφάνεια τους έριξε στην κόλαση, δεν υποφέρουν την ταπείνωση. Είναι όμως τα γένια ένδειξη υπερηφάνειας; Συνήθως γένια αφήνουμε από τη λύπη όχι από τη χαρά. Τώρα, όπως μπερδεύτηκαν τα πράγματα, λόγω της κρίσης, χάρις στην οποία η κυβέρνηση άδραξε την ευκαιρία, να διορθώσει και τα άλλα κακώς κείμενα, εκτός από την οικονομία, η ζωή μας έχασε τον ρυθμό της. «Μετεβλήθη εντός μου/ κι ο ρυθμός του κόσμου», όπως γράφει ο Βιζυηνός στο ποίημα που συνέθεσε στο ψυχιατρείο.

Επί Μεγάλου Πέτρου στη Ρωσία, υπήρξε η ίδια παρανόηση, σε κρατικό επίπεδο, ως προς την σημασία της γενειάδας. Ο Μέγας Πέτρος θεωρούσε την γενειάδα σημάδι υπερηφάνειας και είχε απαγορέψει τα γένια με διάταγμα. Πολλοί Ρώσοι , στην εποχή του, ξυρίστηκαν με το ζόρι και πολλά παρατράγουδα υπήρξαν , στην προσπάθεια του φιλοπρόοδου τσάρου, ο οποίος προσπαθούσε να εκπολιτίσει τους Ρώσους , κατά τα πρότυπα των Δυτικών, ξυρίζοντας τα γένια των παππούδων. Δεν ξέρω αν το μέτρο περιλάμβανε και τη γενειάδα των κληρικών της Ρωσίας. Οι μπολσεβίκοι , ενώ δεν σεβάστηκαν τους ναούς και χιλιάδες από αυτούς τους γκρέμισαν και άλλους τους μετέβαλαν σε σταύλους, τα γένια δεν τα πείραξαν, γιατί έφεραν κι οι ηγέτες τους, γενειάδες.

Μην νομίζετε ότι περιμένω να έρθει η κατάλληλη ώρα για να ψαλιδίσω τα γένια μου. Όποια ώρα κι αν φοβηθώ, τραβάω κατ’ ευθείαν στην τουαλέτα με το ψαλίδι στο χέρι. Μέρα είναι, νύχτα είναι, χαράματα είναι , θα με δείς να κονταίνω τα γένια μου, για να καλμάρω τον δαίμονα της δειλίας.

Λένε ότι τα αίτια της δειλίας βρίσκονται στα παιδικά χρόνια. Δεν ξέρω αν και στα παιδικά μας χρόνια είχαμε τέτοιες αντιδράσεις με τα γένια, γιατί γένια δεν είχαμε. Η σίγουρη αντίδραση στον παιδικό φόβο ήταν το σφύριγμα. Από τότε σφύριζα καλά, γιατί ζώντας σε έναν κόσμο που αλληλοσφαζόταν, ο φόβος μου ήτανε καθημερινή τροφή και το σφύριγμα επίσης. Και τώρα όταν φοβάμαι η κάτι με στενοχωρεί αρχίζω το σφύριγμα.

Κάποιος συνάδελφός μου όταν ένιωθε άσχημα άρχιζε να σφυρίζει. Συνήθως εγκατέλειπε το γραφείο του και σφυρίζοντας έβγαινε στο δρόμο. Σε μας που τον βλέπαμε να φεύγει με το αγαπημένο σφύριγμα, έλεγε σαν επωδό στις σφυριχτές του νότες. «Η καρδιά μας είν’ καλή ,η καρδιά μας είν’ καλή».





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου