13.2.14

Ένας φιλικός σκύλος στην έρημο!

Του Μόσχου Εμμανουήλ Λαγκουβάρδου

Μια φορά ανέβηκα μόνος μου στο βουνό, στην κορυφή των Καμβουνίων, τον Πρίονο, χωρίς κανένα εφόδιο μαζί μου, όπως συνήθιζα, με μόνο ένα παγούρι νερό. Ούτε ένα ξύλο στο χέρι μου, ούτε καμιά άλλη προφύλαξη. Το βουνό ήταν έρημο από ανθρώπους και δεν μπορούσα να υπολογίζω σε βοήθεια, αν κάτι μου συνέβαινε.

Μου άρεσε να εμπιστεύομαι την καλή μου διάθεση. Ποτέ δεν επιχείρησα μια τέτοια ανάβαση, αν δεν είχα καλή διάθεση. Πίστευα ότι δεν θα μπορούσε να μου συμβεί κάποιο κακό, με την καλή μου διάθεση. Η φωνή της ψυχής μου, που την εμπιστευόμουν θα μου το έλεγε. Και πράγματι στο χρονικό διάστημα μερικών δεκαετιών, που ανέβαινα μόνος μου στο βουνό, δεν μου συνέβη ποτέ κάτι κακό. Πιστεύω ότι ο κόσμος ανταποκρίνεται σ΄ αυτό που νιώθουμε γι'΄αυτόν. .Εννοώ τη Φύση.

Ανεβαίνοντας , λοιπόν, στον Πρίονο, σε μεγάλο ύψος, όπου δεν υπάρχει καμία βλάστηση, παρά μόνο βράχοι και πέτρες παντού, άκουσα από μακριά το αργό, ήρεμο, φιλικό γάβγισμα ενός μεγαλόσωμου σκύλου: "Γουβ. Γουβ."
'Ηταν σαν να μου έλεγε ότι βρίσκεται εκεί ψηλά, σε κάποιο προσήλιο μέρος, κάποια προεξοχή ενός βράχου και καλόν ήταν για και τους δυο μας, να μην πλησιάσω προς τα εκεί, επειδή θα ερχόμαστε κι οι δύο σε δύσκολη θέση. 'Ενιωσα ευχαρίστηση και ευγνωμοσύνη για το φιλικό του φέρσιμο. . Φαντάστηκα ότι θα ένιωσε τα συναισθήματά μου και θα χάρηκε κι αυτός.

Αναρωτιέμαι πού την εύρισκα αυτήν την εμπιστοσύνη στη Φύση. Όταν διάβασα το βιβλίο του Χένρυ Ντέϊβιντ Θορώ, "Η Λίμνη Γουώλντεν", δεν δυσκολεύτηκα καθόλου να δεχθώ το μήνυμά του, πως η Φύση μπορεί να ζήσει έναν άνθρωπο.

Ως προς εμένα δε γινόταν αλλιώς, αφού η Φύση μου ξανάδωσε την πίστη στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό. Υπήρχε μια εποχή, που όταν συναντούσα κάποιον άνθρωπο στην πόλη, ένιωθα ζάλη, κρύο ιδρώτα και τάση προς εμετό. Με τέτοιες εμπειρίες μόνο στη Φύση ένιωθα ανακούφιση και χαρά από την επαφή με την ψυχή μου. Τα βουνά της νοτιοανατολικής Καλύμνου, και οι ακτές ανάμεσα στα μοναστήρια των Αγίων Πάντων και της Ευαγγελίστριας έρχονται στη μνήμη μου και με γεμίζουν χαρά και νοσταλγία.

Θυμάμαι όταν πλησίαζα ύστερα από μερικές ώρες περιπλάνηση στο μοναστήρι της Ευαγγελίστριας και άκουγα από μακριά το καμπανάκι να χτυπάει ήξερα, ότι οι αδελφές με είχαν δει. Δρασκελίζοντας την θύρα του μοναστηριού , ο Γέροντας, που ήταν τυφλός, μου φώναζε από μακριά με το όνομά μου και μού 'λεγε κάθε φορά: "Μόσχο μου, γίνεται μεγάλη χαρά στον ουρανό, επί αμαρτωλώ μετανοούντι."

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου