6.12.12

Το "αποθανατείν"

Του Μόσχου Εμμανουήλ Λαγκουβάρδου

         Όταν πριν χρόνια συγκέντρωσα το υλικό για το πρώτο βιβλίο μου, μια συλλογή δοκιμίων, και το παρέδωσα στο βιβλιοπωλείο των Εκδόσεων των Φίλων, ο συγγραφέας Κώστας Τσιρόπουλος μου είπε, να το αποθανατίσω. Δεν μου εξήγησε τί σημαίνει "αποθανατώ", αλλά σχεδόν το ήξερα.
         Ούτε κι εγώ αγαπούσα τις εξηγήσεις και τις επιστημονικές απαντήσεις.  Το πρότυπό μου στο γράψιμο το αναζητούσα στις πηγές, στην Αγία Γραφή και στα έργα των Αγίων.
Αγαπούσα και αγαπώ την Αγία Γραφή γιατί δεν αναλύει, δεν εξηγεί, δεν δίνει ορισμούς και δεν κάνει στατιστική. Όλες αυτές οι μέθοδοι ανήκουν στην επιστήμη κι εγώ δεν αγάπησα ποτέ την επιστήμη και τον επιστημονικό τρόπο του σκέπτεσθαι.
         Στην Αγία Γραφή τα πάντα αναφέρονται στα έσχατα είτε ρητώς είτε μέσα από εικόνες και μεταφορές. Ο Κύριός μας μιλάει ως ποιητής. Όταν άκουσα ότι και στο γράψιμο πρέπει να γίνει αποθανάτιση, ο νους μου πήγε στα λόγια του Κυρίου, εκεί όπου είναι το πτώμα συγκεντρώνονται κι οι αετοί. Κατόπιν είδα ότι όλα μιλούν περί των εσχάτων. Ακόμα και εκείνα που δεν έχουν κανένα φανερό σύνδεσμο. Κάποιος είπε πως το Ευαγγέλιο είναι ο καταστατικός χάρτης του ουρανού.
        Πρώτη φορά που άκουσα τη λέξη αποθανάτιση ήταν στην τέχνη της φωτογραφίας. Μαθαίναμε πώς να αφαιρούμε τα στοιχεία εκείνα που δεν πρόσθεταν τίποτε στο θέμα μας. Μάλλον εμπόδιζαν τον θεατή να έχει καθαρή εικόνα του θέματος στο οποίο έπρεπε να συγκεντρωθεί όλη του η προσοχή.
       Στην πραγματικότητα το ίδιο συμβαίνει με τον κόσμο που παρέρχεται: δεν πρέπει να είμαστε απολύτως προσκολλημένοι σ΄ αυτόν, γιατί η προσκόλλησή μας στα αισθητά εμποδίζει να προσέχουμε τα αιώνια, τα ανώτερα, τα μη βλεπόμενα.
      Αποθανάτιση σημαίνουν τα λόγια του Κυρίου προς τον πλούσιο νέο, ύπαγε πώλησον  τα υπάρχοντά σου, διάδος πτωχοίς και δεύρο ακολούθει μοι.
         Τα λόγια της Γραφής που θυμάμαι περισσότερο είναι αυτά που αναφέρονται στο θάνατο. Το ίδιο και στην προσευχή. Η προσευχή που γίνεται πιο εύκολα και που μου δίνει περισσότερη χαρά είναι αυτή υπέρ των κοιμηθέντων.
       'Εως εδώ δεν υπάρχει τίποτε παράδοξο. Το παράδοξο είναι ότι ενώ μου αρέσουν τα θέματα του θανάτου στη μελέτη και στην προσευχή, το θάνατο τον ίδιο δε θέλω να τον θυμάμαι. 'Ισως γιατί η μνήμη θανάτου  καυτηριάζει τη ματαιοδοξία μου.
       Αυτά που θυμάμαι τώρα για το θάνατο είναι η Εντολή του Κυρίου "αφείστε τους νεκρούς να θάψουν τους νεκρούς τους", τα λόγια του Αποστόλου Παύλου για το νεκρό που κουβαλάει μαζί του, η παραβολή των δέκα παρθένων,  ο ψαλμός για την ετοιμασία της  ψυχή, ο θάνατος που  έρχεται ως κλέπτης κ.α.
      Η αναφορά μου στο θάνατο περιλαμβάνει εκτός από τα λόγια της Γραφής, τις προσωπικές εμπειρίες από  τους θανάτους συγγενών και φίλων, τις φοβίες μου και την αθέλητη προσκόλληση στον κόσμο των αισθητών. Η ψυχή μου πάντοτε λαχταρούσε να τρέξει ελεύθερη από τις ματαιότητες και τις  μανίες του κόσμου. Ο στίχος του ψαλμού, "εξέλιπον εν ματαιότητι αι ημέραι ημών", εκφράζει αυτό που νιώθω πάντοτε, μια απέραντη νοσταλγία!
   

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου