Του Μόσχου Εμμ. Λαγκουβάρδου
Κύριος ποιμαίνει με και εις ουδέν με υστερήσει
Ψαλμ.
Μπορεί η αναζήτηση για ένα καταφύγιο να κρατήσει μια ολόκληρη ζωή; Πόσο βαθιά χαράσσονται τα παιδικά τραύματα, ιδίως αυτά του τρόμου! Άραγε τα τραύματα αυτά δεν επουλώνονται ποτέ; Αυτό συνέβη σε μένα. Η πληγή μου από τον τρόμο που ένιωσα όταν βγήκαμε στο βουνό για να γλιτώσουμε απ΄ τους Γερμανούς δεν έκλεισε ποτέ.
Οι Γερμανοί έμπαιναν στα χωριά σκότωναν τους ανθρώπους, έκαιγαν τα σπίτια κι ο κόσμος κατέφευγε στα βουνά για να γλιτώσει τη ζωή του. Καλότυχες ήταν οι οικογένειες που είχαν τους γονείς τους, που είχαν ζώα και που ήταν μαθημένοι στην ζωή στην ύπαιθρο γιατί ήταν αγρότες. Η δική μου οικογένεια που αποτελούνταν από την μητέρα μου και τους γέρους παππούδες μου κι εμένα ηλικίας τεσσάρων ετών, (τον πατέρα μου τον είχαν σκοτώσει οι Βούλγαροι) ήταν άμαθη όπως κάθε μικροαστική οικογένεια ενός δημοσίου υπαλλήλου.
Πέρασαν από τότε 65 χρόνια και ποτέ δεν έπαψα να ζητώ καταφύγιο. Ιδίως την εποχή αυτή που ο τρόμος των παιδικών μου χρόνων αναβιώνει πάλι με ακόμα μεγαλύτερη ένταση από πριν. Ο κίνδυνος τώρα είναι πιο ύπουλος και πιο επικίνδυνος γιατί δεν είναι πια ένας παροδικός κίνδυνος, αλλά μια μόνιμη απειλή κατά της ελευθερίας του πολίτη και κατά της ίδιας της ζωής του.
Η ψυχή μου είναι πάλι ταραγμένη. Κίνδυνοι θανάτου με βρήκαν. Ξαναζώ τον τρόμο που ένιωσα της Γερμανικής Κατοχής. Δεν πίστευα ότι αυτές οι ίδιες καταστάσεις που όλος κόσμος ευχόταν να μην ξανάρθουν ποτέ, ήρθαν πάλι, πιο ύπουλες, πιο πονηρές και πιο επικίνδυνες.
Ο κόσμος αποκόπηκε απ΄ τις ρίζες του. Δεν έχει την παραμικρή αυτάρκεια. Οι νεώτεροι έχουν άγνοια ακόμα και για το ποιες είναι οι πραγματικές ανάγκες τους.
Δεν γνωρίζουν τι είναι η απειλή κατά της ελευθερίας και κατά της ιδιότητας του πολίτη. Δεν γνωρίζουν τι είναι κράτος χωρίς πολίτες, τι λογής είναι το κράτος που στέρησε από τους πολίτες την ιδιότητα του πολίτη και τους έχει μετατρέψει σε δούλους.
Έχω χάσει τον ύπνο μου από την αγωνία μου. Πώς να κοιμηθώ όταν απειλείται η ζωή μου και η ζωή της οικογενείας μου; Ο Εχθρός έχει στη διάθεσή του τα μέσα του τύπου και ασκεί σε βάρος του κόσμου μια φριχτή οικονομική τρομοκρατία για να κάμψει το ηθικό του πολίτη και να τον εξαναγκάσει να δεχτεί το ηλεκτρονικό φακέλωμα που θα του στερήσει κάθε ελευθερία.
Ξέρω πως δεν πρέπει να συνεργάζομαι με τον εχθρό στο σχέδιό του να κάμψει το ηθικό μου. Απέκλεισα όλες τις διαύλους που χρησιμοποιεί για την χειραγώγησή μου. Πέταξα την τηλεόραση, δεν διαβάζω ποτέ εφημερίδες και βιβλία της νέας εποχής. Τρέμω όλες τις μεθόδους του εχθρού σαν ένα θανατηφόρο δηλητήριο. Είναι ένα θανατηφόρο δηλητήριο. Εξασθενίζει μέχρι να εξουδετερώσει τη δύναμη του πνεύματος του κάθε ανθρώπου. Με εξασθενημένο πνεύμα καταστρέφεται το ανοσοποιητικό σύστημα του οργανισμού και μένει απροστάτευτος στις αρρώστιες
που περιμένουν να πέσουν επάνω του και να τον εξοντώσουν σωματικά και ψυχικά.
Πρέπει να διατηρήσουμε το πνεύμα μας ακμαίο για να αντιμετωπίσουμε την πολυμέτωπη επίθεση του εχθρού.
Ξέρεις το αρχαίο τυπικό των ανθρωποθυσιών; Στο θυμίζω τώρα γιατί πρόκειται για το ίδιο τυπικό που εφαρμόζεται σήμερα εναντίον της ανθρωπότητας. Οι εχθροί της την εξωθούν στην αυτοκτονία. Το ίδιο έκαναν στις αρχαίες μαζικές αυτοκτονίες, όταν έπειθαν τον κόσμο να αυτοκτονήσει. Οι αρχαίοι Αζτέκοι θυσίασαν είκοσι οχτώ χιλιάδες συμπολίτες τους σε μια μέρα. Πώς τους έπεισαν να δεχθούν να τους σκοτώσουν; Δεν γράφει η ιστορία, αν η σφαγή έγινε μετά από εκλογές, στις οποίες όλα αυτά τα θύματα ψήφισαν τους σφαγείς τους .
Άγιοι της Εκκλησίας προσεύχονται υπέρ του σύμπαντος κόσμου ή προσφέρουν το παράδειγμά τους, όπου ο λόγος δεν εισακούεται, λαϊκοί - φωτεινά πνεύματα της ανθρωπότητας (Έλιοτ, Καμύ, Μάρτιν Λούθερ Κινγκ, ) προσπαθούν να πείσουν αυτούς που έχουν ακόμα τη δυνατότητα να σκέφτονται να εμποδίσουν την αυτοκτονία της ανθρωπότητας. Το μόνο όπλο που έμεινε στους λαούς είναι ο λόγος.
Η ιστορία της δικής μου αναζήτησης ενός καταφυγίου άρχισε πολύ νωρίς. Όταν ακόμα δεν ήξερα τι ζητώ. Το πρώτο μου καταφύγιο ήταν η αγάπη των δικών μου και το παράδειγμα που μου έδωσαν με τη ζωή τους. Ήταν απλοί άνθρωποι και δε δίδασκαν με τα λόγια και με τα βιβλία, αλλά με το παράδειγμα. Το πρώτο μου καταφύγιο που εύρισκα στους δικούς μου και που το πήρα μαζί μου όταν έφυγα από αυτούς ήταν η αγάπη και η ειρήνη. Σ’ αυτήν κατέφευγα σε κάθε κίνδυνο.
Συνάντησα κάποτε το Θανάση, ένα συμμαθητή μου στο γυμνάσιο Δεσκάτης. Ήταν ένα μικρόσωμο υπερευαίσθητο παιδί, που μου έμοιαζε. Σε θυμάμαι πως ήσουνα ως παιδί., μου είπε. Ήθελα να ξέρω και τον άκουσα με πολύ ενδιαφέρον. Τα λόγια του δεν τα ξεχνώ. Σε έβριζαν και δεν απαντούσες. Σου πετούσαν πέτρες και κλεινόσουν στο σπίτι του παππού σου.
Με την αγάπη και την ειρήνη καταφύγιό μου προσπάθησα να τα βγάλω πέρα κάθε φορά που κάποιος κίνδυνος με απειλούσε. Δεν άλλαζα με τίποτα την πίστη μου στο καταφύγιό μου της αγάπης και της ειρήνης. Αυτό ήταν το σταθερό μου καταφύγιο που διαρκεί μέχρι σήμερα. Δοκίμασα και άλλα καταφύγια για λίγο καιρό, αλλά δεν είχαν τη δύναμη να με φυλάξουν από τις επιθέσεις του εχθρού.
Τέτοια καταφύγια υπήρξαν για μένα το κάπνισμα, το αλκοόλ, τα ξενύχτια, η πολυφαγία κ.α. Κανένα δεν άντεξε για πολύ καιρό. Είχα το λόγο του Θεού, το Ευαγγέλιο, τους βίους και τα έργα των αγίων της Εκκλησίας που με βοηθούσαν να βλέπω ότι όλα αυτά όχι μόνο δεν με βοηθούσαν στον κίνδυνο, αλλά κι αυτά τα ίδια ήταν κίνδυνος για την εσωτερική μου ειρήνη και για τη ζωή μου την ίδια.
Έπρεπε να αναζητώ μια ολόκληρη ζωή αυτό που είχα από την πρώτη αρχή, την ειρήνη. Να φυλάγω την ειρήνη και η ειρήνη να με φυλάει. Κάποτε, γράφει ο ποιητής
Ξεκινάμε μια αναζήτηση και δεν ξέρουμε τι ζητάμε, ώσπου να ξαναρθούμε στην αρχή. Αυτό ακριβώς συνέβη με μένα. Είχα από την αρχή αυτό που ζητούσα. Μου το έμαθαν με το παράδειγμά τους τα πιο αγαπημένα μου πρόσωπα: οι γονείς μου, ο παππούς μου Αγγελάκης, η γιαγιά μου Βασιλική. Κι όμως ξόδεψα ολόκληρη τη ζωή μου, έβλαψα αγαπημένους ανθρώπους , ώσπου να συνειδητοποιήσω ότι το μόνο μου καταφύγιο είναι η ειρήνη. Όχι κάθε ειρήνη, αλλά αυτή που δίνει ο Ιησούς. Η ειρήνη του Ιησού.
Τώρα γιατί νιώθω ξανά τον ίδιο τρόμο να με αφοπλίζει; Μήπως έπαψα να πιστεύω στο ασφαλές καταφύγιό μου. Μήπως δεν με γλίτωσε η ειρήνη του Ιησού στις αμέτρητες θλίψεις που ήλθαν εναντίον μου με όλη τους τη δύναμη; Όχι, δεν έπαψα να πιστεύω. Προσεύχομαι και ζητώ τη βοήθεια του Θεού. Κύριε Ιησού, κάνε με μαθητή σου. Δώσε μου τη δύναμη που υποσχέθηκες στους μαθητές σου να πατούν επάνω στη δύναμη του εχθρού και να μην τους βλάφτει.
Ο άνθρωπος που αγαπάει το θεό έχει το Θεό μέσα του. Δεν τον νοιάζουν όλα τα πράγματα που μάζεψε στη ζωή του. Δεν αναζητούσε πράγματα, αλλά το Θεό. Μαζεύεις πράγματα ώσπου να είσαι ικανός να τα πετάξεις. Αυτό είναι και το δοκίμιο της αγάπης του Θεού. Αν μπορείς να πετάξεις τα υπάρχοντά σου για την αγάπη του Ιησού. Αν μπορείς σημαίνει ότι έμαθες ότι αυτό που προέχει είναι το πνεύμα.
Η μητέρα μου έμεινε καθηλωμένη στο κρεβάτι δύο χρόνια. Η μητέρα μου είχε το πνεύμα δυνατό. Απέραντες εκτάσεις υπάρχουν μέσα στην ψυχή του κάθε ανθρώπου. Δεν είναι ανάγκη να φυλακίσει το πνεύμα του μέσα στους τέσσερις τοίχους κάποιου δωματίου.
Επισκεπτόμουν τη μητέρα μου κάθε Σάββατο. Ερχόμουν από τη Λάρισα να τη δώ. Έμενε στη Θεσσαλονίκη. Το δύσκολο για μένα ήταν πώς θα τη δώ. Αν έχει πεσμένο το ηθικό της. Αλλά ποτέ δεν την βρήκα με πεσμένο ηθικό. Μόλις άκουγε το κλειδί στην πόρτα με υποδεχόταν με την προσευχή του Πάτερ ημών. Το έλεγε με δύναμη, θαρρείς με πείσμα, για τον εχθρό που είχε καθηλώσει το σώμα της ακίνητο στο κρεβάτι, αλλά που δεν μπορούσε να καθυποτάξει το πνεύμα της. Ερχόμουν από τη Λάρισα με το τραίνο κουρασμένος και έφευγα ξεκούραστος και ανανεωμένος.
Η μητέρα μου έλεγε προσευχές, τραγουδούσε δημοτικά τραγούδια με πολλούς στίχους, τα λεγόμενα παραλογές, που αφηγούνται κάποια ιστορία, έλεγε παροιμίες για την αγάπη, ιδίως την αγάπη των μελών της οικογενείας. Η μητέρα είναι κρυόν νερόν, ή τ΄ αδέρφια σκίζουν τα βουνά, ή πραμματευτής εδιάβαινε ’πο μέσα απ΄ την Αυλώνα..κ.α.
Η πραγματική αγάπη είναι ελευθερία. Αυτοί που μάχονται την ελευθερία είναι άρρωστοι. Δεν μπορούν να αγαπήσουν. Ζουν στην κόλαση. Κόλαση είναι να μην μπορείς να αγαπήσεις. Όποιος αγαπάει αληθινά δεν δεσμεύει την ελευθερία του άλλου.
Το κατ΄εξοχήν ποίημα της αγάπης, το Άσμα Ασμάτων, τελειώνει με αυτούς τους στίχους με τους οποίους η αγαπημένη παροτρύνει τον αγαπημένο της να τρέξει σαν το ζαρκάδι ελεύθερος.Η αγαπημένη όταν συναντάει τον αγαπημένο της που με τη φλόγα στην ψυχή της τον αναζητούσε, δεν τον δεσμεύει. Το αντίθετο, τον παρακινεί να τρέξει ελεύθερος σαν το ζαρκάδι. Το ποίημα του αγαπημένου ζευγαριού είναι μια αλληγορία της αγάπης της ψυχής για τον γλυκύτατο Ιησού. Αυτοί είναι οι τελευταίοι στίχοι που κλείνουν όλο το νόημα του Άσματος,η αγάπη που μόνο μέσα στην ελευθερία μπορεί να υπάρξει: Φύγε,αδέλφιδέ μου, και ομοιώθητι τη δορκάδι/ ή τω νεβρώ των ελάφων επί όρη αρωμάτων.
(
Σωστή τοποθέτηση!
ΑπάντησηΔιαγραφή