του Πρωτοπρεσβυτέρου π. Βασιλείου Ε. Βολουδάκη
Η Εκκλησία προ των ευθυνών της
για την καθημερινή απόγνωση
των ανθρώπων
Πολλά Συνέδρια Ποιμαντικής έγιναν και γίνονται συνεχώς έ κατά τόπους Αρχιεπισκοπικές ή Μητροπολιτικές Επαρχίες και αναζητούνται τρόποι και προτείνονται σύγχρονες μέθοδοι, ώστε να γίνεται στους ιδιαίτερα δύσκολους καιρούς μας πιο αποτελεσματική ή επίδραση του λόγου και του θελήματος του Θεού στους πιστούς.
Όλα αυτά, βεΒαίως, είναι καλά και άγια. Πρέπει, όμως, επειγόντως να καταλάβουμε ότι κανένα συμπέρασμα και καμμιά ευφυής ποιμαντική ιδέα δεν πρόκειται να βοηθήση τον Λαό του Θεού αν δεν συγκρίνουμε το πώς ένοιωθαν την Ποιμαντική τους ευθύνη οι άγιοι Πατέρες μας και πώς την Βιώνουμε εμείς σήμερα.
Οι Πατέρες μας ήσαν Ποιμένες όλου του λαού. Αρχόντων και αρχομένων. Εμείς συρρικνώσαμε την Ποιμαντική μας στους αρχόμενους και αφήσαμε τους Κυβερνήτες να γίνουν αφεντικά της Εκκλησίας και τύραννοι του λαού. Γι' αυτό δεν υπάρχει σύγκριση μεταξύ των αποτελεσμάτων της Εκκλησιαστικής Ποιμαντικής εργασίας μέχρι το 1831 και εκείνης των μετέπειτα χρόνων μέχρι σήμερα.
Είναι λυπηρό αλλά και ενδεικτικό το γεγονός ότι, όχι μόνο δεν έχουμε κάνει αυτοκριτική ή σοβαρή κριτική για την Ποιμαντική μας από το 1831 μέχρι σήμερα, αλλά και καλλιεργούμε συστηματικά το κλίμα ώστε να πιστεύουμε πώς εμείς πάμε καλά, απλώς ο κόσμος χάλασε!...
Αυτή την έλλειψη αυτοκριτικής και κριτικής έχουμε επισημάνει τα τελευταία δύο χρόνια με δημοσιεύματα μας, αλλά και με εισηγήσεις και συζητήσεις του θέματος, πού πραγματοποιήθηκαν στο Πολεμικό Μουσείο, στο Στάδιο Ειρήνης και Φιλίας και στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αμφίσσης.
* * *
Οι επισημάνσεις μας αυτές επικεντρώθηκαν στο μεγάλο λάθος της Ποιμενούσης Εκκλησίας της Ελλάδος να απεμπόληση την Ποιμαντική Της ευθύνη και τη δικαιοδοσία Της επί των πολιτικών αρχόντων της Πατρίδος μας — σαν να μην ήσαν και αυτοί πνευματικά Της παιδιά, ως Ορθόδοξοι χριστιανοί — αντιμετωπίζοντας τους με δέος σαν να ασκούσαν αυτοί μια παράλληλη εξουσία, ισοδύναμη με την Εκκλησία!
Έτσι, ανέχθηκε μετά την δολοφονία του Καποδίστρια, πολιτικές διακυβερνήσεις της πατρίδος μας από ανθρώπους πού είχαν λίγη έως καθόλου σχέση με την ζωή και την Πίστη της Εκκλησίας μας, ωσάν να ήσαν οι Κυβερνήτες μας αλλόθρησκοι και δεν είχε επάνω τους καμμιά εξουσία ή Εκκλησία ή ωσάν να εκλήθησαν να κυβερνήσουν έναν λαό άθρησκο και αντίθεο.
Η Ποιμαντική αμηχανία του ιερατείου έναντι των πολιτικών και η συνενοχή αυτή της Διοικούσης Εκκλησίας, χωρίς καμμιά διαμαρτυρία ή πνευματική ενημέρωση του ευσεβούς ορθοδόξου λαού μας, περί του κινδύνου πού αυτός διατρέχει να διαβρωθή ηθικά και πνευματικά από άρχοντες πού δεν συμμορφώνουν τη ζωή τους και τις επιδιώξεις τους με τις Οδηγίες του Θεού, όχι απλώς συνεχίσθηκε μέχρι σήμερα, αλλά και εξελίχθηκε πολλές φορές σε συμπαιγνία και διαπλοκή εκκλησιαστικών και πολιτικών παραγόντων με ανυπολόγιστα ζημιογόνα αποτελέσματα και ως προς την οικονομική διαβίωση των ανθρώπων αλλά κυρίως ως προς την πνευματική κατάσταση τους.
Το τραγικό είναι ότι αυτή η ανεξήγητη ανοχή και αδιαφορία των κατά καιρούς Εκκλησιαστικών διοικήσεων, αλλοίωσε τελικά και το δόγμα της Ορθοδόξου Πίστεως, αφού για πρώτη φορά στην Εκκλησιαστική ιστορία υιοθετήθηκε στην πράξη η παραδοχή δύο εξουσιών — Εκκλησιαστική και πολιτική — σαν να αντλούν, η κάθε μια χωριστά, απευθείας την εξουσία από τον Θεό!
Έτσι, de facto μεν, αλλά πολύ κακώς, η πολιτική εξουσία αναγνωρίσθηκε από το Ιερατείο σαν παράλληλη εξουσία με την Εκκλησία, σαν να ίδρυσε ο Θεός επί της γης δύο Θεία καθιδρύματα: Την Εκκλησία και την Πολιτεία!
Η συλλογιστική μου δεν είναι αυθαίρετη. Αντιθέτως, επιχειρεί να κάνη έκκληση στην λογική μας, θέτοντας στην κρίση μας τα ενδεχόμενα πού προκύπτουν αν συγκρίνη κανείς τη Δογματική της Εκκλησίας μας με την πρακτική πού ακολουθούν οι Λειτουργοί Της.
Δηλαδή: Αν δεχθούμε ότι η πολιτική εξουσία είναι εκτός του Θεού, οπότε θα της ήταν επιτρεπτό να λειτουργή ερήμην του Θεού, προσκρούουμε στην Αγία Γραφή, η Οποία ρητώς ορίζει ότι «ου γαρ εστίν εξουσία ει μη υπό Θεού, αϊ δε ούσαι εξουσίαι υπό του Θεού τεταγμένοι εισίν». Αν, πάλι, δεχθούμε ότι η πολιτική εξουσία είναι μια παράλληλη και αυθύπαρκτη εξουσία, πού αντλεί απ' ευθείας από τον Θεό το δικαίωμα και την Θεία Χάρι για να ασκή την δικαιοδοσία της, τότε προσκρούουμε στην Ορθόδοξη Δογματική, η οποία δεν δέχεται δύο πηγές εξουσίας, αλλά διδάσκει σαφώς ότι όλες οι εξουσίες και τα επί γης διακονήματα δίδονται από τον Θεό μόνο δια της Εκκλησίας Του. Είναι δε περιττόν να τονίσουμε ότι η Εκκλησία καθοδηγείται από τον Θεό, εκφράζεται δε και διοικείται επί της γης με την πρωταρχική και καθοριστική ευθύνη του Ιερατείου Της, άνευ του οποίου και της συγκαταθέσεώς του η Θεία Χάρις δεν μεταδίδεται στους ανθρώπους. Και πολιτική εξουσία χωρίς τη Θεία Χάρι έχει το ελεεινό αποτέλεσμα πού όλοι βιώνουμε σήμερα.
* * *
Το αποκαρδιωτικό είναι, ότι, ενώ η παράθεση των συλλογισμών μας για την εκτροπή της πολιτικής από πνευματικό τέκνο της Εκκλησίας σε αντίπαλο και αφεντικό Της αποσκοπεί στο να ψηλαφήσει την αιτία της κακοδαιμονίας της Ιερατικής μας Ποιμαντικής — πού ουσιαστικά ασκείται στο περιθώριο της ζωής του τόπου μας — πολλοί Ποιμένες αρνούνται πεισματικά μια τέτοια ψηλάφηση, αρκούμενοι στην Ποιμαντική των τεσσάρων τοίχων του Ναού, πού και αυτοί πολύ σύντομα θα πέσουν, αφού ολοένα και λιγοστεύουν, υπαιτιότητί μας, οι θερμοί χριστιανοί που ανακαινίζουν τους Ναούς μας!..
Η παρηγοριά μας, όμως, έρχεται από άλλου, αφού ο προβληματισμός, πού δημιουργήσαμε, και συνεχώς αναθερμένουμε, βρίσκει συνεχώς αποδέκτες στις τάξεις των πιστών και ακεραίων χριστιανών, αλλά και στις τάξεις των σοβαρών και σκεπτόμενων ανθρώπων.
Αυτοί ολοένα και περισσότερο καταλαβαίνουν ότι οι πεποιθήσεις του κάθε ανθρώπου σημαδεύουν, σηματοδοτούν και εκφράζουν την όλη βιοτή του και, ως εκ τούτου, η αποδοχή εκ μέρους της Ποιμενούσης Εκκλησίας δυο αλληλοπολεμουμένων πραγματικοτήτων —Πνευματικής και Πολιτικής ζωής — ως φυσιολογικών και ακίνδυνων για την ψυχοπνευματική κατάσταση των ανθρώπων, είναι πράξη εσχάτης προδοσίας του Σαρκωθέντος Θεού και της Σωτηρίας των ανθρώπων «δι' ους Χριστός απέθανεν».
Όσοι έχουν παρακολουθήσει τις μέχρι σήμερα γραπτές και τις προφορικές διατυπώσεις μου για το θέμα, κατανοούν περισσότερο από τον καθένα την επιτακτική ανάγκη του να φωτισθή αυτό από όσο το δυνατόν περισσότερες πλευρές, έως ότου αποτοξινωθή ο λαός μας από την εν προκειμένω παραχάραξη της Δογματικής μας, παραχάραξη πού αλλοιώνει σε καθοριστικό βαθμό το ήθος και την πνευματική ακεραιότητα των χριστιανών και μετατρέπει το ευσεβές Έθνος μας σε δορυφόρο και υποτελή των αθεϊστικών και παγκοσμιοποιημένων σκοτεινών Κέντρων.
Σήμερα θέλω να επικεντρωθούμε στις επιπτώσεις πού εισπράττει η Εκκλησία από την αμέλεια των Λειτουργών Της να επιβλέπουν, να καθοδηγούν, να ελέγχουν και να καταγγέλουν εγκαίρως στον Λαό του Θεού τις Παρατάξεις και τους πολιτικούς εκείνους, πού νομοθετούν και διαβιώνουν με τρόπο αντίθετο από τις Οδηγίες του Θεού και της Εκκλησίας Του.
Είναι καιρός να αντιληφθούμε ότι η αναποτελεσματικότητα της Εκκλησιαστικής Ποιμαντικής δεν οφείλεται στο ανεπίκαιρο του Ευαγγελίου, αφού «ο Λόγος του Θεού μένει εις τον αιώνα», αλλά στο ότι εμείς οι κληρικοί αφήσαμε να εκτροφή ή, μάλλον, εκθρέψαμε έναν «λύκον βαρύν», την πολιτική εξουσία, εις τρόπον ώστε αυτή πλέον να «μην φείδεται του ποιμνίου», να καταδυναστεύη και να καταληστεύη τον λαό, να αποχυμώνη την ψυχή του από κάθε πνευματική ικμάδα, να του αφαιρή κάθε πνευματικό έρεισμα και να πολεμάη με λύσσα τον Χριστό και την Εκκλησία Του, πού, υποτίθεται, είναι Μητέρα και των πολιτικών, τουλάχιστον των Κυβερνητικών Παρατάξεων!
Λεν πρέπει να λησμονούμε, ότι, για να είναι επιτυχημένη η οποιαδήποτε Ποιμαντική διακονία των Κληρικών, είναι απαραίτητο να λαμβάνουμε σοβαρά ύπ' όψιν μας την αβυσσαλέα διαφορά πού υπάρχει μεταξύ της αμαρτίας πού διαπράττει ο άνθρωπος από αδυναμία και της αμαρτίας πού είναι αποτέλεσμα της αισχρής διαπαιδαγωγήσεως του λαού από τους «βαρείς Λύκους» της πολιτικής, με τις αθεϊστικές πολιτικές των κυβερνώντων και τον αμοραλιστικό τρόπο ζωής πού απορρέει από αυτές.
Η αυτοκριτική, λοιπόν, ημών των κληρικών πρέπει να εστιασθή στο μεγάλο μας έγκλημα να υποτιμήσουμε τη φθορά και διαφθορά πού προκαλεί στον λαό του Θεού η καθημερινή μόλυνση του εγκεφάλου των ανθρώπων με τις κάθε είδους προτροπές και πρακτικές των πολιτικών της πατρίδος μας, πού έρχονται σε ευθεία αντίθεση με το Άγιο Ευαγγέλιο και την εν Χριστώ πνευματική ζωή.
Το ποιμαντικό έγκλημα μας δεν μπορεί με κανένα τρόπο να εξιλεωθή αν δεν αποκτήσουμε την στοιχειώδη διορατικότητα να αντιληφθούμε ότι οποιεσδήποτε ποιμαντικές και εάν εφαρμόσουμε, δεν θα κατορθώσουμε τίποτα παραπάνω από «μια τρύπα στο νερό», αν δεν εξεγερθούμε όλοι μαζί οι κληρικοί εναντίον μιας κατεστημένης πολιτικής πραγματικότητας, πού καταδυναστεύει για διακόσια χρόνια τον Ορθόδοξο λαό μας και τον αποχριστιανίζει σταθερά και μεθοδικά, μέρα με την ημέρα, ροκανίζοντας σαν αρουραίος τα πνευματικά ώτα των ανθρώπων, αλείφοντας τα — για να μην συνειδητοποιούν το ροκάνισμα — με το αναισθητικό των κάλπικων διαβεβαιώσεων των πολιτικών κομμάτων εξουσίας περί του τάχα σεβασμού τους προς την Εκκλησία!
Χάσαμε ήδη διακόσια περίπου χρόνια ουσιαστικής Εκκλησιαστικής Ποιμαντικής, με αποτέλεσμα να φθάση στο απροχώρητο ο αποχριστιανισμός του Έθνους μας, αφού δεν είχαμε την εγρήγορση να αντιληφθούμε ότι, από την μια εμείς ως πνευματικοί Πατέρες χτίζαμε (και με τα πολλά δικά μας λάθη), και από την άλλη οι Πολιτικοί γκρέμιζαν, με τα γνωστά εξελιγμένα "Μέσα" πού διαθέτουν, ό,τι καλό πήγαινε να ρίζωση και να καρποφορήση στις καλοπροαίρετες ψυχές.
Πιστέψαμε με απαράδεκτη αφέλεια, πού δεν ταιριάζει ούτε σε ώριμους εφήβους, πολύ περισσότερο σε Ποιμένες της Εκκλησίας, ότι θα μπορούσαμε να αντισταθμίσουμε τον βούρκο του πολιτικού αμοραλισμού και τη σαρωτική εκδίωξη κάθε πνευματικής αξίας από όλες τις πτυχές της καθημερινής ζωής των ανθρώπων, κραδαίνοντας μάταια την εξουσία των Επισκόπων, οι όποιοι, όμως, στην πράξη είναι παροπλισμένοι, αφού έχουν πέσει θύματα της προπαγάνδας των πολιτικών περί των τάχα ξεχωριστών δικαιοδοσιών και εξουσιών, Εκκλησίας και Πολιτείας!
Αλήθεια, πώς δεν μπορέσαμε να αντιληφθούμε όλη αυτήν την πλεκτάνη πού στήθηκε στον τόπο μας από τους Βαυαρούς για να εγκαταστήσουν έναν εχθρό της Εκκλησίας μας εντός των τειχών της πατρίδος μας, ώστε να μην υπάρχη ανάγκη άλλου εχθρού, αφού αποτελεσματικός εχθρός των χριστιανών Ελλήνων κατεστάθη πια η Πολιτεία! Και μόνο η διατύπωση Εκκλησία και Πολιτεία φανερώνει περίτρανα πώς έχουμε στην πράξη αποδεχθεί ότι η Πολιτεία είναι εκτός της Εκκλησίας!
Βρισκόμαστε τώρα όλοι μπροστά σε μια παγιωμένη πραγματικότητα, πού θα ταίριαζε μόνο σε ένα συνειδητά αθεϊστικό κράτος. Η πατρίδα μας πορεύεται κατευθυνόμενη πια σχεδόν αποκλειστικά από τους πολιτικούς. Αυτοί εκπαιδεύουν τα παιδιά μας, αυτοί εκμαυλίζουν τα παιδιά μας, αυτοί εξαχρειώνουν τα παιδιά μας, αυτοί εξαγριώνουν τα παιδιά μας, αυτοί αφήνουν αγράμματα τα παιδιά μας, αυτοί αφήνουν χωρίς δουλειά τα παιδιά μας. Αυτοί μαθαίνουν στον λαό όλα τα κόλπα για να γίνουν "κομπιναδόροι", να γίνουν ανώμαλοι, να γίνουν αναρχικοί και καταληψίες. Αυτοί ατιμάζουν τον μόχθο των εργατών και των αγροτών. Αυτοί υποβιβάζουν οικονομικά τους Δημοσίους υπαλλήλους και σαν ανταμειβή τους φορολογούν επαχθέστατα, αντιμετωπίζοντας τους σαν να μην ξόδεψαν ούτε λεπτό για τις βιωτικές τους ανάγκες αλλά έχουν όλους τους μισθούς τους περίσσευμα!
Οι πολιτικοί μας είναι αυτοί που αδιαφορούν για την Υγεία του λάου και πληρώνουν αδρά μόνο για αθλητικές εγκαταστάσεις, για την κατασκευή των οποίων το μαύρο χρήμα οργιάζει στις τσέπες των ιθυνόντων, ενώ οι ασθενείς στενάζουν και οδυνώνται στα ράντζα των διαδρόμων των θεραπευτηρίων, τα όποια πια δεν πρέπει να ονομάζονται Νοσοκομεία αλλά «τόπος της βασάνου»!
Όλες αυτές οι συμπεριφορές των πολιτικών δεν είναι άραγε αποτέλεσμα της παραβάσεως του πνευματικού καθήκοντος εκ μέρους των Ποιμένων, δηλαδή του καθήκοντος να επιβλέπουν, να συμβουλεύουν, να καθοδηγούν και να ελέγχουν τους πολιτικούς;
Θα ρωτήσουμε ξανά: Ποιος, τελικά, ευθύνεται για όλες τις παραβάσεις των πολιτικών, πού αναφέραμε και για τις άλλες πού παραλείψαμε; Δεν ευθύνεται η Ποιμένουσα Εκκλησία; Πότε άρθρωσε με παρρησία τον λόγο της για να υπερασπισθή με αποτελεσματικότητα τα πνευματικά αλλά και τα βιωτικά δικαιώματα του λαού; Ποιόν, λοιπόν, θα περιμένη ο λαός να μιλήση και να τον ύπερασπισθή; Την Δικαιοσύνη και τα Σώματα Ασφαλείας πού διορίζει και διαφεντεύει ή Πολιτική; Όχι βέβαια! Περιμένει την Εκκλησία ο λαός μας, τους Πνευματικούς του Πατέρες να μιλήσουν και να διαλαλήσουν το «ουκ έξεστι» στους πολιτικούς, όπως το διαλάλησαν ανά τους αιώνες όλοι οι Άγιοι Ποιμένες της Εκκλησίας μας. Τα εγκλήματα των πολιτικών δεν είναι μόνο ποινικώς κολάσιμα αλλά είναι πρωτίστως πνευματικά αμαρτήματα, που ζημιώνουν όχι μόνο αυτούς που τα διαπράττουν αλλά και ολόκληρο τον λαό και γι' αυτό έχει σ' αυτά αποκλειστική αρμοδιότητα η Εκκλησία!
Ολόκληρο το Ιερατείο έχουμε ακέραια την ευθύνη πού αφήσαμε τους πολιτικούς να μετατρέψουν την Χριστιανική Ελλάδα σε χώρα άθεη και ανίερη, σύμφωνα με τις προσωπικές
τους πεποιθήσεις και τις υπαγορεύσεις των ξένων και εντοπίων χρηματοδοτών τους.
Εμείς οι Κληρικοί αφήσαμε την Ελλάδα να γίνη ξέφραγο αμπέλι και να οδηγηθή εκεί πού ήθελε η μειοψηφία. Τώρα η αθεϊστική μειοψηφία τείνει να γίνη πλειοψηφία, αφού δεν συναντάει καμμιά αντίσταση.
Ούτε, όμως, και τώρα, την ύστατη ώρα, δεν φαίνεται να αφυπνιζόμαστε. Όχι μόνο δεν επισημαίνουμε τις παρεκκλίσεις των πολιτικών από την πνευματική ζωή και δεν τους ελέγχουμε, αλλά και συνεργαζόμαστε με τους πολιτικούς και τους αναθέτουμε καίριες θέσεις στους Εκκλησιαστικούς μας Οργανισμούς, αφήνοντας, κατά κανόνα, έξω από οποιαδήποτε έμμισθη Εκκλησιαστική Υπηρεσία τα πραγματικά πνευματικά παιδιά της Εκκλησίας, πού ζουν με ευλάβεια, ακρίβεια στην πίστη και έχουν ζωντανή σχέση με τον Θεό.
Με την πάροδο του χρόνου, αντί να μεταγγίσουμε ως Εκκλησία το Πνεύμα του Θεού σε όλους τους τομείς της Δημόσιας ζωής, υιοθετήσαμε τρόπους και μεθόδους των πολιτικών και κινδυνεύουμε πλέον να γίνουμε σαν το Ιερατείο της εποχής του Χριστού, οπού οι κληρικοί ήσαν οί μεγαλύτεροι εχθροί του Θεού και του λαού Του!
Είναι καιρός να τα λάβουμε όλα αυτά σοβαρά υπ' όψη μας και να ανασχεδιάσουμε την Ποιμαντική μας, όχι με τις σύγχρονες και εκκοσμικευμένες πρακτικές των ψεύτικων θρησκειών και των πολιτικοκρατουμένων θρησκευτικών Δογμάτων της Δύσεως, αλλά με τον πνευματικό σχεδιασμό της Ορθοδόξου Πίστεως μας, η Οποία επιτάσσει την αχώριστη συνεργασία κλήρου και λαού, όχι μόνο στον χώρο της λατρείας και των πνευματικών διακονημάτων αλλά και στον χώρο της πολιτικής, πού καλύπτει όλους τους τομείς της καθημερινής ανθρώπινης δραστηριότητος.
Ακουέτω ταύτα Κλήρος και Λαός του Θεού!
Περιοδικό «Ενοριακή Ευλογία»
του Ι Ν. Αγίου Νικολάου Πευκακίων Αθηνών, Τεύχος 80.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου