10.6.09

Μόσχου Λαγκουβάρδου, "Λέγε με Κιούμπρικ" του Μπράϊαν Κουκ

Ο «Μεγάλος υποκριτής» θα μπορούσε να είναι ο τίτλος της κινηματογραφικής ταινίας του Μπράϊαν Κουκ «Λέγε με Κιούμπρικ». Κεντρική ιδέα της ταινίας είναι η υποκρισία η οποία στηρίζεται στην εκμετάλλευση της άγνοιας της αληθινής ταυτότητας και του πραγματικού εαυτού, που χαρακτηρίζει τον μέσο άνθρωπο της εποχής μας.
Η ταινία αναφέρεται σε ένα πραγματικό πρόσωπο, τον ΄Αλαν Κόνγουεστ, που εξαπάτησε πολλούς πείθοντάς τους ότι είναι ο διάσημος Αμερικανός σκηνοθέτης Στάνλεύ Κιούμπρικ και υποσχόμενος ότι θα τους βοηθήσει να πραγματοποιήσουν τα όνειρά τους.
Διάλεγε τα θύματά του ανάμεσα σε ευφάνταστους και ευκολόπιστους ανθρώπους που δεν γνώριζαν τον εαυτό τους και μπορούσαν εύκολα να δεχθούν τη φαντασία ως πραγματικότητα και την πραγματικότητα ως φαντασία. Ο ήρωας της ταινίας μέσα στη γενική σύγχυση ως προς τον αληθινό εαυτό και ως προς τη γνήσια και αυθεντική ζωή γίνεται ο ίδιος ένα σύμβολο της εποχής μας ή δε ιστορία του μια παραβολή.
Ο άνθρωπος απ’ τα πανάρχαια χρόνια ακόμα, απ’ την πρωτόγονη εποχή γνώριζε ότι ο αληθινός εαυτός είναι η ψυχή του ανθρώπου! Αυτό φαίνεται απ’ το πόσο φύλαγε την ψυχή του και μαζί και την προσωπική του ελευθερία, για να μη γίνει υποχείριο αυτού που θα μπορούσε να του κλέψει τις δυνάμεις της ψυχής του. Αυτός είναι ο λόγος που στόλιζε το πρόσωπό του με σχέδια και με χρώματα, για να μη μπορεί κανείς να αποτυπώσει την ψυχή του που καθρεφτιζόταν σ’ αυτό. Για τον ίδιο λόγο ακόμα και σήμερα πολλοί φοβούνται αυτόν που με τη φωτογραφία ή με το σχέδιο αποτυπώνει το πρόσωπό τους. Νιώθουν ότι αυτός που ξέρει τη μορφή τους γνωρίζει και την ψυχή τους και μπορεί να τους κατευθύνει όπου θέλει.
Ο Κόνγουεστ μπορούσε να διακρίνει με μια ματιά το χαρακτήρα που εύκολα παρασύρεται απ’ τη φαντασία του γιατί δεν έχει ανεπτυγμένο κριτικό νου ούτε εσωτερική καλλιέργεια και να τον κατευθύνει όπου ήθελε. Με αυτόν τον τρόπο εκμεταλλευόμενος την παθητική φαντασία των θυμάτων του, τα «βοηθούσε» όχι χωρίς αντάλλαγμα, να βγουν απ’ τη μίζερη πραγματικότητα και να την υποκαταστήσουν με τις ονειροπολήσεις τους.
Η παθητική φαντασία, ενώ πρέπει να υπηρετεί το νου τον μετατρέπει σε υπηρέτη της. Γι’ αυτό οι Πατέρες της Εκκλησίας αποκαλούν την παθητική φαντασία, «γέφυρα απ’ την οποία εισέρχονται οι δαίμονες στην ψυχή και την υποδουλώνουν». Την εν λόγω «γέφυρα» χρησιμοποιούσε κι ο Κόνγουεστ για να χειραγωγεί τα θύματά του σ’ ένα κόσμο, όπου η χειραγώγηση των ανθρώπων είναι ο κανόνας, ώστε κατόρθωσε να γίνει αντιπροσωπευτικός τύπος της εποχής. Απόδειξη ότι κανένας δεν τον ενόχλησε κανείς δεν τον εδίωξε ποινικώς για τις απάτες του. Αντίθετα η πολιτεία τον επιβράβευσε επιδαψιλεύοντάς του τιμές και ανέσεις ανωτάτου κρατικού λειτουργού ή δισεκατομμυριούχου!
Παραθέτω τη σκέψη ενός μεγάλου σύγχρονου συγγραφέα, ποιητή και μοναχού του Τόμας Μέρτον για την αυθεντική ύπαρξη του ανθρώπου: «Για να καταλάβουμε ποιοι πραγματικά είμαστε πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι αυτός που νομίζομε τώρα ότι είμαστε, είναι κατά την πιο επιεική κρίση, τουλάχιστον ένας απατεώνας και παρείσακτος, που πρέπει συνεχώς να αμφισβητούμε τους λόγους του και να ξεμασκαρεύουμε τις προσποιήσεις του. Οφείλουμε όλοι ν’ αγωνιστούμε για να ξαναποκτήσουμε την έμφυτη και ζωτική γνώση της πνευματικότητάς μας, να πειστούμε ότι έχομε μια ψυχή που μπορεί να ζωντανέψει πάλι και να γνωρίσει υψηλές και μυστικές αξίες που η σάρκα και οι αισθήσεις δε θα μπορέσουν ποτέ να ανακαλύψουν μόνες τους. Αυτή η πνευματικότητα συνταυτίζεται στον άνθρωπο με τη θεϊκή εικόνα μέσα στην ψυχή του».

"Ρεθεμιώτικα Νέα"

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου